Σάββατο 16 Ιουνίου 2018

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΚΔΡΟΜΗΣ Κ. ΙΤΑΛΙΑ - ΣΙΚΕΛΙΑ 1

Σάββατο, 30 Ιουνίου 2018 Αθήνα – Πάτρα (220 χλμ, 2,5 ώρες)
Ξεκινάμε από Άγιο Στέφανο το μεσημέρι (12.00;), περνάμε από Πειραιά, συμπληρωνόμαστε και αναχώρηση για Πάτρα. Εκεί αφού κάνουμε τσεκ ιν, βρίσκουμε την κα Τζελέτα, πάμε για φαγητό και μετά επιβιβαζόμαστε (SUPERFAST Ι) για Μπάρι, Ιταλία. Απόπλους 18.00΄.

Κυριακή, 1 Ιουλίου 2018 Μπάρι – Αλμπερομπέλο – Λέτσε (170 χλμ, 2 ώρες)
Πρωί (10.00) άφιξη στο ΜΠΑΡΙ
Ξεκινάμε κάνοντας μια στάση στο POLIGNANO A MARE
  • Ιστορικό κέντρο
  • Βραχώδης ακτή
  • Άγαλμα τραγουδιστή DOMENICO MENTUGO
  • ηλιοβασίλεμα
και πάμε για το ΑΛΜΠΕΡΟΜΠΕΛΟ (Alberobello) το χωριό που μοιάζει με σκηνικό βγαλμένο από παραμύθι κι έχει ανακηρυχτεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την Unesco. Περιήγηση στα γραφικά σοκάκια του χωριού για να δούμε τα κατάλευκα σπίτια του με τις χαρακτηριστικές τους πυραμιδωτές, θολωτές ή κωνικές σκεπές τους από ασβεστολιθικές πλάκες (τους περίφημους τρούλους) στολισμένες με αποτροπαϊκά σύμβολα (ήλιους, σταυρούς, ζώδια κ.λ.π.).
Μια στάση στο ΦΑΣΑΝΟ, να δούμε το εκεί μουσείο ελιάς (Contrada S.Angelo, 5, 72015, Fasano, αλλά πρέπει να πάρουμε και να κλείσουμε εκ των προτέρων, δεν ανοίγει κάθε μέρα - The museum is open to the public only by advance booking on: tel and fax +39 080- 4413471) να συγκρίνουμε με της Σπάρτης (ουσιαστικά είναι στο δρόμο μας) και συνεχίζουμε για Λέτσε όπου και διανυκτερεύουμε  (LecceB&B Amarcord, 24 Via Armando Perotti, 73100 Λέτσε, 100€ προπληρωμένα 30/5 + 16€ μετρητά δημοτικός φόρος, τηλ. +39 328 763 9650).

ΜΠΑΡΙ -BARI
Με το λιμάνι του Μπάρι να αποτελεί σημείο ακτοπλοϊκής σύνδεσης με το λιμάνι της Πάτρας και της Ηγουμενίτσας, ένα ταξίδι εκεί φαντάζει ως πραγματοποιήσιμο όνειρο. Τι, όμως, μας περιμένει στο Μπάρι, αν το επιλέξουμε ως προορισμό; Barrivecchia: Απλωμένη πάνω σε μια στενή χερσόνησο και κυκλωμένη από τα μεσαιωνικά τείχη της via Venezia, η Παλιά Πόλη του Μπάρι (Bari Vecchia) είναι μία από τις πιο όμορφες της Ευρώπης. Πρόκειται για έναν μοναδικό λαβύρινθο από ανισόπεδα δρομάκια και περάσματα με γραφικά παλιά σπίτια, 40 εκκλησίες και πάνω από 100 βωμούς που δημιουργούν μια μοναδική ατμόσφαιρα. Οι απλωμένες μπουγάδες στις προσόψεις των κατοικιών και η παρασκευή χειροποίητης pasta σε κοινή θέα των περαστικών, προσθέτουν ακόμα περισσότερο χρώμα στην εκπληκτική σκηνογραφία της.

Η Μπαριβέκια μέχρι αρκετά πρόσφατα θεωρούνταν απαγορευμένη περιοχή από πολλούς κατοίκους του Μπάρι λόγω των υψηλών επιπέδων μικροεγκληματικότητας.
Eνα μεγάλης κλίμακας σχέδιο ανάπλασης που ξεκίνησε με καινούριο αποχετευτικό δίκτυοκαι συνεχίστηκε με την αξιοποίηση των δύο κύριων πλατειών, Πιάτσα Μερκαντίλε και Πιάτσα Φεραρέζε, επέτρεψε το άνοιγμα πολλών παμπ και άλλων κέντρων. Αυτό καλωσορίστηκε από πολλούς, που θεωρούν ότι η κοινωνική ζωή της πόλης, και ιδιαίτερα η τουριστική ζωή στο Μπάρι, έχει βελτιωθεί και έχουν δημιουργηθεί δουλειές και εισοδήματα. Αλλοι επισημαίνουν τις συνέπειες του νυχτερινού θορύβου στις κλειστές πλατείες και επικρίνουν την ανάπτυξη που βασίζεται κυρίως σε παμπ και άλλα τέτοια καταστήματα. Se Parigi avesse il mare, sarebbe una picocola Bari ( Αν το Παρίσι είχε τη θάλασσα, θα ήταν ένα μικρό Μπάρι). Αυτό το λαικό ρητό μας λέει περισσότερα για την τοπική αίσθηση του χιούμορ που κάνει για την πόλη, αλλά το Μπάρι έχει μια εκπληκτική ποσότητα γοητείας, ιδιαίτερα η Μπαριβέκια, η όλο και περισσότερο σικ μεσαιωνική παλιά του πόλη.

Βασιλική Αγίου Νικολάου: Πρότυπο ρωμανικής αρχιτεκτονικής της Πούλιας, η πιο φημισμένη εκκλησία του Μπάρι θεμελιώθηκε τον 11ο αιώνα για να υποδεχθεί τα λείψανα του Αγίου Νικολάου, πολιούχου του Μπάρι, που μεταφέρθηκαν από τα
Μύρα της Λυκίας, και σήμερα βρίσκονται κάτω από την Αγία τράπεζα στην κρύπτη, όπου είναι θαμμένα τα κληροδοτήματα παλιών ληστών που προσηλυτίστηκαν στην αληθινή πίστη. Αποτελεί σημαντικό τόπο προσκυνήματος και φιλοξενεί εξαιρετικά έργα γλυπτικής και αγιογραφίας. Στην κρύπτη της θα συναντήσετε την «Στήλη των Θαυμάτων», μια κόκκινη κολόνα στην οποία έχουν αποδοθεί θεραπευτικές και θαυματουργικές ιδιότητες. Διεύθυνση: Largo Abate Elia 13, Bari, www.basilicasannicola.it

Teatro Petruzzeli: Σύμβολο πολυτέλειας αλλά και πολιτιστικού κύρους του Μπάρι, το εντυπωσιακό αυτό λυρικό θέατρο χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα με πρωτοβουλία των αδελφών Petruzzeli, εμπόρων από την Τεργέστη. Το θέατρο καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά το 1991 και ανακατασκευάστηκε πλήρως στην αρχική του μορφή το 2008. Στη σκηνή του έχουν ανέβει μεγάλες μορφές των τεχνών όπως οι Νουρέγιεφ, Ρέι Τσαρλς, Φρανκ Σινάτρα και Λουτσιάνο Παβαρότι. Θαυμάστε την περίτεχνη τοιχογραφία της θολωτής οροφής του και την στιβαρή σκηνή του από μασίφ ξύλο κερασιάς. Διεύθυνση: Corso Cavour, 12, 70122 Bari.

Pinacoteca Provinciale di Bari: Το σημαντικότερο μουσείο τέχνης της Πούλια στεγάζεται σε ένα εκπληκτικό νεοκλασικό κτίριο του 1928 και η συλλογή του περιλαμβάνει αριστουργήματα ιταλικής ζωγραφικής και γλυπτικής από τον 11ο έως τον 19ο αιώνα. Μεταξύ αυτών, έργα των Πάολο Βερονέζε, Τιντορέτο καθώς και το Μαρτύριο του Αγίου Πέτρου του Τζιοβάνι Μπελίνι. Διεύθυνση: Lungomare Nazario Sauro 27, 70121 Bari, www.pinacotecabari.it

Castello Svevo: Το επιβλητικό κάστρο του Μπάρι χτίστηκε αρχικά τον 11ο αιώνα πάνω σε βυζαντινο-ρωμανικά θεμέλια και γνώρισε πολλές καταστροφές πριν ανακατασκευαστεί από τον 13ο αιώνα σε νορμανδικό-σουηβικό στυλ, από τον Φρειδερίκο τον Β’. Στο πέρασμα των αιώνων λειτούργησε ως φυλακή, στρατώνας αλλά και παλατιανό ανάκτορο της αριστοκρατικής οικογένειας Sforza (16ος αιώνας). Πρόκειται για μια εντυπωσιακή κατασκευή με εσωτερική αυλή, πύργους, κινητή γέφυρα και τεράστιους προμαχώνες ενώ περιβάλλεται από τάφρο.Διεύθυνση: Piazza Federico II di Svevia 4, 70122 Bari, www.sbap-ba.beniculturali.it

Cattedrale di San Sabino: 
Χτισμένος αρχικά σε βυζαντινό στυλ (1062), ο Καθεδρικός Ναός του Μπάρι επανακατασκευάστηκε το 1170 σε ρωμανικό ρυθμό, έχοντας γνωρίσει την καταστροφή από τον Ουίλιαμ Ι της Σικελίας. Είναι αφιερωμένος στον Άγιο Σαβίνο, τον δεύτερο πολιούχο της πόλης, και διαθέτει εντυπωσιακές τοιχογραφίες. Στην κρύπτη του μπορείτε να θαυμάσετε ένα εκπληκτικό μωσαϊκό, απομεινάρι παλαιοχριστιανικού ναού του 5ου-6ου αιώνα.Από το αρχικό οικοδόμημα σήμερα είναι ορατά μόνο ίχνη στο δάπεδο της εγκάρσιας πτέρυγας του ναού. Σημαντικό παράδειγμα της Ρομανικής αρχιτεκτονικής της Απουλίας έχει μια απλή Ρομανική πρόσοψη με τρεις πύλες. Στο άνω τμήμα είναι ένας ρόδακας διακοσμημένος με τερατώδεις και φανταστικές μορφές. Το εσωτερικό έχει ένα κεντρικό κλίτος και δύο πτέρυγες, που χωρίζονται από δεκαέξι κίονες με καμάρες. Η κρύπτη στεγάζει τα λείψανα του Αγίου Σαβίνου και την εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας. Το εσωτερτικό και η πρόσοψη διακοσμήθηκαν σε ρυθμό
Μπαρόκ το 18ο αιώνα, αλλά αυτές οι προσθήκες αφαιρέθηκαν κατά μία αποκατάσταση τη δεκαετία του 1950. Διεύθυνση: Piazza dellOdegitria 1, 70122 Bari

Piazza Mercantile: Πολιτικό και επιχειρηματικό κέντρο του Μπάρι έως τις αρχές του 19ου αιώνα, η όμορφη αυτή πλατεία σηματοδοτείται από το Παλάτι Sedile (16ος αιώνας), έδρα του Συμβουλίου των Ευγενών της πόλης, και την διαβόητη Στήλη της Δικαιοσύνης (Colonna della Giustizia), τόπο δημόσιου εξευτελισμού των οφειλετών στα μεσαιωνικά χρόνια. Διεύθυνση: Piazza Mercantile, 70122 Bari

Palazzo dellAcquedotto: Αυτό το περίτεχνο art nouveau παλάτι χτίστηκε το 1932 ως φόρος τιμής στην απόκτηση υδραγωγείου από την πόλη του Μπάρι. Την διακόσμησή του ανέλαβε ο διάσημος Ιταλός καλλιτέχνης Duilio Cambellotti, ενσωματώνοντας το θέμα του νερού σε κάθε πτυχή του κτιρίου, από την εξωτερικά γλυπτά έως τις εσωτερικές τοιχογραφίες και τα μωσαϊκά δάπεδα. Σήμερα το κτίριο στεγάζει το Μουσείο Νερού (Museo dellAqua). Διεύθυνση: Via Salvatore Cognetti 36, 70121 Bari, www.aqp.it
Lungomare: Απολαύστε μια ρομαντική βόλτα κατά μήκος της παραλιακής promenade (Lungomare) του Μπάρι. Ξεκινήστε από την Imperatore Augusto στο ύψος του παλιού λιμανιού με τα γραφικά ψαροκάικα και συνεχίστε στην Nazario Sauro, ένα ανοικτό μουσείο αρχιτεκτονικής με εξαιρετικά δείγματα art nouveau αλλά και μνημειακά palazzos φασιστικής αισθητικής από την μουσολινική περίοδο.Διεύθυνση: Lungomare Nazario Sauro, 70122 Bari

Ιστορία
Αρχαιότητα
Το Mπάρι ιδρύθηκε πιθανότατα από τους Πευκετίους. Από τη στιγμή που πέρασε στην εξουσία των Ρωμαίων τον 3ο αιώνα π.Χ., απέκτησε στρατηγική σημασία σαν σημείο σύνδεσης του παραλιακού δρόμου και της Βία Τραιάνα και σαν λιμάνι για το εμπόριο προς ανατολάς. Ένας δευτερεύων δρόμος οδηγούσε από το Μπάρι στον Τάραντα. Το λιμάνι του, αναφερόμενο ήδη από το 181 π.Χ., ήταν πιθανότατα το κύριο της περιοχής κατά τα αρχαία χρόνια, όπως και σήμερα, και αλιευτικό κέντρο. Ο πρώτος Επίσκοπος Μπάρι ήταν ο Γερβάσιος, που ορίστηκε στη Σύνοδο της Σαρδικής το 347. Οι επίσκοποι εξαρτώταν από τον Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης μέχρι το 10ο αιώνα.
Μεσαίωνας
Μετά τις καταστροφές των Γοτθικών Πολέμων (376–554), υπό την εξουσία των Λομβαρδών καθιερώθηκε μια σειρά γραπτών κανονισμών, οι Consuetudines Barenses που επηρέασαν παρόμοια γραπτά συντάγματα σε άλλες νότιες πόλεις. Μέχρι την άφιξη των Νορμανδών (1016) το Μπάρι συνέχισε να κυβερνιέται από τους Βυζαντινούς με μόνο σποραδικές διακοπές. Όλη αυτή την περίοδο και μάλιστα όλο το Μεσαίωνα, το Μπάρι λειτούργησε σαν μία από τις μεγαλύτερες αποθήκες σκλάβων της Μεσογείου, παρέχοντας κεντρική θέση για το εμπόριο Σλάβων σκλάβων. Τους σκλάβους συνελάμβαναν η Βενετία από τη Δαλματία, η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία από τη σημερινή Πρωσία και Πολωνία και οι Βυζαντινοί από αλλού στα Βαλκάνια και γενικά προορίζονταν για άλλα μέρη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και συχνότερα τα Μουσουλμανικά κράτη γύρω από τη Μεσόγειο, όπως το Χαλιφάτο των Αββασιδών, το Χαλιφάτο της Κόρδοβας των Ουμαιάδων, το Εμιράτο της Σικελίας και τοΧαλιφάτο των Φατιμιδών (που βασιζόταν σε Σλάβους αγορασμένους στην αγορά του Μπάρι για τις λεγεώνες των Μαμελούκων του). Επί 20 χρόνια το Μπάρι ήταν το κέντρο του ομώνυμου Εμιράτου, καθώς η πόλη καταλήφθηκε από τον πρώτο της εμίρη Καλφούν το 847, που ήταν μέλος της μισθοφορικής φρουράς που εγκαταστάθηκε εκεί από το Ράδελχη Α΄ του Μπενεβέντο. Η πόλη καταλήφθηκε και το εμιράτο καταργήθηκε το 871, χάρη στις προσπάθειες του Αυτοκράτορα Λουδοβίκου Β΄ και του Βυζαντινού στόλου. Ο Κρις Γουίκχαμ αναφέρει ότι ο Λουδοβίκος ανάλωσε πέντε χρόνια εκστρατεύοντας για να υποτάξει και τελικά να καταλάβει το Μπάρι ΄΄και τότε μόνο χάρι σε ένα Βυζαντινό-Σλαβικό ναυτικό αποκλεισμό. ΄΄Ο Λουδοβίκος πήρε τη δόξα΄΄ για την επιτυχία, ανεβαίνοντας ΄΄στα μάτια των Φράγκων΄΄, με μοναδικό όμως αποτέλεσμα, παραμένοντας στη νότια Ιταλία πολύ μετά την επιτυχία του, ΄΄να κατορθώσει το σχεδόν αδύνατο: μια εναντίον του συμμαχία από το Μπενεβέντο, το Σαλέρνο, τη Νεάπολη και το Σπολέτο΄΄. Το 885 το Μπάρι έγινε η κατοικία του τοπικού Βυζαντινού κατεπάνω, ή κυβερνήτη. Η αποτυχημένη εξέγερση (1009–1011) Λομβαρδών ευγενών του Μπάρι κατά των Βυζαντινών κυβερνητών, αν και κατεστάλη αποφασιστικά στη Μάχη των Καννών, πρόσφερε στους τυχοδιώκτες Νορμανδούς συμμάχους τους ένα πρώτο πάτημα στην περιοχή. Το 1025, υπό τον Αρχιεπίσκοπο Βυζάντιο, το Μπάρι συνδέθηκε με τη Ρωμαϊκή έδρα και του παραχωρήθηκε καθεστώς επαρχίας.
Το 1071 το Μπάρι καταλήφθηκε από το Ροβέρτο Γυισκάρδο μετά από τρίχρονη πολιορκία. O Mάιο του Μπάρι (πέθανε το 1160), γιος Λομβαρδού εμπόρου, ήταν ο τρίτος από τους μεγάλους ναυάρχους της Νορμανδικής Σικελίας. Η Βασιλική του Αγίου Νικολάου ιδρύθηκε το 1087 για να δεχθεί τα λείψανα του αγίου που μεταφέρθηκαν κρυφά από τα Μύρα της Λυκίας, στη Βυζαντινή επικράτεια. Ο άγιος άρχισε να θεωρείται, από Άγιος Νικόλαος Μύρων, Άγιος Νικόλαος του Μπάρι και άρχισε να προσελκύει προσκυνητές, των οποίων η παρουσία έγινε σημαντική για την οικονομία της πόλης. Το 1095 ο Πέτρος ο Ερημίτης κήρυξε εκεί την Α΄ Σταυροφορία. Τον Οκτώβριο του 1098 ο Ουρβανός Β΄, που είχε εγκαινιάσει τη Βασιλική το 1089, συγκάλεσε τη Σύνοδο του Μπάρι, μία από σειρά συνόδων, που συγκλήθηκαν με σκοπό το συμβιβασμό των Ελλήνων και των Λατίνων στο ζήτημα του άρθρου του ΄΄filioque΄΄ στο Σύμβολο της Πίστεως, που ο Άνσελμος του Καντέρμπερι υπερασπίστηκε σθεναρά, παίρνοντας το μέρος του Πάπα. Οι Έλληνες δεν προσχώρησαν στο Λατινικό τρόπο σκέψης και το Σχίσμα του 1054 κατέστη οριστικό. Εμφύλιος πόλεμος ξέσπασε στο Μπάρι το 1117 με τη δολοφονία του αρχιεπισκόπου Ρίσο. Τον έλεγχο της πόλης απέκτησε ο Γκρίμοαλντ Αλφερανίτης, Λομβαρδός ιθαγενής και εξελέγη ηγεμών αντιπολιτευόμενος τους Νορμανδούς. Το 1123 είχε αυξήσει τους δεσμούς του με το Βυζάντιο και τη Βενετία και πήρε τον τίτλο ΄΄πρίγκηπας του Μπάρι με τη χάρη του Θεού και του Αγίου Νικολάου΄΄. Ο Γκρίμοαλντ αύξησε τη λατρεία του Αγίου Νικολάου στην πόλη του. Αργότερα δήλωσε υποτέλεια στο Ρογήρο Β΄της Σικελιας, αλλά επαναστάτησε και νικήθηκε το 1132. Το Μπάρι καταλήφθηκε από το Μανουήλ Α΄Κομνηνό μεταξύ 1155 και 1158. Το 1246 το Μπάρι λεηλατήθηκε και ισοπεδώθηκε. Ο Φρειδερικός Β΄, Άγιος Ρωμαίος Αυτοκράτορας και Βασιλιάς της Σικελίας, επισκεύασε το φρούριο του Μπάρι αλλά στη συνέχεια καταστράφηκε αρκετές φορές αλλά κάθε φορά το Μπάρι συνερχόταν.
Νεότερα Χρόνια
Η Ισαβέλλα της Αραγώνας, πριγκίπισσα της Νάπολης και χήρα του Δούκα του Μιλάνου Τζάν Γκαλεάτσο Σφόρτσα, επέκτεινε το κάστρο, που έκανε κατοικία της το 1499–1524. Μετά το θάνατο της κόρης της, Μπόνας Σφόρτσα, Βασίλισσας της Πολωνίας (1557), το Μπάρι περιήλθε στο Βασίλειο της Νάπολης και η ιστορία του περιορίστηκε στα τοπικά όρια με την ελονοσία να γίνεται ενδημική στην περιοχή. Το Μπάρι ξύπνησε από τον επαρχιακό του λήθαργο από το γαμπρό του Ναπολέοντα Ζοακίμ Μυρά. Σαν Ναπολεόντειος Βασιλιάς της Νάπολης, ο Μυρά διέταξε την ανέγερση το 1808 ενός νέου τομέα της πόλης, που σχεδιάστηκε με ένα ορθολογικό ιπποδάμειο σχέδιο, που φέρει σήμερα το όνομά του ως Μουρατιάνο. Με βάση αυτό το Μπάρι εξελίχθηκε στη σημαντικότερη πόλη – λιμάνι της περιοχής. Η κληρονομιά του Μουσολίνι είναι ορατή στην επιβλητική αρχιτεκτονική κατά μήκος του θαλάσσιου μετώπου.
Η καταστροφή χημικού πολέμου του 1943
Από μία τραγική σύμπτωση χωρίς πρόθεση καμιάς από τις αντίπαλες πλευρές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το Μπάρι κέρδισε την ανεπιθύμητη διάκριση της μοναδικής Ευρωπαϊκής πόλης που έζησε την εμπειρία του χημικού πολέμου κατά τη διάρκειά του. Τη νύχτα της 2 Δεκεμβρίου 1943 Γερμανικά βομβαρδιστικά Junkers Ju 88 επιτέθηκαν στο λιμάνι του Μπάρι, που ήταν κέντρο-κλειδί προμηθειών για τις Συμμαχικές δυνάμεις που πολεμούσαν προχωρώντας στην Ιταλική Χερσόνησο. Αρκετά Συμμαχικά πλοία βυθίστηκαν στο κατάμεστο λιμάνι, περιλαμβανομένου του αμερικανικού λίμπερτυ Τζον Χάρβεϊ, που μετέφερε αέριο μουστάρδας. Αέριο μουστάρδας αναφέρθηκε επίσης ότι είχε στοιβαχθεί στην προκυμαία προς μεταφορά. Τα χημικά προορίζονταν για χρήση αν οι Γερμανικές δυνάμεις ξεκινούσαν χημικό πόλεμο. Η παρουσία του αερίου ήταν άκρως απόρρητη και οι αρχές στην ξηρά δεν τη γνώριζαν. Αυτό αύξησε τον αριθμό των θυμάτων, καθώς οι γιατροί - που δεν είχαν ιδέα ότι χειρίζονταν τις συνέπειες του αερίου μουστάρδας- έδιναν θεραπεία, που σε πολλές περιπτώσεις αποδείχτηκε μοιραία. Καθώς οι διασώστες αγνοούσαν ότι είχαν να κάνουν με θύματα αερίων, προκλήθηκαν πολλές πρόσθετες απώλειες μεταξύ των διασωστών, μέσω της επαφής με το μολυσμένο δέρμα και τα ρούχα των αμεσότερα εκτεθέντων στο αέριο. Με εντολές των συμμαχικών ηγετών Φραγκλίνου Ρούζβελτ, Ουίνστον Τσώρτσιλ και Ντουάιτ Αϊζενχάουερ τα αρχεία καταστράφηκαν και η όλη υπόθεση κρατήθηκε μυστική για πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο. Τα αμερικανικά αρχεία για την επίθεση αποχαρακτηρίστηκαν το 1959, αλλά το επεισόδιο παρέμεινε σχεδόν άγνωστο μέχρι το 1967. Στην πραγματικότητα, ακόμη και σήμερα, πολλοί κάτοικοι της πόλης αγνοούν τι και γιατί συνέβη. Ακόμη υπάρχει σημαντική διαφωνία ως προς τον αριθμό των θυμάτων. Κατά μία περιγραφή "69 θάνατοι αποδόθηκαν εν όλω ή εν μέρει στο αέριο μουστάρδας, οι περισσότεροι ναύτες Αμερικάνικων εμπορικών". Άλλες αυξάνουν τον αριθμό σε "πάνω από χίλιους Συμμαχικούς στρατιωτικούς και πάνω από χίλιους Ιταλούς πολίτες". Μέρος της σύγχυσης και της διαφωνίας οφείλεται στο ότι η Γερμανική επίθεση που ονομάστηκε "Μικρό Περλ Χάρμπορ", ήταν η ίδια πολύ καταστροφική και φονική, πέραν από τις συνέπειες του αερίου. Η απόδοση των αιτίων θανάτου στο αέριο, σε διάσταση με τις άμεσες συνέπειες της Γερμανικής επίθεσης, έχει αποδειχθεί πολύ δύσκολη.


ALBEROBELLO

= όμορφο δέντρο
=sylva arboris belli = δάσος με δέντρα πολέμου

Μόλις μια ώρα. Τόσο θα χρειαστούμε από το λιμάνι του Μπάρι ή του Μπρίντιζι για να φτάσουμε στην πόλη που είναι ικανή να γεμίσει τη μνήμη της φωτογραφικής μας μηχανής.
Κι όμως ελάχιστοι γνωρίζουν τη συναρπαστική πόλη της Απουλίας αφού οι περισσότεροι παίρνουν τον δρόμο για τις πιο διάσημες πόλεις του ιταλικού βορρά.
Το Αλμπερομπέλο είναι μια μικρή ιταλική πόλη στην επαρχία του Μπάρι της νοτιοανατολικής Ιταλίας.
Η μικρή πόλη των 11.000 κατοίκων μοιάζει να ξεπήδησε κατευθείαν από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών ή κάποιο μεσαιωνικό παραμύθι. Και όχι άδικα. Χαρακτηριστικό της είναι τα 1500 περίπου σπίτια με κωνικούς τρούλους (
trulli) που χρονολογούνται από το 15ο αιώνα ενώ ολόκληρη η πόλη έχει χαρακτηριστεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO.
Τα λευκά σπιτάκια που θυμίζουν κυψέλη, είναι κατασκευασμένα με μια τεχνική που χρονολογείται από τη νεολιθική εποχή, από ντόπιο ασβεστόλιθο χωρίς καθόλου τσιμέντο ή κονίαμα. Οι κωνικές στέγες δημιουργήθηκαν από μεγάλες πέτρες, τοποθετημένες σε κυκλικούς δακτυλίους ώστε το κάθε επίπεδο να στηρίζει το ανώτερό του καταλήγοντας στην κορυφή του κώνου. Οι κορυφές των τρούλων συχνά έχουν περίτεχνο σχήμα, άλλοτε σφαιρικό, άλλοτε πυραμιδοειδές, ρομβικό, με σταυρό ή κάποιο άλλο σχέδιο.
Η ιστορία των σπιτιών αυτών ξεκινά στα μέσα του 15ου αιώνα όταν και οι φτωχοί αγρότες, για να αποφύγουν την υψηλή φορολογία που επέβαλε το βασίλειο της Νάπολης στα σπίτια, έφτιαχναν αυτά τα πρόχειρα καταλύματα σαν καλύβες. Έτσι, όταν μάθαιναν ότι καταφτάνουν στο χωριό τους φοροεισπράκτορες, μπορούσαν εύκολα να τα γκρεμίσουν.
Αυτά
ήταν ιδέα του πολυμήχανου αλλά σκληρού τοπικού άρχοντα Τζιάν Τζιρολάμο.

Στις κωνικές στέγες συχνά θα δείτε ζωγραφισμένα λευκά σύμβολα, που προστατεύουν από το κακό μάτι και την κακοτυχία. Εσωτερικά τα ανακαινισμένα σπίτια είναι λιτά με έναν ή δύο χώρους αλλά όλες τις απαραίτητες, σύγχρονες ανέσεις.
         Μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση με πλούσιο φωτογραφικό υλικό για το Αλμπερομπέλο μπορείτε να δείτε πατώντας ΕΔΩ.

Το Αλμπερομπέλο ανεξαρτητοποιήθηκε το 1797 (3.500 κάτοικοι) μετά από ακρόαση από τον Φερδινάνδο ΙV.

Η κορυφή του τρούλου ονομάζεται κλειδί
Αρκούσε να τραβηχτεί αυτό και να κατατεύσει ολόκληρο το κτίριο
Αποτελούσε την υπογραφή του κατασκευαστή που συνήθως ήταν ο οικογενειάρχης
Αποτελούσε δείγμα κύρους και πλούτου.



Ελληνόφωνα χωριά (50 χλμ, 1 ώρα επί 2)
Πρωί περιήγηση ΛΕΤΣΕ σε Πιάτσα Ορόντζο (Sant' Oronzo), Ρωμαϊκό Αμφιθέατρο (Centro Storico), Καθεδρικός Ναός, Σάντα Κρότσε (Basilica di Santa Croce).
Αναχώρηση για ΟΤΡΑΝΤΟ (Otranto – επισκέψεις σε Ποταμό Υδρούντα (Idro), το ποτάμι που έδωσε το όνομα στην πόλη, Λιμάνι, Παλιά Πόλη (Centro Storico), Αγ. Πέτρος (Chiesa di San Pietro), Αραγωνέζικο Κάστρο (Castello Aragonese)),
ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΑ ΧΩΡΙΑ (της περιοχής του Σαλέντο: Καλιμέρα Calimera, Carpignano Salentino, Castrignano de 'Greci, Κοριλιάνο Corigliano d'Otranto, Cutrofiano, Μαρτάνο Martano, Martignano, Melpignano, Soleto, Στερνατία Sternatia, Zollino, Γκαλινιάνο (Galugnano) – θα πετύχουμε κάνα γλέντι με ταραντέλα;;;).


Γκρέτσια Σαλεντίνα
Η Ένωση των πόλεων της Γκρέτσια Σαλεντίνα (Unione dei Comuni della Grecia Salentina) ιδρύθηκε το 1966 από τους Γκρίκο. Αποτελείται από έντεκα πόλεις και είναι μέρος της επαρχίας του Λέτσε στη διοικητική περιφέρεια της Απουλίας. Ο σκοπός της ένωσης είναι η προώθηση των γνώσεων και της ιστορίας των Γκρίκο, η διατήρηση του πολιτισμού τους, μέσω ερευνών του πανεπιστημίου, η διδασκαλία της γλώσσας τους στα σχολεία και την έκδοση λογοτεχνικών βιβλίων και ποιημάτων στην απειλούμενη με εξαφάνιση γλώσσα τους.
Οι ακόλουθες πόλεις είναι μέλη της Ένωσης: Καλημέρα (ιταλικά: Calimera), Μαρτάνο (Martano), Καστρινιάνο ντε Γκρέτσι (Castrignano dei Greci), Κοριλιάνο ντ' Οτράντο (Corigliano d' Otranto), Μαλπινιάνο (Melpignano), Σολέτο (Soleto), Στερνάτια (Sternatia), Ζολίνο (Zollino), Μαρτινιάνο (Martignano), Καρπινιάνο Σαλεντίνο (Carpignano Salentino) και Κουτροφιάνο (Cutrofiano).
Στο σύνολο οι κάτοικοι της Grecia Salentina είναι περίπου 43.000.
Αρχαιότητα
Η Ελληνική παρουσία στην Ιταλική χερσόνησο ανάγεται στον 16ο αιώνα π.Χ. με τους Μυκηναίους ναυτικούς, οι οποίοι προερχόμενοι από την Ελληνική χερσόνησο, ξεκίνησαν μία περίοδο επαφών μακράς διαρκείας με τους κατοίκους της Δυτικής Μεσογείου.
Στο Σαλέντο (Νότια Απουλία), μερικές παραθαλάσσιες κοινότητες, οι οποίες ιδρύθηκαν ανάμεσα στα μέσα του 15ου και στις αρχές του 14ου αιώνα π.Χ., είχαν οχυρωματικά τείχη και μια διάρκεια εκατοντάδων χρόνων, φτάνοντας μέχρι την εποχή του σιδήρου. Σ’ αυτές τις κοινότητες, η σαφέστερη αρχαιολογική απόδειξη των επαφών με τον πολιτισμό του Αιγαίου, προκύπτει από άπειρα κεραμικά θραύσματα που έχουν βρεθεί στην περιοχή, ένα μεγάλο μέρος των οποίων προέρχεται από την Ελλάδα και ένα άλλο, κατασκευασμένο από τους αυτόχθονες το οποίο αποτελεί απομίμηση των ελληνικών προτύπων.
Τα ευρήματα του τέλους του 9ου αιώνα, των αρχαιολογικών ανασκαφών σε διάφορες περιοχές της Νότιας Aπουλίας και ειδικά στον Υδρούντα, μας αποδεικνύουν τις νέες επαφές με τον ελλαδικό χώρο, αρκετές δεκαετίες πριν από την ίδρυση των αποικιών στην Μεγάλη Ελλάδα και σχετίζονται με την εγκατάσταση Ελλήνων στον κόλπο των αυτοχθόνων κοινοτήτων. Σύμφωνα με τις αρχαίες λογοτεχνικές παραδόσεις, η παρουσία των Ελλήνων στην Γη του Υδρούντα, ανάγεται σε εποχές που ταυτίζονται με την καταγωγή των κατοίκων του αρχαίου Σαλέντο. Κατά την παράδοση, έχουν φθάσει από το Αιγαίο και την Bαλκανική χερσόνησο υπό την ηγεσία ηρώων, αρχηγών και επωνύμων μυθικής προελεύσεως όπως ο Αρκάδας Πευκέτιος, ο Αθηναίος Θησέας, ο Κρήτας Ιαπυγάς, γιός του Δαιδάλου, ο Άργειος Διομήδης με ένα πλήθος Αιτωλών, ο Βοιωτός Μεσσάπιος και ο Κρήτας Ιδομενέας.
Οι πηγές, φέρνουν στο φως και άλλα στοιχεία της παρουσίας των Ελλήνων και του Ελληνικού πολιτισμού στο Σαλέντο. Είναι εξόριστοι (από τον Τάραντα), οι λαμπροί φιλοξενούμενοι, όπως οι Αθηναίοι στρατηγοί Δημοσθένης και Ευρυμέδοντας το 413 π.Χ., στην αυλή του Μεσσαπίου δυνάστη Άρτα.
Στην Νότια Απουλία, στο σημερινό Σαλέντο, έχουμε δύο Ελληνικές εμπορικές βάσεις, τον Υδρούντα και την Καλλίπολη. Κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. τα Eλληνικά ευρήματα σ’ αυτήν την περιοχή είναι πολύ σημαντικά. Βρίσκουμε και αγγεία με επιγραφές Eλληνικών ονομάτων.
Η επιρροή των Ελλήνων είναι ισχυρή σε διαφόρους τομείς όπως η υιοθέτηση του νομίσματος, η απεικόνιση των θεοτήτων με ανθρωπόμορφα χαρακτηριστικά και το σπουδαιότερο από όλα, η υιοθέτηση της γραφής. Η γραφή της γλώσσας των Μεσσαπίων, των κατοίκων της περιοχής, είναι Ελληνική Γραμμική Β αλλά η γλώσσα είναι διαφορετική. Η ελληνική επίδραση συνεχίζεται και κατά την Ελληνιστική περίοδο, με την καλλιτεχνική κοινή γλώσσα που συνδέει την Απουλία με την Ήπειρο και την Μακεδονία, όπως έχει εξακριβωθεί ιδιαιτέρως σε ταφικούς χώρους, στους τομείς της αρχιτεκτονικής, της ζωγραφικής και της γλυπτικής. Οι Μεσσαπικοί υπόγειοι τάφοι της Εγνατίας, του Λέτσε (ο τάφος Παλμιέρι), του Ρούντιε και του Βάστε (ο τάφος των Καρυάτιδων), παρουσιάζουν πολλά κοινά με τους Μακεδονικούς Βασιλικούς Τάφους.
Καθ’ όλην την περίοδο της Ρωμαϊκής κατακτήσεως της Γης του Υδρούντα οι επαφές με την Ελλάδα αλλά και την τότε ελληνόφωνη Ρωμαϊκή Μικρά Ασία ήταν πολύ στενές. Στον τομέα των επιγραφών υπάρχει μία σημαντική ένδειξη της παρουσίας Ελληνικών ονομάτων σε φούρνους κεραμικών στο Ugento, όπου βρίσκουμε τα ονόματα Έρως και Αριστείδης. Στο φούρνο του Felline βρίσκουμε το όνoμα Ζώσιμος. Πάντα στην ίδια περιοχή έχουμε το όνομα του ιδιοκτήτη ενός φούρνου, Άλλιος Διονύσιος και ενός δούλου, του Νικηφόρου. Ένας άλλος φούρνος βρισκόταν στο San Cataldo, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Λέτσε. Αγνοούμε το όνομα του ιδιοκτήτη αλλά έχουμε τα ονόματα των εργατών: Δημήτριος, Λυκαών και Διοκλής. Αυτά τα ονόματα τα βρίσκουμε και σε σφραγίδες αμφορέων της ίδιας περιόδου στο Brindisi. Έχουν βρεθεί γενικά 68 Ελληνικά ονόματα αυτής της περιόδου στην περιοχή. Στον Υδρούντα έχει βρεθεί και μία επιτύμβια επιγραφή η οποία αναφέρεται στην νεαρή Γλύκα. Έχουμε και άλλες επιγραφές από την Λεύκα και το Torre dellOrso.
Βυζαντινή περίοδος
Μερικές δεκαετίες μετά την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ο Αυτοκράτωρ Ιουστινιανός στέλνει τον στρατηγό Βελισάριο στην Ιταλία για να επανακατακτήσει τα εδάφη της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας της οποίας αισθάνεται ο νόμιμος κληρονόμος. Ο Ελληνογοτθικός πόλεμος λήγει το 553 μ.Χ. με την νίκη των Βυζαντινών και η Ιταλία γίνεται μια Επαρχία της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η παραμονή των Βυζαντινών στην Ιταλία περνά διάφορες φάσεις με σκληρές μάχες εναντίον των βαρβάρων, αλλά στη Γη του Υδρούντα, στο σημερινό Σαλέντο, παραμένουν συνεχώς επί πέντε αιώνας, έως την άφιξη των Νορμανδών το 1057. Από τον 6ο αιώνα, φθάνει στην Νότιο Ιταλία ένας μεγάλος αριθμός αποίκων και μοναχών από διάφορες περιοχές της αυτοκρατορίας.
Η βυζαντινή επίδραση όμως στον καλλιτεχνικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό χώρο δεν είναι δυνατόν να γίνει κατανοητή και να ερμηνευτεί βάσει των στρατιωτικών και πολιτικών δεδομένων. Πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη και άλλους φορείς, που συντέλεσαν στη διάδοση του Βυζαντινού πολιτισμού και της Ελληνικής γλώσσας, πέρα από τα σύνορα της Αυτοκρατορίας και στην εμμονή τους και εκεί όπου η Βυζαντινή κυριαρχία είχε λήξει. Ο μοναχισμός και η Ελληνική γλώσσα υπερβαίνουν τα Βυζαντινά σύνορα και Θέματα και παραμένουν αρκετούς αιώνας μετά την αναχώρηση των Βυζαντινών στρατευμάτων. Ένα μεγάλο ρόλο για τη διατήρηση της γλώσσας, είχαν οι μοναχοί και ιερείς, οι οποίοι διαδίδουν την ορθοδοξία και τον Ελληνικό πολιτισμό. Οι λαύρες και τα μοναστήρια ήταν κέντρα προσευχής, μελέτης, εργασίας και φιλανθρωπίας. Έως σήμερα, μόνον στην Νότια Απουλία, σώζονται 130 περίπου κρύπτες με ωραιότατες τοιχογραφίες και Ελληνικές επιγραφές.
Εκτός από την Ελληνική γλώσσα, στο Σαλέντο ήταν πολύ διαδεδομένη και η Ελληνική γραφή. Από το τέλος του 11ου αιώνα, έως το τέλος του 16ου, έχουμε 400 Ελληνικούς κώδικες και μόνον 30 Λατινικούς της ίδιας περιόδου. Είναι αξιοσημείωτο, ότι το πρώτο έγγραφο στην Ιταλική καθομιλουμένη “volgare romanzo” της περιοχής είναι γραμμένο με ελληνικούς χαρακτήρες. Το κείμενο είναι “La predica salentina” του 14ου αιώνα. Η Ελληνική γλώσσα συνεχίζει να είναι η γλώσσα των επισήμων εγγράφων και μετά την άφιξη των νέων κατακτητών.
Το σπουδαιότερο πνευματικό κέντρο στο Σαλέντο, ήταν το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου των Κασούλων, κοντά στο Ότραντο, ο αρχαίος Υδρος, το οποίο κατεστράφη από τους Τούρκους το 1480, όπου κατά την διάρκεια του 13ου αιώνα άνθησε μία Ελληνοβυζαντινή ποιητική σχολή. Σώζονται ποιήματα, στην ελληνική γλώσσα της εποχής, των ποιητών Νικολάου του Υδρούντα, Νεκταρίου των Κασσούλων, ηγουμένου της μονής, Ιωάννη Γράσσου, νοταρίου του αυτοκράτορα Φρειδερίκου του Χόενστάουφεν και Γεωργίου Χαρτοφυλάκτου Καλλιπόλεως. Από το ίδιο μοναστήρι, προερχόταν τα περισσότερα από τα θρησκευτικά βιβλία, που χρησιμοποιούσαν οι ορθόδοξοι ιερείς των Μητροπόλεων του Υδρούντα, Καλλιπόλεως, Παλαιοκάστρου και Ναρντό.
Νεότερη εποχή
Η Ελληνική γλώσσα, διδασκόταν και κατά τον 15ο αιώνα, σε πολύ υψηλό επίπεδο, στο Τσολλίνο από τον Σέρτζιο Στίζο. Οι μαθητές του, ήταν διανοούμενοι και ευγενείς της Αραγωνικής Αυλής, που ήθελαν να μάθουν Ελληνικά. Ο μεγάλος ανθρωπιστής και φιλόσοφος Antonio de FerrarisGalateo” (1444-1517), γιός και εγγονός Ελλήνων ιερέων, μας πληροφορεί για την ύπαρξη ενός Ελληνικού Λυκείου στο Ναρντό, όπου διδασκόταν τα καλύτερα Ελληνικά του Βασιλείου της Νεαπόλεως και στο οποίο ερχόταν μαθητές από όλο το βασίλειο. Μετά την Σύνοδο του Τρέντο, η οποία τελείωσε το 1564, αρχίζει να δύει η Ορθοδοξία στην Νότια Ιταλία και συγχρόνως εξαφανίζεται και η Ελληνική γλώσσα από ένα μεγάλο αριθμό χωριών και πόλεων της περιοχής. Σε μία έκθεση του τέλους του 16ου αιώνα, με τίτλο “Relazione dei Greci di Otranto”, η οποία βρίσκεται σε μια συλλογή χειρογράφων, που φυλάγεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Νεαπόλεως, ονομάζεται “Miscellanea Brancacciana IB6” και αφορά τα Ορθόδοξα χωριά του Σαλέντο, γράφεται ότι σε είκοσι χωριά της περιοχής, υπάρχουν Έλληνες (αναφέρεται βέβαια όχι μόνον στην γλώσσα, αλλά και στην θρησκεία). Αυτό μας δείχνει ότι το Ελληνικό στοιχείο συνεχίζει να υπάρχει σε μια ευρύτατη περιοχή του Σαλέντο στο τέλος του 16ου αιώνα, κάτι που φαίνεται και από τα επίθετα και τα τοπωνύμια που υπάρχουν ακόμη και σήμερα σε όλη την περιοχή σε χώρους που απέχουν δεκάδες χιλιόμετρα από την σημερινή Σαλεντινή Ελλάδα (Grecia Salentina).
Γλώσσα   

Θέση των Γραικάνικων κοινοτήτων στην Καλαβρία και στο Σαλέντο
Κατωιταλική ή Γκραικάνικη διάλεκτος (ή Γκραικάνικα) ονομάζεται η διάλεκτος της Ελληνικής που περιλαμβάνει ιταλικά στοιχεία και ομιλείται από τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας - Μεγάλη Ελλάδα της νότιας Ιταλίας. Είναι κυρίως γνωστή ως Κατωιταλική διάλεκτος, ενώ οι ομιλητές της την ονομάζουν Γκρίκο (Grico) ή Κατωιταλιώτικα. Η Κατωιταλιώτικη είναι σε κάποιον βαθμό κατανοητή από τους ομιλητές της Ελληνικής γλώσσας.
Υπάρχουν δύο βασικές θεωρίες σχετικά με την προέλευση της διαλέκτου:
  • Η θεωρία του Morosi (1870) και άλλων Ιταλών γλωσσολόγων (κυρίως του Oronzo Parlangeli), σύμφωνα με την οποία η Κατωιταλιώτικη προέρχεται από τη γλώσσα των Βυζαντινών εποίκων του 9ου αιώνα.
  • Η θεωρία του Γερμανού γλωσσολόγου Gerhard Rohlfs και Ελλήνων γλωσσολόγων (Χατζιδάκι, Καρατζά, Καραναστάση, Τσοπανάκη, Μηνά κ.ά.), σύμφωνα με την οποία οι ρίζες της διαλέκτου ανάγονται πολύ παλαιότερα, στον αποικισμό της Μεγάλης Ελλάδας τον 8ο αιώνα π.Χ.. Στην ορθότητα της θεωρίας αυτής συνηγορεί ο μεγάλος αριθμός δωρισμών της Κατωιταλικής.
Υπάρχει σημαντική προφορική παράδοση, ενώ ορισμένα τραγούδια και ποιήματα στην Κατωιταλιώτικη είναι δημοφιλή στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Γνωστά μουσικά σχήματα από το Σαλέντο είναι οι Ghetonia και οι Aramirè. Επίσης, αξιόλογοι Έλληνες καλλιτέχνες όπως η Μαρία Φαραντούρη και ο Διονύσης Σαββόπουλος έχουν εκτελέσει κομμάτια στα Γραικάνικα. Το συγκρότημα Encardia από την Αθήνα συνθέτει και ερμηνεύει τραγούδια μόνο στα Γραικάνικα.
Η Καλημέρα
(ιταλ.Calimera) είναι μια μικρή πόλη 7.296 κατοίκων στη Νότια Ιταλία, την ονομαζόμενη Μεγάλη Ελλάδα (Magna Grecia). Ανήκει στην επαρχία του Λέτσε και βρίσκεται στην γεωγραφικά απομονωμένη περιοχή Grecia Salentina της χερσονήσου του Σαλέντο, όπου το ελληνικό στοιχείο παρέμεινε ακμαίο έως τα νεότερα χρόνια. Σύμφωνα με την παράδοση, η ονομασία της κωμόπολης οφείλεται σε κάποιον ταξιδιώτη, ο οποίος, όταν πέρασε από αυτό το μέρος, ρώτησε έναν χωρικό για το όνομα του οικισμού. Ο τελευταίος, μην κατανοώντας την ξένη γλώσσα, έγνεψε του περαστικού ταξιδιώτη χαιρετώντας τον: «Καλημέρα», του είπε.
Οι κάτοικοι της πόλης, εκτός από τα ιταλικά, μιλούν επίσης τα γραικάνικα, ιδίωμα της περιοχής που συνδυάζει ελληνικά και ιταλικά στοιχεία. Εκτός από τη γλώσσα, η ελληνική επιρροή είναι εμφανής και στην παράδοση των κατοίκων της περιοχής.
Το μότο της πόλης είναι «Zeni sù en ise ettù sti Kalimera» (Τσένη 'σού 'εν είσαι ετού στη Καλημέρα), δηλαδή «Δεν είσαι ξένη, εδώ στην Καλημέρα».
Πού μπορείτε να ακούσετε να μιλάνε ελληνικά εκτός από την Ελλάδα και την Κύπρο; Μα στην Κάτω Ιταλία, βέβαια!


Οι κάτοικοι της νότιας άκρης της Puglias και της περιοχής Σαλέντο της Απουλίας μιλάνε την διάλεκτο της Κάτω Ιταλίας που ονομάζουν Γκρίκο (Grico) ή Κατωιταλιώτικα. Η ιταλική Βουλή αναγνώρισε το 1999 την Γραικανική κοινότητα του Σαλέντου ως «ελληνική εθνική και γλωσσική μειονότητα». Οι ίδιοι οι Γραικάνοι (κάτοικοι των ελληνόφωνων χωριών) λένε πως στα χαρτιά είναι Ιταλοί και στην καρδιά Έλληνες.
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για την προέλευση των Γκρίκο. Σύμφωνα με την μυθολογία, οι πρώτοι Έλληνες ήρθαν στο Σαλέντο μετά την πτώση της Τροίας, οδηγημένοι από τον μυθικό βασιλιά της Κρήτης, Ιδομενέα. Σύμφωνα με την επικρατέστερη θεωρία, η διάλεκτος προέρχεται από την δωρική διάλεκτο των αρχαίων ελληνικών. Η παρουσία των Ελλήνων στην Κάτω Ιταλία πάει πίσω στον 8ο αι. π.Χ. Τον 8ο αι. π.Χ. κατά τον μεγάλο εποικισμό, Δωριείς, Χαλκιδείς, Κρητικοί, Μεσσήνιοι κ.τ.λ. ίδρυσαν πόλεις στην Κάτω Ιταλία μεταφέροντας την γλώσσα και τον πολιτισμό τους. Από τότε άλλωστε η περιοχή ονομάζεται «Μεγάλη Ελλάδα».
Άλλη θεωρία λέει ότι η διάλεκτος προέρχεται από τους Βυζαντινούς εποίκους, τον 9ο αι. μ.Χ. Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να καθορίσουμε με σιγουριά την προέλευση της διαλέκτου. Όπως και να έχει, οι κάτοικοι λένε ότι η Ελλάδα είναι η «Μάνα».
Μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, οι κάτοικοι δεν μιλούσαν παρά μόνο Γκρίκο. Η διάλεκτος διατηρήθηκε μέσα από την προφορική παράδοση, καθώς οι κάτοικοι ήταν αγράμματοι βοσκοί και γεωργοί, αποκομμένοι από τον εξωτερικό κόσμο. Γι’ αυτό άλλωστε μπόρεσαν να διατηρήσουν λέξεις και τύπους των αρχαίων ελληνικών.
Μετά τον πόλεμο, τα ιταλικά καθιερώθηκαν ως επίσημη γλώσσα στα σχολεία και έτσι κυριάρχησαν εις βάρος της διαλέκτου με αποτέλεσμα σήμερα μόνο οι ηλικιωμένοι να μιλάνε την διάλεκτο στην καθημερινή ζωή. Από το 1999 (οπότε αναγνωρίστηκαν ως μειονοτική γλώσσα), τα Γκρίκο άρχισαν να διδάσκονται στα σχολεία της περιοχής και πάλι. Τα παιδιά διατηρούν με αυτόν τον τρόπο τους δεσμούς με την Ελλάδα και πολλοί νέοι αναζητούν την ελληνική τους ταυτότητα και τις ρίζες τους.
Γίνονται πολλές προσπάθειες για την διάσωση της διαλέκτου. Υπάρχει για παράδειγμα ένας πολιτιστικός σύλλογος που ονομάζεται «Αστέρια». Μέσα από το τραγούδι, τον χορό , την ποίηση και άλλες δραστηριότητες προσπαθεί να διατηρήσει ζωντανή την διάλεκτο και τον πολιτισμό. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι κάποιοι γράφουν ακόμα και σήμερα τραγούδια και ποιήματα με στίχους στα Γκρίκο.
Θέλετε να μάθετε περισσότερα;
Η Σοφία Παπαϊωάννου και η ομάδα της παρουσιάζουν μία εκπομπή για τα ελληνόφωνα χωριά της Κάτω Ιταλίας, γεμάτη πολύ συναίσθημα και μία ανεξήγητη νοσταλγία για τους Έλληνες. Μία εκπομπή για την ιστορία μιας γλώσσας που χάνεται, για μία παράδοση που θα ήταν ίσως αμαρτία μετά από τόσους αιώνες να αφήσουμε να πεθάνει.




Τρίτη, 3 Ιουλίου 2018
Λέτσε – Τάραντας– Ρήγιο (500 χλμ, 5,5 ώρες)
Αναχώρηση για ΤΑΡΑΝΤΑ (Taranto),
  • Tempio di Poseidon
  • Castello aragonese
  • Ponte Girevole
Μεταπόντιο (Metaponto Ναός Λακινίας Ήρας - Il Tempio di Hera ή Tavole palatine),
Σύβαρη (Sibari με το αρχαίο λιμάνι),
Μετάβαση στο ΡΗΓΙΟ (Reggio Calabria) Επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ρήγιο, για να δούμε τους ξακουστούς «Πολεμιστές του Ριάτσε», δύο μοναδικά αρχαία ελληνικά μπρούντζινα αγάλματα (μένουμε στο Appartamento Vallone Petrara, Via Petrara 95, Reggio di Calabria, 89123, 43,20€ πληρωμή επιτόπου μετρητά, τηλ. +39 389 275 7822).

Τάραντας

Η αποικία ιδρύθηκε, κατά την Ελληνική Μυθολογία, από τον Τάραντα, γιο του Ποσειδώνα, που σώθηκε με τη βοήθεια του πατέρα του από ναυάγιο και τον οδήγησε εκεί ένα δελφίνι. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, πρώτος οικιστής της πόλης ήταν ο εγγονός του Μίνωα, Τάρας, ο οποίος έφτασε εκεί με Κρήτες αποίκους. Αλλά ως πραγματική θεωρείται μια τρίτη παράδοση, που λέει πως χτίστηκε από τον Ηρακλείδη, Φάλανθο, που οδήγησε εκεί τους Παρθενίες(1) από τη Σπάρτη γύρω στο 708 π.Χ. ιδρύοντας έτσι την μοναδική αποικία των Σπαρτιατών
(1) .Οι Παρθενίες ήταν τα νόθα τέκνα που απέκτησαν οι παρθένες γυναίκες της Σπάρτης με την ανοχή της Σπαρτιατικής Πολιτείας και των συζύγων τους.
Οι Σπαρτιάτισσες κατά τη διάρκεια της εικοσαετούς απουσίας των συζύγων τους στο Α΄ Μεσσηνιακό πόλεμο (743-724 πΧ), τεκνοποίησαν με τους ντόπιους είλωτες. Το γεγονός αυτό έγινε με τη συγκατάθεση της Σπαρτιατικής Πολιτείας και των συζύγων τους. Τα παιδιά
 που γεννήθηκαν από τις Σπαρτιάτισσες παρθένες ονομάστηκαν Παρθενίες.
Τα παιδιά αυτά δεν αναγνωριζόταν από τη Πολιτεία ως νόμιμοι Σπαρτιάτες πολίτες. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν να επαναστατήσουν οι νέοι. Η επανάσταση αυτή ονομάστηκε: Επανάσταση των Παρθενιών.

Η επανάσταση τους κατεστάλη. Μετά τη καταστολή του κινήματος αυτού το επίσημο Σπαρτιατικό κράτος αποφάσισε να τους απομακρύνει οριστικά με υποχρεωτική μετανάστευση. Ως τόπος της απομάκρυνσης ορίστηκε η Κάτω Ιταλία. Επικεφαλής της αποστολής ορίστηκε ο Φάλανθος που ζήτησε χρησμό από το Μαντείο των Δελφών για το τόπο της εγκατάστασης τους. Πράγματι τα καράβια έφεραν τους Παρθενίες στη Κάτω Ιταλία. Αποβιβάστηκαν στην ακτή. Εκεί το 706 πΧ ο Φάλανθος και οι Παρθενίες κατέλαβαν τη πόλη Τάρας που προϋπήρχε με άλλο όνομα (Ανξα). Η πόλη αυτή αποτέλεσε τη μοναδική αποικία των Σπαρτιατών. Διότι οι Σπαρτιάτες προτιμούσαν να επεκτείνουν την επικράτεια τους κατακτώντας τους γείτονες παρά να ξενιτευτούν.
Η πόλη τους ονομάστηκε Τάρας προς τιμήν του μυθικού ήρωα Τάραντα γιού του θεού Ποσειδώνα. Ως σύμβολο της πόλης τους ζωγράφισαν τον ήρωα Τάραντα πάνω σε ένα δελφίνι.
 

Ο Παυσανίας (10. 10, 6-8) κατά την επίσκεψη του στους Δελφούς τον 2ο αι. μ.Χ. περιγράφει την ιστορική διαδρομή της ίδρυσης του Τάραντα και το μνημείο των Ταραντίνων:

«Τα χάλκινα άλογα και οι αιχμάλωτες γυναίκες είναι αναθήματα των Ταραντίνων από τη νίκη τους κατά των Μεσσαπίων, οι οποίοι είναι βάρβαροι, γείτονες στη χώρα των Ταραντίνων. Είναι έργα του Αργείου Αγελάδα. Ο Τάρας είναι αποικία των Λακεδαιμονίων και οικιστής του ο Σπαρτιάτης Φάλανθος. Καθώς ο Φάλανθος ξεκινούσε για να ιδρύσει αποικία, ήρθε χρησμός από τους Δελφούς: όταν νιώσει βροχή κάτω από α ί θ ρ α ( από αίθριο ουρανό), τότε και χώρα θ’ αποκτήσει και πόλη.
Χωρίς ό Φάλανθος να εξετάσει αμέσως ό ίδιος τη μαντεία και χωρίς να την ανακοινώσει σε κανένα εξηγητή αποβιβάστηκε με πλοία στην ‘Ιταλία. Καθώς όμως, αν και νικούσε τους βαρβάρους, δεν κατόρθωνε ούτε καμία πόλη να καταλάβει ούτε καμιάς περιοχής να γίνει κύριος, θυμήθηκε το χρησμό και υπέθεσε πως ό θεός τού προφήτεψε κάτι αδύνατο, γιατί δεν μπορεί να έχει βροχή μέσα σε καθαρή και αίθρια ατμόσφαιρα. Η γυναίκα του, ή οποία τον είχε ακολουθήσει από την πατρίδα, ανάμεσα στις άλλες περιποιήσεις που τού επεφύλασσε καθώς τον έβλεπε απελπισμένο, είχε θέσει το κεφάλι τού συζύγου της ανάμεσα στα γόνατά της και τού αφαιρούσε τις ψείρες. Και από κάποια τρυφερότητα συνέβη να δακρύσει ή γυναίκα, βλέποντας πως οι προσπάθειες τού συζύγου της καθόλου δεν ευοδώνονταν. Και καθώς άρχισε να χύνει αφθονότερα δάκρυα και να βρέχει το κεφάλι τού Φαλάνθου, εκείνος κατάλαβε το νόημα τής μαντείας, επειδή ή σύζυγός του ονομαζόταν Αίθρα. .’Έτσι, όταν νύχτωσε, κυρίεψε από τους βαρβάρους τον Τάραντα, πόλη παραθαλάσσια πολύ μεγάλη και πολύ πλούσια.
Ο ήρωας Τάραντας λένε πως ήταν γιος του Ποσειδώνα και μίας νύμφης τού τόπου και πως άπ’ αυτόν πήραν τα ονόματα τους η πόλη και ό ποταμός. γιατί και ο ποταμός έχει το όνομα Τάρας, όπως και ή πόλη.»

(μετ. Δ. Παπαχατζής)

Η πόλη του Τάραντα κτίστηκε στο ακρωτήριο που κλείνει το στόμιο των δύο λιμνοθαλασσών. Η έκταση της πόλης έφτανε τα 570 εκτάρια. Στα τέλη του 5ου αιώνα η δημοκρατία που επικράτησε στον Τάραντα, ο οποίος έφτασε στο απόγειο της ανάπτυξης του υπό τη διακυβέρνηση του φιλόσοφου Αρχύτα. Ονομαστά ήταν τα δύο αγάλματα του Ηρακλή και του Δία στην αγορά της πόλης. Το άγαλμα του Δία, του γλύπτη Λύσιππου, που υπήρξε στην εποχή του το ψηλότερο άγαλμα του μεσογειακού κόσμου με ύψος 18μ.


Ο Στράβων δίνει μία εκτενή περιγραφή της πόλης του Τάραντα :
 Όλος ο Ταραντίνος κόλπος είναι αλίμενος, ενώ στον Τάραντα υπάρχει άριστο και μεγάλο λιμάνι που κλείνεται με μεγάλη γέφυρα. Η περίμετρος του είναι 100 στάδια (19χλμ.). Από το μέρος του λιμανιού δημιουργεί ισθμό με την έξω θάλασσα, ώστε η πόλη είναι χτισμένη σε χερσόνησο και τα πλοία μπορούν να συρθούν με ευκολία από τη μία ή την άλλη πλευρά , μιας και ο αυχένας είναι χαμηλός. Το έδαφος όπου είναι χτισμένη η πόλη, είναι χαμηλό κι έχει μικρό ύψωμα προς την ακρόπολη. Το παλαιό τείχος έχει μεγάλη περίμετρο, αλλά σήμερα είναι παρατημένο το μεγαλύτερο μέρος της πόλης, δηλαδή αυτό κοντά στον ισθμό. Πάντως το μέρος κοντά στην έξοδο του λιμανιού και στην ακρόπολη ακόμη παραμένει πολυπληθές κι ανταποκρίνεται σε μεγάλη πόλη. Έχει πολύ ωραίο γυμναστήριο και μεγάλη αγορά, όπου και ο χάλκινος κολοσσός του Δία, ο μεγαλύτερος μετά τον κολοσσό της Ρόδου. Ανάμεσα στην αγορά και στην έξοδο του λιμανιού είναι η ακρόπολη που διασώζει λίγα λείψανα από το αρχαίο πλήθος των αναθημάτων. Τα πολλά τα κατέστρεψαν οι Καρχηδόνιοι όταν πήρανε την πόλη (209π.Χ) κι άλλα λαφυραγώγησαν οι Ρωμαίοι, που επικράτησαν μετά από έφοδο. Ανάμεσα σε αυτά τα αναθήματα είναι ο Ηρακλής στο Καπιτώλιο, χάλκινος κολοσσός, έργο του Λυσίππου. Το αφιέρωσε εκεί ο Μάξιμος Φάβιος που κατέλαβε την πόλη.   

Ο πλούτος της πόλης σταδιακά έφθειρε τη δύναμη της και οι Ταραντίνοι προτιμούσαν να ζούνε πλούσια ζωή, καλώντας στρατιωτικές δυνάμεις από τη Σπάρτη και την Ήπειρο
 προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους γείτονες τους, τους Μεσσαπίους και Λευκανούς, οι οποίοι τους απειλούσαν συνεχώς.

Ο Στράβων μας δίνει μία εκτενή περιγραφή της περιοχής της σημερινής Απουλίας, που κατοικούνταν από τους ντόπιους λαους καθώς και για την πορεία του Τάραντα προς την παρακμή :

«(…) Τώρα που έχω περιγράψει την Ιταλία ως το Μεταπόντιο προχωρώ στα επόμενα. Στη συνέχεια βρίσκεται η Ιαπυγία. Αυτήν την περιοχή οι Έλληνες αποκαλούν Μεσσαπία, ενώ οι ντόπιοι, κατά μέρη λένε ένα τμήμα Σαλεντίνους, που βρίσκεται κοντά στο ακρωτήριο της Ιαπυγίας, και ένα τμήμα Καλαβρία. Πάνω από αυτούς βρίσκονται προς βορρά οι Πευκέτιοι. Η Μεσσαπία έχει σχήμα χερσονήσου και ο ισθμός από το Βρινδήσιο στον Τάραντα έχει πλάτος 310 στάδια (59χλμ περ.). Το θαλασσινό ταξίδι γύρω από το ακρωτήριο της Ιαπυγίας είναι κάπου 400 στάδια (76 χλμ).
(..) Οι Ταραντίνοι κάποτε όταν το πολίτευμα τους ήταν δημοκρατικό ήταν υπερβολικά ισχυροί. Είχαν τεράστιο ναυτικό για τα μεγέθη της περιοχής και επιστράτευαν 30 χιλ. πεζούς, 3χιλ. ιππείς και 1000 ιππάρχους. Είχαν αποδεχθεί επίσης την Πυθαγόρεια φιλοσοφία, ιδιαίτερα ο Αρχύτας που κυβέρνησε πολλά χρόνια την πόλη. Αργότερα ο πλούτος έφερε την πολυτέλεια σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι δημόσιες εορτές ήταν κάθε χρόνο περισσότερες από τις ημέρες του χρόνο με αποτέλεσμα να χειροτερέψει η διοίκηση τους. Μία ένδειξη ότι το πολίτευμα δεν ήταν καλό, είναι η χρησιμοποίηση ξένων στρατιωτικών αρχηγών. Αυτοί ζήτησαν τον Αλέξανδρο των Μολοσσών (από την Ήπειρο της Ελλάδας) να τους οδηγήσει σε πόλεμο ενάντια στους Μεσσαπίους και στους Λευκανούς (334-331π.Χ), αλλά προηγουμένως και τον Αρχίδαμο το γιο του Αγησιλάου (343-338π.Χ) κι αργότερα τον Κλεώνυμο και τον Αγαθοκλή (298π.Χ), μετά τον Πύρρο, (282-272π.Χ) όταν συμμαχούσαν μαζί του εναντίον των Ρωμαίων. Κι ούτε καν αυτούς που καλούσαν δεν μπορούσαν να πειθαρχήσουν, αλλά εν τέλει έγιναν και με αυτούς εχθροί.»


Σε μια μάχη κατά των Μεσσαπίων έχασε την ζωή του ο Βασιλιάς της Σπάρτης Αρχιδάτος ο Γ' ως επικεφαλής μισθοφόρων στο πλευρό των Ταραντίνων , ήταν ανήμερα της Μάχης της Χαιρωνείας στις 7 Μεταγειτνιώνος του 338 π.Χ.. Το σώμα του όμως δεν ετάφη γιατί οι νικητές αρνήθηκαν να το παραδώσουν. Οι Σπαρτιάτες όμως ανήγειραν ανδριάντα του στην αρχαία Ολυμπία.
 Για την πορεία του Αρχίδαμου στην Νότιο Ιταλία ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει :
«[..] την ίδια περίπου εποχή (1) οι Ταραντίνοι που ήταν σε πόλεμο με τους Λευκανούς είχαν στείλει στους Λακεδαιμονίους που ήταν πρόγονοι τους, πρεσβευτές να τους ζητήσουν στρατιωτική βοήθεια. Οι Σπαρτιάτες που ήταν πρόθυμοι να τους βοηθήσουν ένεκα της συγγένειας, συγκέντρωσαν γρήγορα πεζή και ναυτική δύναμη και στρατηγός της τοποθέτησαν τον βασιλιά τους Αρχίδαμο . Αλλά ενώ ήταν έτοιμοι να αποπλεύσουν για την Ιταλία, οι Λύκτιοι (2) τους παρακάλεσαν να βοηθήσουν πρώτα αυτούς. Οι Λακεδαιμόνιοι πείστηκαν και πήγαν στην Κρήτη , όπου νίκησαν τους μισθοφόρους και αποκατέστησαν τους Λυκτίους στην πατρίδα τους.
Στη συνέχεια ο Αρχίδαμος απέπλευσε για την Ιταλία όπου ενώθηκε με τις δυνάμεις των Ταραντίνων, αλλά πέθανε σε μια μάχη, αφού πολέμησε γενναία (3). Ήταν άνθρωπος τον οποίον επαινούσαν για την στρατηγική του ικανότητα αλλά και γενικά τη ζωή του , ο οποίος είχε επικριθεί μόνο για τη συμμαχία με τους Φωκείς , ως ο κύριος αίτιος της κατάληψης των Δελφών. Ο Αρχίδαμος ήταν βασιλιάς των Λακεδαιμονίων επί είκοσι τρία χρόνια.»

(Μετάφραση
 εκδ.  Κάκτου)
(1) το 338 π.Χ., την ίδια εποχή που πραγματοποιήθηκε η μάχη της Χαιρώνειας, κατά την οπία επικράτησαν οι Μακεδόνες του Φιλίππου και του νεαρού Αλέξανδρου, των συνασπισμένων Ελλήνων της νότιας Ελλάδας.
 
(2) Λύκτος: πόλη τη Κρήτης που είχε καταληφθεί από τον Φωκέα Φάλαικο.
(3) Ο Πλούταρχος στον Βίο του Σπαρτιάτη βασιλέα Άγι, που διαδέχθηκε τον Αρχίδαμο (360-338π.Χ), αναφέρει ότι ο θάνατος του Αρχίδαμου συνέβη στην πόλη Μανδόριον.

Οι πολεμικές συγκρούσεις με την Ρώμη και η εκστρατεία του Πύρρου
Οι Ρωμαίοι προσέβλεπαν στην επέκταση τους σε όλη την Ιταλία, γι' αυτό ήρθαν σε σύγκρουση με τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας.
Στην αρχή ο Τάραντας, βλέποντας τη δύναμη της Ρώμης, ήθελε να αποφύγει τον πόλεμο. Έτσι το 303 π.Χ. οι Ταραντινοί συνομολόγησαν συνθήκη ειρήνης με τους Ρωμαίους. Το 282 π.Χ. οι Ρωμαίοι βοήθησαν μια ελληνική αποικία, τους Θούριους να αμυνθεί εναντίον των γειτονικών ιταλικών φυλών που την πολιορκούσαν και εγκατέστησαν φρουρά στην πόλη. Το παράδειγμα των Θουρίων ακολούθησαν κι άλλες ελληνικές πόλεις όπως ο Κρότων και το Ρήγιο, προκαλώντας έντονη δυσαρέσκεια στους Ταραντίνους δημοκρατικούς, οι οποίοι έβλεπαν να χάνεται η επιρροή τους στην Κάτω Ιταλία.

Το φθινόπωρο του 282 π.Χ. οι Ρωμαίοι παραβίασαν την ειρήνη με τους Ταραντίνους, πλέοντας με πολεμικά πλοία στα ανοικτά του Τάραντα. Ακολούθησε σύρραξη, με τους Ταραντίνους να βυθίζουν τέσσερα πλοία και να καταλαμβάνουν άλλο ένα. Δεν τελείωσαν εκεί όμως τις εχθροπραξίες. Οι Ταραντινοί επιτέθηκαν και κατά των Θουρίων και τους κατέλαβαν, εξορίζοντας τους αριστοκρατικούς της πόλης.

Οι Ρωμαίοι τον ίδιο χρόνο (282 π.Χ.) έστειλαν πρεσβεία στον Τάραντα με μετριοπαθείς όρους. Ζητούσαν την επιστροφή των Θουρίων εξορίστων, την απελευθέρωση των αιχμαλώτων και την προστασία των συμφερόντων των άλλων ελληνικών πόλεων που είχαν γίνει φίλοι τους. Οι Ταραντίνοι όμως τους προσέβαλαν και οι πρέσβεις άπρακτοι γύρισαν πίσω στη Ρώμη. Η Ρωμαϊκή Σύγκλητος, βλέποντας ότι δεν μπορούσε να επιτευχθεί ειρήνη ψήφισε, πόλεμο. Αρχηγός ορίστηκε ο Λεύκιος Αιμίλιος Βάρβουλας.


Μαθαίνοντας τα νέα οι Ταραντίνοι διχάστηκαν. Δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους τους Ρωμαίους κι έτσι ζήτησαν τη βοήθεια του Πύρρου, του βασιλιά της Ηπείρου, ο οποίος δέχτηκε. Ο τελευταίος προερχόταν από τη δυναστεία των Μολοσσών και είχε επεκτείνει το κράτος του σημαντικά. Η δεύτερη πρεσβεία προς τον Πύρρο συμπεριλάμβανε, εκτός από τους Ταραντίνους, πρέσβεις των Ηρακλεωτών, Μεταποντίων και Θουρίων, καθώς και Σαυνίτες και Λευκανούς. Όλοι αυτοί υποσχέθηκαν στον Πύρρο ότι θα συγκέντρωναν 350.000 πεζούς και 20.000 ιππείς. Επειδή όμως ο Πύρρος ήξερε πως δεν μπορούσε να βασιστεί στις υποσχέσεις που έδιναν οι σύμμαχοί τους σε κατάσταση ανάγκης, ζήτησε στρατιωτική βοήθεια από τους δικούς του συμμάχους των ελληνιστικών βασιλείων της Αιγύπτου και της Μακεδονίας.

Όταν ο Αιμίλιος Βάρβουλας έμαθε για αυτή τη συμμαχία, εισέβαλλε στη χώρα του Τάραντα, κατέλαβε μερικά φρούρια, νίκησε τους αντιπάλους του και λεηλατούσε την ύπαιθρο της πόλης. Η ήττα των δημοκρατικών του Τάραντα έκανε την αριστοκρατική παράταξη να αναθαρρήσει και να πετύχει την έναρξη διαπραγματεύσεων με τους Ρωμαίους οι οποίοι είχαν και πάλι φερθεί με μετριοπάθεια. Ο Πύρρος έπρεπε να αντιδράσει γρήγορα σε αυτές τις κινήσεις των Ρωμαίων. Γι’ αυτό έστειλε τον σύμβουλό του και φιλόσοφο Κινέα στον Τάραντα, αργότερα και τον στρατηγό Μίλωνα και 3.000 στρατιώτες οι οποίοι κατέλαβαν την ακρόπολη. Έτσι οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν και ματαιώθηκε οριστικά το ενδεχόμενο νέας μεταστροφής των Ταραντίνων. Τότε οι Ρωμαίοι, έχοντας ανεπαρκείς δυνάμεις για την κατάληψη του Τάραντα, έφυγαν. Το 280 π.Χ., ο Πύρρος αναχώρησε για την Ιταλία με 20.000 πεζούς, 3.000 ιππείς, 2.000 τοξότες, 500 σφενδονήτες και 20 πολεμικούς ελέφαντες. Μόλις έφτασε στην Ιταλία οι Ταραντίνοι τον δέχτηκαν με ενθουσιασμό, αλλά δεν ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν. Έτσι τους συστράτευσε με τη βία. Εν τω μεταξύ, οι Ρωμαίοι όρισαν στρατηγό τον Πόπλιο Βαλέριο Λαιβίνο.
Ο Πύρρος εγκατέστησε το στρατόπεδό του ανάμεσα στην Πανδοσία και την Ηράκλεια. Οι Ρωμαίοι εγκατέστησαν το στρατόπεδό τους στην όχθη του Σίριου ποταμού. Ο Πόπλιος Βαλέριος Λαιβίνος είχε συγκεντρώσει 29.000 πεζούς και 6.000 ιππείς. Η μάχη άρχισε με τους Ρωμαίους να θέλουν να διαβούν τον ποταμό Σίριο.
 Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Πύρρος σκότωνε όποιο Ρωμαίο έβρισκε μπροστά του. Η μάχη ήταν αμφίρροπη και οΠύρρος έστειλε τους 20 ελέφαντές του, οι οποίοι ήταν πρωτόγνωροι για τους Ρωμαίους και με την επίθεσή τους του χάρισαν τη νίκη.
Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς υπολογίζει ότι οι Ρωμαίοι έχασαν γύρω στους 15.000 νεκρούς και ο Πύρρος περί τους 13.000 στρατιώτες. Ο Ιερώνυμος ο Καρδιανός όμως υπολογίζει τις απώλειες στους 7.000 άνδρες για τους Ρωμαίους και στους 4.000 άνδρες για τον Πύρρο. Αυτή η πύρρειος νίκη του Πύρρου, όπως ονομάστηκαν από τότε και στο εξής οι μάχες όπου ο νικητής είχε υπέρμετρα μεγάλες απώλειες, απετέλεσε την πρώτη νίκη του επί ιταλικού εδάφους. Θα ακολουθήσουν οι μάχες στο Άσκλον και στο Μπενεβέντο.
Χωρίς όμως τις απαραίτητες ενισχύσεις από τις πόλεις της μεγάλης Ελλάδας ο Πύρρος θα αναγκαστεί να αποχωρίσει από την Ιταλία με αποτέλεσμα ο Τάραντας να περάσει σε Ρωμαίικα χέρια.

Η οριστική όμως καταστροφή του συνέβη το 209 π.Χ. όταν οι Ταραντίνοι προσπάθησαν με τη συμμαχία των Καρχηδονίων ν’ ανακτήσουν την διοίκηση της πόλης τους.
Οι Ρωμαίοι κυρίευσαν τον Τάραντα και λαφυραγώγησαν την πόλη μεταφέροντας στη Ρώμη πολλά λάφυρα και ανάμεσα τους το ονομαστό για το μέγεθος του άγαλμα του Ηρακλή. Το άγαλμα αυτό μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη και κατά τη Φραγκοκρατία, το 1204, τήχθηκε για να γίνει νομίσματα.
Η πόλη του Τάραντα τους επόμενους αιώνες παρήκμασε καθώς υπέφερε και από την πειρατεία και οι κάτοικοι της πόλης αναγκάσθηκαν ν’ αποσυρθούν στο εσωτερικό της χώρας.
Η αναζωογόνηση του λιμανιού της πόλης ξεκίνησε κατά τη σύντομη περίοδο της γαλλικής κατοχής στις αρχές του 19ου αιώνα.

Η αρχαία πόλη του Τάραντα έχει καλυφθεί από τη σύγχρονη πόλη, αλλά οι ανασκαφές στην πόλη και στην γύρω περιοχή, έχουν φέρει στο φως μοναδικά ευρήματα που δείχνουν το πολιτιστικό και καλλιτεχνικό επίπεδο της πόλης. Η τέχνη στην περιοχή της Απουλίας ξεπέρασε ακόμα και τα ελληνικά πρότυπα, δημιουργώντας δικές της εντυπωσιακές φόρμες και πρωτοπορώντας σε καλλιτεχνικές δημιουργίες. Τα ευρήματα βρίσκονται σήμερα στο μουσείο της πόλης του Τάραντα.

Διάσημες προσωπικότητες του Τάραντα
Λύσις από τον Τάραντα
 . Φιλόσο­φος του 5ου αι. π.Χ. Ύστερα από την εξέγερση του λαού στον Κρότωνα κατέφυγε στη μητροπο­λιτική Ελλάδα, στη Θήβα, όπου έγινε δάσκαλος του Επαμεινώνδα. Μια από τις λεγόμενες Επι­στολές των Πυθαγορείων φέρει το όνομα του.

Αρχύτας από τον Τάραντα . Φι­λόσοφος του 4ου αι. π.Χ. Ανήκε στη σχολή των Πυθαγορείων. Υπήρξε σημαντικός και ως μαθη­ματικός, μηχανικός και μουσικός. Χρημάτισε πολλές φορές στρατηγός της ιδιαίτερης πατρίδας του. Ο Πλάτωνας συναντήθηκε μαζί του κατά τα ταξίδια του στη Σικελία· στη σύγκρουση του μά­λιστα με τον Διονύσιο Β' χρωστούσε τη σωτη­ρία του στη μεσολάβηση του Α.· πυθαγορικές ιδέες που ανευρίσκονται στα υστερότερα έργα του Πλάτωνα θα μπορούσαν να του είχαν γίνει προσιτές μέσω του Α. Tα κυριότερα επιτεύγμα­τα του φαίνεται πως ο Α. τα επιτέλεσε στις πε­ριοχές των μαθηματικών και της μηχανικής: στη θεωρία του για την αναλογία, που την επέ­κτεινε και στη θεωρία της μουσικής· στη θεωρία του για την αρμονία, με τον υπολογισμό της σχέσης των μεταξύ των τόνων διαστημάτων και τη διάκριση των τονικών γενών στην ακουστι­κή, με τον υπολογισμό του ύψους και του βά­θους ενός ήχου ανάλογα με την ταχύτητα του. Από τα έργα του έχουμε αποσπάσματα από τον Αρμονικό του και από τις Διατριβές τον τα υπό­λοιπα (και οι επιστολές του) δεν είναι γνήσια, ή τουλάχιστο είναι αμφισβητούμενα.

Αριστόξενος από τον Τάραντα. Φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής τον 4ο αι. π.Χ. Μαθητής του πατέρα-του Σπίνθαρου και του Λάμπρου από τις Ερυθρές. Έφυγε για την Ελλάδα και, ύστερα από τη μόρφωση που πήρε στην Κόρινθο και στη Μαντινεία, συνέχι­σε τη μόρφωση του στην Αθήνα ως μαθητής του Αριστοτέλη· είδε μάλιστα τον εαυτό του και ως διάδοχο του Αριστοτέλη στη διεύθυνση του Πε­ριπάτου, υποχρεώθηκε όμως να υποχωρήσει μπροστά στον Θεόφραστο, πράγμα που τον πίκρανε πολύ· γενικά θεωρούνταν άνθρωπος ερι­στικός.




ΜΕΤΑΠΟΝΤΙΟ

Ιστορία

Το Μεταπόντιο ιδρύθηκε τον 7ο π.Χ. αι. πενήντα περίπου χλμ. νοτιοδυτικά του Τάραντα στην πεδιάδα που περικλείεται από τους ποταμούς Μπασέντο και Μπρατάνο, οι οποίοι λειτουργούσαν σαν λιμάνια του προς την Τυρρηνική θάλασσα[2]. Η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή χάρη στο κομβικό εμπορικό σημείο της και στη γεωργία που αποκαλύπτεται στα πολλά νομίσματα που βρέθηκαν, μερικά από τα οποία φέρουν σαν έμβλημα το στάχυ.
Ο
Στράβων, βασιζόμενος στον ιστορικό Έφορο, αναφέρει σαν οικιστή του Μεταπόντιου δύο εκδοχές. Τον τύραννο της Κρίσσας Δαύλιο και τον Λεύκιππο από την Σύβαρη[3]. Σκοπός της ίδρυσης της αποικίας από τους Συβαρίτες ήταν να αναχαιτίσουν την επέκταση των Ταραντινών στην περιοχή τους[4]. Ανήκε στην Μεγάλη Ελλάδα και βρισκόταν σε σύρραξη με τις Ιταλικές πόλεις. Στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. φιλοξένησε τον Πυθαγόρα και έγινε το κέντρο συνάντησης των Πυθαγορείων μετά την εκδίωξή τους από τον Κρότωνα. Τον 4ο αι. π.Χ. αντιτάχτηκε στην επεκτατική πολιτική των Συρακουσών και του Διονυσίου κάνοντας συμμαχία με τις άλλες Ιωνικές πόλεις της Ιταλίας.

Μυθολογία

Σύμφωνα με έναν μύθο στο Μεταπόντιο γεννήθηκαν οι δίδυμοι γίοι του Ποσειδώνα και της Άρνης, Αίολος και Βοιωτός. Εκεί αναγκάστηκε να τους γεννήσει η Άρνη όταν ο πατέρας της ανακάλυψε ότι ήταν έγκυος.

Αρχαιολογικοί χώροι και ευρήματα

Ο αρχαιολογικός χώρος περιέχει τα ερείπια δύο ναών, που ανάγονται από το 570 π.Χ. ως το 480 π.Χ. Ο πρώτος ίσως να ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα. Ο δεύτερος, από τον οποίο σώζονται δεκαπέντε κίονες, είναι ο ναός της Ήρας. Βρίσκεται έξω από την αρχαία πόλη του Μεταπόντιου.
Ο Ναός της Ήρας ή Ναός των Παλατινών Πινάκων ή στα ιταλικά Tavole palatine είναι αρχαίος ελληνικός ναός δωρικού ρυθμού που ήταν κτισμένος στο Μεταπόντιο, αποικία των αρχαίων Αχαιών στον κόλπο του Τάραντα στην Μεγάλη Ελλάδα[1].



ΣΥΒΑΡΙΣ

Η Σύβαρις της Καλαβρίας ήταν «η σπουδαιότερη αποικία των πόλεων Ελίκης, Βούρας και Αιγών της Αχαϊας» και βρισκόταν στον κόλπο του Τάραντος. 
''
Iδρύθηκε το 720 π.Χ. ανάμεσα σε δύο ποτάμια, τα οποία ονομάστηκαν Κράθις από το ομώνυμο ποτάμι των Αιγών της Αχαϊας και Σύβαρις από την ομώνυμη πηγή της Βούρας. Γρήγορα έγινε η πολυανθρωπότερη, πλουσιότερη και ισχυρότερη πόλη της περιοχής με αποτέλεσμα να επεκταθεί και να ιδρύσει δικές της αποικίες εκ των οποίων η σπουδαιότερη ήταν η Ποσειδωνία.

Ο Στράβων γράφει ότι Σύβαρη ήταν μια κυρίαρχη δύναμη στην περιοχή, η οποία κυβέρνησε πάνω από τέσσερις φυλές και εικοσιπέντε πόλεις.
Στο δεύτερο μισό του έκτου αιώνα π.Χ. Σύβαρη άρχισε να κόβει πρώτα νομίσματα της, εκ των οποίων τα παλαιότερα έχουν χρονολογηθεί περίπου στο 530 π.Χ..

Oι Συβαρίτες φαίνεται ότι ανακάλυψαν από νωρίς το "νόημα της ζωής". Όλες οι χειρωνακτικές εργασίες γίνονταν από δούλους και οι πολίτες ξεκουράζονταν σε πολυτελείς επαύλεις. Έτρωγαν εξωτικά εδέσματα, ενώ οι μάγειροι και οι ζαχαροπλάστες που επινοούσαν νέα γλυκά ή φαγητά διατηρούσαν το προνόμιο της ευρεσιτεχνίας για ένα χρόνο. Oι προσκλήσεις για τα γεύματα έφταναν στους παραλήπτες τους ένα χρόνο πριν.
Aπαγόρευαν ακόμα στους ξυλουργούς και στους σιδηρουργούς, η εργασία των οποίων ήταν θορυβώδης, να δουλεύουν μέσα στην πόλη  Oι πρωτοτυπίες δε σταμάτησαν εδώ. Kάποιοι δρόμοι πλούσιων συνοικιών ήταν σκεπασμένοι με τέντες για να προστατεύονται από τον ήλιο και τη βροχή.
Αυτή η ευζωία και η φιληδονία των Συβαριτών την οποία κριτίκαραν άσχημα οι υπόλοιποι Έλληνες έμεινε στην ιστορία ως "Συβαριτισμός" , η κατάσταση δηλαδή κατά την οποία κάποιος αρέσκεται σε υλικές και μόνο απολαύσεις

Η διαμάχη με τον Κρότωνα και η καταστροφή της Σύβαρις.


Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι η ολιγαρχική κυβέρνηση της πόλης ανατράπηκε στο 510/09 π.Χ. Ο Ηγέτης αυτής της επανάστασης ,ονόματι Τέλυς ,έπεισε τους Συβαρίτες να εξορίσει τους 500 πλουσιότερους πολίτες της πόλης και να κατασχέσει τον πλούτο τους. Οι εξόριστοι πολίτες κατέφυγαν ικέτες σε βωμούς στην πόλη του Κρότωνα. Η Συβαρις απαίτησε ο Κρότωνας να επιστρέψει τους εξόριστους υπό την απειλή του πολέμου. Οι Κροτωνιάτες ήταν διατεθειμένοι να παραδώσουν τους εξόριστους να αποφευχθεί ο πόλεμος, αλλά ο Πυθαγόρας που ζούσε εκείνη την περίοδο στον Κρότωνα τους έπεισε για την προστασία τους επειδή είχαν καταφύγει ως ικέτες.

Στον πόλεμο εναντίον του Κρότωνα η Σύβαρις,συμφωνα με τις πήγες, συγκέντρωσε κατά τον Στράβωνα 300.000 στρατιώτες αριθμός, που, αν είναι σωστός, δείχνει ότι τον 6ο αι. π.Χ. ήταν η μεγαλύτερη πόλη του ελληνικού κόσμου . Οι Κροτωνιάτες συγκέντρωσαν 100.000 στρατό και κάτω από την καθοδήγηση του γνωστού ολυμπιονίκη Μίλων και οπαδούς του Πυθαγόρα κατάφεραν να νικήσουν και στην συνέχεια να πολιορκήσουν την Συβαρη και τελικά να την κατακτήσουν και να την καταστρέψουν με τους επιζήσαντες Συβαρίτες να τρέπονται σε φυγή.
 
Κατά τον Ηρόδοτο μάλιστα μετατράπηκε η ροή του ποταμού Κράθη από τους Πολιορκητές , για να υπερχειλιστεί η πόλη και να θαφτεί ένα μέρος της στις λάσπες.


ΘΟΥΡΙΟΙ
Οι Θούριοι ήταν μία πανελλήνια αποικία στη Νότια Ιταλία, η οποία ιδρύθηκε με πρωτοβουλία των Αθηναίων, το 444 π.Χ. στην περιοχή της κατεστραμμένης , πριν 65 περίπου χρόνια, Σύβαρις  Ο Περικλής έδωσε πανελλήνια μορφή στον αποικισμό των Θουρίων εγκαθιστώντας Έλληνες από όλα τα μέρη της Ελλάδας. 
Η πόλη είχε δημοκρατικό πολίτευμα και οι πολίτες χωρίστηκαν, όπως μαθαίνουμε από τον Διόδωρο, σε δέκα φυλές, τα ονόματα των οποίων δείχνουν επαρκώς τη προέλευσή τους. Αυτοί ήταν: η Αρκαδική φυλή ,η Αχαίκη ,των Ηλείακή , η βοιωτική , η Αμφικτυονική , η Δωρική, η Ιωνικη ,η Αθηναική, η Ευβοϊκή , και η Νησιωτική φυλή.
Το σχέδιό της έγινε από το Μιλήσιο αρχιτέκτονα Ιππόδαμο και η πόλη γνώρισε γρήγορα μεγάλη άνθηση. Στους Θουρίους συγκεντρώθηκαν προσωπικότητες, όπως ο σοφιστής Πρωταγόρας, ο Λυσίας, ο Ηρόδοτος, ο φιλόσοφος Εμπεδοκλής κ.ά. Για την ακμή της πόλης μαρτυρούν οι αρχαιότητες που έχουν διασωθεί. Μετά την ήττα των Αθηναίων στον Πελοποννησιακό πόλεμο, η πόλη σταδιακά αυτονομήθηκε από την μητρόπολη. Τα επόμενα χρόνια οι Θούριοι βρέθηκαν αντιμέτωποι και συγκρούστηκαν με τους Ταραντινούς ,αιτία ήταν η κατοχή μιας εύφορης περιοχή περίπου 50 χιλιόμετρα βόρεια των Θουρίων .Στον αγώνα εναντίον του Τάραντα ,της μοναδικής αποικίας της Σπάρτης στην Ιταλία, ηγέτης των Θουρίων ήταν
 ο Σπαρτιάτης Κλεανδρίδας ο οποίος είχε εξοριστεί από την Σπάρτη πριν από μερικά χρόνια και είχε καταφύγει στους Θουρίους.
Ο αγώνας τελικά κατέληξε σε συμβιβασμό και των δυο πλευρών και με την ίδρυση από κοινού μιας νέας αποικίας μέσα στην επίμαχη περιοχή που ονομάστηκε Ηράκλεια.

Αργότερα οι Θούριοι συγκρούστηκαν με εχθρικούς λαούς από το εσωτερικό της Ιταλίας, κυρίως τους Βρέτιους (ή Βρούτιους) οι οποίοι κατέλαβαν τελικά την πόλη στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Η πόλη πέρασε για ένα σύντομο διάστημα στον έλεγχο των Συρακούσιων την εποχή της βασιλίας του Διονύσιου του Νεότερου και στα μέσα του 3ου αιώνα επανήλθε στους Βρέτιους. Λίγες δεκαετίες μετά καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους., οι οποίοι αργότερα μετονόμασαν την πόλη σε «Κοπίαι» (193 π.Χ.).



ΑΒΔΗΡΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΒΑΡΙΤΙΣΜΟΣ
Αβδηριτισμός:
Η έκφραση «Αβδηριτισμός» σημαίνει μία πράξη ή μία σκέψη, που τη χαρακτηρίζει η προσπάθεια ανόητης επίδειξης. Πράγματι, αναφέρεται ότι οι Αβδηρίτες –κάτοικοι της πόλεως Άβδηρα, κοντά στις εκβολές του ποταμού Νέστου, στη Θράκη, είχαν μιαν ανόητη ματαιοδοξία και κατά την αρχαιότητα κυκλοφορούσαν εις βάρος τους ένα σωρό πειρακτικά ανέκδοτα.
Δύο από τα πιο γνωστά είναι τα εξής: Οι Αβδηρίτες αποφάσισαν κάποτε να κατασκευάσουν ένα υδραγωγείο, για να υδρεύσουν την πόλη τους, που δεν είχε νερό. Έτσι άρχισαν έναν έρανο και με το σημαντικό ποσόν που μάζεψαν, κατασκεύασαν μια μεγάλη δεξαμενή και μια εξ’ ίσου ωραιότατη καλλιμάρμαρη βρύση.

Όταν όλα αυτά ήταν έτοιμα, ανακάλυψαν ότι είχαν λησμονήσει το σπουδαιότερο: τη μεταφορά δηλαδή του νερού στην πόλη!

Και επειδή στο μεταξύ τα λεφτά είχαν εξαντληθεί, έμειναν η δεξαμενή και η βρύση χωρίς νερό!
Κάποτε επισκέφτηκε τα Άβδηρα ο Διογένης ο Κυνικός. Όταν αντίκρισε τη μεγαλοπρεπέστατη και τεράστια πύλη της πόλης, η οποία βρισκόταν σε μεγάλη αντίθεση μπροστά στην έκταση, αλλά και τους κατοίκους της, είπε στους Αβδηρίτες: «Σας συνιστώ να φράξετε λίγο την πύλη σας, γιατί υπάρχει κίνδυνος να διαφύγει από εκεί μέσα ολόκληρη η πόλη σας ...».


Συβαριτισμός:

Η υπερβολική πολυτέλεια, η νωχέλεια εξ’ αιτίας της καλοπέρασης και η μαλθακότητα, πέρασαν στην ιστορία ως συβαριτισμός. Ας δούμε όμως για ποιο λόγο.
Οι Συβαρίτες, κάτοικοι της αρχαίας Συβάρεως, (Σύβαρις, Κρότων και Τάρας ήταν αρχαίες ελληνικές αποικίες της Κάτω Ιταλίας), ασχολούνταν συνεχώς με συμπόσια, θεάματα και απολαύσεις.

Η τρυφηλότητα της ζωής τους και οι υπέρμετρες σπατάλες, στις οποίες επιδίδονταν, έμειναν παροιμιώδεις στην ιστορία με τον όρο «Συβαριτισμός». Οι Συβαρίτες είχαν ως μόνο σκοπό τους, την ευζωία, την φιληδονία και αρέσκονταν μόνο σε υλικές απολαύσεις.

Η ευφορία της γης και η μεγάλη εμπορική κίνηση του λιμανιού της πόλης τους, οδήγησαν στο γρήγορο πλουτισμό των κατοίκων της, οι οποίοι επιδίδονταν σε πολυτελή διαβίωση και υπέρμετρες απολαύσεις. Ο τρόπος ζωής τους κατέστη παροιμιώδης. Διηγούνται πολλές ιστορίες για τη λατρεία που είχαν προς την πολυτέλεια.
Κάποιος Συβαρίτης λοιπόν, παραπονιόταν επειδή είχε πλαγιάσει σ’ ένα κρεβάτι με στρώμα το οποίο είχε πάνω του φύλλα από τριαντάφυλλα, κι έλεγε πως δεν είχε μπορέσει να κοιμηθεί όλη τη νύχτα, γιατί ένα ροδοπέταλο έτυχε να είναι διπλωμένο και τον ενοχλούσε!
Από την πόλη τους, είχαν απομακρύνει τους κόκορες, για να μην τους ξυπνούν το πρωί, ενώ ο Ηρόδοτος αναφέρει πως όταν ο Συβαρίτης Μυνδιρίδης πήγε μνηστήρας στη Συκιώνα για να ζητήσει σε γάμο την κόρη του Κλεισθένη συνοδευόταν από 1.000 δούλους, μεταξύ των οποίων ήταν και ο προσωπικός του μάγειρας, ειδικοί κυνηγοί, ψαράδες, κ.ο.κ.
Κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, ο Μινδυρίδης είχε ξεπεράσει σε πολυτέλεια όλους τους άλλους Συβαρίτες.
Όλες οι χειρωνακτικές εργασίες γίνονταν από δούλους και οι πολίτες ξεκουράζονταν σε πολυτελείς επαύλεις. Έτρωγαν εξωτικά εδέσματα, όντας εξαιρετικά κοιλιόδουλοι, ενώ οι μάγειροι και οι ζαχαροπλάστες που επινοούσαν νέα γλυκά ή φαγητά διατηρούσαν το προνόμιο της ευρεσιτεχνίας για ένα χρόνο.Οι προσκλήσεις για τα γεύματα έφταναν στους παραλήπτες τους ένα χρόνο πριν.
Aπαγόρευαν στους ξυλουργούς και στους σιδηρουργούς να δουλεύουν μέσα στην πόλη γιατί η εργασία τους ήταν πολύ θορυβώδης. Kάποιοι δρόμοι πλουσίων συνοικιών, ήταν σκεπασμένοι με τέντες για να προστατεύονται οι εκεί κάτοικοι από τον ήλιο και τη βροχή.
Κάποτε ένας Συβαρίτης, αρκετά εύπορος, μόλις είδε κάποιους εργάτες να δουλεύουν, αρρώστησε! Όταν το διηγήθηκαν αυτό το περιστατικό σε κάποιον άλλον Συβαρίτη, εκείνος τους είπε να μην απορούν για το συμβάν, γιατί και ο ίδιος ένοιωθε ήδη έναν πόνο στα πλευρά του, σαν να είχε κοπιάσει το ίδιο με τους εργάτες!
Στα βαλανεία (λουτρά), υπήρχαν ειδικά εκπαιδευμένοι λουτροχόοι οι οποίοι με πολύ αργές και προσεκτικές κινήσεις έριχναν το νερό πάνω στους λουομένους. Αυτό γινόταν για να μην τους ξαφνιάσουν από το πιθανόν καυτό ή παγωμένο ύδωρ.

Επίσης απαγορευόταν να κάνουν γρήγορες κινήσεις, ειδικά όταν το νερό ήταν πολύ ζεστό για να αποφύγουν στη βιασύνη τους να προκαλέσουν κάψιμο στους λουομένους! [Δειπνοσοφιστές 15 - 518
c].
Τον 6ο αιώνα π.Χ. οι Συβαρίτες ήρθαν σε σύγκρουση με τον Κρότωνα και μετά την ήττα του στρατού τους στον ποταμό Κράβη, το 510 π.Χ. οι Κροτωνιάτες, κατέλαβαν την πόλη τους και την κατέστρεψαν ολοσχερώς. Αυτό συνέβη διότι οι Συβαρίτες, λίαν απασχολημένοι με τις απολαύσεις τους, αδιαφόρησαν εντελώς για τους εξωτερικούς κινδύνους από τους οποίους απειλούνταν.
Γι' αυτό το λόγο, η πόλη τους εξαφανίστηκε από την ιστορία μέσα σε μία μόλις ημέρα. Όταν μετά από 65 χρόνια οι Aθηναίοι ίδρυσαν εκεί τη νέα αποικία των Θουρίων, δε βρήκαν κανένα ίχνος από την πάλαι ποτέ κραταιά και λαμπρή Σύβαρη.
Οι Συβαρίτες έδωσαν αφορμή λοιπόν, με τον τρόπο που ζούσαν, να πάρει το όνομά τους αυτή τη σημασία: Του υπερβολικά τρυφηλού βίου, της καλοπέρασης, του ατομικισμού, του ευδαιμονισμού και της οκνηρίας. Έκτοτε, χαρακτηρίζεται έτσι κάθε άνθρωπος αβροδίαιτος, που ζει με μαλθακότητα και πολυτέλεια.



ΡΗΓΙΟ
Το Ρήγιο (σήμερα Ρέτζιο Ντι Καλάμπρια Ιταλικά:Reggio di Calabria) είναι πόλη της νότιας Ιταλίας στην περιοχή της Καλαβρίας, χτισμένη στην θέση της ομώνυμης αρχαίας ελληνικής αποικίας.

Αρχαία ιστορία

Το Ρήγιο ήταν μία από τις αρχαιότερες ελληνικές αποικία της Κάτω Ιταλίας. Ιδρύθηκε το 720 π.Χ. από Ευβοείς και αρχικά ονομαζόταν Ερυθρά. Η πόλη βρισκόταν σε ιδιαίτερα προνομιακή θέση, καθώς ήταν χτισμένη σχεδόν στο νοτιότερο σημείο της Ιταλικής χερσονήσου, στον πορθμό της Μεσσήνης.
Το Ρήγιο ήταν από τις σημαντικότερες πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας, φτάνοντας σε μεγάλη οικονομική και πολιτική ισχύ κατά την διάρκεια του 6ου και του 5ου αιώνα π.Χ. Η πόλη βρέθηκε στην μεγαλύτερη ακμή της την περίοδο διακυβέρνησης του τυράννου Αναξιλάου. Ο Αναξίλαος επέκτεινε την εξουσία του και στη γειτονική Ζάγκλη με αποτέλεσμα να εξουσιάζει μία μεγάλη περιοχή της Νότιας Ιταλίας[1]. Κατά το διάστημα αυτό το Ρήγιο γνώρισε σημαντική πολιτιστική άνθηση και αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα γλυπτικής και ποίησης της Μεγάλης Ελλάδας με κύριους εκπροσώπους τον γλύπτη Πυθαγόρα και τον ποιητή Ίβυκο.
Το Ρήγιο κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου συμμάχησε με την Αθήνα. Το Ρήγιο αποτέλεσε την βάση των επιχειρήσεων των Αθηναίων κατά την διάρκεια της Σικελικής εκστρατείας[2]. Λίγα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, το 387 π.Χ. καταλήφθηκε από τις Συρακούσες οι οποίες συμμάχησαν με την γειτονική του Ρηγίου πόλη, τους Επιζεφύριους Λοκρούς με αποτέλεσμα να τερματιστεί η περίοδος της ανεξαρτησίας του.
Τα επόμενα χρόνια το Ρήγιο γνώρισε επιδρομές από τους Βρέττιους που είχαν ως αποτέλεσμα να καταφύγει στην βοήθεια της Ρώμης και να γίνει σύμμαχός της. Την περίοδο των πολέμων που διεξήγαγε ο Πύρρος στην Νότια Ιταλία το Ρήγιο ήταν με το μέρος της Ρώμης. Λόγω της φιλικής σχέσης της πόλης με τους Ρωμαίους γνώρισε σημαντική ανάπτυξη κάτω από την Ρωμαϊκή κυριαρχία. Το 91 π.Χ. η πόλη σχεδόν ισοπεδώθηκε από ισχυρό σεισμό που συνοδεύτηκε και από μεγάλο τσουνάμι. Η πόλη ξαναχτίστηκε από τους Ρωμαίους που της έδωσαν το όνομα Ρέτζιο-Τζούλια.

Μεσαιωνική και νεότερη ιστορία

Κατά την Βυζαντινή περίοδο το Ρήγιο ήταν κέντρο των Βυζαντινών κτήσεων της περιοχής. Στην συνέχεια έγινε πρωτεύουσα του Δουκάτου της Καλαβρίας. Λόγω της στρατηγικής θέσης της θέσης η πόλη έγινε στόχος πολλών επιδρομέων. Υπήρξε διεκδικούμενη από Σαρακηνούς, Λομβαρδούς και Βυζαντινούς για διάστημα τριών αιώνων περίπου για να καταλήξει Νορμανδική κτήση το 1060. Τον 12ο αιώνα το Ρήγιο έγινε μέρος του Βασιλείου της Σικελίας. Η πόλη στην συνέχεια έγινε μέρος του Βασιλείου της Νάπολης και τον 14ο αιώνα έγινε πάλι σημαντικό διοικητικό κέντρο στην περιοχή. Η πόλη έγινε μέρος του σύγχρονου Ιταλικού κράτους το 1860 μαζί με την υπόλοιπη Νότια Ιταλία.

Τα αγάλματα του Riace

Το 1973 ανακαλύφθηκαν τυχαία στη θάλασσα της νότιας Καλαβρίας, κοντά στο χωριό Riace, σε μικρή απόσταση από την ακτή και σε ρηχά νερά, δύο μεγάλα χάλκινα αγάλματα του 5ου αιώνα π.Χ. Παρά τις εκτεταμένες έρευνες δεν εντοπίστηκε αρχαίο ναυάγιο στην περιοχή. Δεν αποκλείεται, επομένως, τα αγάλματα να τα έριξε στη θάλασσα το πλήρωμα ενός πλοίου που κινδύνευε να εξοκείλει, για να το ελαφρύνει από το φορτίο του και να το σώσει. Η ανακάλυψη προκάλεσε μεγάλη αίσθηση στους αρχαιολόγους και στο ευρύτερο κοινό. Μετά από μακροχρόνια συντήρηση τα δύο αγάλματα εκτέθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ρηγίου της Καλαβρίας (Reggio di Calabria).

Τα αγάλματα του Riace εικονίζουν δύο όρθιους γυμνούς γενειοφόρους άνδρες (Α και Β), ο ένας από τους οποίους (Β) φορούσε στο κεφάλι κράνος κορινθιακού τύπου και κρατούσε ξίφος στο δεξί χέρι και ασπίδα στο αριστερό . Το άλλο άγαλμα (Α) κρατούσε και αυτό στο δεξί χέρι ξίφος και στο αριστερό ασπίδα και έχει μακριά μαλλιά, που πέφτουν σε κυματοειδείς βοστρύχους στον αυχένα και συγκρατούνται γύρω από το κρανίο με μια φαρδιά ταινία· δεν αποκλείεται να φορούσε επίσης κράνος, όπως δείχνουν κάποια ίχνη στερέωσης στο κρανίο του, που μοιάζει όμως να τοποθετήθηκε εκ των υστέρων. Τα μαλλιά του αγάλματος Β είναι κοντά και οι βόστρυχοι πιο συμπαγείς. Τα δύο αγάλματα έχουν μέγεθος μεγαλύτερο από το φυσικό (το ύψος τους είναι 2,06 m) και εικονίζουν πιθανότατα ήρωες, τους οποίους όμως δεν μπορούμε να ταυτίσουμε. Αρκετά από τα τεχνικά και τα εικονογραφικά ερωτήματα που θέτουν τα αγάλματα του Riace παραμένουν ακόμη αναπάντητα. Βέβαιο μπορεί πάντως να θεωρηθεί ότι είναι πρωτότυπα αγάλματα του 5ου αιώνα π.Χ. Ωστόσο, οι διαφορές στο μοτίβο στήριξης καθώς και στην απόδοση των χαρακτηριστικών του προσώπου, των μυών και των ανατομικών λεπτομερειών είναι πολλές, ώστε να δικαιολογείται όχι μόνο η απόδοση των δύο αγαλμάτων σε διαφορετικούς καλλιτέχνες, αλλά και η άποψη ότι δεν είναι σύγχρονα μεταξύ τους. Το άγαλμα Α  φαίνεται να είναι παλαιότερο και μπορεί να χρονολογηθεί γύρω στο 460 π.Χ., δηλαδή στα χρόνια του Απόλλωνα του Kassel. Το άγαλμα Β , αντίθετα, έχει τεχνοτροπικά στοιχεία που το τοποθετούν 20 ή 30 χρόνια αργότερα, στα 440-430 π.Χ. Όπως και αν έχουν τα πράγματα, τα αγάλματα του Riace είναι για μας σπάνιες και πολύτιμες μαρτυρίες που μας βοηθούν να αποκτήσουμε μια πληρέστερη αντίληψη για τα έργα της μεγάλης πλαστικής της περιόδου του «αυστηρού ρυθμού» (480-450 π.Χ.) και των χρόνων που ακολούθησαν.

Οι Έλληνες πολεμιστές του Ρηγίου.
Οι  «χάλκινοι Πολεμιστές του Ρηγίου »είναι έργα που αποδόθηκαν και στον σπουδαίο γλύπτη Αγελάδα .Τα δύο αγάλματα, πρωτότυπα ελληνικά έργα του 5ου αι. π.χ. απεικονίζουν δύο δίμετρους πολεμιστές, βρέθηκαν στην θαλάσσια περιοχή κοντά στο Ριάτσε (την ελληνική πόλη Ρήγιον) της Καλαβρίας ,στην Μ. Ελλάδα την 16η Αυγούστου του 1972, από έναν νεαρό δύτη από την Ρώμη.    

Τα αγάλματα είναι χυτά με την τεχνική του χαμένου κεριού. Προέρχονται από Αθηναϊκό εργαστήριο του 5ου αιώνα π.Χ., ενώ η προέλευση του μετάλλου είναι από το Άργος. Εκτός από χαλκό χρησιμοποιήθηκαν και άλλα υλικά: άργυρος για τα δόντια, ελεφαντόδοντο για τις κόρες των οφθαλμών, και ψήγματα για τα χείλη και τις θηλές.
Οι «πολεμιστές του Ριάτσε» είναι δύο μοναδικά έργα αρχαίας ελληνικής τέχνης ,αθηναϊκού εργαστηρίου με υλικό από την πόλη του Άργους , μπρούντζινα αγάλματα του λεγομένου αυστηρού ρυθμού και τα οποία χρονολογούνται στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. Bρέθηκαν στο βυθό της θάλασσας ανοικτά του Ριάτσε ,της αρχαίας ελληνικής αποικίας του Ρηγίου και φιλοξενούνται στο Εθνικό Μουσείο της Μεγάλης Ελλάδας στο Ρέτζιο Ντι Καλάμπρια με αριθμό καταλόγου 12801 και 12802.

Με ύψος λίγο μεγαλύτερο των δύο μέτρων, οι δύο χάλκινοι ανδριάντες, οι οποίοι βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Καλαβρίας, χρονολογούνται στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. και διάφοροι μελετητές μέχρι τώρα τούς συνδέουν με το εργαστήρι του Φειδία. Σ’ αυτό συγκλίνουν οι περισσότεροι, οι οποίοι όμως διαφωνούν με τις μορφές που εικονίζονται, αφού επιχείρησαν να τις ταυτίσουν με βάση τις πληροφορίες των Παυσανία και Πλίνιου. Κάποιοι θεώρησαν πως εικονίζονται ο Μιλτιάδης και ο Κόδρος, ενώ άλλοι πως είναι ήρωες των Αχαιών στην Ολυμπία ή επίγονοι του Θηβαϊκού κύκλου. Όμως κατά την θεώρηση του Χ. Χρήστου ,ο Περικλής και ο φίλος του Εφιάλτης είναι οι «Πολεμιστές του Ριάτσε (Ρηγίου)». Τριάντα χρόνια μετά την ανάδυσή τους από τη θάλασσα του Ριάτσε της Καλαβρίας, οι δύο χάλκινοι άνδρες αποκτούν νέα ταυτότητα. Την ερμηνεία αυτή παρουσίασε στην Ακαδημία Αθηνών στις αρχές του 2002 , ο ακαδημαϊκός Χρύσανθος Χρήστου, στην ομιλία του με θέμα: «Περικλής και Εφιάλτης.
Οι ανδριάντες του Ριάτσε ως τυραννοκτόνοι».
Τα δύο αγάλματα που συμβατικά ονομάζονται «ηλικιωμένος» και «έφηβος» ή «Α» (ο Εφιάλτης του Σοφωνίδη) και «Β» (ο Περικλής ο Ξανθίππου ) έχουν και ύψος 2,05 και 1,98 μέτρα αντίστοιχα, πολύ υψηλά για την εποχή τους. Ζυγίζουν 400 kg το ένα. Η κοντραπόστο στάση του σώματος υποδεικνύει ότι κρατούσαν ασπίδα στο αριστερό και σπαθί ή δόρυ στο δεξί. Ο ηλικιωμένος φοράει κράνος στο κεφάλι, ενώ ο έφηβος φοράει ταινία στα μαλλιά .

Παρά τις ομοιότητες, μία μελέτη αποκάλυψε σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο αγαλμάτων, που αποδίδονται σε δύο διαφορετικούς καλλιτέχνες. Οι λεπτομέρειες του σώματος πάντως αποδίδονται λεπτομερώς με κάθε λεπτομέρεια, στους μύες, τις φλέβες, και όλα τα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ανατομίας.

Η νέα ερμηνεία του Χρ. Χρήστου, βασίζεται στα ίδια τα αγάλματα και στην ανεύρεσή τους. Εξηγεί τη διαφορετική τους ηλικία, γιατί ο ένας φοράει κράνος, γιατί δημιουργήθηκαν στα μέσα του 5ου αιώνα, γιατί είναι μόνο δύο και γιατί βρέθηκαν μαζί. Οι αναφορές του Πλούταρχου στο σχήμα της κεφαλής του Περικλή (είχε πολύ μακρύ κρανίο, γι’ αυτό εικονιζόταν πάντα με περικεφαλαία), κάνουν το Χρ. Χρήστου να δεχτεί ότι η μορφή με την περικεφαλαία είναι ο Περικλής ο Ξανθίππου και ότι η άλλη ανήκει στον φίλο του, τον φτωχό και αδιάφθορο Εφιάλτη του Σοφωνίδη, που πέτυχε τον περιορισμό των εξουσιών του Αρείου Πάγου. Κίνηση που οδήγησε το 461 π.Χ. στη δολοφονία του. Σύμφωνα με τον Χρ. Χρήστου, το έργο ίσως ήταν παραγγελία του Περικλή στο στενό του φίλο Φειδία, για να τιμήσει το δολοφονημένο αρχηγό των Δημοκρατικών και να εξάρει το δικό του ρόλο.

Τα δύο αγάλματα αποδίδονται σε δύο διαφορετικούς καλλιτέχνες. Ο έφηβος χρονολογείται στο 460 π.Χ. και ο ηλικιωμένος στο 430 π.Χ. Ο πρώτος είναι αυστηρού ρυθμού και ο δεύτερος κλασσικού ρυθμού. Αποδίδονται στην σχολή του Πολύκλειτου, ενώ μπορεί και να είναι έργο του Φειδία ή του εργαστηρίου του.

Οι ανδριάντες του Ριάτσε ,όπως αναφέρει ο καθ. Αντώνης Κωτίδης ,στο βιβλίο του ο  ακαδημαϊκός Χρύσανθος Χρήστου: «Περικλής και Εφιάλτης Τυραννοκτόνοι, Οι ανδριάντες του Ριάτσε, Τέχνη και Ιστορία», 2004, Ακαδημία Αθηνών, σελ. 154, δίγλωσση έκδοση (μετάφραση στα Αγγλικά: Ευγενία Λεωτσάκου - Πετρίδη).
 Στη μελέτη του ο ακαδημαϊκός καθηγητής στρέφεται στα επιστημονικά ενδιαφέροντα των αρχών της σταδιοδρομίας του. Θυμίζω ότι η διδακτορική του διατριβή με τίτλο «Πότνια Θηρών» είναι μελέτη στο αντικείμενο της κλασικής αρχαιολογίας και ότι υπηρέτησε ως έφορος κλασικών αρχαιοτήτων πριν εκλεγεί καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης.
Δεν πρέπει λοιπόν να ξαφνιάζει το ενδιαφέρον του για ένα ζήτημα αρχαίας τέχνης, στην προκειμένη περίπτωση το ζήτημα της χρονολόγησης, ερμηνείας και απόδοσης των δύο περίφημων αγαλμάτων του 5ου αιώνα π.Χ. που ανακαλύφθηκαν τυχαία από ερασιτέχνη ψαρά στον βυθό της θάλασσας του Ριάτσε το 1971.
Ο αδιάφθορος Εφιάλτης του Σοφωνίου που κατήργησε ατην Αθήνα τον Άρειο Πάγο αριστερά και δεξιά ο θαυμαστός Αθηναίος Περικλής ο Ξανθίππου πλάι στον Παρθενώνα στην ακρόπολη των Αθηνών Η ανάπτυξη των επιχειρημάτων, με τα οποία ο Χρήστου υποστηρίζει την άποψή του ότι οι ανδριάντες του Ρηγίου παριστάνουν τους αρχηγούς των δημοκρατικών, γύρω στα μέσα του 5ου αι., Εφιάλτη και Περικλή, στον τύπο των τυραννοκτόνων, προέρχονται από την αθηναϊκή αγορά και δημιουργήθηκαν κατά πάσα πιθανότητα στο εργαστήριο του Φειδία.

Τα αγάλματα αυτά ήταν φυσικό να προκαλέσουν ενδιαφέρον διεθνώς σε αρχαιολόγους, ιστορικούς της τέχνης και συντηρητές. Έγινε από την πρώτη στιγμή φανερό ότι επρόκειτο για αριστουργήματα της εποχής που η κλασική τέχνη βρισκόταν στο απόγειό της, και τα σωζόμενα χάλκινα αγάλματα αυτής της περιόδου, ανάμεσά τους ο Ηνίοχος των Δελφών και ο Ποσειδώνας ή Δίας του Αρτεμισίου, μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Διάφορες θεωρίες προβλήθηκαν και εξακολουθούν να προβάλλονται, όσο δείχνει η πλούσια βιβλιογραφία που παραθέτει ο συγγραφέας. Για την προέλευση οι γνώμες των ειδικών είναι μοιρασμένες ανάμεσα στην πιθανότητα να ήταν τοποθετημένα σε κάποιο ιερό ως ανάθημα, π.χ. στους Δελφούς, ή ότι κοσμούσαν κάποια αγορά, όπως συνηθιζόταν, π.χ. της Αθήνας ή του Αργους.

Ο κρανοφόρος Περικλής

Κάθε υπόθεση ξετύλιγε ένα διαφορετικό μίτο παρακολουθημάτων: αν ήταν σε ιερό, τότε μάλλον παριστάνουν ήρωες της μυθολογίας ή οπλιτοδρόμους ή γυμνούς αθλητές. Αν ήταν σε αγορά, τότε τους γενάρχες φυλών που ανήκαν στον δήμο ή ευκλεή ιστορικά πρόσωπα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στα κοινά. Και στις δύο όμως περιπτώσεις, είναι ομόφωνη σχεδόν η γνώμη των μελετητών, ότι αποτελούσαν τμήμα ενός πολυπρόσωπου συνόλου από εκείνα που συνήθως απαρτίζονταν από οκτώ ως δέκα αγάλματα. Επίσης, στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι ειδικοί συμφωνούν στη χρονολόγηση -γύρω στα μέσα του 5ου αιώνα με αποκλίσεις από δύο τρία ως και τριάντα χρόνια μεταξύ της κατασκευής του καθενός από τα δύο.

Δεν είναι επομένως περίεργο που εξακολουθεί η συζήτηση σχετικά με την ερμηνεία τους, 33 χρόνια αφότου ανακαλύφθηκαν και 24 αφότου πρωτοεκτέθηκαν.
O Χρήστου προτείνει μια νέα, τολμηρή στη σύλληψή της ερμηνεία, η οποία εδράζεται στη βάση της σχέσης της τέχνης με τον ορίζοντα προσδοκιών της εποχής της. Το πλαίσιο του συλλογισμού του ξεκινάει από τον αξιωματικό ισχυρισμό που έχει εκφράσει από παλιά και συνοψίζει την ταυτότητά του ως μελετητή: ότι η τέχνη είναι η συνείδηση της ιστορίας. Κατά συνέπεια, κάθε καλλιτεχνικό έργο δεν μπορεί παρά να είναι εκφραστικός φορέας των αντιλήψεων της εποχής του, κοινωνικών, πολιτικών και πολιτισμικών.

Ο Περικλής.
Η ερμηνεία του ξεκινάει από μια εντελώς διαφορετική βάση από εκείνες των άλλων μελετητών: πιστεύει ότι τα δύο αγάλματα δεν αποτελούν μέρος μιας σύνθεσης αλλά το σύνολό της. Για να τεκμηριώσει την άποψή του ανατρέχει και σε τυπολογικά χαρακτηριστικά: οι ανδριάντες του Ριάτσε παριστάνουν δύο άνδρες διαφορετικής ηλικίας, έναν ώριμο και έναν νεότερο. H τυπολογία του κεφαλιού του νεότερου παραπέμπει στον τρόπο με τον οποίο ο Κρησίλας, γλύπτης των μέσων του 5ου αιώνα, απέδωσε τον Περικλή κρανοφόρο, όπως συνηθιζόταν για τον συγκεκριμένο πολιτικό, εξαιτίας μιας δυσμορφίας του κεφαλιού του.

O Χρήστου παραθέτει το χωρίο από τον Πλούταρχο, σύμφωνα με το οποίο ο Περικλής είχε μακρουλό και ασύμμετρο κεφάλι. Πιστεύει ότι οι ανδριάντες παριστάνουν ιστορικά πρόσωπα και μάλιστα στον τύπο των τυραννοκτόνων που παριστάνονται με διαφορά ηλικίας, στα ομόθεμα έργα, τόσο στο χαμένο του Αντήνορα, για το οποίο μόνο φιλολογικές γνώσεις έχουμε, όσο και στο επίσης χαμένο, αλλά γνωστό από ρωμαϊκά αντίγραφα, των Κριτίου και Νησιώτη.

Μία τριδιάστατη ηλεκτρονικη απόδοση της αρχικής κατάστασης των ελληνικών αγαλμάτων

Την υπόθεσή του αυτή στηρίζει στο ότι ο Εφιάλτης, ο αρχηγός των δημοκρατικών, κατά δέκα περίπου χρόνια πρεσβύτερος του Περικλή, αλλά και ο Περικλής , αγωνίστηκαν και κατόρθωσαν να επιβάλουν τις δημοκρατικές αρχές της Κλεισθένειας παράδοσης, με την αποδυνάμωση του Αρείου Πάγου, που ήταν προπύργιο των αριστοκρατικών και τον οστρακισμό και την εξορία του Κίμωνα. Σε αντίποινα για τη νίκη αυτή των δημοκρατικών αποδίδεται η δολοφονία του Εφιάλτη από ανθρώπους των αριστοκρατικών. Έπειτα από αυτήν, ο Περικλής ανέλαβε την αρχηγία της δημοκρατικής παράταξης.

O Χρήστου πιστεύει ότι η ανάθεση για την εκτέλεση ενός μνημείου των Εφιάλτη και Περικλή ως τυραννοκτόνων και προασπιστών της δημοκρατίας θα αποτελούσε συμβολισμό της εγγύησης για τη διαφύλαξη των δημοκρατικών θεσμών. H μορφολογία μάλιστα των δύο αγαλμάτων παραπέμπει, κατά τον συγγραφέα, στο εργαστήριο του ίδιου του Φειδία, που αυτός ή ένας μαθητής του, όπως ο Αλκαμένης, θα μπορούσε να έχει σχεδιάσει την εκτέλεση των δύο ανδριάντων.
Η ανάπτυξη των επιχειρημάτων, με τα οποία ο Χρήστου υποστηρίζει την άποψή του ότι οι ανδριάντες του Ρηγίου παριστάνουν τους αρχηγούς των δημοκρατικών, γύρω στα μέσα του 5ου αι., Εφιάλτη και Περικλή, στον τύπο των τυραννοκτόνων, προέρχονται από την αθηναϊκή αγορά και δημιουργήθηκαν κατά πάσα πιθανότητα στο εργαστήριο του Φειδία, έχει το ενδιαφέρον μιας σχεδόν αστυνομικής αφήγησης που διαβάζεται απνευστί. Αν έχει δίκιο ή όχι αυτό μένει να το δούμε από τις αντιδράσεις που θα προκαλέσει. Το σημαντικό πάντως είναι ότι επιχειρείται μια νέα και τολμηρή ερμηνεία, βασισμένη στη διαλεκτική σχέση ιστορίας και καλλιτεχνικής έκφρασης.


Τετάρτη, 4 Ιουλίου 2018
Ρήγιο – Μεσίνα – Ταυρομένιο – Αίτνα – Κατάνια (180 χλμ, 4,5 ώρες)
Πρωί αναχώρηση και περνάμε στη Σικελία. Πρώτη στάση στη Μεσίνα (Messina επισκέψεις σε Λιμάνι, Καθεδρικό Ναό με το Αστρονομικό Ρολόι, Συντριβάνι του Ωρίωνα), Συνεχίζουμε για Ταυρομένιο (Taormina περιήγηση σε Ελληνικό Θέατρο, Καθεδρικό Ναό κλπ), κορυφή Αίτνας (Etna ασημένιοι κρατήρες, πανόραμα του Ιονίου – προσοχή θέλει μπουφάν γιατί σ’ αυτό το υψόμτρο έχει κρύο, βέβαια, νοικιάζουν κιόλας, υπάρχουν και λεωφορεία και τρένα από το Nicolosi και απ’ την Κατάνια αλλά το θέμα είναι να βολεύει η ώρα, αλλιώς τροποποιούμε το πρόγραμμά μας, το μέρος που πάει το αυτοκίνητο λέγεται Rifugio Sapienza), και το βράδυ καταλήγουμε στην Κατάνια (Yellow Orange Catania Ognina, 18 Via Antonino Caruso, 95126 Κατάνια, 124€ προπληρωμένα, τηλ. +39 393 915 4445).
ΤΑΟΡΜΙΝΑ
Η Ταορμίνα (ιταλικά: Taormina, σικελικά: Taurmina, αρχ. ελληνικά: Ταυρομένιον, λατινικά: Tauromenium, αραβικά: طبرمين‎ / Ταμπαρμίν) είναι κωμόπολη στην ευρύτερη περιοχή της Μεσσήνης της βορειοανατολικής Σικελίας στην Ιταλία. Έχει πληθυσμό περίπου 11.000 κατοίκων και εκτείνεται σε 13 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Ιδρύθηκε από τους αποίκους της Νάξου Σικελίας ως Ταυρομένιο και αποτέλεσε σημαντική πόλη των αποικιών της Μεγάλης Ελλάδας στην κάτω Ιταλία, και μετέπειτα σημαντικό εμπορικό κόμβο κατά την ρωμαϊκή/βυζαντινή περίοδο. Κατόπιν αποτέλεσε διαδοχική κτήση διάφορων κατακτητών από Άραβες και Νορμανδούς κατά τον Μεσαίωνα, έως τα διάφορα ιταλικά κρατίδια και ισπανικές και γαλλικές ηγεμονίες κατά την ύστερη Αναγέννηση και Διαφωτισμό. Μετά την ενοποίηση της Ιταλίας και κατασκευή σιδηροδρόμου τον 19ο αιώνα, η πόλη αναπτύχθηκε ξανά και αποτέλεσε δημοφιλή τουριστικό προορισμό αποκτώντας κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, εξακολουθώντας να έχει υψηλό αριθμό επισκεπτών έως σήμερα.

Αρχαϊκή εποχή

Οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής φέρονται να ήταν οι Σικελοί, γηγενείς λαός της Σικελίας, πριν την έλευση των Ελλήνων αποίκων από την Χαλκίδα το 734 π.Χ. οι οποίοι ίδρυσαν την πόλη της Νάξου της Σικελίας στην περιοχή. Οι κάτοικοι της Νάξου με την σειρά τους, υπό τον Ανδρόμαχο το 358 π.Χ., ήταν αυτοί που ίδρυσαν την πόλη την οποία ονόμασαν Ταυρομένιο καθώς βρισκόταν δίπλα από τον λόφο Ταύρο.[1][2]

Κλασική και ελληνιστική περίοδος

Δέχτηκε ανεπιτυχή πολιορκία από τις Συρακούσες το 394 π.Χ. του Διονυσίου Α´ καθώς το Ταυρομένιο -πόλη των γηγενών Σικελών την περίοδο εκείνη- είχε συμμαχήσει με τους Καρχηδόνιους. Μερικές δεκαετίες αργότερα, ιδρύθηκε η ελληνική αποικία από τον Ανδρόμαχο, και ο νέος οικισμός γνώρισε γρήγορη ανάπτυξη και θεωρούνταν σημαντική πόλη της περιοχής. Αργότερα, ο Κορίνθιος στρατηγός Τιμολέων αποβιβάστηκε εκεί το 345 π.Χ. στην εκστρατεία του εναντίον των Καρχηδονίων ως σύμμαχος των ελληνικών αποικιών, και ως εχθρός των τυράννων των πόλεων. Την περίοδο εκείνη η πόλη εξακολουθούσε να βρίσκεται υπό τον Ανδρόμαχο, του οποίου η διαχείριση της πόλης ήταν ήπια και αρμονική σε αντίθεση με τις τυραννίδες των υπολοίπων ελληνικών πόλεων της Σικελίας. Μετά την επικράτηση του Τιμολέοντα, επιτράπηκε στον Ανδρόμαχο να διατηρήσει το αξίωμα του έως τον θάνατο του.[1][2]
Κατά τις μετέπειτα δεκαετίες, αρχικά τέθηκε υπό τον έλεγχο του Αγαθοκλή, τυράννου των Συρακουσών, και κατόπιν του τοπικού τυράννου Τινδαρίωνα, ο οποίος προσκάλεσε τον Πύρρο της Ηπείρου στην περιοχή το 278 π.Χ. ώστε να βοηθήσει στον πόλεμο των ελληνικών αποικιών εναντίον της αναδυόμενης δύναμης των Ρωμαίων.[2] Άλλοι τύραννοι της ίδιας περιόδου ήταν ο Ικέτας ο Συρακούσιος και ο Φειδίας ο Ακραγαντινός. Αργότερα η πόλη ξανατέθηκε υπό την επιρροή των Συρακουσών, υπό τον Ιέρωνα Β´, ο οποίος διατήρησε την πόλη κατά την συνθηκολόγηση του με τους Ρωμαίους το 263 π.Χ.[1].

Ρωμαϊκή περίοδος

Μετά τον θάνατο του Ιέρωνα το 215 π.Χ., αποτέλεσε προσαρτήθηκε στην Ρωμαϊκή δημοκρατία, μαζί με την ευρύτερη περιοχή της Σικελίας. Δεν είναι βέβαιη η συμμετοχή της στον Β´ Καρχηδονιακό πόλεμο, ενώ ο ρήτορας Κικέρωνας (1ος αιώνας π.Χ.) ανέφερε πως η πόλη απολάμβανε κάποιον βαθμό αυτονομίας (civitas foederata) ως ομόσπονδη συμμαχική πόλη. Η πόλη ωστόσο είχε σημαντικές καταστροφές κατά τον Α´ πόλεμο των δούλων (134–132 π.Χ.) όταν έγινε ξεσηκωμός των σκλάβων στην Σικελία εναντίον των Ρωμαίων, και αποτέλεσε μια από τις κύριες έδρες τους στο νησί. Η πόλη πολιορκήθηκε από τον Ρωμαίο ύπατο Πόπλιο Ρουπίλιο, και αντιστάθηκε έως ότου οι Ρωμαίοι κατάφεραν να εισέλθουν στην πόλη και τους σκότωσαν όλους.[1]
Το Ταυρομένιο είχε ξανά προβεβλημένο ρόλο κατά τους εμφύλιους ρωμαϊκούς πολέμους του
Σέξτου Πομπηίου στην Σικελία, και το 36 π.Χ. αποτέλεσε το κύριο οχυρό του στην διαμάχη του εναντίον των δυνάμεων του Οκταβιανού. Στην περιοχή ακολούθησε η ναυμαχία μεταξύ των 2 αντιπάλων, όπου ο Πομπήιος ηττήθηκε οριστικά. Μετά την λήξη της σύγκρουσης, ο Οκταβιανός έδιωξε τους παλιούς κατοίκους της πόλης και την εποίκησε με νέο πληθυσμό.[1]
Μετέπειτα αναφορές για την πόλη γίνονται από τον Στράβωνα (1ος αιώνας π.Χ./μ.Χ.) ο οποίος αναφέρει πως η πόλη ευημερούσε, ωστόσο είχε μικρότερο πληθυσμό από την Μεσσήνη και την Κατάνη. Κατά τον 1ο και 2ο αιώνα μ.Χ. ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος και ο Κλαύδιος Πτολεμαίος την αναφέρουν ως ρωμαϊκή αποικία (colonia).Αναφέρεται επίσης πως η περιοχή ήταν γνωστή για το πολύ καλό κρασί της, καθώς και για την ποιότητα του μαρμάρου της.[1]
Με την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας το 476 μ.Χ., το Ταυρομένιο εξακολούθησε να αποτελεί σημαντική πόλη της Σικελίας, και η περιοχή εξακολούθησε να βρίσκεται υπό την κυριότητα της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας/Βυζαντίου πλέον.

Μεσαίωνας

Μετά από μια αρχική επιδρομή των Φατιμιδών Αράβων το 902 από τους Άραβες, κατακτήθηκε τελικά κατά την δεύτερη προσπάθεια τους το 962 μετά από την 7μηνη πολιορκία του Ταυρομένιου. Μετονομάστηκε σε Αλ-Μουζίγια προς τιμή του Φατιμίδη χαλίφη Αλ-Μουίζ (953–75) και ήταν επίσης γνωστή και ως Ταμπαρμίν. Οι Άραβες διατήρησαν την πόλη έως το 1078, όταν καταλήφθηκε πλέον από τους Νορμανδούς του Ρογήρου Α´ της Σικελίας. Έως το σημείο αυτό η πλειοψηφία των κατοίκων της πόλης και της ευρύτερης περιοχής εξακολουθούσαν να είναι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας.[3]
Μετά τους Νορμανδούς, η Ταορμίνα πλέον γνώρισε μια σειρά από διαδοχικές καταλήψεις και επανακαταλήψεις από τους Γερμανούς Χοενστάουφεν της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τους Γάλλους των Καπέτων-Ανζού, και κατόπιν του ισπανικού Αραγωνικού βασιλείου. Το 1410 ο βασιλιάς Μαρτίνος της Αραγωνίας εκλέχτηκε στον θρόνο του από το κοινοβούλιο της Σικελίας. Κατόπιν αποτέλεσε μέρος του ευρύτερου βασιλείου των δύο Σικελιών το 1442.

Νεότερη εποχή

Η πόλη πολιορκήθηκε το 1675 και κατακτήθηκε από τους Γάλλους οι οποίοι είχαν επίσης καταλάβει την Μεσσήνη. Υπό τον οίκο των Βουρβόνων-Ισπανίας πλέον η Ταορμίνα δεν είχε κάποιον ιδιαίτερο ρόλο, πέρα από κάποιες βασικές υποδομές. Το 1860 έγινε μέρος της Ιταλίας με την ιταλική ενοποίηση.
Με την κατασκευή σιδηροδρόμου κατά τον 19ο αιώνα η πόλη εξελίχθηκε σε δημοφιλές τουριστικό θέρετρο. Στην πόλη εργάστηκαν διάσημοι καλλιτέχνες της εποχής, όπως ο φωτογράφος γυμνών μοντέλων Βίλχελμ φον Γκλούντεν (Wilhelm von Gloeden), ο ζωγράφος Όττο Γκέλενγκ (Otto Geleng), καθώς και ο Βόλφγκανγκ Γκαίτε ο οποίος περιέγραψε την πόλη στο έργο του με τίτλο Ταξίδι στην Ιταλία.
Από τις αρχές του 20ού αιώνα και έπειτα, η πόλη έγινε πνευματικό κέντρο και τόπος συνάντησης για πολλούς Ευρωπαίους καλλιτέχνες, συγγραφείς, και διανοουμένους.[4]

Αξιοθέατα

Η σύγχρονη πόλη είναι κτισμένη επί της αρχαίας, έτσι υπάρχουν πολλά αξιοθέατα κτισμάτων από την αρχαία εποχή. Η παλαιά πόλη βρίσκεται περίπου 250 μέτρα από το ύψος της θάλασσας, και κοντά βρίσκονται και τα ερείπια του αραβικού κάστρου στην κορυφή του βράχου στα 150 μέτρα ψηλότερα.
Σημαντικό αρχαίο αξιοθέατο αποτελεί το αρχαίο θέατρο του Ταυρομενίου / Ταορμίνα (Teatro antico di Taormina), ή αλλιώς γνωστό ως το ελληνικό θέατρο (teatro greco). Τμήματα του είναι κατασκευασμένα από τούβλο, και έτσι πιθανώς μέρος του κατασκευάστηκε κατά την ρωμαϊκή περίοδο επί παλαιότερου θεάτρου κορινθιακού ρυθμού στην ίδια τοποθεσία. Με διάμετρο 109 μέτρων είναι το 2ο μεγαλύτερο αρχαίο θέατρο στην Σικελία μετά τα 150 μέτρα του θεάτρου των Συρακουσών, και χρησιμοποιείται και για σύγχρονες εκδηλώσεις και συναυλίες.[5]
Στην πόλη επίσης διοργανώνονται το κινηματογραφικό φεστιβάλ της Ταορμίνα,[6] καθώς και το φεστιβάλ μουσικής Τζουζέπε Σινόπολι.[7] Νοτίως της πόλης υπάρχει το φυσικό καταφύγιο της Ίζολα Μπέλα (Isola Bela), και νοτιότερα η παραλία της Τζιαρντίνι Νάξος (Giardini Naxos, κήποι της Νάξου). Το ηφαίστειο της Αίτνας είναι ορατό από την πόλη, και βρίσκεται σε απόσταση περίπου 45 λεπτών μέσω του οδικού δικτύου.


Ταυρομένιο

Σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, ιδρυτής του Ταυρομένιου ήταν ο Ανδρόμαχος ο Νάξιος ο οποίος κατόρθωσε μετά την καταστροφή της  Νάξου από τον τύραννο των Συρακουσών Διονύσιο, να συγκεντρώσει τους εναπομείναντες διασκορπισμένους Ναξίους στον παρακείμενο της κατεστραμμένης πόλης λόφο Ταύρο. Εκεί, ίδρυσε το 358 π.Χ. τη νέα πόλη ονομάζοντάς την Ταυρομένιον. Η πόλη αναπτύχθηκε γρήγορα και απέκτησε δύναμη και πλούτο.
Το Ταυρομένιο, το ονομαστό ‘’ Οχυρό του Ταύρου’’ που θεωρούταν από τους γηγενείς της Σικελίας, ως μέρος ιερό, αποτελούσε στρατηγικό σημείο και σημείο στηρίξεως της αμυντικής γραμμής που έφρασε τον παραθαλάσσιο δρόμο που συνέδεε τις Συρακούσες με τη Μεσσήνη και το Στενό, καθώς ήταν κτισμένο σε μια θέση σχεδόν απόρθητη, πάνω στην κορυφή ενός βραχώδους λόφου.
Ο Ανδρόμαχος κυβέρνησε το Ταυρομένιο με τρόπο δίκαιο και νόμιμο. Μισούσε την τυραννία και έτσι, όπως μας πληροφορεί ο Πλούταρχος, όταν ο Κορίνθιος στρατηγός Τιμολέων αποβιβάσθηκε στην Σικελία για να πολεμήσει εναντίον του τυράννου των Λεοντίνων Ικέτα και των Καρχηδονίων συμμάχων του, ο Ανδρόμαχος έσπευσε να τον βοηθήσει. Πείθοντας τους Ταυρομενίτες να αγωνισθούν μαζί με τους Κορινθίους για την απελευθέρωση της Σικελίας, κατέστησε το Ταυρομένιο ορμητήριο των στρατευμάτων του Τιμολέοντος.
Αργότερα το Ταυρομένιο το κατέλαβε ο τύραννος των Συρακουσών Αγαθοκλής αναγκάζοντας αρκετούς Ταυρομενίτες να εγκαταλείψουν την πόλη ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο γιος του Ανδρομαχου ,ο διάσημος ιστορικός Τίμαιος ,ο οποίος κατέφυγε στην Αθήνα .
 Η πόλη μετά τον Αγαθοκλή θα περάσει στα χέρια ενός ντόπιου του Τυνδαρίωνα . Ο Τυνδαρίων ήταν ένας από εκείνους που κάλεσε τον βασιλιά Πύρρο της Ηπείρου, πού εκείνη την περίοδο πραγματοποιούσε εκστρατεία στην Μεγάλη Ελλάδα , στη Σικελία το 278 π.Χ για να αντιμετώπισει τις νέες εισβολές των Καρχηδονίων.
Κατά την διάρκεια της τυραννίας του Ιερών του Β των Συρακουσών (270-215 π.Χ) το Ταυρομένιο υπήρξε ορμητήριο του στον πόλεμο κατά των αυτοχθόνων Μαρμετίνων.
 Ήταν επίσης μία από τις πόλεις που έμεινε κάτω από την κυριαρχία του Ιέρωνα με τη συνθήκη που σύναψε με τους Ρωμαίους το 263 π.Χ.
Στα χέρια των Ρωμαίων φαίνεται να πέρασε όταν η Ρώμη κατέλαβε όλο το νησί της Σικελίας .Ο Κικέρων αναφέρει ότι το Ταυρομένιο ήταν μία από τις τρεις Ελληνικές πόλεις της Σικελίας, οι οποίες απολαμβάναν τα προνόμια μερικής αυτονομίας.
Η πόλη, ωστόσο, υπέστη σοβαρές καταστροφές κατά τη διάρκεια της επανάστασης των Σκλάβων στη Σικελία κατά της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας.(135-132 π.Χ.), Οι
 σκλάβοι την είχαν καταλάβει, εξαιτίας της οχυρής της θέσης, και την χρησιμοποιούσαν ως ορμητήριο κατά των Ρωμαίκων δυνάμεων.
Στην σύγχρονο Ταυρομένιο (taormina) δεσπόζει σήμερα το περίφημο αρχαίο θέατρο . Δημιουργήθηκε την εποχή του Ιέρωνα του Β τον 3ο π.Χ. σε σημείο που προσφέρει καταπληκτική θέα προς τη Θάλασσα και το ηφαίστειο της Αίτνας. Το θέατρο ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε από τους Ρωμαίους και σήμερα είναι ένα από τα μεγαλύτερα αρχαία θέατρα στη Σικελία.


Η όμορφη διαδρομή Κατάνη - Ταυρομένιο

Μια σύντομη ιστορική ανασκόπηση

Οι αρχικοί Έλληνες θαλασσοπόροι ήτανε έμποροί και ταξιδιωτικοί ερευνητές στο ίδιο πρόσωπο, αυτοί βρήκαν θαλάσσιους δρόμους ανίχνευσαν προσεχτικά τη χώρα και μετά τους ακολούθησε η ουσιαστική αποδημία, μετανάστευση. Ο πρώτος Ελληνικός αποικισμός είναι προϊστορικός, ο δε δεύτερος που ασχολούμαι στην παρούσα εργασία μου είναι ιστορικός και γίνεται με την ελεύθερη βούληση των μεταναστών και με πλήρη συναίσθηση του επιδιωκομένου σκοπού.
Το δεύτερο ήμισυ του 8ου π.Χ. αιώνα άρχισαν οι τρεις ιδρύσεις στην μεγάλη πεδιάδα της Κατάνης και στις βόρειες πρόποδες ανατολικά της Αίτνα: κατ΄ αρχάς στην σχετικά ασήμαντη γεωγραφική γλώσσα η Νάξος, κάτω από το Ταυρομένιον-Ταορμίνα – εκεί, όπου για πρώτη φορά ένα πλοίο ανακάλυψε χώρα, όταν από ανατολάς με το ρεύμα γύρω σιγά, σιγά προσεκτικά έπλεαν την Ιταλία, μετά από αυτό έρχονται οι Λεοντίνοι, από την ακτή εννιά ως δέκα χιλιόμετρα προς τα μεσόγεια, στην Νότια άκρη της πεδιάδας και τελευταία η ίδια η Κατάνη, η σημερινή Κατάνια. Σε παρόμοια φάση ιδρύθηκαν τόσο οι Συρακούσες, όσο και η Ζάγκλη και τα Μέγαρα Υβλαία . Αφού ιδρύθηκαν και άλλες ακολούθησε τελευταία η ίδρυση της Γέλας το 688 π.Χ.
Αν και δεν έχουμε στοιχεία για τους πρώτους κατοίκους, και όμως αποτελούνταν οι πρώτες αποικίες κάθε φορά από λίγα νοικοκυριά. Οι γυναίκες ήτανε κατά το μεγαλύτερο μέρος ιθαγενείς, διότι δεν μπορούμε να παραδεχθούμε ότι έφεραν μαζί τους ένα λογικό αριθμό γυναικών από την Ελλάδα.
Κάθε νέα ιδρυόμενη πόλη είχε μία αναγνωρισμένη «Μητρόπολη» που έθετε στη διάθεση της αποστολής έναν αρχηγό που παρελάμβανε τον προγραμματισμό, και όμως δεν ήτανε οι δραστηριότητες με κανένα τρόπο αποκλειστικές , και επίσης από άλλες ελληνικές πόλεις ερχότανε μαζί άνθρωποι τόσο στην νέα αναχώρηση όσο επίσης ερχότανε και αργότερα, αν ήτανε δυνατές νέες στρατολογήσεις. Οι επίσημοι ιδρυτές των τεσσάρων βόρειων αποικιών κατάγονται από την Χαλκίδα της Εύβοιας ,ενώ των Μεγάρων Υβλαίων, και των Συρακουσών από Κορινθίους και της Γέλας, που ιδρύθηκε από μία μικτή ομάδα Ροδίων και Κρητών.

Και σε ετούτο το ανιχνευτικό επαναληπτικό ταξίδι μου, την Άνοιξη του 2003 στην Μεγάλη Ελλάδα, ήμουνα πάντα, πολλές φορές άθελα με τις σκέψεις, της αδικαιολόγητης διαμάχης και καταστροφής του πελοποννησιακού πολέμου που μεταφέρθηκε στη Σικελία. Ο πόλεμος μεταξύ των Αθηνών και Συρακουσών δεν είχε αδυνατίσει μόνο τις Σικελιανές πόλεις – κράτη, παρ΄ όλη την μεγαλοπρεπή νίκη, των Συρακουσών στρατιωτικά, παρά επίσης και πολιτικά επέφερε βαθιά σχισμή σε οπαδούς της Αθήνας και σε οπαδούς των Συρακουσών και ουδέτερων πόλεων, έτσι που οι Σικελιανές πόλεις βρέθηκαν απροετοίμαστες και στάθηκαν ξαφνικά απέναντι στον εχθρό χωρίς δύναμη και αλληλέγγυα υποστήριξη. Γνωρίζουμε, ότι ποτέ πρωτύτερα και πουθενά οι Έλληνες δεν έφτασαν πλησιέστερα στην αυταπάτη μιας Αυτοκρατορίας, που για πολύ χρόνο θα μπορούσε να κυριαρχήσει τη Μεσόγειο. Και όμως δώρισαν αυτή τη πιθανότητα ευκαιρίας σε άλλους εξαιτίας των μακροχρόνιων φιλονικιών και αγώνων δύναμης μεταξύ τους.
Η αναβίωση της Τυραννίδας στις Συρακούσες και έχοντες τις παραπάνω εξελίξεις ως αφετηρία, επεκτάθηκε αυτή στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις της Σικελίας και αποδίδεται στα αίτια της εισβολής των Αθηναίων προς το τέλος του πελοποννησιακού πολέμου 415-413 π.Χ. και λίγο αργότερα στην εισβολή των Καρχηδονίων στην Σικελία.
Κατά τη διαδρομή μου με την λεωφορειακή γραμμή προς την πανέμορφη περιοχή της Ταορμίνας,
θαυμάζουμε μακρά και αριστερά το φυσικό περιβαλλοντικό, προστατευόμενο πάρκο της Αίτνας, όπου εκεί βρίσκει κάποιος κρατήρες, αλλά επίσης και δάση, τη γονιμότητα των φυτών, την καλλιέργεια αμπελιών καθώς επίσης κατοικίες ανθρώπων, που προσφέρεται για πολλαπλές δραστηριότητες.

Λίγο μετά την Κατάνη συναντάμε την αρχαία πόλη Άκις, με σκοτεινές ρίζες και μυστηριώδη ιστορία, υπήρξε ένας δραστήριος ελληνικός σταθμός. Μετά τη σφοδρή καταστροφή του 1169 από έναν τραγικό σεισμό, εννιά νέα χωριά γεννήθηκαν και άνθισαν στην ακτή βόρεια από την Κατάνη. Το Aci Castello είναι ο πρώτος οικισμός που συναντάμε στην υψηλή ακτή των Κυκλώπων, όπως αναφέραμε βόρεια της Κατάνης στις πλαγιές της Αίτνας, που εισέρχονται απότομο στο Ιούνιο πέλαγος. Ασφαλώς εδώ το καλοκαίρι θα είναι υπέροχα με τα παραλιακά εστιατόρια και τους χιλιάδες εντόπιους και ξένους τουρίστες, απολαμβάνοντες τα περίφημα θαλασσινά σπετσιαλιτέ με τις πολλαπλές συνθέσεις.
Περίπου 8 χιλιόμετρα σε απόσταση από την Κατάνη βρίσκεται Acireale που αναπτύχθηκε πάνω σε μια ταράτσα παλιάς λάβας. Στο κέντρο του ιστορικού κέντρου μπορεί κάποιος να συναντήσει γνήσια χτίσματα μπαρόκ της περιοχής της Αίτνας καθώς επίσης και έργα τοπικού πολιτισμού και μοντέρνας τέχνης. Τα θερμά λουτρά του Acireale ωφελούν από τους ρωμαϊκούς χρόνους, στις ιδιότητες των θειούχων υδάτων της Αίτνας. Εκεί στην Άτσι Τρέτσα Acitrezza, λέγεται ότι κατά την αρχαιότητα σε μια από τις σπηλιές της περιοχής ο Οδυσσέας τύφλωσε τον Πολύφημο.
Στην Οδύσσεια περιγράφονται ανάμεσα στα άλλα και οι περιπέτειες του Οδυσσέα στη χώρα των Κυκλώπων, όπου ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του αγκυροβόλησαν στο νησί τους , που εθεωρείτο ένας φυσικός παράδεισος ανεφοδιασμού, όπου στη σπηλιά του Πολύφημου, τύφλωσαν τον Πολύφημο για να σωθούν…, ο τυφλωμένος Κύκλωπας από τον πόνο και τη λύσσα του άρχισε να πετάει τεράστιους βράχους εναντίον του πλοίου του ήρωα που απομακρυνότανε από τις ακτές της Σικελίας. Ετούτοι οι βράχοι κατά την μυθολογία, που καρφώθηκαν στη θάλασσα και είχε πετάξει ο Πολύφημος στον Οδυσσέα, φαίνονται κατά τη διαδρομή μας προς την Ταορμίνα. Στην καταγάλανη θάλασσα της Άτσι Τρέτσα λέγονται Νησιά των Κυκλώπων Ίζολι ντέι Τζικλόπι, Isole die Ciclopi το μεγαλύτερο ανάμεσά τους, το νησί Άκι Isola di Aci ανήκει στο Πανεπιστήμιο της Κατάνης.
Κατά την διαδρομή έρχονται στην σκέψη μου ιστορικές περιγραφές του παρελθόντος. Όπως η πόλη της Κύμης είναι η αρχαιότερη ελληνική αποικία της Ιταλίας, έτσι και η ΝΑΞΟΣ,- που σε λίγο θα την διασχίσω, -είναι της Σικελίας. Και αυτήν την ίδρυσαν Ευβοείς από την Χαλκίδα κατά το δεύτερο μισό 8ο π.Χ. αιώνα, πιθανότατα το έτος 734 π.Χ., που ανάφερα σε προηγούμενα άρθρα μου. Θα αρχίσω με δύο παραδείγματα ελληνικών αποικιακών πόλεων και θα προσπαθήσω να αναφερθώ σε αυτό το ταξίδι μου και με την σχετική τους ακμή και παρακμή μπροστά και μέχρι 2400 χρόνια.


Η διαδρομή Κατάνια – Catania Ταορμίνα (Ταυρομένιον)

Όπως αναφέρθηκα σε προηγούμενα άρθρα μου η Κατάνη ιδρύθηκε το 729 π.Χ. από Χαλκιδείς της Νάξου, όπου άνθισε γρήγορα και εξελίχτηκε σε μία ισχυρή οικονομική δύναμη, η οποία όμως προκάλεσε το φθόνο των Συρακουσών με αλλεπάλληλες αρνητικές επιπτώσεις.…και το 263 π.Χ. έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων.
Όταν το 416 π.Χ. μεταφέρθηκε ο πελοποννησιακός πόλεμος στη Σικελία, βρισκότανε ο Σέλινους και ΕΓΕΣΤΑ ή Αίγεστα πάλι σε πόλεμο, που υπήρχαν διαμάχες για οριακές περιοχές και άλλα αίτια. Τότε οι Συρακούσες υποστήριζαν το Σέλινους και η Αίγεστα προσκάλεσε μάταια σε βοήθεια τις Συρακούσες, τον Ακράγαντα και επίσης τους Καρχηδονίους της πλησιέστερης επικράτειας και άλλες πόλεις των Σικούλων να επέμβουν και παρόλα που αποδέχθηκαν τη δεσμευτική απόφαση ειρήνης της Γέλας, μολαταύτα είχαν τρομοκρατηθεί από μια ηγεμονία των Συρακουσών. Όταν λοιπόν παρέμεινε η παράκληση απραγματοποίητη, απευθύνθηκε η Αίγεστα στην Αθήνα το 415 π.Χ.

Εδώ στην Κατάνη όταν έφτασε από την Αθήνα το 415 π.Χ. ο Αλκιβιάδης και προσπάθησε να επηρεάσει τους Κατάνους με έναν πύρινο λόγο για τον πόλεμο εναντίον των Συρακουσών, όπου όμως οι Κατάνιοι δεν ήταν ενθουσιασμένοι.
Ελληνόγλωσσος όμως ταξιδιωτικός οδηγός, αναφέρει, ότι « όταν οι Αθηναίοι αποβιβάστηκαν στις ακτές της Σικελίας για να υποτάξουν τους Συρακουσίους , οι Κατάνιοι πίστεψαν πως είχε φτάσει η ώρα της νέμεσης, και προσέφεραν άνευ όρων υποστήριξη στους εισβολείς», Αθήνα 2004 σ. 200. Αυτή η τελευταία αναφορά είναι εσφαλμένη και αντίθετη με τις ιστορικές αναφορές του Διόδωρου του Σικελιώτη.

Ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης

Στην ιστορική του αναφορά ο Διόδωρος περιγράφει, ότι οι Συρακούσιοι, όταν έμαθαν ότι οι δυνάμεις των Αθηναίων βρίσκονταν στον πορθμό της Μεσσήνης, διόρισαν τρεις στρατηγούς με απόλυτη εξουσία, τον Ερμοκράτη, το Σικανό και τον Ηρακλείδη που διενεργούσαν τη στρατολογία κι΄ έστειλαν πρέσβεις στις πόλεις της Σικελίας και τις παρότρυναν να μετάσχουν στον κοινό αγώνα για την ελευθερία. Γιατί οι Αθηναίοι, έλεγαν, στα λόγια κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον των Συρακουσίων, στην πραγματικότητα όμως έχουν σκοπό να υποτάξουν όλη τη νήσο.
Τη θέση που έλαβαν οι διάφορες πόλεις της Σικελίας, ήτανε, ότι οι Ακραγάντιοι και οι Νάξιοι δήλωσαν ότι θα συμμετάσχουν με τους Αθηναίους.

Οι Καμαριναίοι κι΄ οι Μεσσήνιοι τους διαβεβαίωσαν, ότι θα τηρήσουν την ειρήνη, ενώ ανέβαλαν την απάντηση για το θέμα της συμμαχίας, υπενθυμίζοντας τη συμφωνία της Γέλας το 424 π.Χ. Οι Ιμεραίοι κι΄ οι Σιλενούντιοι κι΄ οι Γελώσοι και οι Καταναίοι υποσχέθηκαν να πολεμήσουν στο πλευρό των Συρακουσίων. Ενώ οι πόλεις των Σικελών συμπαθούσαν τους Συρακοσίους, ωστόσο έμεναν ουδέτερες και περίμεναν τις εξελίξεις.
Αφού οι Αιγεσταίοι αρνήθηκαν στους Αθηναίους πάνω από τριάντα τάλαντα, οι στρατηγοί των Αθηναίων τους κατηγόρησαν κι΄ απέπλευσαν με τις δυνάμεις τους από το Ρήγιο και πόδισαν στην Νάξο της Σικελίας.
Οι κάτοικοι της πόλεως τους υποδέχθηκαν φιλικά κι΄ από εκεί έπλευσαν για την Κατάνη.
Αν και οι Καταναίοι δεν δέχθηκαν να αποβιβαστούν στην πόλη στρατιώτες, επέτρεψαν όμως τους στρατηγούς να εισέλθουν και συγκάλεσαν συνέλευση των πολιτών, στην οποία οι στρατηγοί των Αθηναίων ανέπτυξαν τις προτάσεις τους για τη συμμαχία. Και εκεί που μιλούσε στη συνέλευση ο Αλκιβιάδης, μερικοί στρατιώτες παραβίασαν κάποια οπίσθια μικρή πύλη και χύθηκαν στην πόλη. Το γεγονός αυτό τελικά υπήρξε κι΄ η αιτία που οι Καταναίοι αναγκάστηκαν να μετάσχουν στον πόλεμο εναντίον των Συρακοσίων.
Βλέπε Διόδωρο τον Σικελιώτη, ιστορική βιβλιοθήκη των Ελλήνων: Η Σικελινή Εκστρατεία των Αθηναίων . Ο Δεύτερο Καρχηδονιακός πόλεμος, Αθήναι 2004, σελίς 19-21 .
Το 403 π.Χ. ο Διονύσιος ο πρεσβύτερος, ο τύραννος των Συρακουσών κατέκτησε την πόλη της Κατάνης, πουλώντας τους κατοίκους τους σαν σκλάβους.

Αν και επισκέφτηκα και άλλες φορές πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας και της Σικελίας, ετούτο το ανοιξιάτικο ταξίδι μου του 2003 προσπάθησα να ακολουθήσω μια αυθόρμητη διαδρομή στο γύρο της Σικελίας. Είχα πετάξει από το Ντίσελντορφ για την Κατάνη, όπου από εκεί είχα προγραμματίσει να πάω αρχικά για το Παλέρμο διαμέσου και με επίσκεψη της Caltanissetta και της Ennas, εκεί όπου έγραψαν ή και περιέγραψαν μπροστά από δύο χιλιάδες χρόνια οι Έλληνές μας μετανάστες τους ελληνικούς μύθους τους. Μια όμως σε αυτό το ταξίδι μου ήμουνα εντελώς αδέσμευτος, ετούτη τη φορά επέλεξα τη λεωφορειακή υπεραστική συγκοινωνία, που είναι στη Σικελίας άριστα οργανωμένη, με εξαιρετικά καλοφτιαγμένο ενημερωτικό φυλλάδιο δρομολογίων, έτσι αποφάσισα λοιπόν κι΄ εγώ αυθόρμητα να πάρω την πρώτη λεωφορειακή υπεραστική γραμμή για την Ταορμίνα (Ταυρομένιον), διαμέσου Κατάνης.
Περνώντας από την Νάξο, ενθυμούμαι τις ιστορικές περιγραφές και συγκεκριμένα το έτος 460 π.Χ. που ακολούθησε στις Συρακούσες η πτώση των Δεινομενίδων και μετά ακολουθεί η επαναφορά των δημοκρατικών βασιλείων, έτσι μπορούν και οι αρχικοί κάτοικοι της Νάξου να επιστρέψουν πίσω στην πόλη τους, και αρχίζει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα η Ειρήνη, που κράτησε τριάντα χρόνια.
Με την αφετηρία της αθηναϊκής αποστολής στην Σικελία η Νάξος συμμαχεί με την Αθήνα.

Το 425 π.Χ. ακολουθεί η πρώτη επίθεση: Ο στρατός από την Μεσσήνη, που ήτανε μία σύμμαχος πόλης των Συρακουσών, πολιορκούν την Νάξο και την μεταβάλλουν σε ερείπια. Οι Σικούλοι βιαστικά τρέχουν από τη γύρω περιοχή, για να βοηθήσουν την πόλη: μάζες ανθρώπων έρχονται από τα βουνά του Ταύρου και της περιοχής προς τα κάτω και χτυπούν κατά τον Θουκυδίδη τους επιτιθεμένους, που τράπηκαν στη φυγή .
Τα επόμενα χρόνια το χειμώνα των ετών 415/416 π.Χ. έρχονται οι Αθηναίοι κάτω από την καθοδήγηση του Νικία για βοήθεια και ξεχειμωνιάζουν, για να μπορέσουν να επιτεθούν την επόμενη Άνοιξη εναντίον των Συρακουσών, ενώ ο Αλκιβιάδης είχε προσκληθεί στην Αθήνα για να περάσει από δίκη. Μετά την νίκη των Συρακουσών πάνω στα στρατεύματα των Αθηνών, υποφέρει η Νάξος από την τρομερή εκδίκηση των Συρακουσών. Ο Διονύσιος ο τύραννος και συγχρόνως ο Μεγάλος καταλαμβάνει το έτος 403 π.Χ. την πόλη διαμέσου ενός πολεμικού τεχνάσματος και με τη βοήθεια ενός προδότη του Προκλή . Οι κάτοικοι της Νάξου εκδιώχτηκαν και εγκαταστάθηκαν στο Ταυρομένιο. Η πόλη και η περιοχή της διαμοιράζονται στους διαμένοντες στη γύρω περιοχή αυτόχθονους πληθυσμούς. Μετά την καταστροφή της Νάξου που υποστήριξε την Αθήνα, άρχισε η ακμή του Ταυρομενίου των αρχαίων Ελλήνων. Ο πατέρας του ιστορικού Τιμαίου Ανδρόμαχος με τους πρόσφυγες από την Νάξο ίδρυσε το
358 π.Χ. το Ταυρομένιο, σημερινή Ταορμίνα, όπου θα περιγράψω στο επόμενο άρθρο μου.

Από το αεροδρόμιο της Κατάνης ως την Ταορμίνα είχα έναν καλό γερμανό συνομιλητή, που ερχότανε για πρώτη φορά στη Σικελία και επισκεπτότανε τη φίλη του που διέμεινε σε ξενοδοχείο της Ταορμίνας και μια και είχα έλθει κατ΄ επανάληψη στη Σικελία, μπόρεσα να του απαντήσω σε ένα σωρό ερωτήματά του και του πρότεινα μάλιστα ένα σωρό εναλλακτικές λύσεις επισκέψεων. Μετά την άφιξή μου στην τελική λεωφορειακή στάση, στην Ταορμίνα, αφού αποχαιρετίστηκα από τον ίδιο το Γερμανό και τη φίλη του, που τον ανέμενε, άρχισα να ανηφορίζω προς τα πάνω και ήτανε η πρώτη μου δουλειά να βρω ένα ξενοδοχείο, μια Πενσιόν, με ωραία ,πανοραματική θέα από τις πολλαπλές γνωστές δυνατότητες που υπάρχουν, όπου θα διανυκτέρευα για δυο τρεις βραδιές, ώστε άνετα να κάνω την περιήγησή μου στην πόλη και στη γύρω περιοχή.







Η Αίτνα σας περιμένει καπνισμένη…

Εννοείται πως θα ανεβείτε στην Αίτνα, είναι εμπειρία ζωής, η γνωριμία από κοντά με το πιο υψηλό ενεργό ηφαίστειο της Ευρώπης. Υπάρχουν παντού γραφεία με εξειδικευμένες εκδρομές που περιλαμβάνουν τελεφερίκ, γεωλόγο ξεναγό στα ποτάμια της παγωμένης λάβας και πεζοπορία ως το χείλος του κρατήρα στα τρεις χιλιάδες μέτρα. Άλλωστε, Κατάνια χωρίς Αίτνα, είναι ζωή χωρίς έρωτα…
Για να πάμε στην Κατάνια η Aegean προσφέρει πληθώρα επιλογών, με απευθείας αεροπορικές συνδέσεις έως και 4 φορές την εβδομάδα.


ΑΙΤΝΑ
Η Αίτνα είναι ενεργό ηφαίστειο στις ανατολικές ακτές της Σικελίας, το μεγαλύτερο και υψηλότερο ενεργό ηφαίστειο στην Ευρώπη (ύψος 3.350 μέτρα). Η Αίτνα καλύπτει έκταση 1190 τετραγωνικών χιλιομέτρων με περιφέρεια βάσης 140 χιλιόμετρα, δηλαδή είναι τρεις φορές μεγαλύτερη από τον Βεζούβιο.
Είναι από τα πιο ενεργά ηφαίστεια στον κόσμο. Αν και οι εκρήξεις του μπορεί να είναι μερικές φορές πολύ καταστροφικές, γενικά δεν θεωρείται ιδιαίτερα επικίνδυνο και χιλιάδες κάτοικοι ζουν στις πλαγιές του ηφαιστείου και τις γύρω περιοχές. Το γόνιμο έδαφος είναι κατάλληλο για εκτεταμένες γεωργικές δραστηριότητες.
Τον Ιούνιο του 2013, η UNESCO ανακοίνωσε την ένταξη της Αίτνας στον κατάλογο με τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς.[1]

Προέλευση ονόματος και Μυθολογία

Η ονομασία Αίτνα μπορεί να προέρχεται από την ελληνική λέξη αίθω, που σημαίνει «καίγομαι», ή τη φοινικική λέξη «attano». Οι Άραβες ονόμαζαν το βουνό Gibel Utlamat, το βουνό της φωτιάς. Η ονομασία αυτή εξελίχτηκε αργότερα σε Mons Gibel κι έτσι στην τοπική διάλεκτο το ηφαίστειο ονομάζεται Mongibeddu.
Στην Ελληνική μυθολογία, ο Αίολος είχε φυλακίσει τους ανέμους στις σπηλιές κάτω από την Αίτνα. Ο Γίγαντας Εγκέλαδος καταπλακώθηκε από το όρος Αίτνα, σύμφωνα με τον ποιητή Αισχύλο, και ήταν η αιτία των ηφαιστειακών εκρήξεων. Στη Ρωμαϊκή μυθολογία, ο Βούλκαν, θεός της φωτιάς, είχε το εργαστήριό του κάτω από την Αίτνα .

Γεωλογία - Ιστορικές εκρήξεις

Η ηφαιστειακή δραστηριότητα στην Αίτνα ξεκίνησε περίπου πριν 500.000 χρόνια, με υποθαλάσσιες εκρήξεις κατά μήκος των ακτών της Σικελίας.
Πριν 35.000 χρόνια και για μια χρονική περίοδο περίπου 20.000 χρόνων, έλαβαν χώρα μερικές ιδιαίτερα ισχυρές εκρήξεις, στάχτη από τις οποίες είχε φτάσει ακόμα και μέχρι τη Ρώμη, περίπου 800 χιλιόμετρα βόρεια της Αίτνας. Πριν 3.500 χρόνια, μια ηφαιστειακή έκρηξη προκάλεσε μια γιγάντια κατολίσθηση στην ανατολική πλαγιά του βουνού. Το γεγονός μνημονεύει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης και αποτελεί την πρώτη γνωστή μαρτυρία για έκρηξη της Αίτνας. Η επόμενη κατολίσθηση θα γινόταν μετά από 1500 περίπου χρόνια, δημιουργώντας καλντέρα.
Το 396 π.Χ. λέγεται ότι μια έκρηξη της Αίτνας ματαίωσε τα σχέδια των Καρχηδονίων για εισβολή στις Συρακούσες κατά τον Πρώτο Σικελικό Πόλεμο.


Το πιο ενεργό ηφαίστειο της Ευρώπης κινείται αργά αλλά σταθερά προς τη θάλασσα, σύμφωνα με βρετανούς επιστήμονες που το παρατηρούν εδώ και δεκαετίες

Η Αίτνα στην ανατολική Σικελία, το πιο ενεργό ηφαίστειο της Ευρώπης, «γλιστράει» ολόκληρη, αργά αλλά σταθερά, προς τη θάλασσα της Μεσογείου με μέσο ρυθμό 14 χιλιοστών το χρόνο, δηλαδή διανύει 1,4 μέτρα στη διάρκεια 100 ετών. Αυτό επιβεβαίωσαν βρετανοί επιστήμονες που μελετούν εδώ και δεκαετίες το ηφαίστειο και έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ηφαιστειολογίας "Bulletin of Volcanology".
Όπως είπαν, ουσιαστικά είναι η πρώτη φορά που έχει παρατηρηθεί ένα ολόκληρο ενεργό ηφαίστειο να ολισθαίνει κατ' αυτό τον τρόπο. Οι επιστήμονες έχουν στήσει περιμετρικά του ηφαιστείου ένα δίκτυο σταθμών GPS υψηλής ακρίβειας, έτσι ώστε να επιτηρούν τη συμπεριφορά του, καταγράφοντας ακόμη και μετακινήσεις μερικών χιλιοστών ή ανεπαίσθητες παραμορφώσεις του κώνου του.
Μετά από 11 χρόνια συλλογής στοιχείων, είναι πια φανερό, σύμφωνα με τους ερευνητές, ότι το ηφαίστειο μετακινείται σε κατεύθυνση ανατολική-νοτιοανατολική προς την παράκτια πόλη του Τζάρε που απέχει περίπου 15 χιλιόμετρα. Η Αίτνα φαίνεται σαν να «τσουλάει» πάνω σε μια πλαγιά με πολύ μικρή κλίση ενός έως τριών μοιρών, πιθανώς επειδή «κάθεται» πάνω σε ασθενή εύκαμπτα ιζηματογενή πετρώματα.
Οι γεωλόγοι δήλωσαν ότι η κατάσταση χρειάζεται προσεκτική παρακολούθηση, επειδή μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένους κινδύνους στο μέλλον. Παρατηρήσεις σε ανενεργά ηφαίστεια, που έχουν παρόμοια συμπεριφορά, έχουν δείξει ότι μπορεί ξαφνικά να εμφανίσουν κατάρρευση στην πλευρά τους προς την κατεύθυνση της ολίσθησης, με συνέπεια να υπάρχει κίνδυνος για καταστροφικές κατολισθήσεις.
«Θα έλεγα ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει αιτία για ανησυχία, αλλά είναι κάτι που πρέπει συνεχώς να παρακολουθούμε, ιδίως για να δούμε αν υπάρχει κάποια επιτάχυνση σε αυτή την κίνηση προς τη θάλασσα», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής, ο γεωλόγος δρ Τζον Μάρεϊ της Σχολής Γεωεπιστημών του Ανοιχτού Πανεπιστημίου της Βρετανίας, ο οποίος μελετά την Αίτνα εδώ και σχεδόν μισό αιώνα, σύμφωνα με το BBC.
Ο Μάρεϊ ανέφερε ότι αν σε μερικά χρόνια ο ρυθμός ολίσθησης των 14 χιλιοστών ετησίως (που δεν είναι σταθερός, αλλά αυξομειώνεται από χρόνο σε χρόνο) διπλασιασθεί, τότε αυτό θα αποτελέσει ένα σαφές προειδοποιητικό σημάδι. Αν, από την άλλη, ο ρυθμός μετακίνησης προς τη θάλασσα μειωθεί στο μισό, τότε δεν συντρέχει κανένας λόγος ανησυχίας.
Οι γεωλόγοι επισήμαναν ότι η συσσώρευση του τεκτονικού στρες μπορεί να πάρει αιώνες ή και χιλιετίες, έως ότου το ηφαίστειο φθάσει σε ένα κρίσιμο σημείο μερικής κατάρρευσης. Προς το παρόν πάντως, δεν υπάρχουν καθόλου ενδείξεις ότι κάτι τέτοιο πρόκειται να συμβεί σύντομα στην Αίτνα, συνεπώς ερευνητές καθησύχασαν ότι δεν πρέπει να ανησυχούν ούτε οι ντόπιοι ούτε οι τουρίστες.


Ο θάνατος στην “ύψιστη πυρά” ενός φιλοσόφου “μεθυσμένου με θεό”

Πρόκειται μάλλον για την πιο παράξενη αλλά και για την ελκυστικότερη από τις μορφές που αναφέρονται ως προσωκρατικοί. Και σίγουρα κανείς τους δεν είχε θεαματικότερο τέλος. Όπως επισημαίνει ο Πλούταρχος, με την αποχώρηση του Εμπεδοκλή η φιλοσοφία βρέθηκε σε αναταραχή, κυκλοφορούν δε άφθονες ιστορίες για τη μεταμόρφωσή του σε θεό.
Ο Εμπεδοκλής έγραφε δύο έμμετρα έργα, εκτενή κάποτε μα όχι πια, τα Περί φύσεως και Καθαρμοί. Έλεγε πως ήταν «άφθαρτος θεός, όχι πια θνητός». Ο Διογένης τον περιγράφει να φοράει πανάκριβη πορφύρα με χρυσαφένιο ζωνάρι, μπρούντζινα σανδάλια και δάφνινο «στέμμα δελφικό». Είχε πυκνά μαλλιά, κρατούσε πάντοτε μπαστούνι και διέθετε ακολουθία ολόκληρη από νεαρούς που τον φρόντιζαν. Μας φέρνει στο νου κάτι από μάγο, από ιερέα, μα και από τσαρλατάνο. Πάντως δεν έπαψε ποτέ να θεωρείται ριζοσπάστης στις πολιτικές του θέσεις και ταυτιζόταν με τη δημοκρατία. Λέγεται, μάλιστα, ότι έπεισε τους συμπολίτες του στον Ακράγαντα της Σικελίας να καταργήσουν τους διαχωρισμούς και να καλλιεργήσουν την πολιτειακή ισότητα.
Σ’ ένα από τα εκτενέστερα σωζόμενα αποσπάσματα του έργου του ο θάνατος αναφέρεται ως «μέγας εκδικητής». Σύμφωνα με το θρύλο, κάποτε κράτησε ζωντανή επί τριάντα μέρες μια γυναίκα που δεν ανάσαινε ούτε είχε σφυγμό. Ο Αέτιος του αποδίδει την άποψη ότι ο ύπνος ήταν απόρροια της ψύξης του αίματος και ότι ο θάνατος επέρχεται όταν αυτό χάσει εντελώς τη θερμότητα του. Αφού λοιπόν η ζέστη είναι ο φορέας της ζωής, το καλύτερο μέρος για να τερματίσει ο Εμπεδοκλής την αναζήτηση της αθανασίας ήταν η φωτιά ενός ηφαιστείου. Κι όπως ιστορούν, φόρεσε τα καλά του και ρίχτηκε εκούσια στην Αίτνα, επιβεβαιώνοντας τις φήμες ότι είχε θεϊκή υπόσταση. Η αλήθεια όμως διαπιστώθηκε αργότερα, όταν στην πλαγιά του ηφαιστείου βρέθηκε to ένα από τα μπρούντζινα σανδάλια του που είχαν φτύσει έξω οι φλόγες.
Υπάρχουν και άλλες ιστορίες για το θάνατο του Εμπεδοκλή, όχι τόσο συναρπαστικές: λένε πως έφυγε από τη Σικελία για την Ελλάδα και δε γύρισε ποτέ, ότι έσπασε το γοφό του πηγαίνοντας σε μια γιορτή και πέθανε από κάποια επακόλουθη αρρώστια, ότι γλίστρησε στη θάλασσα και πνίγηκε λόγω γηρατειών.
Το ότι στο πρόσωπό του συνδυάζονταν η μυστικιστική ύβρις και ο πολιτικός ριζοσπαστισμός ώθησε περίπου είκοσι δύο αιώνες αργότερα -στον απόηχο του ενθουσιασμού ανάσταση- το σπουδαίο Γερμανό φιλόσοφο και ποιητή Φρίντριχ Χαίλντερλιν να γράψει το έμμετρο δράμα Ο θάνατος του Εμπεδοκλή. Η εξαιρετική αυτή σύγχρονη τραγωδία γράφτηκε σε τρεις διαφορετικές εκδοχές στα τέλη της δεκαετίας του 1790, έμεινε όμως ημιτελής και δεν εκτιμήθηκε όσο της άρμοζε. Ο Χαίλντερλιν αποκαλεί «μεθυσμένο με θεό» τον Εμπεδοκλή και του αναγνωρίζει σαφώς ότι ήταν θρησκευτικός μεταρρυθμιστής και πολιτικός επαναστάτης. Ο θάνατος «στην ύψιστη πυρά», όπως την αποκαλεί ο Χαίλντερλιν, γίνεται αντιληπτός ως θυσία στη φύση και ως παραδοχή ότι υπάρχει μια δύναμη ανώτερη από την ανθρώπινη ελευθερία: η ειμαρμένη.
Ο Εμπεδοκλής περιγράφεται πάντοτε ως φυσιογνωμία σοβαρή και αρχοντική, πράγμα που αρκούσε στο Λουκιανό για να τον κάνει ρεζίλι στους Νεκρικούς Διαλόγους, όπου τον δείχνει να κατεβαίνει στον Άδη «μισοκαμένος από την Αίτνα». Όταν ο κυνικός Μένιππος τον ρωτάει τι τον ώθησε να βουτήξει στον κρατήρα, εκείνος αποκρίνεται: «Μια μελαγχολία». Πράγμα που προκαλεί την έκρηξη του Μένιππου:
Όχι! Ματαιοδοξία ήταν· κι έπαρση· και μπόλικη ανοησία· αυτά σ’ έκαψαν ολόκληρο, απ’ την κορφή ως τα νύχια – και καλά σου έκαναν!


ΠΕΡΙΕΡΓΟΙ ΘΑΝΑΤΟΙ
Ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Εμπεδοκλής πίστευε ότι δεν ήταν άνθρωπος, αλλά θεός. Για να το αποδείξει αυτό στους σκεπτικιστές, ορκίστηκε να πάει στην Αίτνα και να επιστρέψει σώος και αβλαβής. Το πρώτο το κατάφερε… το δεύτερο όχι.
Το 1979, ο Robert Williams έγινε ο πρώτος άνθρωπος που σκοτώθηκε από ρομπότ, όταν τον χτύπησε ένας υδραυλικός βραχίονας σε ένα εργοστάσιο της Ford Motor Company στο Μίτσιγκαν.
Ο Franz Reichelt, ένας Αυστριακός ράφτης και δημιουργός του αλεξίπτωτου, δοκίμασε την εφεύρεσή του στις 4 Φεβρουαρίου του 1912, όταν πήδηξε από την κορυφή του Πύργου του Άιφελ… στο θάνατό του.
Η Beatriz Robledo μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από τον έντρομο σύζυγό της, όταν σε μια προσπάθειά της να σταματήσει το λόξιγκα του, έπεσε πάω του κρυφά με μια μάσκα.
Ο Αισχύλος, ο πατέρας της τραγωδίας, πέθανε όταν ένας αετός μπέρδεψε το κεφάλι του με βράχο και του πέταξε μια χελώνα γιατί ήθελε να σπάσει το κέλυφος της.
Το 1998, έξι άνθρωποι πέθαναν προσπαθώντας να σώσουν ένα κοτόπουλο που είχε πέσει σε ένα πηγάδι. Το κοτόπουλο επέζησε.
Το 1649, ο Sir Arthur Aston ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου με το ίδιο του το ξύλινο πόδι κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Drogheda στην Ιρλανδία. Οι αντίπαλοι στρατιώτες πίστευαν ότι εκεί μέσα έκρυβε χρυσά νομίσματα.
Ο κάτοχος της μεγαλύτερης γενειάδας στον κόσμο μπερδεύτηκε στη γενειάδα και έσπασε το λαιμό του, ενώ έτρεχε για να σωθεί από μια φωτιά.
Το 2005, μια κάτοικος του Ντέλαγουερ στις ΗΠΑ κρεμάστηκε από ένα δέντρο τις πρώτες πρωινές ώρες και δεν την πρόσεξε κανείς για ώρες, ενώ ήταν πολλοί εκείνοι που πέρασαν δίπλα της. Ήταν Halloween και οι περαστικοί νόμισαν ότι ήταν στολισμός.
Ο Βρετανός μυθιστοριογράφος Arnold Bennett πέθανε από τυφοειδή πυρετό μετά από μια επίδειξη ότι το νερό στο Παρίσι ήταν πόσιμο.
Ο φωτογράφος άγριας φύσης Carl McCunn αυτοκτόνησε για να αποφύγει την πείνα όταν αφέθηκε στην Αλάσκα. Είχε ναυλώσει μια πτήση για να τον πάει εκεί, αλλά αμέλησε να κανονίσει και να τον πάρουν.
Ο Χρύσιππος, ο αρχαίος Έλληνας στωικός που έζησε σε 207 π.Χ., λέγεται ότι πέθανε από το γέλιο που του προκάλεσε ένα μεθυσμένο γαϊδούρι που προσπαθούσε να φάει σύκα. Κατ’ άλλους, πέθανε από τα γέλια για ένα αστείο που είπε ο ίδιος.
Πηγή: 3otiko


ΚΑΤΑΝΙΑ
Η Κατάνη ή Κατάνια είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σικελίας (ιταλ. Catania) με πληθυσμό 380.000 κατοίκους, χτισμένη στους πρόποδες της Αίτνας. Ήταν αποικία που ιδρύθηκε από Χαλκιδείς από τη Νάξο της Σικελίας.
Πρώτος οικιστής της Κατάνης ήταν ο Εύαρχος , περί το 728 π.Χ. , από την ευβοϊκή αποικία Νάξο της Σικελίας.[1] Οι Ευβοείς έχτισαν την πόλη τους πάνω σε ένα λόφο (Κατάνε στην τοπική διάλεκτο) κοντά στη θάλασσα, 15 χλμ από το ηφαίστειο της Αίτνας, το οποίο έχει προκαλέσει πολλές καταστροφές σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της πόλης. Η οικονομική άνθηση της Κατάνης, η οποία στηριζόταν και στο εμπόριο και στην αγροτική παραγωγή, την έκανε στόχο για τους ισχυρούς της περιοχής, όπως οι Συρακούσες, οι Καρχηδόνιοι κλπ.

Κατάνια: η μαύρη πόλη της Σικελίας που σε μαγεύει

Του Δημήτρη Μπαλή
Μπορεί το σικελικό ταπεραμέντο να έχει συνδεθεί με το Παλέρμο όμως και η, αρκετά μικρότερη, Κατάνια, είτε είναι μέρα είτε πέφτει η νύχτα, είναι και αυτή ένας ηχηρός προορισμός μια και όσο κατεβαίνεις προς τον ιταλικό νότο οι ντόπιοι γίνονται πιο… εκφραστικοί.
Μια επίσκεψη στη Σικελία, με βάση την Κατάνια, αποτελεί ίσως ένα όνειρο πολλών, που γίνεται χειροπιαστό μπαίνοντας σε μια απευθείας πτήση της Aegean. Και μόλις φθάσεις και αφού χορτάσεις την Κατάνια, η Ταορμίνα και οι Συρακούσες σε περιμένουν σε απόσταση αναπνοής για να νιώσεις λίγο τη μαγεία της Μεγάλης Ελλάδας.
Η Κατάνια λοιπόν, βασανισμένη πόλη, έχει μεγάλη θέση στην καρδιά των Ιταλών. Η Αίτνα, ο ομφαλός της, το μεγάλο της ατού και ο χειρότερος εχθρός της, την κατέστρεψε τελευταία φορά το 1669. Παρόλα αυτά ο κεντρικός δρόμος λέγεται via Etna! Καταστράφηκε 9 φορές από σεισμούς, εκρήξεις, επιδρομές, ανοικοδομήθηκε 9 φορές και οι φήμες λένε ότι κάθε φορά είναι πιο όμορφη από πριν. Η σημερινή εκδοχή είναι αποτέλεσμα της τελευταίας δόμησης του 1693, όταν ένας σεισμός ισοπέδωσε την πόλη, και γι’ αυτό οι δρόμοι είναι μεγάλοι, χωρίς τα «μαφιόζικα» στενάκια του υπόλοιπου νησιού. Όμως η Κατάνια έχει επικρατήσει να λέγεται «Citta Nera» (Μαύρη πόλη) μια και η σκούρα λάβα του ηφαιστείου αποτέλεσε υλικό δόμησης.

Μια πόλη, μια ιστορία όπου πας

Η εξερεύνηση αρχίζει από την Piazza del Duomo ή αλλιώς από το Σιντριβάνι (του 18ου αιώνα) του Ελέφαντα, ένα γλυπτό από μαύρη λάβα της Αίτνας, σημείο συνάντησης των ντόπιων. Ο Καθεδρικός ναός της Αγίας Αγάθης, πολιούχος της πόλης, που επιβίωσε από καταστροφές να είναι και αυτός στα σχέδια σας. Η ιστορία της Αγίας συνδέεται με το παραδοσιακό γλυκό κασάσα, και δεν σας λέμε πώς για να το ανακαλύψετε μόνοι σας! Και φυσικά τα βήματά σας θα σας φέρουν στο θέατρο Bellini με τα κατακόκκινα θεωρεία και τα φιλοτεχνημενα ταβάνια, και -γιατί όχι;- να δείτε και μια παράσταση. Ο Massimo Bellini, ο συνθέτης της Κατάνιας θα σας είναι πολύ οικείος μέχρι να φύγετε από εκεί, μια και είναι πανταχού παρών στην πόλη. Από το Castello Ursinο του 13ου αι. και που σήμερα στεγάζει το μουσείο Civico της Κατάνια θα περάσετε σίγουρα. Και μια και είστε εκεί, δίπλα, στην via Reitano, θα βρείτε τα σουβενίρ σας: χειροποίητες μαριονέτες, διακοσμητικά από λάβα και άλλα παραδοσιακά πολύχρωμα σιτσιλιάνικα πραγματάκια.

Διασκέδαση, καλό κρασί και καλή… καρδιά

Στο Ciminiere χτυπάει η καρδιά της εναλλακτικής Κατάνιας. Η πρώην βιομηχανική ζώνη έχει μεταμορφωθεί σε trendy πολυχώρο τέχνης και νυχτερινής ζωής, για clubbing, συναυλίες, προβολές, θέατρο, χορό. Ρομαντικές προπόσεις στο πάρκο Bellini με το σιντριβάνι και τους όμορφους κήπους με τα τροπικά φυτά, τις προτομές διάσημων Σικελών και ένα μπουκάλι κατακόκκινο Nero DAvola! Και αφού ήρθε η κουβέντα για κρασί, μια 100% βραδιά ιταλικής αφρόκρεμας θα περάσετε στο il Cantiniere που, με πάνω από 10.000 ετικέτες οίνου, λειτουργεί όχι μόνο ως wine bar αλλά και ως εστιατόριο.
Και επειδή θα συναντήσετε παντού, μα παντού, λίγη… ρικότα, να θυμάστε ότι υπάρχει και η ομώνυμη γιορτή. Το διάσημο τυρί γιορτάζει με όλες τις τιμές παραδοσιακά κάθε Απρίλιο στο Vizzini (60 χλμ. από Κατάνια).
Παρόλο που δεν έχει το μέγεθος του Παλέρμο η Κατάνια, θα κερδίσει οπωσδήποτε την καρδιά σου, διότι ο έρωτας περνάει από στομάχι. Και στην Κατάνια το φαγητό είναι μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Σε κάθε γωνιά της πόλης βρίσκεις πάμφθηνες λιχουδιές που σβήνουν τις αναστολές. Θα φας υπέροχα ακόμα και σε τουριστικά μαγιαζιά. Στοίχημα από τώρα ότι οι Paste di mandorla (αμυγδαλόπαστες) και Paste al Pistacchio (φυστικόπαστες) θα γίνουν τα αγαπημένα σας γλυκά. Δοκιμάστε τα στο Savia είναι το πιο παλιό ζαχαροπλαστείο της πόλης, από το 1879, και ίσως το καλύτερο, με όλες τις παραδοσιακές λιχουδιές της Σικελίας, γλυκές και αλμυρές, στην καλύτερη ποιότητα, με εκείνες ακριβώς τις λεπτομέρειες που θυμίζουν την Ιταλία του παλιού κινηματογράφου.

Κάντε το γύρο της Σικελίας

Επίσκεψη στην Κατάνια, χωρίς να κάνουμε μια μεγάλη βόλτα στη Σικελία, δεν εννοείται. Για το λόγο αυτό νοικιάστε ένα αυτοκίνητο και φτιάξτε πρόγραμμα. Με καλό αυτοκινητόδρομο, όλοι οι προορισμοί είναι προσιτοί. Κοντά σας, λίγο πιο βόρεια είναι η Ταορμίνα, την οποία πρέπει οπωσδήποτε να δείτε. Στα νότια της Κατάνιας βρίσκονται οι Συρακούσες, με αρχαιοελληνική ιστορία, μια και την ίδρυσαν Έλληνες (Κορίνθιοι) τον 8 αι. π.χ. Κι αυτή δεν πρέπει να σας… ξεφύγει. Αν θέλετε να κάνετε παραλιακά όλη την νότιο Σικελία, θα πρέπει να ξέρετε ότι ο δρόμος είναι μεν καλός, αλλά πιο στενός. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, με αυτοκινητόδρομο από την Κατάνια, οφείλετε να πάτε στην πρωτεύουσα το Παλέρμο, πάνορμος για τους Αρχαίους Έλληνες. Έχει αρχοντιά και κακόφημη ιστορία λόγω των συμμοριών, όμως είναι μια πόλη με μεγάλο ενδιαφέρον. Από εκεί μπορείτε να κατευθυνθείτε στην πιο δυτική πόλη του νησιού, το Τράπανι, με ωραία αξιοθέατα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2019

Πρόγραμμα Μέρα 1η Κυριακή 30/06, απογεματάκι. Ξεκινάμε από Άγιο Στέφανο(;) για Πειραιά κι από κει για Πάτρα, (230χλμ 2+ ώρες). Φτάνο...