Σάββατο 30 Ιουνίου 2018

Αθήνα – Πάτρα (220 χλμ, 2,5 ώρες)

Ξεκινάμε από Άγιο Στέφανο το μεσημέρι (12.00;), περνάμε από Πειραιά, συμπληρωνόμαστε και αναχώρηση για Πάτρα. Εκεί αφού κάνουμε τσεκ ιν (Γ.ΤΕΛΩΝΗΣ, Οθ.Αμαλίας 12, ή Τερματικός Σταθμός Σταθμός Επιβατών Πάτρα, Ακτή Δυμαίων, Νότιο Λιμάνι), βρίσκουμε την κ. Τζελέτα, πάμε για φαγητό (στα Βραχνέικα;) και μετά επιβιβαζόμαστε για Μπάρι, Ιταλία (SUPERFAST Ι απόπλους 18.00΄).

Σάββατο 16 Ιουνίου 2018

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΚΔΡΟΜΗΣ Κ. ΙΤΑΛΙΑ - ΣΙΚΕΛΙΑ 2


Πέμπτη, 5 Ιουλίου 2018
Κατάνια – Συρακούσες (65 χλμ, 1 ώρα * 2)
Ξεκινάμε για Συρακούσες (Siracusa) και κάνουμε το γύρο της πόλης· παλιά ελληνική αποικία και πλήθος τα ενδιαφέροντα σημεία που υπάρχουν μέχρι τις μέρες μας, όλα συγκεντρωμένα το ένα δίπλα στ’ άλλο στη Viale ParadisoΝαός του Απόλλωνα, , Ελληνικό θέατροΛατομεία με το αυτί του Διονυσίου (Orecchio di Dionisio). Κατευθυνόμαστε προς το λιμάνι και το νησάκι Ορτυγία όπου η Μητρόπολη (Duomo) στα ερείπια του ναού της Αθηνάς και η πηγή της Αρέθουσας (Fonte Aretusa) στην άκρη. Τ’ απόγεμα μια βόλτα στην Κατάνια που μας φιλοξενεί, χρειάζεται. Βλέπουμε τον αρχαιολογικό της χώρο αλλά και κλασσικά, όπως σε κάθε ιταλική πόλη, το Ντουόμο.

Συρακούσες

Οι Συρακούσες (αρχαία ελληνικά: Συρακοῦσαι, λατινικάSyracusaeιταλικάSiracusa) είναι πόλη της Ιταλίας στη νοτιοανατολική ακτή της Σικελίας με πληθυσμό περίπου 125.000 κατοίκους. Ιδρύθηκε από τους αρχαίους Έλληνες το 734 ή το 733 π.Χ. και συγκεκριμένα από Κορίνθιους και Τενεάτες αποίκους. Ήταν η σημαντικότερη πόλη της Μεγάλης Ελλάδας και μια από τις σπουδαιότερες αρχαίες ελληνικές πόλεις. Στον Πελοποννησιακό πόλεμο (Σικελική εκστρατεία 415-413 π.Χ.) απέκρουσαν επίθεση των Αθηναίων. Στη συνέχεια εξελίχθηκε σε μια από τις ακμαιότερες, πλουσιότερες και δυνατότερες ελληνικές πόλεις της Σικελίας μέχρι την υποδούλωσή της στους Ρωμαίους το 212 π.Χ. Ο Κικέρωνας την αποκάλεσε «ωραιότατη και καταστόλιστη πόλη». Τα εντυπωσιακά ερείπια του κέντρου της αρχαίας πόλης, μαζί με την προϊστορική βραχώδη νεκρόπολη της Παντάλικα, που βρίσκεται μερικά χιλιόμετρα δυτικά της πόλης, αποτελούν μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Περιτριγυρισμένες από ισχυρότατα τείχη που είχαν μήκος 28 χλμ., οι Συρακούσες στολίζονταν από θαυμάσια ανάκτορα, όπως αυτό του Ιέρωνα, περίφημους ναούς της Αρτέμιδας και της Αθηνάς, από την κρήνη Αρέθουσα και το περίφημο θέατρο των Συρακουσών, αριστούργημα αρχιτεκτονικής και ακουστικής. Τα νομίσματά της, που σώθηκαν, είναι αληθινά καλλιτεχνήματα.
Οι Συρακούσες ιδρύθηκαν το 734 ή 733 π.Χ. από τους Κορίνθιους αποίκους με οικιστή τον Αρχία. Η πόλη αρχικά χτίστηκε στο νησί Ορτυγία, στη θέση εγκατάστασης γηγενών Σικελών, τους οποίους εξεδίωξαν οι Έλληνες, και στη συνέχεια επεκτάθηκε στην απέναντι ακτή.[1] Τον επόμενο αιώνα η πόλη αναπτύχθηκε ιδρύοντας αρκετές αποικίες στην νοτιοανατολική Σικελία, όπως οι Άκραι, ο Έλωρος και η Καμάρινα. Στα χρόνια αυτά που συνοδεύτηκαν με μεγάλη οικονομική ακμή των Συρακουσών, η πόλη ταράχτηκε από σφοδρές διαμάχες ανάμεσα στους ευγενείς και τους υποδουλωμένους ντόπιους.
Το 485 π.Χ. ο Γέλων ο τύραννος της Γέλας κατέλαβε τις Συρακούσες και ανέλαβε την εξουσία σ’ αυτές. Στη θέση του, ως τύραννο της Γέλας άφησε τον αδελφό του Ιέρωνα. Ο Γέλων είχε ήδη παντρευτεί την Δαμαρήτη, κόρη του Θήρωνα, τυράννου του Ακράγαντα. Με την κίνηση αυτή εξασφάλισε την συμμαχία της άλλης ισχυρής ελληνικής πόλης της Σικελίας. Με τη δραστηριότητα που ανέπτυξε κατάφερε να δημιουργήσει συνασπισμό πόλεων ο οποίος περιλάμβανε τις τρεις ισχυρότερες πόλεις της νοτιοδυτικής Σικελίας, τις Συρακούσες, τη Γέλα και τον Ακράγαντα. Ο ισχυρός αυτός συνασπισμός οδηγήθηκε τελικά σε σύγκρουση με τους Καρχηδόνιους. Η καθοριστική σύγκρουση έγινε απέναντι από τα τείχη της Ιμέρας, πόλης της βόρειας Σικελίας, το 480 π.Χ.. Στη μάχη της Ιμέρας οι δυνάμεις των Συρακουσίων και των Ακραγαντίνων νίκησαν τους Καρχηδόνιους, αναστέλλοντας τα σχέδια των τελευταίων για κατάληψη του νησιού για περίπου έναν αιώνα.
Ο Γέλων πέθανε το 478 π.Χ. και τον διαδέχτηκε ο αδελφός του Ιέρων[2] ο οποίος ισχυροποίησε ακόμα περισσότερο το κράτος των Συρακουσών. Συμμαχώντας με την πόλη Κύμη νίκησε τους Τυρρηνούς πειρατές στη ναυμαχία της Κύμης το 474 π.Χ.
Ο Ιέρων πέθανε το 
467 π.Χ. και τον διαδέχτηκε ο αδελφός του Θρασύβουλος. Ο Θρασύβουλος δεν είχε τις ικανότητες των προκατόχων του και καθαιρέθηκε με επανάσταση έναν χρόνο μετά.[3] Μετά την πτώση της τυραννίας, κυριάρχησε στην πόλη η δημοκρατική παράταξη. Μεταξύ του 458 και 452 π.Χ. οι γηγενείς κάτοικοι της Σικελίας, οι Σικελοί δημιούργησαν ισχυρό κράτος στο εσωτερικό του νησιού και κυρίευσαν ορισμένες ελληνικές (Μοργαντίνη) και καρχηδονιακές πόλεις των παραλίων. Οι Συρακούσες κατάφεραν να διαλύσουν τον στρατό των Σικελών και να επιβάλλουν την κυριαρχία τους στις περιοχές τους. Το 445 π.Χ. οι Συρακούσιοι κατέλαβαν και τον Ακράγαντα αποκτώντας τον έλεγχο μεγάλου μέρους του νησιού. Πολλές σικελικές πόλεις, δυσαρεστημένες από την ηγεμονία των Συρακουσών, σύναψαν συμμαχία με την Αθήνα. Η Αθήνα αναμίχθηκε στα γεγονότα της Σικελίας το 427 π.Χ στέλνοντας μικρή δύναμη να βοηθήσει το Ρήγιο και τους Λεοντίνους που απειλούνταν από τις Συρακούσες. Το 416 π.Χ., με αφορμή την βοήθεια που ζήτησε η πόλη Έγεστα για να προστατευτεί από τις επιθέσεις του γειτονικού Σελινούντος, οργανώθηκε από την Αθήνα η μεγάλη Σικελική εκστρατεία. Οι Αθηναίοι πολιόρκησαν τις Συρακούσες, όμως μετά την παρέμβαση των Σπαρτιατών οι Αθηναίοι ηττήθηκαν και 7.000 από αυτούς και τους συμμάχους τους αιχμαλωτίστηκαν, τελειώνοντας τις μέρες τους στα λατομεία των Συρακουσών.
Η Έγεστα, μετά την αποτυχία των Αθηναίων να της προσφέρουν βοήθεια, στράφηκε στους Καρχηδόνιους. Αυτοί ανταποκρίθηκαν στέλνοντας μεγάλο στρατό υπό τον στρατηγό Αννίβα, το 409 π.Χ., ο οποίος κατέλαβε και κατέστρεψε τον Σελινούντα, την Ιμέρα, τον Ακράγαντα, τη Γέλα και την Καμάρινα.
Οι Συρακούσιοι, μπροστά στον κίνδυνο, εξέλεξαν στρατηγό αυτοκράτορα τον Διονύσιο. Αυτός, αποκτώντας τον απόλυτο έλεγχο του στρατού, κατέλαβε την εξουσία και έγινε τύραννος (406 π.Χ.). Ο Διονύσιος στη συνέχεια κατέλαβε πόλεις της ανατολικής Σικελίας, καταφέρνοντας να ελέγξει το μεγαλύτερο μέρος του ανατολικού τμήματος του νησιού. Στις επιχειρήσεις αυτές κατέστρεψε ολοσχερώς την Νάξο. Το 398 π.Χ. εξεστράτευσε κατά των καρχηδονιακών βάσεων της Σικελίας, καταφέρνοντας να καταλάβει τη Μοτύη. Μετά από αυτές τις εξελίξεις οι Καρχηδόνιοι έστειλαν στρατό στη Σικελία, κατέλαβαν τη Μεσσήνη και στη συνέχεια πολιόρκησαν τις ίδιες τις Συρακούσες.
Οι Συρακούσιοι, ενισχυόμενοι με τριάντα πλοία από τους Σπαρτιάτες, απέκρουσαν τους Καρχηδόνιους και τους νίκησαν στη θάλασσα. Ακολούθησε στην συνέχεια αντεπίθεση των Συρακουσών και ανάκτηση πολλών περιοχών που είχαν χαθεί στον πρόσφατο πόλεμο. Άλλες δύο προσπάθειες των Καρχηδονίων να επιβάλουν την κυριαρχία τους στη Σικελία απέτυχαν και οι Συρακούσες απέκτησαν σταδιακά τον έλεγχο του μεγαλύτερου τμήματος της Σικελίας. Ο Διονύσιος, ενισχυμένος, επέκτεινε τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις στη νότια Ιταλία, καταλαμβάνοντας την πόλη Καυλωνία και υποτάσσοντας το Ρήγιο. Στη συνέχεια συγκρούστηκε πάλι με τους Καρχηδόνιους και κατάφερε να ανακτήσει τον Σελινούντα.[4]

Ο Διονύσιος πέθανε το 367 π.Χ. και τον διαδέχτηκε ο γιος του Διονύσιος ο Νεότερος. Ο Διονύσιος ο Νεότερος δεν διέθετε τις ικανότητες του πατέρα του με αποτέλεσμα δώδεκα χρόνια μετά να ανατραπεί από τον θείο του, τον στρατηγό Δίωνα και να καταφύγει στους Επιζεφύριους Λοκρούς. Ο Δίων, μαθητής του Πλάτωνα, δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει το πλατωνικό όραμα για το ιδεώδες κράτος και δολοφονήθηκε, έναν χρόνο μετά, από τον Κάλλιππο, άνθρωπο με ύποπτη και σκοτεινή δράση[5]. Αυτός δεν διατηρήθηκε πολύ καιρό στην εξουσία, καθώς δολοφονήθηκε δύο χρόνια μετά, το 353 π.Χ. Ακολούθησε τότε στις Συρακούσες περίοδος αναρχίας που είχε ως αποτέλεσμα, το 346 π.Χ., να ξαναπάρει την εξουσία της πόλης ο Διονύσιος ο Νεότερος. Οι εξόριστοι Συρακούσιοι τότε ζήτησαν από την μητρόπολή τους, την Κόρινθο, να τους βοηθήσει να διώξουν τον τύραννο και η Κόρινθος ανταποκρίθηκε στέλνοντας στρατό με επικεφαλής τον Τιμολέοντα. Πριν οι δυνάμεις του Τιμολέοντος φτάσουν στην Σικελία, ο τύραννος των Λεοντίνων Ικέτας κατέλαβε τις Συρακούσες και περιόρισε τον Διονύσιο στο νησί Ορτυγία. Ο Τιμολέων με τις δυνάμεις του νίκησε τον Ικέτα ενώ κατέλαβε και την Ορτυγία, συλλαμβάνοντας τον Διονύσιο. Στη συνέχεια ανέλαβε την εξουσία της πόλης και άρχισε την ανασυγκρότησή της (343 π.Χ.). Το 339 π.Χ. οι Καρχηδόνιοι επιχείρησαν πάλι εκστρατεία στην Σικελία. Ο Τιμολέων τους αντιμετώπισε στον Κρίμησο ποταμό και τους νίκησε. Στην συνέχεια στράφηκε κατά κάποιων τυράννων ελληνικών πόλεων, ορισμένοι απ’ τους οποίους είχαν συμμαχήσει με τους Καρχηδόνιους και τους εκτέλεσε ή τους εκθρόνισε. Οι Καρχηδόνιοι, μετά την ήττα και των τελευταίων συμμάχων τους στην Σικελία, αναγκάστηκαν να κλείσουν ειρήνη με τον Τιμολέοντα. Ο Τιμολέων πέθανε το 337 π.Χ. έχοντας πετύχει να απωθήσει τους Καρχηδόνιους και να ισχυροποιήσει τις Συρακούσες.[6]

Το 316 π.Χ. ανέλαβε την εξουσία ο Αγαθοκλής ο οποίος μετέτρεψε το πολίτευμα σε τυραννία. Ο Αγαθοκλής απέβλεπε στην δημιουργία ενός ισχυρού κράτους με κέντρο τις Συρακούσες και σύντομα στράφηκε κατά των Καρχηδονίων που ήταν το ισχυρότερο εμπόδιο στις φιλοδοξίες του. Αφού απέτυχε να τους νικήσει στην Σικελία αποφάσισε να μεταφέρει τον πόλεμο στην Αφρική. Συμμάχησε με τον τύραννο της Κυρήνης Οφέλλα και εξεστράτευσε στα εδάφη της Καρχηδόνας. Αφού κατέλαβε κάποιες πόλεις διέκοψε την εκστρατεία και επέστρεψε στην Σικελία γιατί ο Οφέλλας σταμάτησε να τον στηρίζει και επιπλέον είχε επαναστατήσει η πόλη του Ακράγαντα στη Σικελία.
Με την επιστροφή του συνέχισε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Σικελία καταλαμβάνοντας το μεγαλύτερο τμήμα του νησιού. Στην συνέχεια στράφηκε κατά των Βρεττίων της Νότιας Ιταλίας προσαρτώντας έναν τμήμα στο κράτος του. Ο Αγαθοκλής πέθανε το 289 π.Χ. έχοντας δημιουργήσει ένα μεγάλο κράτος. Μετά τον θάνατο του Αγαθοκλή το κράτος των Συρακουσών εξασθένησε και αντιμετώπισε νέες εισβολές των Καρχηδονίων. Μπροστά στον νέο κίνδυνο οι ελληνικές πόλεις της Σικελίας κάλεσαν για βοήθεια τον Πύρρο που εκείνη την περίοδο πραγματοποιούσε εκστρατεία στην Μεγάλη Ελλάδα.
Ο Πύρρος νίκησε τους Καρχηδόνιους οι οποίοι είχαν φτάσει πάλι να απειλούν τις Συρακούσες, κατέλαβε την πόλη τους Έρυξ και τους περιόρισε στην πόλη Λιλύβαιο στα δυτικά του νησιού. Στην συνέχεια όμως εκδήλωσε ηγεμονικές διαθέσεις με αποτέλεσμα να στραφούν πολλές σικελικές πόλεις εναντίον του. Μετά τη δημιουργία εχθρικού κλίματος στην Σικελία εναντίον του, ο Πύρρος αποχώρησε και συνέχισε τις επιχειρήσεις του στην Ιταλία.
Μετά την αποχώρηση του Πύρρου οι Συρακούσες πέρασαν σε περίοδο πολιτικής αστάθειας που έληξε το 275 π.Χ. με την αναρρίχηση στην εξουσία του Ιέρωνος ο οποίος επέβαλλε τυραννικό καθεστώς.[7] Ο Ιέρων αρχικά αντιμετώπισε τους Μαμερτίνους, ομάδα μισθοφόρων από την Καμπανία (Ιταλίας), οι οποίοι είχαν καταλάβει τη Μεσσήνη και πραγματοποιούσαν επιδρομές στις γύρω περιοχές. Για να τους αντιμετωπίσει έκλεισε συμμαχία με τους Καρχηδόνιους και μετά από σειρά επιχειρήσεων κατάφερε να τους περιορίσει. Τότε αυτοί αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη βοήθεια της Ρώμης. Η εμπλοκή της Ρώμης στην Σικελία οδήγησε στον πρώτο Καρχηδονιακό πόλεμο. Ο Ιέρων στο διάστημα αυτό έκλεισε ειρήνη με τη Ρώμη και κατάφερε να διατηρήσει τις κτήσεις του. Στην συνέχεια συμμάχησε με τη Ρώμη.[8] Ο Ιέρων πέθανε το 215 π.Χ. και αφού ο γιος του και διάδοχός του, ο Γέλων Β΄, είχε πρόωρα πεθάνει, τον διαδέχτηκε ο νεαρός εγγονός του ο Ιερώνυμος ο οποίος δολοφονήθηκε ένα χρόνο μετά, από φιλορωμαϊκή συνωμοσία. Μετά τον θάνατο και του διαδόχου του Ιέρωνα, η στάση της πόλης έγινε εχθρική προς τη Ρώμη. Οι Ρωμαίοι τότε πολιόρκησαν τις Συρακούσες με τις λεγεώνες τους, υπό την αρχηγία του υπάτου Μάρκου Κλαυδίου Μαρκέλλου, και τις κατέλαβαν το 212 π.Χ. μετά από πολιορκία ενός έτους, χάρη στην προδοσία ενός Ίβηρα μισθοφόρου. Με την κατάληψη της πόλης, σκότωσαν τον μεγάλο μαθηματικό και μηχανικό της αρχαιότητας Αρχιμήδη, ο οποίος κατασκευάζοντας ειδικές μηχανές είχε ενισχύσει την άμυνα των Συρακουσών.

Σημαντικοί Συρακούσιοι (8ος - 2ος αι. π.Χ.)

Αρέθουσα (μυθολογία)

Κατά την Ελληνική Μυθολογία η Αρέθουσα είναι νύμφη των πηγών και των δασών, συνοδός της Θεάς Αρτέμιδος, καθώς και θυγατέρα του Νηρέα (εξ ου Νηρηίδα νύμφη)[1] και της Δωρίδας.
Αυτήν αγάπησε ο ποτάμιος θεός Αλφειός, τον οποίο, για να αποφύγει η Αρέθουσα, διαπέρασε τη μεταξύ Πελοποννήσου και Σικελίας θάλασσα και, φθάνοντας στην παρά τις Συρακούσες νήσο Ορτυγία, μεταμορφώθηκε από την Άρτεμη[2] σε "πηγή" πλούσια σε γάργαρο νερό. Τότε, ο Αλφειός μεταμορφώθηκε σε ισχυρό υποθαλάσσιο ποταμό (θαλάσσιο ρεύμα)[3], την ορμητικότητα του οποίου δεν μπόρεσε να εμποδίσει ούτε ο Αδρίας (Αδριατικό πέλαγος), ώστε να ενώσει τα ύδατά του με εκείνα της πηγής της Αρέθουσας.
Αποτελεί αρχαιοελληνική συνειρμική ιδεατή ανθρωπόμορφη παράδοση της «ένωσης» των γλυκέων υδάτων ποταμών και πηγών που ρέουν στη θάλασσα (δια της Μεσογείου).
Η πηγή Αρέθουσα υπάρχει στο νησάκι Ορτυγία κοντά στις Συρακούσες και οι Συρακούσιοι πίστευαν ότι τα νερά της χύνονται υπογείως στον ποταμό Αλφειό της Πελοποννήσου.

Τα λατομεία των Συρακουσών. Τοπίο ανθρώπινου πόνου και ιστορικής μνήμης.

Τα λατομεία των Συρακουσών. Τοπίο ανθρώπινου πόνου και ιστορικής μνήμης, για τις συνέπειες της αλαζονικής συμπεριφοράς μιας "δημοκρατίας" απέναντι σε μια άλλη.
Εισαγωγή
Το καλοκαίρι του 413 π.Χ., στις δημοκρατικές Συρακούσες της Σικελίας, όχι λιγότεροι από 7.000 δημοκράτες Αθηναίοι κρατούνται αιχμάλωτοι μετά την ήττα τους στην μάχη εναντίον των Συρακουσών. Όσοι δεν πέθαναν στην μάχη και όσοι δεν κατάφεραν να ξεφύγουν, κατέληξαν στα λατομεία των Συρακουσών, όπου από την πρώτη μέρα δουλικής εργασίας τους εκεί θεωρούνταν νεκροί τόσο από τους Συρακούσιους όσο και από τους συμπολίτες τους Αθηναίους. 
Το παρόν άρθρο, μέσα από ένα επιτόπιο φωτογραφικό οδοιπορικό στα λατομεία των Συρακουσών, έχει διττό σκοπό. Αφενός την ανάδειξη της ματαιότητας κάθε επεκτατικής τάσης προερχόμενης από την εκάστοτε εξουσία, και αφετέρου την με μαθηματική ακρίβεια κατεύθυνση των συνεπειών σε αυτό που αποκαλούμε απλό λαό και άμαχο πληθυσμόχρησιμοποιώντας ως παράδειγμα όχι κάποια τυραννίδα αλλά την Αθηναϊκή Δημοκρατία του "Χρυσού Αιώνα" του Περικλή και τον Περικλή τον ίδιο.
Το ιστορικό πλαίσιο
Το καλοκαίρι του 415 π.Χ. ο Δήμος της Αθήνας αποφάσισε να τερματίσει την εκεχειρία του Πελοποννησιακού Πολέμου με μία πρωτοφανή για τα δεδομένα της εποχής επιχείρηση, την Σικελική Εκστρατεία. Αντικειμενικός σκοπός της εκστρατείας ήταν η κατάληψη των Συρακουσών, μιας πόλης που δεν υπολειπόταν σε πληθυσμό και πλούτο από την Αθήνα και κατόπιν ολόκληρης της Σικελίας.  Μια επιχείρηση 1300 χιλιόμετρα μακριά από τη βάση που αν πετύχαινε τον στόχο της θα καθιστούσε την Αθήνα μία μικρή αυτοκρατορία και θα έθετε τις βάσεις  για την επικράτηση της Ιωνικής πόλης σε ολόκληρη τη Μεσόγειο!

Μαρμάρινο ψήφισμα του δήμου των Αθηναίων για τη Σικελική Εκστρατεία, 415/4 π.Χ.
Τόπος Εύρεσης: Αθήνα, Ακρόπολη | μήκος: 0,30 μ., πλάτος: 0,145 μ., ύψος: 0,20 μ.

Τις πληροφορίες για τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των Ελλήνων, την εκστρατεία στην Σικελία και γενικά κάθε πτυχή του πολέμου την γνωρίζουμε μέσα από το έργο του Θουκυδίδη. Ο ίδιος είχε διειδεί την αξία του έργου του και είχε καταλάβει το μέγεθος του επικείμενου πολέμου ήδη κατά την έκρηξή του. Γράφει σχετικά:

«σοι δ βουλήσονται τν τε γενομένων τ σαφς σκοπεν κα τν
μελλόντων ποτ αθις κατ τ νθρώπινον τοιούτων κα παραπλησίων
σεσθαι, φέλιμα κρίνειν ατ ρκούντως ξει. κτμά τε ς αε μλλον 
γώνισμα ς τ παραχρμα κούειν ξύγκηται» (Ι, 22, 4).

Απόδοση:
«Όσοι δε, θα θελήσουν να μελετήσουν την καθαρή και
διαρθρωμένη αλήθεια και αυτών που συνέβησαν [κατά τον πόλεμο αυτό]
και των μελλόντων οποτεδήποτε, τα οποία θα είναι κατά την ανθρώπινη
φύση πάλι τέτοια και παραπλήσια, αυτοί θα έχουν επαρκή βάση να
κρίνουν τα γραφόμενά μου ωφέλιμα. Γιατί αυτά έχουν συνταχθεί να είναι
κτήμα για πάντα μάλλον, παρά κατόρθωμα της στιγμής». 

Ο Θουκυδίδης θεωρεί τον Πελοποννησιακό Πόλεμο ως το μεγαλύτερο και σημαντικότερο γεγονός της παγκόσμιας πολεμικής ιστορίας μέχρι τότε. Κατά τον 27ετή αυτόν πόλεμο συνεπλάκησαν η Ηγεμονία των Αθηνών και η Συμμαχία της Σπάρτης σε έναν διπολικό αγώνα μέχρι τελικής αποφασιστικής νίκης του ενός μέρους και καθολικής πτώσεως του άλλου. Και όντως η ιστορία του Ελληνισμού σημαδεύτηκε καθοριστικά από αυτόν και την έκβασή του.
Για την αιτία του πολέμου ο Θουκυδίδης είναι σαφής και στην αρχή του έργου. Πολύ συνοπτικά (και κυρίως για την συνέχεια της ροής) αναφέρουμε τις αιτίες που αναγνώριζαν και τα δυο στρατόπεδα: 
1) Τα Κερκυραϊκά, δηλαδή η παρέμβαση της Αθήνας στην Σφαίρα Επιρροής της Κορίνθου στη Δυτική Ελλάδα και κατά την εμπορική οδό, σε κομβικό σημείο της οικονομικής αρτηρίας προς Ιταλία και Δύση (Ι 24-55).
2) Τα Ποτειδαιϊκά, ήτοι η αντίστροφη στρατηγική ανάμειξη της Κορίνθου στη σφαίρα επιρροής των Αθηνών (συγκεκριμένα στην Χαλκιδική), στην Αθηναϊκή ηγεμονία, στην «Αρχή», όπου το ζήτημα περιπλέκεται από το ότι η Ποτείδαια ήταν Κορινθιακή αποικία (Ι 56-61).
3) Οι Αιγινήτες υποστήριζαν ότι δεν είναι ελεύθεροι όπως θα έπρεπε σύμφωνα με τις Τριακονταετείς Σπονδές, αλλά ότι η Αθηναϊκή Δύναμη τους περιορίζει ελέγχουσα την οικονομική δράση σε όλο το Imperium από τον Εύξεινο Πόντο δια του Αιγαίου μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο (Ι, 62, 2).
4) Το Μεγαρικό Ψήφισμα. Οι Αθηναίοι αποφάσισαν τον οικονομικό αποκλεισμό των Μεγάρων (Δωρικής πόλης) από την οικονομική σφαίρα του Αθηναϊκού Imperium. Έκλεισαν για τα Μέγαρα τις αγορές της Ηγεμονίας και αυτής της Αττικής στραγγαλίζοντας οικονομικά τα Μέγαρα (Ι, 62, 4). 

Χάρτης εποχής όπου φαίνονται οι συμμαχίες, ο αυτοπροσδιορισμός δηλαδή των πόλεων ως φιλοσπαρτιατικές ή φιλοαθηναϊκές και η έναρξη της καταστρεπτικής διπολικότητας.
Έπειτα από εναλλάξ ανταλλαγή πρεσβειών για συζητήσεις περί των ανωτέρω, συνέρχεται η Εκκλησία του Δήμου στην Αθήνα για τις τελικές αποφάσεις. Διίστανται οι γνώμες μεταξύ φιλοπόλεμων και φιλειρηνιστών. Οι τελευταίοι ισχυρίζονται ότι δεν άξιζε να γίνει διπολικός πόλεμος για ένα θέμα απολύτως ήσσονος σημασίας, το Μεγαρικό Ψήφισμα. Αλλά ο Θουκυδίδης έχει διαγνώσει την ιστορική αλήθεια: το Μεγαρικό Ψήφισμα και τα άλλα συζητούμενα θέματα είναι αφορμές και προφάσεις. Δεν είναι ο λόγος και η κρυφή αιτία του πολέμου. Στην Εκκλησία του Δήμου ανέρχεται στο βήμα ο Περικλής, ο ισχυρότερος πολιτικός άνδρας της Αθήνας τότε, για τα τελευταία 15 χρόνια ουσιαστικός μόναρχος και εστία καθολικής επιρροής («λέγειν τε κα πράσσειν δυνατώτατος»)
Ο λόγος του Περικλή που ακολουθεί είναι από την αρχή μέχρι το τέλος μια συνεχή προσπάθεια να πείσει τους Αθηναίους να ξεκινήσουν πόλεμο, αναλύοντας τα μειονεκτήματα του αντιπάλου και εξαίροντας τα πλεονεκτήματα των Αθηνών. Πέρα από τα διπλωματικά επιχειρήματα, η γνώμη του είναι ρητή:
«τατα [η προηγούμενη προτεινόμενη απάντηση στη Σπάρτη] 
γρ δίκαια κα πρέποντα μα τδε τ πόλει ποκρίνασθαι. 
εδέναι δ χρ τι νάγκη πολεμεν».

«Η διπλωματική απάντηση τηρεί το δίκαιο και 
ταυτόχρονα αρμόζει στη Δύναμη της πόλης. 
Αλλά να ξέρετε ότι πρέπει να γίνει πόλεμος».
Και ο Περικλής τελειώνει τον πρώτο καταγεγραμμένο μνημειώδη λόγο του για τον Πελοποννησιακό πόλεμο με δυο καίριες παρατηρήσεις στους Αθηναίους προς γνώσιν και συμμόρφωσιν.
Πρώτον. Μέγιστες τιμές αποκτώνται με μέγιστους κινδύνους από πόλεις και άτομα: 
«κ τε τν μεγίστων κινδύνων τι κα πόλει κα διτη μέγισται τιμα περιγίγνονται». 
Δεύτερον. Οι Αθηναίοι επεκράτησαν της Περσικής Αυτοκρατορίας, έθεσαν τα θεμέλια και μεγέθυναν την Ηγεμονία τους (την Αρχή) με ισχυρή (αποτελεσματική) γνώση περισσότερο παρά με τύχη, τόλμη ή υλική δύναμη. 

«γνώμ τε πλέονι  τύχ κα τόλμ μείζονι  δυνάμει τόν τε βάρβαρον πεώσαντο [οι πρόγονοί μας] κα ες τάδε [σε αυτήν την υπεροχή Δυνάμεως] προήγαγον ατά». 
Οι Αθηναίοι ψήφισαν την πρόταση του Περικλή, οι Σπαρτιάτες πρέσβεις έφυγαν και δεν υπήρξε άλλη διπλωματική επαφή των δυο Υπερδυνάμεων (Ι, 145). Επικράτησε για λίγο στην Ελλάδα μια συγκεχυμένη κατάσταση «μη πολέμου». Επικοινωνία ανεπίσημη υπήρχε, καχύποπτη αλλά ακόμη χωρίς την ανάγκη κήρυκος. 
«σπονδν γρ ξύγχυσις τ γιγνόμενα ν κα πρόφασις το πολεμεν» [Ι, 146].

Ο Περικλής αγορεύων στην Πνύκα,
τοιχογραφία στο Maximmileaneum Palace Μονάχου, του Philipp von Foltz (1860, πηγή)

Ο πόλεμος
Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, όπως έμεινε γνωστός ο πόλεμος που ακολούθησε, ξεκίνησε το 431 π.Χ. και έληξε με αποφασιστική νίκη των Σπαρτιατών και την ολοκληρωτική καταστροφή των Αθηνων το 404 π.Χ. Σκοπός μας δεν είναι η εξιστόρηση των γεγονότων για αυτό και παραθέτουμε τα επόμενα διαγράμματα που συνοψίζουν το μεν πρώτο τις συμμαχίες το μεν δεύτερο τα πολεμικά γεγονότα:

Τα δυο στρατόπεδα κατά την διάρκεια του πολέμου. Με μπλε οι σύμμαχοι της Σπάρτης, με κόκκινο της Αθήνας, με γκρι ουδέτερες ελληνικές περιοχές, με πράσινο οι "βάρβαροι" και με κίτρινο οι Πέρσες. 

Συνοπτικά οι φάσεις και τα γεγονότα του πολέμου
Η Σικελική εκστρατεία
Με το τέλος της πρώτης φάσης του πολέμου αν και η Αθήνα βρίσκεται αποδεκατισμένη από τον λοιμό και την πολιορκία και ο Περικλής έχει πεθάνει, καταφέρνει να συνάψει μια ειρήνη, την γνωστή ως Νικίειος ειρήνη. Θεωρητικά, συμφωνήθηκε να έχει διάρκεια 50 έτη αλλά στην πράξη αποτέλεσε απλώς ένα διάλειμμα στη σύρραξη, με τον ψυχρό πόλεμο αλλά και τις σποραδικές συγκρούσεις να συνεχίζονται. Διαλύθηκε 6 χρόνια αργότερα, με αφορμή την εκστρατεία των Αθηναίων στη Σικελία.
Ωστόσο, η ειρήνη δεν ικανοποιούσε πλήρως τις δύο πόλεις. Ο Αθηναίος αριστοκράτης Αλκιβιάδης κατάφερε να επικρατήσει στην πολιτική σκηνή και να εκλεγεί στρατηγός το 417 π.Χ. Ο έλεγχος της εξωτερικής πολιτικής της Αθήνας παρέμεινε μοιρασμένος μεταξύ του κόμματος της ειρήνης (αρχηγός ο Νικίας) και του κόμματος του πολέμου (αρχηγός ο Αλκιβιάδης). Τον χειμώνα του 416-415 π.Χ, οι Αθηναίοι πείθονται τελικά από τον Αλκιβιάδη και τον κύκλο του και αποφασίζουν να εκστρατεύσουν εκ νέου στη Σικελία.
Οι Αθηναίοι για αυτή την εκστρατεία, όρισαν ως στρατηγούς τρεις άνδρες (συνήθως δύο ήταν οι στρατηγοί) πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους. Τον εμπνευστή της επιχείρησης, τον παράτολμο και δολοπλόκο Αλκιβιάδη, τον αναβλητικό γερασμένο Νικία που ήταν αντίθετος στην ιδέα της εκστρατείας και τον Λάμαχο, τον μόνο ικανό στρατιωτικό που όμως δεν διέθετε το πολιτικό κύρος να επιβάλλει τις απόψεις του στο στράτευμα.  Λίγες εβδομάδες μετά την απόβαση και την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων ανακλήθηκε ο Αλκιβιάδης (που κατέφυγε, φοβούμενος για τη ζωή του, στη Σπάρτη), ο Λάμαχος πέθανε σε μια από τις επιδρομές και έτσι επικεφαλής της εκστρατείας ήταν ουσιαστικά ο μεγαλύτερος πολέμιος της σε πολιτικό επίπεδο, ο Νικίας, με μόνη ενίσχυση αργότερα τις νέες Αθηναϊκές δυνάμεις υπό τον στρατηγό Δημοσθένη.
Αντίθετα οι Συρακούσιοι είχαν ως φυσικό ηγέτη τον στρατηγό Ερμοκράτη, έναν άντρα που παρά το αξίωμα του πολεμούσε δίπλα στους στρατιώτες του εμπνέοντας τους κάθε στιγμή. Στις στιγμές μεγάλης απελπισίας των συμπολιτών τους, όρθωνε το ανάστημα του και απέρριπτε κάθε πρόταση συνθηκολόγησης.  Πέραν των προσπαθειών του Αλκιβιάδη να εκδικηθεί την πατρίδα του, οι άριστες σχέσεις του Ερμοκράτη με τη Σπάρτη συνέβαλαν στην καθοριστική αποστολή βοήθειας των Λακεδαιμονίων προς τις Συρακούσες στο τελευταίο μέρος της πολιορκίας.
Πέραν της στρατιωτικής ενδυνάμωσης, οι ενισχύσεις από την Πελοπόννησο, ανύψωσαν και το ηθικό των Συρακούσιων που ήταν πλέον βέβαιοι για την νίκη τους και την γρήγορη λύση της πολιορκίας.  Τελικά οι Αθηναίοι απέτυχαν να εκπορθήσουν τις Συρακούσες, αποσύρθηκαν από τις Επιπολές όπου είχαν την βάση τους και στρατοπέδευσαν στο ακρωτήριο Πλημμύριον δίπλα στον στόλο.  Η πολιορκία λύθηκε, οι Αθηναίοι πλέον πολεμούσαν για τη ζωή τους.  Η μάχη είχε κριθεί.

Χάρτης των Συρακουσών και των πολεμικών επιχειρήσεων
Στην ναυμαχία εντός του Μεγάλου Λιμανιού των Συρακουσών, ο Αθηναϊκός στόλος επίσης, υπέστη συντριπτική ήττα κυρίως λόγω της μη στεγανότητας των τριηρών του (βρισκόταν στο νερό πολλούς συνεχόμενους μήνες λόγω της αδυναμίας των Αθηναίων να τις προστατέψουν στη στεριά) αλλά και των παγίδων που είχαν στήσει οι Σικελιώτες ναυτικοί. Οι Ελλαδίτες οπλίτες   παρακολούθησαν με τρόμο αυτή την εξέλιξη καθώς αυτά τα πλοία ήταν η μοναδική τους σωτηρία  

Η τελική μάχη έγινε στην θάλασσα με συντριβή των Αθηναίων
Η υποχώρηση τους έγινε άτακτα και ολοκληρώθηκε με τη μάχη/σφαγή του Ασσίναρου ποταμού Ο Αθηναϊκός στρατός έπαψε να υφίσταται, πολλοί σκοτώθηκαν και οι υπόλοιποι αιχμαλωτίστηκαν.

Στον Ασσίναρο ποταμό έγινε ουσιαστικά σφαγή και όχι μάχη. (πηγή)
Ο Νικίας και ο Δημοσθένης πιάστηκαν αιχμάλωτοι και εκτελέστηκαν. Αντίθετα ο Ερμοκράτης έγινε ο ήρωας σωτήρας των Συρακουσών όπου ακόμη και σήμερα υπάρχει κεντρική οδός στην πόλη που φέρει το όνομα του. 


Η λεωφόρος Ερμοκράτη (Viale Ermocrate) στην σημερινή πόλη των Συρακουσών
Η ώρα των λατομείων
Γράφει ο Θουκυδίδης:
[87.1] Τος δ ν τας λιθοτομίαις ο Συρακόσιοι χαλεπς τος πρώτους χρόνους μετεχείρισαν. ν γρ κοίλ χωρί ντας κα λίγ πολλος ο τε λιοι τ πρτον κα τ πνγος τι λύπει δι τ στέγαστον κα α νύκτες πιγιγνόμεναι τοναντίον μετοπωρινα κα ψυχρα τ μεταβολ ς σθένειαν νεωτέριζον,
απόδοση:
Τους αιχμαλώτους στα λατομεία τους μεταχειρίστηκαν στην αρχή εξαιρετικά απάνθρωπα οι Συρακούσιοι. Γιατί καθώς ήτανε σε βαθύ λάκκο της γης και πολλοί μαζί σε στενό χώρο, τους έψηνε στην αρχή ο ήλιος και τους βασάνιζε η πνιγερή ζέστη, γιατί δεν είχαν σκεπή για σκιά· και οι φθινοπωρινές νύχτες που ακολούθησαν ήταν πολύ κρύες, και οι απότομες αυτές αλλαγές της θερμοκρασίας έφεραν πολλές αρρώστιες·

Η "γούβα" των λατομείων
87.2] πάντα τε ποιούντων ατν δι στενοχωρίαν ν τ ατ κα προσέτι τν νεκρν μο π λλήλοις ξυννενημένων, ο κ τε τν τραυμάτων κα δι τν μεταβολν κα τ τοιοτον πέθνσκον, κα σμα σαν οκ νεκτοί, κα λιμ μα κα δίψ πιέζοντο (δίδοσαν γρ ατν κάστ π κτ μνας κοτύλην δατος κα δύο κοτύλας σίτου), λλα τε σα εκς ν τ τοιούτ χωρί μπεπτωκότας κακοπαθσαι, οδν τι οκ πεγένετο ατος·
απόδοση:
κι όλα τους τυραννούσαν από τη στενότητα του χώρου, όπου τα έκαναν όλα στριμωγμένοι όλοι στο ίδιο μέρος· κι ακόμα χειρότερα γιατί οι νεκροί στοιβάζονταν ο ένας απάνω στον άλλο κοντά στους ζωντανούς, όσοι πέθαιναν από τις λαβωματιές τους ή από τις αρρώστιες του καιρού κι άλλους τέτοιους λόγους, και η βρώμα ήταν ανυπόφορη· εξόν απ’ αυτά τους βασάνιζε η πείνα και η δίψα (γιατί έδιναν στον καθένα επί οχτώ μήνες ένα κύπελλο νερό την ημέρα και δυο κύπελλα αλεύρι), κι όλα τ’ άλλα, όσα είναι επόμενο να υποφέρουν άνθρωποι ριγμένοι σε τέτοιον τόπο, τίποτα δεν έμεινε που να μην το πάθουν.

Χώματα και πέτρες ποτισμένα με αίμα, πόνο, οργή και μετάνοια.
Το πάτωμα των λατομείων σήμερα υγρό και λασπώδες δεν λέει να στεγνώσει...

[87.3] κα μέρας μν βδομήκοντά τινας οτω διτήθησαν θρόοι· πειτα πλν θηναίων κα ε τινες Σικελιωτν  ταλιωτν ξυνεστράτευσαν, τος λλους πέδοντο.
απόδοση:
Και πέρασαν έτσι κάπου εβδομήντα μέρες όλοι μαζί, έπειτα όμως έκτος από τους Αθηναίους, κι όσους τυχόν Σικελιώτες ή Ιταλιώτες είχαν πάρει μέρος στην εκστρατεία μαζί τους, όλους τους άλλους τους πούλησαν για δούλους.
[87.4] λήφθησαν δ ο ξύμπαντες, κριβεί μν χαλεπν ξειπεν, μως δ οκ λάσσους πτακισχιλίων.
απόδοση:
Είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι όλοι μαζί, ακριβώς βέβαια θα ήταν αδύνατο να το καθορίσει κανείς, οπωσδήποτε όμως όχι λιγότεροι από εφτά χιλιάδες.

 Εδώ που κάποτε υπήρχε μόνο θάνατος σήμερα υπάρχει μόνο ζωή
[87.5] Ξυνέβη τε ργον τοτο [λληνικν] τν κατ τν πόλεμον τόνδε μέγιστον γενέσθαι, δοκεν δ μοιγε κα ν κο λληνικν σμεν, κα τος τε κρατήσασι λαμπρότατον κα τος διαφθαρεσι δυστυχέστατον·
απόδοση:
Όλη αυτή η συμφορά ήταν η μεγαλύτερη που σύντυχε στο διάστημα του πολέμου αυτού, κ’ εγώ τουλάχιστο θαρρώ και σ’ όλες τις Ελληνικές πολεμικές επιχειρήσεις όσες ξέρομε απ’ ακουστά, και που στάθηκε τόσο περίδοξη για τους νικητές και τόσο φοβερή γι’ αυτούς που χαλάστηκαν·
[87.6] κατ πάντα γρ πάντως νικηθέντες κα οδν λίγον ς οδν κακοπαθήσαντες πανωλεθρί δ τ λεγόμενον κα πεζς κα νες κα οδν τι οκ πώλετο, κα λίγοι π πολλν π οκου πενόστησαν. τατα μν τ περ Σικελίαν γενόμενα.
απόδοση:
γιατί νικήθηκαν απ’ όλες τις απόψεις, και ολοκληρωτικά, και κανένα τους πάθημα δεν ήτανε σχετικό και μικρό. Και χάθηκαν όλα σε μια, κατά πώς λένε, πανωλεθρία, και το πεζικό και ο στόλος και δεν έμεινε τίποτα που να μην καταστράφηκε, και πολύ λίγοι από τους πολλούς που ξεκίνησαν κατάφεραν να γυρίσουνε στην πατρίδα. Αυτά λοιπόν ήταν όσα έγιναν στη Σικελική εκστρατεία.
  
Η είσοδος της κολάσεως τότε...
...η είσοδος του παραδείσου σήμερα...

Επίλογος
Αν και τα αποτελέσματα ενός πολέμου είναι πιο εμφανή από τις αιτίες του, σε ένα βάθος χρόνου μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για τις παραμέτρους που οδηγούν ομάδες ανθρώπων σε πόλεμο. Μπορούμε πλέον σήμερα να κρίνουμε τις πραγματικές αιτίες του πολέμου (και ίσως κάθε πολέμου). Την τάση της εξουσίας για περισσότερη εξουσίατην τάση του ανθρώπου που επιθυμεί να εξουσιάσει, για περισσότερη εκμετάλλευση του άλλου ανθρώπου, ειδικά του διαφορετικού με κάθε δυνατή αντιστοιχία, στα αρρωστημένα μυαλά των ανθρώπων που γεύονται και ολοκληρώνονται μέσα από θέσεις εξουσίας.
Η επιβίωση της εξουσίας στηρίζεται στη δύναμη κι όχι στην άποψη. Επομένως αρέσκεται να χρησιμοποιεί τη μέθοδο επιβολής δια της ισχύος και όχι δια της πειθούς. Ακόμα και σε δημοκρατικά πολιτεύματα η δύναμη της πειθούς δεν έχει να κάνει τόσο με την δύναμη των επιχειρημάτων όσο με την δύναμη των μικροσυμφερόντων και των προσωπικών επιδιώξεων. Στηρίζεται κατά συνέπεια σε μια εικόνα που καλλιεργεί και αναπτύσσει ο έχων την εξουσία για ένα ή και περισσότερα ζητήματα, η οποία συνήθως είναι μια πλάνη, η οποία υποκρύπτει μια τάση για μεγαλύτερη ισχύ και καταξίωση αδιαφορώντας, αδιανόητα τις περισσότερες φορές για τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς του.
Βασικό του εργαλείο είναι ο εντυπωσιασμός και η δημιουργία ελπίδας, συνήθως με λαϊκισμούς, κάτι το οποίο φαίνεται να δουλεύει διαχρονικά μιας και ανέκαθεν υπήρχαν και υπάρχουν άνθρωποι που είτε από άγνοια είτε από ίδια μικροσυμφέροντα τον αποδέχονται και τον σιγοντάρουν.
Το κρίμα λοιπόν είναι πως τέτοιοι άνθρωποι συμπαρασύρουν μαζί τους, στην τρελή και αδιέξοδη πορεία τους και άλλους, τους λεγόμενους απλούς πολίτες σε περίοδο ειρήνης ή άμαχο πληθυσμό σε περίοδο πολέμου.
Είναι στο χέρι μας, για να μην πω στο μυαλό μας, να χρησιμοποιήσουμε τα εργαλεία επικοινωνίας και διαβούλευσης υπό τον όρο της καλυτέρευσης της ζωής όλων μας ανεξαιρέτως και ταυτοχρόνως, με την αναγκαία και παράλληλη αποδέσμευση μας από καταπιεστικά, εκμεταλλευτικά, ενοχικά και ψευτοηθικολογικά διλήμματα.




Ναός του Απόλλωνα στην Ορτυγία

Ο Ναός του Απόλλωνα στην Ορτυγία είναι αρχαίος Ελληνικός ναός στις Συρακούσες της Σικελίας. Βρίσκεται κτισμένος στην είσοδο της αρχαίας πόλης Ορτυγία.

Ιστορική αναδρομή

Η κατασκευή του ανάγεται στο 570 π.Χ. περίπου. Είναι ο αρχαιότερος γνωστός ναός μεγάλου μεγέθους στη Σικελία. Συγκαταλέγεται στους αρχαιότερους μεγάλους δωρικούς περίπτερους ναούς της Μεγάλης Ελλάδας και σύγχρονος των ναών της Κέρκυρας. Το κρηπίδωμα της εισόδου ανακατασκευάστηκε στους μεταγενέστερους χρόνους, και από μια κολυμπήθρα που βρίσκεται υποθέτουμε ότι στα χρόνια του Βυζαντίου είχε μετατραπεί σε χριστιανική εκκλησία. Αργότερα μετατράπηκε σε τζαμί από τους Άραβες, και ξανά έγινε χριστιανική εκκλησία του Αγίου Σαλβατόρε. Αργότερα ερήμωσε και κατέπεσε η οροφή και όλο το κτίριο, ενώ τα υλικά της λεηλατήθηκαν για να χρησιμοποιηθούν για άλλα κτίρια. Σήμερα σώζεται μόνη η μυτερή αψίδα της εισόδου και μερικά ερείπια. Ανακαλύφθηκε το 1860 και ανασκάφτηκε από αρχαιολόγους το 1939 ως το 1942.

Αρχιτεκτονική περιγραφή

Ο ναός είχε αρχικά μήμος 58,10 μ και πλάτος 24,50 μέτρα. Είχε έξι κίονες στις μικρές πλευρές και 17 κίονες στις μεγάλες. Ο σηκός είναι μεγάλος και διαιρείται σε τρία κλίτη από δύο κιονοστοιχίες. Οι κίονες της περίστασης είναι μονολιθικοί και είναι στημένοι σε μικρές αποστάσεις ο ένας από τον άλλο. Έχουν ρηχά αυλάκια, ενώ τους λείπει η χαρακτηριστική ένταση. Ήταν διακοσμημένοι και πολύχρωμα ψηφιδωτά, από τα οποία σώζονται μικρά ευρήματα που φιλοξενούνται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πάολο Όρσι.


Παρασκευή, 6 Ιουλίου 2018
Κατάνια – Ακράγας – Σελινούς – Σεγγέστα – Μονρεάλε (370 χλμ, 5 ώρες)
Πρωί αναχώρηση για Ακράγαντα (Agrigento επίσκεψη της περίφημης κοιλάδας των Ναών – Valle dei Templi), Σελινούντα (Marinella di Selinunte επίσκεψη της αρχαίας πόλης – Parco Archeologico), Σεγγέστα (Calatafimi-Segesta ναός Δήμητρας – Tempio di Segesta , υπέροχο ηλιοβασίλεμα από δω), Άφιξη στο Μονρεάλε (Casa Umberto, κάποιος θα μας συναντήσει για να μας δώσει τα κλειδιά, 1 Via Umberto I, 90046 Monreale, 70€ + 8€ πληρωμή επιτόπου μετρητά, τηλ. +39 335 669 6567).


ΓΕΛΑ (
GELA) Κατευθυνόμαστε προς τη Τζέλα, την αρχαιοελληνική αποικία Γέλα, μέσω του δρόμου Συρακουσών - Ραγούσας (μιας ενδιαφέρουσας πόλης με ωραία κτήρια Μπαρόκ). Η Γέλα ιδρύθηκε το 690 π.Χ. από Ρόδιους και Κρήτες, στη νότια πλευρά της Σικελίας, πάνω σε ύψωμα, στις εκβολές του ομώνυμου ποταμού, παρά την αντίσταση των ντόπιων. Στα χρόνια της αριστοκρατίας κυριάρχησε σ’ ολόκληρη τη Ν. Σικελία. Δεν είχε φυσικό λιμάνι, αλλά οι εκτεταμένοι και πλούσιοι αγροί της και τα λειβάδια της, που έτρεφαν καλούς ίππους, τη βοήθησαν να ευημερήσει. Ξέραμε τη γραφικότητα και την ομορφιά της πόλης, όπως την είχαμε γνωρίσει 15 χρόνια πριν, και ξαφνιαζόμαστε που δεν τη βλέπουμε να μνημονεύεται καν στα νέα τουριστικά ιταλικά έντυπα και βιβλία. Η απορία μας θα λυθεί, όταν φτάνουμε στη σημερινή πόλη. Δεν έχει πια καμμιά σχέση με εκείνη που είχαμε γνωρίσει, όχι και τόσα πολλά χρόνια πριν. Θύμα κι αυτή της παρανοϊκής απληστίας της σημερινής ανθρωπότητας και της σύγχρονης τεχνολογικής «προόδου», έχει αποκτήσει μια τόσο μολυσμένη ατμόσφαιρα, ώστε πλησιάζεις την πόλη και διέρχεσαι από αυτήν, χωρίς να μπορείς να δεις τίποτε από το ωραίο τοπίο, που την περιέβαλλε κάποτε, τα θαυμάσια χρώματα, τις γοητευτικές ακτές της. Όλα αυτά τα τυλίγει τώρα ένα πυκνό και αδιαπέραστο γκριζοπράσινο νέφος, που τα κάνει κυριολεκτικά αόρατα. Το νέφος προέρχεται από τεράστιο συγκρότημα πετροχημικού εργοστασίου, που κατασκευάστηκε στη Γέλα, στο νοτιότατο, δηλαδή, άκρο της Ιταλίας, γιατί ίσως οι κάτοικοί της θεωρήθηκαν «φτωχοί συγγενείς». Η πόλη έχει ενδιαφέρον αρχαιολογικό Μουσείο και αρχαίο ελληνικό τείχος. Αλλά υπό τέτοιες συνθήκες προτιμούμε απλά να τη διασχίσουμε, κατευθυνόμενοι προς τον Ακράγαντα.
Στα Ν.Α. της Γέλας είχε ιδρυθεί από κατοίκους των Συρακουσών η αποικία Καμάρινα. Όταν η Καμάρινα επιχείρησε να ανεξαρτοποιηθεί από τις Συρακούσες, ο τύραννος Γέλων την κατέστρεψε και μετέφερε τους κατοίκους της στις Συρακούσες. Ξανακτίσθηκε όμως η Καμάρινα αργότερα από τον Τιμολέοντα. Ο Πίνδαρος υμνεί δύο νίκες της σε αρματοδρομία στην Ολυμπία.

ΗΡΑΚΛΕΙΑ ΜΙΝΩΑ Ανάμεσα στη Γέλα και στον Ακράγαντα βρίσκονται τα ερείπια της Ηράκλειας Μινώας. Ιδρύθηκε από αποίκους προερχόμενους από το Σελινούντα, περί το τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. Ο τόπος είχε συσχετισθεί στην αρχαιότητα με το μύθο του Δαιδάλου και του Μίνωα, γι’ αυτό και ονομάζεται (ακόμη) έτσι. Οι αρχαιότητες που προέρχονται από την αρχαία πόλη και από το νεκροταφείο της βρίσκονται στο αρχαιολογικό Μουσείο του Ακράγαντα. Από τα κατά χώρα μνημεία της το εντυπωσιακότερο είναι το αρχαίο θέατρό της. Υπάρχουν επίσης εδώ και αρχαία τείχη.ΑΚΡΑΓΑΝΤΑΣ (AGRIGENTO) 
Το 580 π.Χ., η Γέλα, με τη συμμετοχή αποίκων από τη Ρόδο, έκτισε τον Ακράγαντα (ανάμεσα στη Γέλα και στο Σελινούντα) που έγινε μια από τις ακμαιότερες και σημαντικότερες ελληνικές πόλεις του αρχαίου δυτικού κόσμου. Κτίστηκε σε οροπέδιο περιρρεόμενο από δύο ποταμούς, σε απόσταση 3 χιλιομέτρων από τη θάλασσα. Η μεγάλη Παραγωγή του κρασιού και του λαδιού απέφερε τέτοιο πλούτο στους Ακραγαντίνους, ώστε διηγούνταν χαρακτηριστικές ιστορίες για τα πλούτη τους, όπως π.χ. εκείνου του Ακραγαντίνου, που στο γάμο της κόρης του πρόσφερε γεύμα σε όλους τους κατοίκους της αποικίας και άναψε πυρές σε όλους τους δρόμους της, όταν παρέλασαν στη γαμήλια πομπή 800 άρματα.
  Αν και συχνά συγκρούονται, με τους Φοίνικες, οι κάτοικοι του Ακράγαντα προμήθευαν και την Καρχηδόνα με λάδι και κρασί. Τον 5ο αιώνα π.Χ., η πόλη ήταν η πλουσιότερη και η επιβλητικότερη στη Μ. Ελλάδα, μετά τις Συρακούσες, τόσο στον πληθυσμό, όσο και στον αριθμό και στον πλούτο των ναών και των κτηρίων της Μαζί με τη Γέλα και το Σελινούντα ο Ακράγας υπήρξε ο προχωρημένος φρουρός του ελληνισμού απέναντι στους ντόπιους, στους Φοίνικες της Σικελίας και στους Καρχηδόνιους, τους πιο επικίνδυνους εχθρούς του ελληνισμού, στην απέναντι ακτή της Αφρικής.
Συχνά οι Έλληνες της Σικελίας υπέμεναν τις επιθέσεις των Καρχηδονίων και οι τρεις αυτές ελληνικές πόλεις ήταν οι πρώτες που τις αντιμετώπιζαν.
  Ο Ακράγας με την περίφημη κοιλάδα των Ναών, που βρίσκεται μπροστά ακριβώς και λίγο χαμηλότερα από τη σημερινή πόλη, αποτελεί το κόσμημα των αρχαιοτήτων της Σικελίας. Επιπλέον, ο Ακράγας, μαζί με το Σελινούντα, συναγωνίζονται σε αριθμό, μέγεθος και επιβλητικότητα ναών και προσφέρουν το ρεκόρ του συνολικού αριθμού αρχαίων ναών στη Μ. Ελλάδα, έναντι του συνόλου των αρχαίων ναών που υπάρχουν στη Μητροπολιτική Ελλάδα. Έτσι, ενώ στην κύρια και στη νησιωτική Ελλάδα υπάρχουν 16 περίπτεροι ναοί του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ., μόνο η Σικελία έχει 20 αρχαίους ελληνικούς ναούς της ίδιας περιόδου (περίπτερους).  Η κοιλάδα των Ναών στον Ακράγαντα είναι μια ορθογώνια έκταση 12 χιλιομέτρων. Στη Β. πλευρά της βρίσκεται η Ακρόπολη, με οχυρώσεις του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ. Νοτιότερα βρίσκεται ο λόφος επί του οποίου οικοδομήθηκε η πόλη των μεσαιωνικών χρόνων. Ανατολικά και δυτικά οι ποταμοί Σ. Άννα και Ακράγας ορίζουν την περιοχή της αρχαιολογικής ζώνης των ελληνικών χρόνων, που θεωρείται στους αρχαιολογικούς κύκλους της Ιταλίας ως χώρος εξαιρετικής σημασίας για τις σημαντικές του αρχαιότητες. Μέσα στην κυρίως αρχαιολογική ζωή υπάρχουν κατά σειρά οι εξής σημαντικοί ναοί, που σχηματίζουν ατέλειωτη εναλλαγή επιβλητικού θεάματος. Το σύνολό τους αποτελεί συναρπαστικό θέαμα κατά τη διάρκεια των νυκτερινών ωρών, οπότε οι ναοί φωταγωγούνται.  Ο ν α ό ς τ η ς Δ ή μ η τ ρ α ς ονομασμένος με το γράμμα C. Κοντά του υπήρχε ιερό, αφιερωμένο στις υποχθόνιες θεότητες. Πιο κάτω ο ν α ό ς τ η ς Ή ρ α ς (D), που αποτελεί κατασκεύασμα εξαιρετικά αρμονικό με τις κλασσικές αναλογίες του. Ο ναός είναι εξάστυλος, περίπτερος, δωρικός. Στις επιμήκεις πλευρές του έχει 13 κίονες. Χαμηλότερα, σώζεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση, επειδή από το 16ο αι. μ.Χ. χρησιμοποιήθηκε ως χριστιανική εκκλησία ο ν α ό ς τ η ς Ο μ ο ν ο ί α ς που ονομάστηκε έτσι, επειδή αφιερώθηκε στην ενότητα των Ελλήνων. Κατασκευάστηκε περί τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. και έχει τις ίδιες αναλογίες και τον ίδιο αριθμό κιόνων με το γειτονικό ναό της Ήρας. Πιο κάτω βρίσκεται ο αρχαιότερος ναό ς του Η ρ α κ λ ή (ναός Α). Με τις αρχαιότερες αναλογίες του έχει 15 κολόνες στις μακρές πλευρές του και φαίνεται επιβλητικότερος με τις μεγάλες διαστάσεις του. Ακολουθεί ο πιο επιβλητικός ακόμη ναός, του Ο λ υ μ π ί ο υ Δ ι ό ς, ανάμεσα σε ένα απέραντο Χώρο αρχαιοτήτων.
Ο ναός του Δία στον Ακράγαντα αποτελεί το μεγαλύτερο δωρικό ναό όλης της αρχαιότητας. Έχει μήκος 105μ. και πλάτος 18 περίπου. Ταυτόχρονα διακρινόταν και για την πρωτοτυπία του, που εκφράστηκε στην ψευδοπερίσταση των 7 χ 14 κιόνων, καθώς και στην εξωτερική του διακόσμηση των Γιγάντων, που κρατούσαν σε στάση Άτλαντα, τη στέγη του ναού.
Δεν τελειώνει όμως εδώ η μακρά σειρά των ναών του Ακράγαντα. Υπάρχουν εκεί και άλλοι τρεις ναοί. Του Η ρ α κ λ ή, των Δ ι ο σ κ ο ύ ρ ω ν (Κάστορα και Πολυδεύκη) και του Ασκληπιού, ναού γνωστού στους αρχαιολόγους με το γράμμα 
L. Ελλείψει μαρμάρου οι ναοί στη Μ. Ελλάδα κατασκευάζονταν από πωρόλιθο, που είναι όμως ευαίσθητος ακόμη και στον άνεμο. Με την υγρασία, τη μεταβολή της θερμοκρασίας και τους ανέμους τόσων αιώνων, ο πωρόλιθος μπορεί, σε χιλιάδες χρόνια, ακόμη και να εξαφανιστεί, μετατρεπόμενος σιγά - σιγά σε είδος άμμου. Τούτο είναι ιδιαίτερα εμφανές στο ναό των Διοσκούρων, του οποίου μικρό τμήμα μόνο έχει απομείνει. Ωστόσο η χάρη και η κομψότητα του ναού αυτού είναι Ιδιαίτερα εμφανής, ακόμη και στο μικρό τμήμα που έχει απομείνει. Βλέποντας το αρχαίο αυτό περίκομψο κτίσμα, νοιώθεις πως το απλό μόνο αντίκρυσμά του αποτελεί την καλύτερη έκκληση για την ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων προστασίας των, ιδιαίτερα ευαίσθητων στο χρόνο και στην ατμοσφαιρική μόλυνση, μνημείων της Μ. Ελλάδας. Αλλά και άλλος κίνδυνος παρουσιάζεται τελευταία στον Ακράγαντα για τα μνημεία της ιστορίας του. Μέσα στο μεγάλο, πράγματι, αρχαιολογικό χώρο του άρχισαν να κτίζονται οι πρώτες σύγχρονες οικοδομές. Πρόσφατα ο έφορος αρχαιοτήτων τού Ακράγαντα Ερνέστο ντε Μίρα ζήτησε από την Ιταλική Κυβέρνηση να προστατευθεί η αρχαιολογική ζώνη από τον κίνδυνο της οικοδομικής «αξιοποίησης» και έμμεσα επικαλέστηκε και τη σχετική συμπαράσταση της διεθνούς γνώμης, για τη σωτηρία του χώρου, που από το 1968 είχε χαρακτηριστεί, με υπουργικό διάταγμα, ως περιοχή «εθνικού ενδιαφέροντος». Αλλά από αδιαφορία των αρχών έχουν κτιστεί ως σήμερα κάπου 2000 αυθαίρετα στην περίφημη κοιλάδα των Ναών. Ανάμεσά τους και δύο τεράστια ξενοδοχειακά συγκροτήματα, καθώς και το πολυτελές αγρόκτημα γνωστής ιταλικής οικογένειας με το ελληνικό όνομα Πανταλέο. Ανταποκρίθηκε στην έκκληση του Ιταλού αρχαιολόγου μόνο ο αρχαιολογικός όμιλος του Κολλεγίου Αθηνών (να σημειωθεί απλά πως τα μέλη του είναι μαθητές), που έστειλε γράμμα στον ιταλικό και ελληνικό τύπο. Και εκείνος, βέβαια, που δεν ενδιαφέρθηκε και δεν δημοσίευσε ούτε καν σχολίασε το γράμμα ήταν ο ελληνικός τύπος. Που, ενώ συχνά δημοσιεύει επιστολές αναγνωστών για ένσημα του Ι.Κ.Α., χειρολαβές λεωφορείων και τα παρόμοια, δεν βρήκε κανένα ενδιαφέρον στο κίνδυνο αφανισμού που διατρέχουν οι αρχαιότητες του Ακράγαντα. Και μιλάμε για οκτώ (!) αθηναϊκές εφημερίδες, στις οποίες στάλθηκε η επιστολή. Καμιά από αυτές δεν τη δημοσίευσε, ενώ διαθέτουν τα γνωστά τους πολυσέλιδα για το ποδόσφαιρο. Ας αναλογιστούμε τι πρόκειται να γίνει, όταν θα αποφοιτήσουν από τα Λύκεια και θα παραλάβουν τη σκυτάλη οι νέες γενιές που αγνοούν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Γιατί η αρχαία ελληνική ιστορία διδάσκεται μόνο στην Α’ Γυμνασίου. Η ηλικία όμως των 12 ετών των μαθητών της Α’ Γυμνασίου και το αντίστοιχο το βιβλίο αποκλείει την κατανόηση του νοήματος, του κάλλους και της ουσίας του κλασσικού πολιτισμού. 
Στον Ακράγαντα μπορεί ακόμη κανείς να δει:  α) Τα ερείπια αρχαίων ιδιωτικών οικημάτων, εξαιρετικά πλούσιων και επιβλητικών, που στολίζονταν με θαυμάσια ψηφιδωτά στο δάπεδό τους. Οι οικίες αυτές ανήκουν στους Ελληνιστικούς χρόνους. β) Το εξαιρετικά ενδιαφέρον Αρχαιολογικό Μουσείο. δίπλα στη μεσαιωνική εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Το Μουσείο στεγάζει μεγάλη συλλογή αγγείων εξαίρετης τέχνης. Μια ψηλή αίθουσά του έχει ειδικά κατασκευαστεί έτσι, ώστε να στεγάζει όρθιο τον έναν από τους πανύψηλους Γίγαντες- Άτλαντες, που μόνος σώθηκε από την περίσταση των Γιγάντων. Και να σκεφτεί κανείς ότι τα πελώρια αυτά αγάλματα δεν είχαν ούτε το μισό ύψος του όλου ναού.
γ) τα μνημεία των τυράννων Φάλαρη και Θήρωνα.
  δ) Το αρχαίο τείχος της πόλης.  Στον Ακράγαντα έζησε και ο περίφημος φιλόσοφος και επιστήμονας του 5ου αι. π.Χ. Εμπεδοκλής, που λατρεύτηκε από το λαό και ως ήρωας της Δημοκρατίας, γιατί απάλλαξε τους συμπατριώτες του από την καταπιεστική διοίκηση των αριστοκρατών. Η φήμη του ήταν μεγάλη και ως ρήτορα και ως μηχανικού και ως γιατρού. Βοήθησε τους κατοίκους του Σελινούντα να αποξηράνουν τα έλη που τριγύριζαν την πόλη τους. Λέγεται ότι και στον Ακράγαντα έκανε ο Εμπεδοκλής το κλίμα καλύτερο μετακινώντας, χάρη στις μηχανικές γνώσεις του, τεράστιο βράχο, που στερούσε την πόλη από την αύρα της θάλασσας. Αντιμέτωπος στην αρχή των δύο αντίθετων φιλοσοφικών ρευμάτων, της Ιωνικής και της Ελεατικής φιλοσοφίας, τάχτηκε τελικά με το δεύτερο, απαρνούμενος την κίνηση και την αλλαγή της Ιωνικής φιλοσοφίας ως φαινομενική. Ενώ, ωστόσο, ο Παρμενίδης, του οποίου τις βασικές θεωρίες χρησιμοποίησε ο Εμπεδοκλής, θεωρεί τις αισθήσεις απατηλές και εμπόδιο στη γνώση, ο Εμπεδοκλής τις χαρακτηρίζει μέσο για την απόχτηση της γνώσης. Όσο κι αν είναι αναγκαίες όμως οι αισθήσεις για την γνώση, δεν επαρκούν αυτές, κατά τον Ακραγαντίνο φιλόσοφο, χωρίς το καθαρό φρόνημα και την αγνή καρδιά.  Δείγμα της φήμης του Εμπεδοκλή στην αρχαιότητα είναι και οι διάφορες παραδόσεις, που κυκλοφορούσαν στους αρχαίους Έλληνες για το θάνατό του. Υπήρξε παράδοση έτσι, ότι έπεσε από άρμα και σκοτώθηκε, ότι εξαφανίστηκε μετά από θυσία που έκανε στους θεούς, ότι μεταρσιώθηκε και αποθεώθηκε στον Όλυμπο, ότι αυτοκτόνησε με απαγχονισμό και ότι από γεροντική αδυναμία γλίστρησε στη θάλασσα και πνίγηκε. Η πιο διαδεδομένη όμως παράδοση στους αρχαίους και στους νεότερους χρόνους για το τέλος του φιλόσοφου ήταν ότι πήδησε στον κρατήρα του ηφαίστειου της Αίτνας κι ότι με τη φωτιά του αποκαθάρθηκε και εξιλεώθηκε. Ο Αριστείδης χαρακτήρισε τον Εμπεδοκλή πατέρα της ρητορικής και ο Γαληνός θεμελιωτή της ιατρικής επιστήμης. Ο Νίτσε και ο Ρομαίν Ρολλάν θαύμαζαν τον Ακραγαντίνο φιλόσοφο. Ο πρώτος, μάλιστα, δραματοποίησε το θάνατο του Εμπεδοκλή. Ο Νίτσε είχε αποκαλέσει το Βάγκνερ μετεμψύχωση του Εμπεδοκλή. Οι κάτοικοι του Ακράγαντα τιμούν το όνομα του Έλληνα φιλόσοφου. Με αυτό έχουν ονομάσει και την κεντρική λεωφόρο της πόλης τους.
Ανάμεσα στον Ακράγαντα και στην απέναντι ακτή της Τυνησίας βρίσκεται το νησί Λαμπετούσα, πρώτος σταθμός στην αρχαιότητα των ελληνικών πλοίων, που έπλεαν προς την Αφρική, είτε για να μεταφέρουν εκεί τα προϊόντα τους, είτε για να αποβιβάσουν στις ακτές της τους πολεμιστές τους, που θα συγκρούονταν με τους Καρχηδόνιους. Απέναντι από τη Λαμπετούσα, στις Τυνησιακές ακτές, βρίσκεται η σημερινή πόλη Ναμπέλ. Τυνήσιοι ιστορικοί και αρχαιολόγοι πιστεύουν πως το όνομα της Τυνησιακής αυτής πόλης αποτελεί παραφθορά της ονομασίας της αρχαιοελληνικής αποικίας Νεάπολης, που υπήρχε στη θέση της Ναμπέλ κατά την αρχαιότητα. Η Ναμπέλ είναι γνωστή για την παλαιότατη κεραμεική της παράδοση. Αρκετά μάλιστα από τα παραδοσιακά αγγεία, που φτιάχνουν οι κάτοικοί της, θυμίζουν σχήματα της αρχαιοελληνικής κεραμεικής.

ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ

Slide 1
Η Κοιλάδα των Ναών-Ακράγαντας Ο Πίνδαρος περιέγραψε τον Ακράγαντα σαν " την ομορφότερη πόλη θνητών ανθρώπων ", όπου οι κάτοικοι " ζούσαν σαν να επρόκειτο να πεθάνουν την επόμενη ημέρα και είχαν κατασκευάσει τις οικίες τους σαν να ήταν αθάνατοι ". Παρατηρώντας τα υπέροχα ερείπια, ο Γκι ντε Μοπασάν έγραψε, " έχει κανείς την εντύπωση ότι βρίσκεται ενώπιον ολόκληρου του Ολύμπου ... θεών τόσο γοητευτικών, κοσμικών και φλογερών όπως εμείς, που ενσάρκωσαν τα αισθήματα της καρδιάς μας, τα όνειρα της διανοίας μας, τα ένστικτα των αισθήσεών μας .. ".

Slide 3
Η Περιοχή Η ιστορία αφηγείται ότι η πόλη ιδρύθηκε με την ονομασία Ακράγας το 581 π.Χ. από μία αποικία Ροδίων και Κρητικών. Αυτή η πολύχρωμη ευωδιαστή γωνία της Σικελίας που λούζεται από τον ήλιο και την χαϊδεύουν απαλές αύρες, πρέπει να φάνηκε σαν παράδεισος και έτσι συμπεριφέρθηκαν αναλόγως, γοητευμένοι από την ομορφιά της, και έκτισαν ναούς, η μεγαλοπρέπεια των οποίων φαίνεται ότι προκάλεσε τους θεούς και περιφρόνησε τον κόσμο των απλών ανθρώπων.

Slide 4
Ο Αρχαίος Ακράγαντας καλύπτει μια τεράστια περιοχή, μεγάλο μέρος της οποίας δεν έχει ανασκαφεί μέχρι σήμερα. Λαμπρό παράδειγμα αποτελεί η διάσημη «Κοιλάδα των Ναών», λανθασμένος χαρακτηρισμός, γιατί πρόκειται μάλλον για λοφοσειρά παρά για κοιλάδα. Περιλαμβάνει μια μεγάλη ιερή περιοχή στη νότια πλευρά της αρχαίας πόλης, με επτά μνημειώδεις ναούς δωρικού ρυθμού κατασκευασμένους τον 6ο και 5ο αιώνα π.Χ. Σήμερα, ανασκαμμένοι και μερικώς αποκατεστημένοι, αποτελούν έναν από τους καλύτερους και πλέον καλά διατηρημένους ελληνικούς αρχαιολογικούς χώρους εκτός ελλαδικού χώρου. Οι εν λόγω ναοί έχουν χαρακτηρισθεί ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ.

Slide 5
Οι καλύτερα διατηρημένοι ναοί είναι δύο σχεδόν όμοια κτίρια, που παραδοσιακά αποδίδονται στις θεές Ήρα και Ομόνοια ( αν και οι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι πρόκειται για εσφαλμένη αναφορά). Ο δεύτερος ναός είναι κατά αξιοσημείωτο τρόπο άθικτος, γεγονός το οποίο οφείλεται στο ότι μετετράπη σε χριστιανικό ναό το 597 μ. Χ. Και οι δύο κατασκευάστηκαν ως εξάστυλοι περίπτεροι ναοί. Ο χώρος ο πέριξ του Ναού της Ομόνοιας επαναχρησιμοποιήθηκε, αργότερα, από τους πρώτους χριστιανούς, ως κατακόμβη, με τάφους λαξευμένους σε βράχους και σε προεξοχές βράχων. Οι υπόλοιποι ναοί είναι σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένοι ένεκα σεισμών ή λεηλασιών. Ο κατά πολύ μεγαλύτερος ναός είναι εκείνος του Ολυμπίου Διός, ο οποίος κατασκευάσθηκε σε ανάμνηση της Μάχης της Ιμέρας το 480 π. Χ.: Πιστεύεται ότι πρόκειται για τον μεγαλύτερο ναό Δωρικού ρυθμού που κατασκευάσθηκε ποτέ. Αν και προφανώς χρησιμοποιήθηκε, φαίνεται να μην αποπερατώθηκε ποτέ. Η αποπεράτωσή του εγκαταλείφθηκε μετά την εισβολή των καρχηδονίων το 406 π. Χ. Τα απομεινάρια του ναού λεηλατήθηκαν πλήρως κατά τον 18ο αιώνα για την κατασκευή της προβλήτας του Λιμένος του Εμπεδοκλέους. Ναοί αφιερωμένοι στον Ήφαιστο, Ηρακλή και Ασκληπιό επίσης κατασκευάστηκαν στην ιερή περιοχή, η οποία περιλαμβάνει ένα ιερό της Δήμητρας και της Περσεφόνης ( παλαιότερα γνωστό ως ο Ναός των Διοσκούρων). Τα σημάδια της φωτιάς που έβαλαν οι Καρχηδόνιοι το 406 π. Χ. είναι ακόμα ορατά επάνω στις πέτρες του ιερού.

Slide 7
Η Κοιλάδα περιλαμβάνει ερείπια επτά ναών, όλοι Δωρικού ρυθμού. Η απόδοση των ονομάτων, εκτός εκείνου του Ολύμπιου πεδίου, δεν αποτελεί παρά θέμα παράδοσης η οποία δημιουργήθηκε κατά τους χρόνους της Αναγέννησης. Οι ναοί είναι: Ο Ναός της Ήρας, που κατασκευάσθηκε τον 5ο αιώνα π. Χ. και κάηκε το 406 π.Χ. από τους Καρχηδόνιους. Συνήθως εχρησιμοποιείτο για τον εορτασμό γάμων.

Slide 9
Ο Ναός της Ομόνοιας, η ονομασία του οποίου προέρχεται από λατινική επιγραφή που βρέθηκε πλησίον του ναού, και ο οποίος επίσης κτίσθηκε τον 5ο αιώνα π. Χ., μετατράπηκε σε Εκκλησία τον 6ο αιώνα μ. Χ. και είναι από τους πλέον καλύτερα διατηρημένους ναούς στην Κοιλάδα.

Slide 11
Ο Ναός του Ηρακλή, ο οποίος ήταν ένας από τους πλέον σεβαστούς θεούς στον αρχαίο Ακράγαντα. Είναι ο πλέον αρχαίος στην Κοιλάδα: Καταστραφείς από σεισμό, αποτελείται σήμερα από οκτώ μόνο κίονες.

Slide 12
Ο Ναός του Ολυμπίου Διός, κτίσθηκε το 480 π. Χ. προς εορτασμό του θριάμβου της πόλης – κράτους επί των Καρχηδονίων. Χαρακτηρίζεται από τη χρήσιμοποιηση τεραστίων κιόνων για την κατασκευή του.

Slide 14
Ο ναός του Κάστορα και του Πολυδεύκη (των Διόσκουρων), αποτελεί σύμβολο του σύγχρονου Ακράγαντα, παρότι σώζεται μόνο ένα πολύ μικρό μέρος του.

Slide 15
Ο ναός του Ηφαίστου, επίσης χρονολογείται από τον 5ο αιώνα π.Χ. Θεωρείται ότι υπήρξε ένας από τους πιο επιβλητικούς ναούς της κοιλάδας, ωστόσο, αποτελεί έναν από τους πλέον διαβρωμένους Ο Ναός του Ασκληπιού βρίσκεται έξω από τα τείχη της πόλης. Εκεί κατέφευγαν οι ασθενείς, αναζητώντας θεραπεία.

Slide 16
Στην κοιλάδα βρίσκεται επίσης ο λεγόμενος Τάφος του Τheron, ένα μεγάλο μνημείο από ηφαιστειακή τέφρα σε σχήμα πυραμίδας. Οι μελετητές υποθέτουν ότι χτίστηκε για να τιμήσει την μνήμη των Ρωμαίων που σκοτώθηκαν στον Β’ Καρχηδονιακό Πόλεμο.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΖΗΣΙΜΑΤΟΥ


 ΣΕΛΙΝΟΥΣ (SELINUNTE)
 Την επόμενη μέρα φτάνουμε στο Σ ε λ ι ν ο ύ ν τ α. Ιδρύθηκε το 629 π.χ. στο έσχατο δυτικό άκρο της νότιας παραλίας της Σικελίας, κοντά στην εκβολή του ομώνυμου ποταμού, που της πρόσφερε και το όνομά της, από αποίκους Μεγαρείς προερχόμενους από τα Υ β λ α ί α Μ έ γ α ρ α. Η αποικία κτίστηκε σε τόπο γεμάτο έλη, γιατί οι Μεγαρείς ήταν πεπειραμένοι στα αποξηραντικά έργα και μετέτρεψαν γρήγορα τον τόπο σε ευφορότατη περιοχή. Τον πλούτο του Σελινούντα μαρτυρούν, ακόμη και σήμερα, τα κολοσσιαία ερείπια των γιγαντιαίων και επιβλητικότατων ναών του για τις γραμμές των οποίων ο Ρενάρ έγραψε πως φτάνουν στη τελειότητα. Κυριότεροι είναι οι απίστευτου μεγέθους ν α ό ς του Α π ό λ λ ω ν α και ο μικρότερος αλλά καλύτερα διατηρούμενος ν α ό ς της Ή ρ α ς μεγέθους περίπου του Παρθενώνα αλλά με χονδρότερους κίονες. Δίπλα τους βρίσκονται τα ερείπια και τρίτου επιβλητικού ναού. Οι αρχαιολόγοι έχουν ονομάσει τους τρεις ναούς με τα γράμματα Ε F,C.
Οι πελώριοι ναοί του Σελινούντα (ένας από αυτούς έχει μήκος 110 μ. και πλάτος 50 μ). μας θυμίζουν τη σημαντική πρόοδο της αρχιτεκτονικής στις ελληνικές αποικίες της Μ. Ελλάδας. Οι ναοί παρουσιάζουν όμως διαφορές από εκείνους της μητροπολιτικής Ελλάδας. Η γλυπτική τους διακόσμηση είναι πτωχότερη στα αετώματα. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη του μαρμάρου. Ο ναός όμως δεν έπαυε να είναι εντυπωσιακός, με την πλούσια χρωματισμένη πήλινη διακόσμηση, στα άλλα του μέρη ιδίως. Ωστόσο η επιβλητικότητα του μεγέθους της δυτικής ελληνικής αρχιτεκτονικής. μας δείχνει πως οι Έλληνες της Μ. Ελλάδας, με τον πλούτο που απέκτησαν, σύντομα απομακρύνθηκαν από την αίσθηση του μέτρου και της αρμονίας, που χαρακτήριζε την αρχιτεκτονική στην κυρίως Ελλάδα. Μεταξύ των παραδοξοτήτων που έχουν ακουστεί σήμερα είναι πως η κατασκευή ναών κολοσσιαίου μεγέθους στην Ιταλία από τους Έλληνες αποίκους αποτελεί προσαρμογή (!) της ελληνικής αρχιτεκτονικής στο περιβάλλον της Σικελίας, όπου οι πεδιάδες είναι μεγάλες. Αλλά παρόμοια μπορούν να γράφουν μόνο εκείνοι, που δεν έχουν επισκεφθεί καν τη Σικελία(!).
 Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η επίσκεψη στην Ακρόπολη του Σελινούντα, που έχει επιβλητικές οχυρώσεις του 6ου, του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ. Μέσα στο χώρο της Ακρόπολης υπάρχει και άλλος αρχαίος δωρικός ναός, ονομασμένος από τους αρχαιολόγους με το γράμμα C. Ο ναός, κατά παράδοση του Ηρακλή, ανήκει στο μέσο του 6ου αι. π.Χ. Β.Δ. της Ακρόπολης, δίπλα σε οικήματα και δρόμους των βυζαντινών χρόνων, υπάρχουν τα ερείπια πανάρχαιου ιερού, αφιερωμένου στις υποχθόνιες θεότητες. Κοντά εκεί είναι και η νεκρόπολη. Αφιερώματα της Ήρας, της Δήμητρας και της Περσεφόνης και πολυάριθμα πήλινα αγαλματίδια έχουν βρεθεί και εκεί και στον Ακράγαντα. Γενικά σ’ ολόκληρη τη Μ. Ελλάδα ήταν πολύ διαδεδομένη η λατρεία αυτών των θεοτήτων. Πολλά ειδώλια δείχνουν εξαίρετη γνώση της πλαστικής τέχνης. Και μία πληροφορία, ίσως χρήσιμη, για το Σελινούντα. Στην περιοχή πωλούνται κίβδηλα αγγεία. φτιαγμένα τόσο αριστοτεχνικά, ώστε δύσκολα ξεχωρίζουν από τα γνήσια.  Μέχρι σήμερα φύονται στις όχθες του Σελινούντα αλλά κι ανάμεσα στα μνημεία του, που και που σέλινα, το φυτό δηλαδή του οποίου το όνομα οι Μεγαρείς άποικοι έδωσαν στον ποταμό και στην αποικία. Η πόλη είχε δύο λιμάνια που έχουν τώρα προσχωθεί.  Ο Σελινούς ευημέρησε στη διάρκεια ιδίως του 6ου αιώνα. Το 409 π.Χ. κυριεύτηκε και καταστράφηκε από τους Καρχηδόνιους. Λίγο αργότερα ξανακτίστηκε, αλλά ξανακαταστράφηκε οριστικά αυτή τη φορά (Το 250 π.Χ.), οπότε οι Καρχηδόνιοι αιχμαλώτισαν και οδήγησαν τους κατοίκους του στη Λιβύη.

Σελινούντας Σικελίας

Ο Σελινούντας ήταν αρχαία ελληνική αποικία στη Σικελία. Βρισκόταν στο νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού και αποτελούσε τη δυτικότερη ελληνική αποικία σε αυτό.
Ο Σελινούντας ήταν αποικία της επίσης σικελικής πόλης Μέγαρα Υβλαία[1]. Η πόλη ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια του 7ου αιώνα π.Χ. Η ημερομηνία ίδρυσής της δεν μπορεί να προσδιοριστεί σήμερα με ακρίβεια. Με βάση αναφορά του Θουκυδίδη φαίνεται πως η πόλη ιδρύθηκε το 622 π.Χ. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης τοποθετεί την ίδρυση της πόλης το 650 π.Χ. ενώ ο ιστορικός Ιερώνυμος ακόμα νωρίτερα το 654 π.Χ.[2] Η πόλη, αν και συνόρευε με τις καρχηδονιακές αποικίες, διατηρούσε καλή σχέση με την Καρχηδόνα.
Από τις πληροφορίες που έχουμε για την επικράτεια της πόλης, φαίνεται πως, κατά τη διάρκεια του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ., γνώριζε ακμή και ευημερία. Ο Θουκυδίδης αναφέρει πως, πριν την αποστολή των Αθηναίων στη Σικελία, ο Σελινούντας ήταν ευημερούσα και ισχυρή πόλη που διέθετε συσσωρευμένο πλούτο στους ναούς της. Ο Διόδωρος αναφέρει πως λίγο πριν την τελική επιδρομή των Καρχηδονίων η πόλη διένυε μακρά περίοδο ηρεμίας και ο πληθυσμός της είχε αυξηθεί σημαντικά[3].
Η κύρια αντίπαλος των Σελινουντίων ήταν η σικελική πόλη Έγεστα, η οποία βρισκόταν βορειότερά τους. Οι δύο πόλεις είχαν συγκρουστεί αρκετές φορές στο παρελθόν. Νέα διαμάχη τους, το 416 π.Χ., αποτέλεσε μία από τις βασικές αιτίες της μεγάλης αθηναϊκής εκστρατείας στη Σικελία καθώς ο Σελινούντας ζήτησε τη βοήθεια των Συρακουσών με αποτέλεσμα η Έγεστα να απευθυνθεί στους Αθηναίους για βοήθεια. Μετά την πανωλεθρία της αθηναϊκής αποστολής στη Σικελία, η Έγεστα έμεινε απροστάτευτη και αναγκάστηκε να παραχωρήσει στους Σελινουντίους τα εδάφη που ζητούσαν, ώστε να αποφύγει την επέμβαση των Συρακουσών, συμμάχου του Σελινούντα.
Ωστόσο οι Σελινούντιοι, εκμεταλλευόμενοι τη δύσκολη θέση της Έγεστας, αφαίρεσαν κι άλλα εδάφη από αυτήν. Απότέλεσμα ήταν να αναγκαστεί η τελευταία να προσφύγει στους Καρχηδόνιους για βοήθεια (410 π.Χ.). Στη σχετική συζήτηση στη βουλή των Καρχηδονίων, πρωτοστάτησε ο Αννίβας, εγγονός του Αμίλκα ο οποίος είχε ηττηθεί από τους συνασπισμένους Έλληνες στη μάχη της Ιμέρας το 480 π.Χ.. Ο Αννίβας αναφέρεται πως μισούσε τους Έλληνες και ήθελε να εκδικηθεί την ντροπή των προγόνων του. Έτσι έπεισε τους συμπατριώτες του να βοηθήσουν τους Εγεσταίους και να τον διορίσουν αρχηγό της εκστρατείας, σε περίπτωση που ξεσπούσε πόλεμος. Εξ άλλου, η Καρχηδόνα ήθελε να εκμεταλλευθεί την εξασθένιση των ελληνικών πόλεων της Σικελίας, λόγω των εσωτερικών τους διενέξεων και του πολέμου με την Αθήνα.[4]
Μετ ά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τους Σελινουντίους, οι Καρχηδόνιοι έστειλαν 5.800 συμμάχους τους, Λίβυες και Καμπανούς, σε βοήθεια των Εγεσταίων οι οποίοι όμως στην αρχή νικήθηκαν. Στη συνέχεια όμως, με μια αιφνιδιαστική επίθεση κατάφεραν να νικήσουν τους Σελινουντίους σε μάχη όπου οι δεύτεροι έχασαν 1.000 άνδρες. Αποτέλεσμα αυτής της μάχης ήταν να προσφύγουν για βοήθεια, ο μεν Σελινούντας στις Συρακούσες και η δε Έγεστα στους Καρχηδονίους. Έτσι ξέσπασε ο Α΄ Καρχηδονιακός πόλεμος μεταξύ Καρχηδόνας και Συρακουσών.[5]
Το 410 π.Χ. οι Καρχηδόνιοι προετοίμασαν εντατικά την εκστρατεία, συγκεντρώνοντας ισχυρότατη δύναμη από μισθοφόρους Ίβηρες και Λίβυες αλλά και πολλούς Καρχηδονίους, τους οποίους έθεσαν υπό τον Αννίβα. Το επόμενο έτος επιβίβασαν αυτή τη δύναμη σε στόλο από 60 τριήρεις και 1.500 μεταγωγικά και αποβιβάστηκαν στη Σικελία. στη ναυτική τους βάση Λιλύβαιο. Αυτό συνέβη την άνοιξη του 409 π.Χ. Στο Λιλύβαιο ενώθηκαν μαζί τους οι Εγεσταίοι και άλλοι σύμμαχοι, ανεβάζοντας τις δυνάμεις του Αννίβα σε 100.000 πεζούς και 4.000 ιππείς. Από εκεί κατευθύνθηκαν στον Σελινούντα τον οποίο πολιόρκησαν χρησιμοποιώντας διάφορες πολιορκητικές μηχανές. Εν τω μεταξύ οι Σελινούντιοι είχαν ζητήσει τη βοήθεια των Συρακουσών.[6] Αιχμή της επίθεσης εναντίον των τειχών της πόλης ήταν έξη πανύψηλοι πολιορκητικοί πύργοι εφοδιασμένοι με αντίστοιχο αριθμό κριών. Την επίθεση υποστήριζαν τοξότες και σφενδονήτες που χτυπούσαν τους υπερασπιστές στις επάλξεις. Αρχικά οι έφοδοι αυτές έφεραν σε απόγνωση τους Σελινουντίους, καθώς αυτοί δεν είχαν πείρα από πολιορκίες. Στη συνέχεια αναθάρρησαν, με τη σκέψη ότι σύντομα θα έφτανε η βοήθεια από τις Συρακούσες.[6] Ωστόσο, παρά τη γενναία αντίσταση όλου του πληθυσμού της πόλης (ακόμη και οι γέροι, οι γυναίκες και τα παιδιά συμμετείχαν στον εφοδιασμό των υπερασπιστών με τρόφιμα και βέλη), η παραμέληση των τειχών, ο συνεχής βομβαρδισμός από τους πύργους και η χρήση των κριών έδωσαν τη δυνατότητα στους Καμπανούς μισθοφόρους των Καρχηδονίων να μπουν στην πόλη. Παρόλα αυτά, οι υπερασπιστές κατάφεραν, με συντονισμένη προσπάθεια, να τους εκδιώξουν. Μέσα στην απόγνωσή τους, τη νύχτα, οι Σελινούντιοι έστειλαν ιππείς στον Ακράγαντα, τη Γέλα και τις Συρακούσες, ξαναζητώντας με αγωνία βοήθεια.[7]
Ωστόσο, οι Συρακόσιοι, νομίζοντας πως ο Σελινούντας μπορούσε να υποκύψει μόνο με μακρόχρονη πολιορκία, καθυστέρησαν να καταφθάσουν, προσπαθώντας να συγκεντρώσουν ισχυρές δυνάμεις. Τις επόμενες 9 ημέρες, οι Καρχηδόνιοι και οι σύμμαχοί τους ενέτειναν τις επιθέσεις τους στο ρήγμα που είχε δημιουργηθεί και το οποίο διεύρυναν οι πολιορκητικές μηχανές. Στο τέλος, οι Ίβηρες μισθοφόροι πέτυχαν να μπουν στην πόλη όπου οι πολιορκημένοι προσπάθησαν αν τους αποκρούσουν στήνοντας οδοφράγματα ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά έριχναν πέτρες και κεραμίδια από τις στέγες. Με τη δύση του ήλιου σταμάτησε κάθε αντίσταση και ακολούθησε ανελέητη σφαγή των περισσότερων κατοίκων (16.000 νεκροί). Από τους επιζώντες, 5.000 ήταν οι αιχμάλωτοι, οι οποίοι πουλήθηκαν ως δούλοι ενώ 2.600 κατάφεραν να διαφύγουν στον Ακράγαντα. Λίγο αργότερα έφτασε στον Ακράγαντα η βοήθεια από τις Συρακούσες, μόλις 3.000 άνδρες, οι οποίοι το μόνο που μπόρεσαν να κάνουν ήταν να ζητήσουν από τον Αννίβα να απελευθερώσει τους αιχμαλώτους. Ο Αννίβας όμως δεν δέχτηκε το αίτημά τους και, αφού κατεδάφισε τα τείχη, επέτρεψε μόνο στους φιλοκαρχηδόνιους κατοίκους να επιστρέψουν, με τον όρο να πληρώνουν φόρο στην Καρχηδόνα.[7] Ωστόσο η πόλη ποτέ δεν ανέκαμψε από αυτή την καταστροφή.

Τα τελευταία χρόνια

Ο Σελινούντας έμεινε υποτελής στους Καρχηδονίους μέχρι το 383 π.Χ. όταν, με συνθήκη ειρήνης μεταξύ των Καρχηδονίων και του τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου, πέρασε στον έλεγχο των Συρακουσών[8]. Κατά τη διάρκεια του πρώτου Καρχηδονιακού πολέμου με τους Ρωμαίους, ο Σελινούντας βρέθηκε στην καρδιά των πολεμικών συγκρούσεων στην περιοχή. Λίγο πριν το τέλος του πολέμου οι Καρχηδόνιοι κατέστρεψαν ολοσχερώς την πόλη, ώστε να περιορίσουν τα σημεία που έπρεπε να υπερασπιστούν, και μετέφεραν τους κατοίκους της στο Λιλύβαιο.


Η τραγωδία και τα μυστικά της «ελληνικής Πομπηίας» στη Σικελία

Όλοι γνωρίζουν την Πομπηία: Τη ρωμαϊκή πόλη που «πάγωσε στον χρόνο» από την έκρηξη του Βεζουβίου. Ωστόσο, στη Σικελία υπάρχει και άλλη Πομπηία, μια πόλη η οποία επίσης έμεινε σχετικά ανέγγιχτη στον χρόνο, μετά τη σφαγή/ εξανδραποδισμό των κατοίκων της σε επίθεση βορειοαφρικανών επιδρομέων. Και ήταν ελληνική: Ο λόγος για τον Σελινούντα, της αρχαίας «Μεγάλης Ελλάδας».
Όπως αναφέρεται σε εκτενές αφιέρωμα που φιλοξενεί ο Independent, η πόλη δέχτηκε επίθεση κάποια στιγμή κατά τον 5ο π.Χ αιώνα, και η αρχαιολογική έρευνα αποδίδει συνέχεια νέα και πολύτιμα ευρήματα. Όπως και η ρωμαϊκή πόλη, ο Σελινούντας έμεινε σε αξιοσημείωτο βαθμό ανέπαφος, παρά τον χαμό των κατοίκων του.
Αντίθετα με την Πομπηία, η οποία καλύφθηκε απότομα από ηφαιστειακή στάχτη, ο Σελινούντας θάφτηκε σταδιακά, από τόνους γης και άμμου. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές «ζωντανεύουν» ξανά το χρονικό του τέλους της, φέρνοντας στο φως ευρήματα που μπορεί να περιλαμβάνουν ακόμη και πιάτα με μισοφαγωμένα γεύματα, που αφέθηκαν εκεί που ήταν όταν ο όλεθρος χτύπησε την πόλη. Επίσης, έχουν βρεθεί δεκάδες κεραμικά σκεύη τα οποία δεν πέρασαν ποτέ από τη φωτιά- καθώς οι τεχνίτες που τα δούλευαν τα άφησαν εκεί που ήταν ξαφνικά.
Μέσα στα τελευταία 15 χρόνια, μέσω της χρήσης γεωφυσικών τεχνικών και ανασκαφών έχουν βρεθεί 2.500 σπίτια, οι οδοί, το λιμάνι και η βιομηχανική ζώνη. Όπως υπογραμμίζει ο Independent, πρόκειται για την πρώτη φορά που οι αρχαιολόγοι είναι σε θέση να καταγράψουν πώς ακριβώς μοιάζει μια αρχαία ελληνική πόλη της Κλασικής Εποχής.
Η γνώση που προκύπτει από τις έρευνες στον Σελινούντα αλλάζουν τα δεδομένα όσον αφορά στην κατανόηση της δημογραφικής και οικονομικής πραγματικότητα του αρχαίου κόσμου εν γένει: Πριν τον Σελινούντα, ουδείς ήταν σε θέση να μετρήσει τον ακριβή αριθμό των σπιτιών σε μια πόλη της Κλασικής Εποχής, οπότε και οι εκτιμήσεις γύρω από τους πληθυσμούς ήταν δύσκολες. Επίσης, είναι η πρώτη πόλη στην οποία υπάρχει η δυνατότητα εκτενούς μελέτης μιας βιομηχανικής ζώνης.
«Ο Σελινούντας είναι η μόνη Κλασική ελληνική πόλη όπου ολόκληρη η μητρόπολη έχει διατηρηθεί, κυρίως θαμμένη κάτω από χώμα και άμμο. Οπότε μας δίνει μια μοναδική ευκαιρία να ανακαλύψουμε πώς μια αρχαία ελληνική πόλη λειτουργούσε» ανέφερε σχετικά ο καθηγητής Μάρτιν Μπεντς, του Πανεπιστημίου της Βόννης, διευθυντής της κύριας ανασκαφής. Μεταξύ άλλων, έχουν βρεθεί και ναΐσκοι τεχνιτών, αφιερωμένοι στην Αθηνά Εργάνη, καθώς και στην Άρτεμη, τη Δήμητρα και τον Δία.
Όσον αφορά στο τέλος της πόλης, ο Σελινούντας έπαψε πρακτικά να υφίσταται ως μεγάλο αστικό κέντρο μέσα σε διάστημα μικρότερο της μίας ημέρας, όταν Καρχηδόνιοι εισβολείς διέσπασαν τις άμυνες και κατέσφαξαν τους 16.000 Έλληνες κατοίκους και πολεμιστές που την υπερασπίζονταν. Περίπου 5.000 άνδρες έγιναν σκλάβοι, καθώς και χιλιάδες γυναικόπαιδα. Κυριολεκτικά από τη μία ημέρα στην άλλη, ο Σελινούντας μετετράπη σε πόλη-φάντασμα, και απειροελάχιστα ονόματα αυτών που έζησαν σε αυτήν κατά τα 219 χρόνια της ιστορίας της έχουν γίνει γνωστά.
Όπως υπογραμμίζεται στο δημοσίευμα του Independent, ο Σελινούντας αποτελεί πλέον το μεγαλύτερο αρχαιολογικό πάρκο στην Ευρώπη, προσελκύοντας έντονο τουριστικό ενδιαφέρον.


Σελινούντας: Η «ελληνική Πομπηία» αποκαλύπτει τα μυστικά της

Όλοι οι κάτοικοι του Σελινούντα της Σικελίας σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν ως δούλοι από Καρχηδόνιους εισβολείς στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ.

Μία από τις μεγαλύτερες τραγωδίες του αρχαίου κόσμου, «παγωμένη στον χρόνο» για περίπου 2.500 χρόνια, αποκαλύπτει επιτέλους τα μυστικά της.
 Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Independent, οι αρχαιολόγοι ανασκάπτουν σταδιακά μία αρχαία ελληνική πόλη, τον Σελινούντα της Σικελίας, της οποίας οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν ως δούλοι από Καρχηδόνιους εισβολείς στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ.

Όπως μία αρχαία ελληνική Πομπηία, η πόλη διατηρήθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της ανέπαφη, παρά τον τραγικό θάνατο των περισσότερων κατοίκων της.
  Στην Πομπηία, τόσο τα σπίτια όσο και άλλου είδους κτίρια καλύφθηκαν σχεδόν στιγμιαία από ηφαιστειακή τέφρα, όμως στον Σελινούντα «ενταφιάστηκαν» σταδιακά από εκατοντάδες χιλιάδες τόνους χώματος και άμμου που παρέσυρε ο άνεμος.  Σύμφωνα με το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας, η αρχαιολογική σκαπάνη αποκαλύπτει τώρα την ακριβή στιγμή που ο Σελινούντας μετατράπηκε από ακμάζουσα αποικία σε «πόλη φάντασμα». 

Θαμμένα κάτω από μία γκρεμισμένη οροφή ενός κτιρίου που κάηκε από τους εισβολείς βρέθηκαν από τους αρχαιολόγους τα μισοφαγωμένα απομεινάρια γευμάτων που άφησαν πίσω τους οι ντόπιοι προσπαθώντας να γλιτώσουν τη ζωή τους. Οι επιστήμονες τώρα αναλύουν τα υπολείμματα φαγητού που βρέθηκαν μέσα σε έξι δοχεία γύρω από την εστία του σπιτιού.

Επιπλέον, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν δεκάδες κεραμικά προϊόντα (σκεύη και πλακάκια) που οι τρομοκρατημένοι τεχνίτες την ώρα της επίθεσης προτού προλάβουν καν να τα βάλουν μέσα στην κάμινο.
  Μέσα στα τελευταία 15 χρόνια, η αρχαιολογική ομάδα στη Σικελία έχει «εντοπίσει» με γεωφυσικές τεχνικές και τα 2.500 εγκαταλελειμένα σπίτια της αποικίας μαζί με όλους τους δρόμους, το λιμάνι της και την εμπορική συνοικία. Σύμφωνα με την Independent, πρόκειται για την πρώτη φορά που αρχαιολόγοι κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα τόσο λεπτομερές πλάνο μίας ελληνικής πόλης της κλασσικής περιόδου, αφού στο παρελθόν εργάζονταν κυρίως συνδυάζοντας αποσπασματικά ευρήματα.  Τα νέα στοιχεία που έρχονται σήμερα στο φως από το Σελινούντα κρίνονται ιδιαίτερα σημαντικά, αφού έχουν ήδη αρχίσει να διευρύνουν την κατανόηση των μελετητών για κάποια σημαντικά δημογραφικά και οικονομικά στοιχεία του αρχαίου κόσμου. 

ΕΓΕΣΤΑ SEGESTA
Η Σεγέστα ή Έγεστα ή Αίγεστα (στα ιταλικά Segesta και στα σικελικά Siggésta) ήταν αρχαία πόλη της Σικελίας η οποία βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά της Σικελίας, κοντά
Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, πρώτοι εγκαταστάθηκαν στη Σικελία οι Σικανοί που ήσαν ιβηρικής καταγωγής και είχαν εκδιωχθεί από τους Λίγυες, αν και ισχυρίζονταν πως ήταν γηγενείς κάτοικοι της Σικελίας. Κατά την άλωση της Τροίας από τους Έλληνες, μερικοί Τρώες έφθασαν στη Σικελία και συγκατοίκησαν με τους Σικανούς σε δύο πόλεις, την Έρυκα και την Έγεστα, οι οποίες έλαβαν το κοινό όνομα Έλυμοι[5]. Η Έγεστα είχε κακές σχέσεις με τον Σελινούντα από το 580 π.Χ, γεγονός που αποτέλεσε αφορμή για την σικελική εκστρατεία των Αθηναίων (415-413 π.Χ). Το 409 π.Χ, οι Εγεσταίοι είχαν συμμαχήσει με τους Καρχηδόνιους, όταν οι τελευταίοι κατέλαβαν τον Σελινούντα. Κατά τον Πρώτο Ρωμαιοκαρχηδονιακό Πόλεμο, οι Εγεσταίοι πρόδωσαν τους Καρχηδόνιους και πολέμησαν στο πλευρό των Ρωμαίων, γι' αυτό και ευνοήθηκαν κατά την ρωμαϊκή περίοδο. Ωστόσο, κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ, η πόλη της Έγεστας καταστράφηκε.
Οι κάτοικοι της πόλης αποκαλούνταν «Εγεσταίοι»(Θουκυδίδης)[5] ή «Σεγεστανοί» (Αππιανός)[6] ή «Σεγεσταίοι», όπως φαίνεται από νομίσματα με την ένδειξη ΣΕΓΕΣΤΑΙΩΝ (π.χ. σε δίδραχμο της περιόδου 475-455).
Την πόλη αποκαλούσαν Έγεστα (Θουκυδίδης (5ος-4ος αιώνας π.Χ.)[5], Αίγεστα (Διόδωρος Σικελιώτης, 1ος αιώνας)[2], Σεγέστα (Κλαύδιος Πτολεμαίος, 2ος αιώνας)[4], ενώ σε νομίσματά της (π.χ. δες δίδραχμο 5ου αιώνα π.Χ.) φαίνεται το όνομα ΣΕΓΕΣΤΑ.
Τα ασημένια σερβίτσια που κόστισαν στην Αθήνα  πόλεμο με τη Σπάρτη.
Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη μια απλή απάτη κατά τη διάρκεια του πολύχρονου Πελοποννησιακού Πολέμου (431 έως 404 π.Χ.) οδήγησε την Αθήνα στο τέλος της. Η πόλη Εγέστα στη Σικελία είχε διαμάχη με τους γείτονες της που είχαν τη βοήθεια των ισχυρών Συρακουσών. Οι κάτοικοι της Εγέστας αποφάσισαν να ζητήσουν στρατιωτική βοήθεια από τους Αθηναίους. Η εκκλησία του δήμου στην Αθήνα ήταν σκεπτική, αλλά επειδή οι Συρακούσιοι ήταν πιστοί σύμμαχοι της Σπάρτης αποφάσισαν, λαμβάνοντας υπόψη τα μελλοντικά στρατιωτικά έξοδα, να ερευνήσουν πόσο πλούσια ήταν πραγματικά η Εγέστα. Έστειλαν λοιπόν μια διερευνητική αποστολή στη Σικελία. Όταν οι απεσταλμένοι έφτασαν στην Εγέστα, τους πήγαιναν από δείπνο σε δείπνο σε ολόκληρη την πόλη. Σαστισμένοι διαπίστωσαν ότι όλα τα σπίτια ήταν γεμάτα με πανάκριβα ασημένια σερβίτσια. Στην πραγματικότητα όμως κάθε βράδυ ήταν τα ίδια ποτήρια και πιάτα που πήγαιναν μυστικά από τραπέζι σε τραπέζι. Οι απεσταλμένοι πείστηκαν για τις δυνατότητες του σχεδίου και επέστρεψαν στην Αθήνα. Εκεί δέχθηκαν με ενθουσιασμό την αναφορά τους και τον επόμενο χρόνο, το 415 π.Χ. έστειλαν έναν ισχυρό στόλο στη Σικελία. Δύο χρόνια αργότερα σχεδόν όλοι όσοι είχαν συμμετάσχει στην επιχείρηση είχαν σκοτωθεί σε μάχες ή γίνει σκλάβοι. Ήταν ένα φοβερό πλήγμα για την Αθήνα στη μάχη της εναντίον της Σπάρτης και, παρά το πέρασμα του χρόνου, δεν κατάφερε ποτέ να το ξεπεράσει....


ΕΓΕΣΤΑ (SEGESTA)  Ακολουθούμε το δρόμο Selinunte - Segesta Trapani - Palermo. Πρώτος σταθμός μας τώρα η Έγεστα, όπως λεγόταν στα χρόνια των Ελλήνων. Η πόλη, κτισμένη σε μια ωραιότατη ορεινή περιοχή, (στο όρος Barbaro) στο εσωτερικό της Σικελίας, δεν κατοικείται σήμερα καθόλου. Ίσως και για τούτο είναι επιβλητικότατο σε ομορφιά και σε μεγαλοπρέπεια το τοπίο της, σε συνδυασμό με τα αρχαία της μνημεία. Πρόκειται για ένα ναό του δεύτερου μισού του 5ου αι. π.Χ., εξαιρετικής χάρης και μεγαλοπρέπειας, σωζόμενο σε εξαίρετη κατάσταση και ένα, εξίσου καλά, διατηρημένο αρχαίο ελληνικό θέατρο. Σε όποια θέση του κι αν καθήσεις, απολαμβάνεις μοναδική θέα, με φόντο τις ακτές της Σικελίας και τη θάλασσα, θέαμα κυριολεκτικά αξέχαστο.
Και ο ναός και το θέατρο κτίστηκαν από Έλληνες αρχιτέκτονες, τους οποίους μετεκάλεσαν οι Εγεσταίοι, επειδή είχαν δεχτεί και αφομοιώσει τον ελληνικό πολιτισμό.
Ο ναός, περίπτερος εξάστυλος δωρικός, στέφει με χάρη και μεγαλοπρέπεια την κορυφή του βουνού. Σε απόσταση 2 χιλιομέτρων, σε υπερκείμενη κορυφή, βρίσκεται το, μοναδικής θέας στον κόσμο, θέατρο της Έγεστας. Ανήκει στον Γ’ αι. π.Χ. και είναι ένα από τα καλύτερα διατηρημένα θέατρα της αρχαιότητας. Έχει 20 κερκίδες που διαιρούνται σε 7 τμήματα. Η σκηνή και το παρασκήνιο κοσμούνται με ανάγλυφα του Πανός. Τα μνημεία της Έγεστας, που δεν ήταν ελληνική πόλη, δεν διαφέρουν από εκείνα των ελληνικών πόλεων. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι οι Εγεσταίοι, αν και ζούσαν πλησιέστερα προς τη ζώνη επιρροής των Φοινίκων και στο εσωτερικό της Σικελίας, συγχωνεύτηκαν από την ανωτερότητα του ελληνικού πολιτισμού και υιοθέτησαν εντελώς τον ελληνικό τρόπο ζωής μαζί και την ελληνική τέχνη και την αρχιτεκτονική. Σε τέτοιο δε σημείο αφομοίωσαν τον ελληνισμό, ώστε ακόμη και οι ενδυμασίες και σι στρατιωτικές στολές που φορούσαν ήταν παρόμοιες με τις ελληνικές. Ανακατεύτηκαν μάλιστα οι Εγεσταίοι και στα εσωτερικά των Ελλήνων. Ευρισκόμενοι, δηλαδή, σε σχέση εχθρική με τους Σελινουντίους, συμμάχους των Συρακουσών, ζήτησαν βοήθεια από τους Αθηναίους. Το αίτημα των Εγεσταίων αποτέλεσε την αφορμή για την πραγματοποίηση της εκστρατείας των Αθηναίων, κατά πρόταση του Αλκιβιάδη, η οποία και απέληξε στη γνωστή από το Θουκυδίδη καταστροφή τους. Μόνιμος και σοβαρός πάντα κίνδυνος για το Σελινούντα η Έγεστα, προκάλεσε επίσης και την καταστροφή του, στα 409 π.χ. από τους Καρχηδόνιους.
 


ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ
O χαρισματικός Αθηναίος, που συμμάχησε με τους Σπαρτιάτες και τους Πέρσες.

Σε ηλικία πέντε ετών ο Αλκιβιάδης έμεινε ορφανός και την ανατροφή του ανέλαβε η οικογένεια του Περικλή, που ήταν πρώτος ξάδερφος της μητέρας του. Στα 45 χρόνια που έζησε δημιούργησε φανατικούς οπαδούς και ορκισμένους εχθρούς. Έκανε τους πάντες να παραμιλούν με τα κατορθώματα αλλά και τις ακολασίες του, προκαλώντας το μίσος και το θαυμασμό φίλων και εχθρών.

Ο πανέμορφος μαθητής του Σωκράτη που δεν είχε ηθικούς φραγμούς
Από μικρός τα είχε όλα. Η ομορφιά του γοήτευε τους Αθηναίους και το μοναδικό ψεγάδι του ήταν ότι τραύλιζε, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να εξελιχθεί σε έναν δεινό ρήτορα. Εκτός από πολυτέλεια, είχε και τους καλύτερους δασκάλους με κορυφαίο τον Σωκράτη. Η σχέση τους ήταν πολύ στενή. Ο ένας ήταν έτοιμος να δώσει τη ζωή του για τον άλλον. Στη μάχη της Ποτίδαιας, το 432 π.X., ο Σωκράτης του έσωσε τη ζωή και ο Αλκιβιάδης έσωσε τον φιλόσοφο από βέβαιο θάνατο στη μάχη του Δηλίου, το 424 π.X. Για την ηρωική διάσωση του Σωκράτη, ο πάμπλουτος Ιππόνικος πρόσφερε στον Αλκιβιάδη για σύζυγο την κόρη του Ιππαρέτη. Έτσι ο Αλκιβιάδης στα δικά του πλούτη πρόσθεσε τη μεγάλη προίκα της γυναίκας του, την οποία όμως απατούσε διαρκώς. Ο Αλκιβιάδης είχε βάλει στοίχημα κάποτε ότι θα έδερνε τον πεθερό του στην Αγορά, όπως και έκανε. Όταν η γυναίκα του ζήτησε διαζύγιο, ο Αλκιβιάδης όρμησε, την ξυλοφόρτωσε και την πήρε σηκωτή πίσω στο σπίτι τους. Το διαζύγιο όμως βγήκε. Μετά το χωρισμό παντρεύτηκε μια θεία του, αλλά συνέχισε την άσωτη ζωή με γυναίκες και όμορφα αγόρια. Σπαταλούσε αφειδώς χρήματα από την περιουσία του και συμπεριφερόταν αλαζονικά. Κορόιδευε τους θεούς, χλεύαζε το πολίτευμα της Αθήνας και μαζί με φίλους και εταίρες διασκέδαζε συχνά μέχρι πρωίας. Ο Σωκράτης μαζί με τον Αλκιβιάδη σε έργο του Sensual Pleasure. Οι όμορφες εταίρες με τις οποίες διατηρούσε ερωτικές σχέσεις, ήταν μέρος της καθημερινότητάς του.
Ο Αλκιβιάδης ήταν και παρέμεινε για πάντα ο αγαπημένος μαθητής του Σωκράτη(έργο του Sensual Pleasure). Οι όμορφες εταίρες με τις οποίες διατηρούσε ερωτικές σχέσεις, ήταν μέρος της καθημερινότητάς του. Η κόρη της ερωμένης του Τιμάνδρας βρήκε καταφύγιο στη Κόρινθο, όπου όταν μεγάλωσε έγινε πασίγνωστη εταίρα. Η ακαταμάχητη Λαϊδα.
Μετά τα τρία βραβεία που κέρδισε στους Ολυμπιακούς του 416 π.Χ αγωνιζόμενος με επτά άρματα στις αρματοδρομίες, η δημοτικότητά του εκτινάχθηκε στα ύψη και το γλέντησε με το συνηθισμένο προκλητικό του τρόπο. Εκτός από την πομπή που του ετοίμασαν, διοργάνωσε άλλη μία, κρατώντας στα χέρια του τα χρυσά αγγεία του Ιερού της Ολυμπίας. Alcibiades
Το σκάνδαλο και η φυγή στην Σπάρτη
 Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των Αθηναίων στην Σικελία όπου ηγούνταν στόλου 100 πλοίων, κατηγορήθηκε ως υπεύθυνος για τον ακρωτηριασμό των ιερών Ερμών της πόλης. Αυτό ήταν σκάνδαλο πρώτου μεγέθους και τρομερή ιεροσυλία. Όταν μάρτυρες μίλησαν για μεθυσμένους νέους που λοιδορούσαν ακόμη και τα Ελευσίνια Μυστήρια, το μυαλό όλων πήγε στο «άτακτο» παιδί της Αθήνας. Έτσι τον κάλεσαν πίσω προκειμένου να τον δικάσουν. Ο Αλκιβιάδης όμως, θεωρώντας σίγουρη την καταδίκη του που τελικά ήταν εις θάνατο, ζήτησε άσυλο στην Σπάρτη, τον μεγαλύτερο εσωτερικό εχθρό της Αθήνας. Ήταν αποφασισμένος να εκδικηθεί την πόλη που τον ανέδειξε. Με όπλα την ευγλωττία, την εξυπνάδα και το θράσος του, ζήτησε άσυλο και οι Σπαρτιάτες τον αποδέχθηκαν. Παρά το γεγονός ότι ο Αλκιβιάδης είχε μάθει στα πλούτη, την καλοπέραση και την άσωτη ζωή, γρήγορα προσαρμόστηκε στον απαιτητικό και λιτό τρόπο ζωής των κορυφαίων πολεμιστών. Ξύρισε το κεφάλι του, ντυνόταν λιτά, γυμναζόταν καθημερινά, έτρωγε μέλανα ζωμό και ακολουθούσε πιστά τα έθιμα της Σπάρτης. Τους έδωσε σημαντικές πληροφορίες για το πως θα μπορούσαν να κόψουν την Αθήνα στα δύο και να μεταφέρουν τον πόλεμο στην ισχυρή πόλη. Και ενώ όλα πήγαιναν καλά για αυτόν και η Σπάρτη ήταν έτοιμη να κυριαρχήσει επί της αποδυναμωμένης πόλης, ο αχαλίνωτος χαρακτήρας του τον πρόδωσε. Ένα νέο σκάνδαλο ήρθε να ανατρέψει τα σχέδιά του. Ο πανέμορφος αλλά ασυγκράτητος Αλκιβιάδης είχε ερωτικές σχέσεις με τη σύζυγο του βασιλιά Άγη, με την οποία απέκτησαν και παιδί όσο ο βασιλιάς βρισκόταν σε εκστρατεία. Όταν αποκαλύφθηκε, ήξερε ότι πλέον δεν ήταν ασφαλής. Για άλλη μια φορά, αποφάσισε να το σκάσει πριν τον τιμωρήσουν. Τον κυνηγούσαν πλέον οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες καθώς και οι σύμμαχοί τους σε όλη την Ελλάδα.
Επόμενος σταθμός η Περσία
Η επιθυμία του όμως να εκδικηθεί την Αθήνα δεν είχε καταλαγιάσει. Επόμενος σταθμός του ήταν η Περσία που εκείνη την εποχή αποτελούσε τη μεγαλύτερη δύναμη και ήθελε να επεκταθεί προς τη Δύση. Το είχε επιχειρήσει άλλωστε στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα αλλά δεν τα είχε καταφέρει λόγω της φοβερής αντίστασης που έδειξαν οι Ελληνικές πόλεις, με πρώτες την Αθήνα και τη Σπάρτη. Ο Τισσαφέρνης γοητεύτηκε από τον πανέμορφο Αθηναίο και για να εκμεταλλευτεί τις πληροφορίες του, προσέφερε στον άλλοτε επιφανή Αθηναίο ασφαλές καταφύγιο. Ο Αλκιβιάδης έκανε το ίδιο με τη Σπάρτη. Προσαρμόστηκε άμεσα στον τρόπο ζωής της Ανατολής, έκανε κολασμένη ζωή και συμβούλευε τον ηγέτη των Περσών για το πως θα νικούσε τους Έλληνες. Οι δολοπλοκίες του δεν είχαν τέλος. Απολάμβανε τη φιλοξενία του Πέρση και ετοίμαζε την επάνοδό του στην Αθήνα. Έστειλε μήνυμα στη γενέτειρά του, ότι μπορούσε να μεσολαβήσει για να νικήσουν τους Σπαρτιάτες, ζήτησε όμως ως αντάλλαγμα την ακύρωση της ποινής, που του είχε επιβληθεί και την αποκατάστασή του. Έπεισε τον Πέρση σατράπη για την πίστη του, ηγήθηκε του στόλου του, νίκησε τους Λακεδαιμόνιους σε ναυμαχία και άρπαξε τα περσικά και τα σπαρτιατικά λάφυρα και επέστρεψε θριαμβευτής στην γενέτειρά του. peter connolly - greece and rome at war(pdf by snack)_Pgina_002
Έπεισε τον Πέρση σατράπη να επιτεθεί με τα πλοία του στους Σπαρτιάτες. Ο Αλκιβιάδης ηγήθηκε του στόλου, νίκησε τους Λακεδαιμόνιους, αλλά προδωσε τον Τισσαφέρνη και επέστρεψε στην Αθήνα με τα περσικά και τα σπαρτιάτικα λάφυρα!
Είχε καταφέρει το ακατόρθωτο και συνέχισε να προκαλεί τη μοίρα και την τύχη του. Ο Αλκιβιάδης πήγε να διαπραγματευθεί με τον Τισσαφέρνη, για λογαριασμό των Αθηναίων. Οι Πέρσες όμως τον έπιασαν και τον φυλάκισαν. Απέδρασε και έστρεψε τον ενδιαφέρον του στον Ελλήσποντο και το εμπορικό πέρασμα του Εύξεινου Πόντου. Κατατρόπωσε το στόλο των Σπαρτιατών, τους κυνήγησε, κατέλαβε την Κύζικο, επέβαλε την αθηναϊκή κυριαρχία και το καλοκαίρι του 407 π.Χ επέστρεψε στην Αθήνα.
             Ο Αλκιβιάδης για τον βιογράφο του ιστορικό Χέρμπερτ Χέφτνερ υπήρξε μια συναρπαστική προσωπικότητα: «Ηταν αντιπροσωπευτική μορφή μιας λαμπρής, αλλά ασταθούς και αντιφατικής εποχής. Μπορεί ο Αλκιβιάδης να προκάλεσε διάφορα κακά στην Αθήνα, αλλά οι συμπολίτες του τον λάτρευαν σαν ήρωα πιλότο του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου που ταυτόχρονα επιδεικνύει στη δημοσιότητα το γυμνασμένο σώμα του σαν μοντέλο του Κάλβιν Κλάιν».
Για να εντυπωσιάσει τους Αθηναίους συνόδευσε την πομπή των Ελευσίνιων Μυστηρίων από την Ελευσίνα στην Αθήνα. Πέρασε από την Ιερά Οδό όπου η παρουσία των Σπαρτιατών ήταν έντονη, λόγω της κατάκτησης της Δεκέλειας για την οποία είχε βοηθήσει και ο ίδιος. Φαινόταν να έχει γυρίσει τη μοίρα υπέρ του, αλλά έκανε λάθος. Δημιούργησε νέο στόλο με περσικά χρήματα για να πολεμήσει τους Σπαρτιάτες στην Ιωνία. Η ναυμαχία έγινε ενώ αυτός έλειπε και ο στόλος ηττήθηκε. Η κοινή γνώμη στράφηκε πάλι εναντίον του. Για να γλυτώσει, αυτοεξορίστηκε στη Θράκη και προσπάθησε να δημιουργήσει δικό του βασίλειο. Κατηγορήθηκε για τη νέα ήττα των Αθηναίων από τους Σπαρτιάτες στον Ελλήσποντο, παρά το γεγονός ότι τους είχε προειδοποιήσει για τις κινήσεις των Λακεδαιμόνιων. Το νέο φιλολακωνικό καθεστώς της Αθήνας των τριάκοντα τυράννων τον κήρυξε εξόριστο, όπως έκανε και με το γιό του που μόλις είχε ενηλικιωθεί. Όταν ξαναβρέθηκε κυνηγημένος από Αθήνα, Σπάρτη και Πέρσες, ζήτησε και πάλι καταφύγιο από τον νέο Πέρση σατράπη Φαρνάβαζο.

Το άδοξο τέλος για την τιμή μιας γυναίκας
Τελικά το 405 π.Χ βρέθηκε δολοφονημένος στη Μέλισα της Μικράς Ασίας, μια μικρή πόλη της Φρυγίας που βρίσκοταν στο δρόμο προς την Περσία. Οι άγνωστοι εκτελεστές, του κάρφωσαν με δύναμη ένα δόρυ στο στήθος. Σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς, τους δολοφόνους δεν τους είχαν στείλει πολιτικοί του αντίπαλοι, αλλά τα θύματα ενός άλλου σκανδάλου: «έχοντας διαφθείρει μια νέα γυναίκα από γνωστή οικογένεια, την είχε μαζί του, και τα αδέλφια της γυναίκας δεν ανέχτηκαν την προσβολή και έκαψαν νύχτα το σπίτι και τον σκότωσαν όταν προσπαθούσε να ξεφύγει από τη φωτιά»....


Σάββατο, 7 Ιουλίου 2018
Μονρεάλε – Παλέρμο – Νάπολη (10 χλμ, 0,5 ώρα)

Μια βόλτα στον λόφο του Μονρεάλε, όπου δεσπόζει ο επιβλητικός Καθεδρικός Ναός (6.000 τ.μ.) με τα θαυμάσια ψηφιδωτά βυζαντινής τέχνης. Φεύγουμε για Παλέρμο. Μια μέρα μόνο… Τι να πρωτοδούμε; Θ’ αρχίσουμε από το Βασιλικό Παλάτι –έδρα των Νορμανδών βασιλέων της Σικελίας και σήμερα του Κοινοβουλίου της (Palazzo dei Normanni e Cappella Palatina ή Παλάτσο Ρεάλε)–, και θα συνεχιστεί με τον Καθεδρικό Ναό. Δίπλα στο κέντρο της πόλης, το Quattro Canti, είναι η Πιάτσα Πρετόρια (Piazza Pretoria, πρώην Πιάτσα ντέλα Βεργκόνια Della Vergogna) με το «Σιντριβάνι της Ντροπής» και το μέγαρο της Γερουσίας, την εκκλησία της Μαρτοράνα με τα περίφημα βυζαντινά ψηφιδωτά (Santa Maria dell'Ammiraglio), το θέατρο Μάσιμο (την όπερα της πόλης), την πλατεία Ruggero με το Πολυθέαμα Γαριβάλδη, την Πόρτα Νουόβα και το Δημαρχείο (Giudice di Pace Civile di Palermo) της πόλης. Επιβιβαζόμαστε στο πλοίο (GRANDI NAVI VELOCI αριθμός εισιτηρίου GN07711084, θέλει, λέει, να είμαστε εκεί απ’ τις 4 για να φύγουμε στις 8! Σιγά. Boarding times: Foot passenger boarding: 1h before departure, Vehicle boarding: 2h before departure. Check-in: Passengers must report to the GNV ticket office in Calata Marinai d'Italia for check-in at least two hours before departure. From Monday to Saturday, check-in is open from 5 pm; from 3.30 pm on Sunday Το βαπόρι μάλλον είναι το παμπάλαιο Adriatico) για Νάπολη. Σε τετράκλινη καμπίνα και με το δείπνο πληρωμένο ήδη :)




DUOMO MONREALE
Εντυπωσιακός ναός που έχτισαν οι Νορμανδοί. Στην πρόσοψη υπάρχουν δυο πύργοι, ο ένας είναι ημιτελής και μια μπρούτζινη κεντρική πύλη που κοσμείται με 42 βιβλικές παραστάσεις. Το μεγαλύτερο μέρος του ναού καλύπτεται από ψηφιδωτά, έργο βυζαντινών τεχνιτών. Στην κόγχη του ιερού δεσπόζει η μορφή του Χριστού Παντοκράτορα ενώ από κάτω η Βρεφοκρατούσα Παναγία πλαισιώνεται από αγγέλους και αποστόλους. Στη νότια πλευρά του ναού βρίσκεται ο περίφημος περίβολος της μονής των Βενεδικτίνων, που αποτελείται από 228 δίδυμους κίονες με διαφορετική διακόσμηση ανά ζεύγη.
Καθεδρικός ναός του 12ου αιώνα, έργο των Νορμανδών κατακτητών, ενδιαφέρον οικοδόμημα, καταπληκτικά μωσαϊκά, στα πατώματα, τους τοίχους κ.λ.π. Υπάρχουν πολλές λωρίδες μωσαϊκών στους τοίχους, κάθε μια σε διαφορετικό μοτίβο από την άλλη. Μην ξεχάσετε να προσέξετε το εκκλησιαστικό όργανο και την οροφή.
Καμία οργάνωση της Σικελίας θα ολοκληρωθεί χωρίς να επισκεφθείτε το όμορφο καθεδρικό ναό στο Monreale. Στην πραγματικότητα, θα έλεγα, αξίζει τον κόπο να μεταβεί αεροπορικώς στη Σικελία, μόνο και μόνο για να διαπιστώσουν ότι, παρόλο που υπάρχουν και άλλα πράγματα στο νησί ότι κάθε επισκέπτης έπρεπε να δούμε πάρα πολύ, όπως την Κοιλάδα των Ναών και τη Ρωμαϊκή βίλα στο Piazza Armerina.
Ο καθεδρικός ναός της 
Monreale δεσπόζει η μικρή πόλη λίγο έξω από το Παλέρμο. Όπως και ορισμένοι άλλοι μέρη στην περιοχή, δεν υπάρχει και πολύ ενδιαφέρον για το τι είναι ελαφρώς κακοφτιαγμένα πόλη εκτός από τον όμορφο καθεδρικό ναό. Είναι ένα θαύμα του Norman εκκλησιαστικής τέχνης. Ενώ το εξωτερικό του κτιρίου δεν είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο, το εσωτερικό είναι η marvel και αξίζει να το επισκεφθείτε. Οι τοίχοι είναι εξ ολοκλήρου διακοσμημένο με μια σειρά από υπέροχα ψηφιδωτά χρυσού που απεικονίζουν βίαια επεισόδια και ιστορίες από την Παλαιά Διαθήκη. Οι απόκρημνοι majesty όλων, η τέχνη είναι δύσκολο να περιγράψω με λόγια, αλλά είναι περισσότερο απ' ό,τι αξίζει το ταξίδι! Το πρόκειται για υπολείμματα μονόκλιτου βασιλικής κυριαρχείται από ένα τεράστιο μωσαϊκό του Χριστού, περίπου 40 μ. απέναντι και άλλο θαύμα.
Έξω, στον καθεδρικό ναό 
cloisters είναι η καλύτερη και η πιο όμορφη οπουδήποτε. Χτισμένο γύρω από μια πλατεία με κήπο, έχουν 228 μικρό διπλό στήλες, τους περίτεχνους λαξεμένους και κάθε μία διαφορετική από όλες τις άλλες. Είναι μια άλλη αρχιτεκτονικό θαύμα και αξίζει το ταξίδι.
Δεν υπάρχουν πολλά σημεία ενδιαφέροντος στην υπόλοιπη 
Monreale, αλλά υπάρχουν πολλά αξιοπρεπή εστιατόρια και καφετέριες γύρω από την πλατεία του καθεδρικού ναού και πολλά καταστήματα με σουβενίρ και τόπων όπου μπορείτε να πάρετε παγωτό ή φρέσκους φρουτοχυμούς στο περπάτημα από το χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων. Να θυμάστε ότι η απόσταση με τα πόδια είναι αρκετά απότομες με πολλά βήματα, οπότε εάν έχετε περιορισμένη κινητικότητα πάρτε ένα ταξί για τη σύντομη διαδρομή μέχρι τον καθεδρικό ναό.


Παλέρμο
Το Παλέρμο (ιταλικάPalermo, σικελικά: Palermuαρχαία ελληνικά Πάνορμος) είναι πρωτεύουσα και διοικητική έδρα της αυτόνομης περιοχής Σικελία, της Ιταλίας καθώς και πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Το Παλέρμο είναι κτισμένο σε μαγευτική τοποθεσία, στο βάθος μεγάλου κόλπου της ΒΔ. ακτής της Σικελίας, στους πρόποδες του βουνού Πελεγκρίνο, σε μια εύφορη κοιλάδα. Είναι σημαντική πόλη της Σικελίας, με πανεπιστήμιο κι άλλες ανώτατες σχολές, ναύσταθμο, ναυπηγεία, βιομηχανίες μεταξουργίας κι υφαντουργίας και σπουδαίο λιμάνι με μεγάλη εμπορική κίνηση. Είναι πόλη με αρχαιότατη ιστορία. Ήταν αποικία των Καρχηδονίων, ενώ οι Φοίνικες κι οι Έλληνες το χρησιμοποιούσαν σα σταθμό στα ταξίδια τους. Κατακτήθηκε απ' τους Ρωμαίους, τους Νορμανδούς, τους Γάλλους, τους Ισπανούς και τους Άραβες. Στην πόλη σώζονται ωραιότατα μνημεία, δείγματα της μακρόχρονης ιστορίας της. Οι κάτοικοι του Παλέρμο αποκαλούνται Παλερμιτάνοι ή Πανορμίτες.
Το Παλέρμο ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα π.Χ. από Φοίνικες εμπόρους γύρω από ένα φυσικό λιμάνι στη βορειοδυτική ακτή της Σικελίας. Το φοινικικό όνομα της πόλης ήταν Ζιζ αλλά οι Αρχαίοι Έλληνες την αποκαλούσαν Πάνορμο εξαιτίας του θαυμάσιου φυσικού λιμανιού της. Το Παλέρμο δεν ήταν ποτέ ελληνική πόλη-κράτος αλλά αποτέλεσε αργότερα τμήμα της ελληνόφωνης Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στη μακραίωνη ιστορία του το Παλέρμο γνώρισε αλλεπάλληλες κατακτήσεις και καταστροφές.
Το Παλέρμο παρέμεινε φοινικική πόλη μέχρι τον Α΄ Καρχηδονικό Πόλεμο (264 π.Χ.-241 π.Χ., όταν η Σικελία πέρασε στον έλεγχο της Ρώμης. Η ρωμαϊκή περίοδος ήταν σχετικά ήρεμη, με το Παλέρμο να βρίσκεται υπό την επαρχιακή διοίκηση των Συρακουσών. Όταν η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία διαιρέθηκε, η Σικελία και το Παλέρμο πέρασαν στον έλεγχο της Ανατολικής Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας.
Τον 9ο αιώνα η Σικελία διαιρέθηκε από τους Βυζαντινούς σε δύο επαρχίες. Οι δύο έπαρχοι ενεπλάκησαν σε πόλεμο μεταξύ τους και ο Ευφήμιος, ο νικητής, ονειρευόταν να επανενώσει τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Όμως, στερούνταν στρατού κι έτσι ζήτησε από τους Άραβες Αγλαβίδες κυρίαρχους της βόρειας Αφρικής και ανερχόμενη τότε δύναμη στη Μεσόγειο, να του δανείσουν το δικό τους. Μέσα σε μια εβδομάδα από την άφιξη των Αράβων στο Παλέρμο, ο Ευφήμιος πέθανε μυστηριωδώς και οι Άραβες αρνήθηκαν να φύγουν. Ως το 878 ολόκληρη η Σικελία, εκτός από μερικούς βυζαντινούς θύλακες κοντά στην Ταορμίνα βρισκόταν στον έλεγχο των Σαρακηνών. Το 905 κατέλαβαν και τους θύλακες αυτούς. Οι Άραβες ηγεμόνες μετέφεραν την πρωτεύουσα της Σικελίας στο Παλέρμο όπου βρίσκεται έκτοτε.
Υπό τη μουσουλμανική κυριαρχία το Παλέρμο έγινε σημαντικό εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο, μια ανθηρή πόλη γνωστή ευρύτατα σε όλο τον αραβικό κόσμο –λέγεται ότι είχε πάνω από 300 τζαμιά. Παρόλα αυτά ήταν μια περίοδος ανεκτικότητας προς τους χριστιανούς και τους εβραίους που τους επιτρεπόταν να ακολουθούν το δικό τους δόγμα.
Το 1060 οι Νορμανδοί ξεκίνησαν μια σταυροφορία εναντίον του μουσουλμανικού εμιράτου της Σικελίας, καταλαμβάνοντας το Παλέρμο στις 10 Ιανουαρίου 1072 και όλο το νησί ως το 1091. Το επακόλουθο μείγμα νορμανδικού και αραβικού πολιτισμού διαμόρφωσε έναν μοναδικό υβριδικό τύπο αρχιτεκτονικής όπως φαίνεται στο Παλατινό Παρεκκλήσι, την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη των Ερημιτών και τη Ζίσα.
Η Σικελία το 1194 πέρασε στον έλεγχο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το Παλέρμο ήταν η προτιμώμενη πόλη του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β’. Ύστερα από ένα διάλειμμα Αγγεβινής κυριαρχίας (1266-1282), η Σικελία περιήλθε στο στέμμα της Αραγονίας και κατόπιν, το (1479) στο βασίλειο της Ισπανίας.
Η ενοποίηση της Σικελίας (1734) με το υπό βουρβονική κυριαρχία βασίλειο της Νάπολης ως Βασίλειο των Δύο Σικελιών προκάλεσε ένα καταστροφικό πλήγμα στην ελίτ του Παλέρμο, καθώς η πόλη υποβιβάστηκε σε μια επαρχιακή πόλη, με την βασιλική αυλή να είναι εγκατεστημένη στη Νάπολη. Το Παλέρμο εξεγέρθηκε το 1848 και άντεξε ενάντια στο Νεαπολιτικό στέμμα ως το Μάιο του 1849.
Το ιταλικό Ρισορτζιμέντο και η προσάρτηση της Σικελίας (1860) από το Βασίλειο της Ιταλίας, έδωσαν στο Παλέρμο μια δεύτερη ευκαιρία. Έγινε ξανά το διοικητικό κέντρο της Σικελίας και υπήρξε ένας βαθμός οικονομικής και βιομηχανικής ανάπτυξης.
Το Παλέρμο πέρασε όλη τη φασιστική περίοδο αλώβητο αλλά κατά τη διάρκεια της συμμαχικής απόβασης στη Σικελία τον Ιούλιο του 1943 υπέστη σοβαρές ζημιές.
Η σημασία του Παλέρμο γνώρισε μια ακόμα ώθηση όταν η Σικελία έγινε το 1947 αυτόνομη περιοχή με εκτεταμένη αυτοκυβέρνηση. Αλλά η όποια πρόοδος ματαιώθηκε από την ανερχόμενη δύναμη της Μαφίας, η οποία ακόμα σήμερα είναι δραματικό χαρακτηριστικό της πόλης όπως και όλης της Νότιας Ιταλίας.
Το Παλέρμο είναι μια πόλη με μεγάλα προβλήματα, αλλά και μια πόλη με τρισχιλιετή ιστορία, όμορφα ανάκτορα και εκκλησίες, πολύχρωμες αγορές, πολύ καλό φαγητό και διακριτή πολιτιστική ταυτότητα.


Η νύχτα πέφτει στο Παλέρμο! Ξενάγηση στην πόλη

Χάρη στην πλούσια και πολυτάραχη ιστορία τους, το Παλέρμο και οι γύρω περιοχές βρίθουν αρχιτεκτονικών θησαυρών. Θα δείτε τον νορμανδικό καθεδρικό ναό, πολλές μπαρόκ εκκλησίες, μεγαλοπρεπή παλάτια, δωρικούς ναούς και πρώην τζαμιά.
Είναι πολύ εντυπωσιακός εξωτερικά αλλά και εσωτερικά. Θα τον συναντήσετε περπατώντας στην οδό  Corso Vittorio Emanuele προς το Norman Palace. Ξεπροβάλλει μοναδικά ανάμεσα στα στενά δρομάκια, ένα περίτεχνο κτίριο με πολλά σκαλίσματα και στριφογυριστούς πύργους. 

Η κεντρική πλατεία
Η πλατεία είναι μια από τις πιο όμορφες και μεγαλύτερες σε όλη την Ιταλία. Ξεχωρίζει το νεοκλασικό θέατρο Politeama Garibaldi, με πολύ εντυπωσιακή είσοδο. 

Εντυπωσιακό το συντριβάνι στην πλατεία Piazza Pretoria - με τίτλο  "το συντριβάνι της ντροπής"! 

Οι Κατακόμβες
Οι κατακόμβες στο μοναστήρι των Καπουτσίνων μοναχών αποτελούν πόλο έλξης επισκεπτών εδώ και πολλούς αιώνες - δεν είναι δύσκολο να καταλάβετε γιατί. 8.000 μουμιοποιημένοι κάτοικοι του Παλέρμο κοιμούνται τον αιώνιο ύπνο σε αυτές τις κατακόμβες. Αν δεν σας απωθεί αυτό το μακάβριο θέαμα, κάντε οπωσδήποτε μια στάση σε
αυτό το μοναστήρι! Ωράριο λειτουργίας: Καθημερινά 9.00-12.00 και 13.00-17.00 (ως τις
19.00 τους καλοκαιρινούς μήνες). Τις ημέρες των αργιών είναι κλειστά.

Palazzo Dei Normanni
Κατασκευάστηκε το 1130, τη χρονιά της ενθρόνισης του Roger II. Είναι ένα από τα πιο διάσημα αξιοθέατα του Παλέρμο. Διακοσμημένο με θαυμάσια βυζαντινά μωσαϊκά, είναι αδιαμφισβήτητο σύμβολο της πολιτικής και πολιτισμικής ένωσης που επεδίωξαν οι Νορμανδοί.

Santa Caterina
Ίσως η πιο στολισμένη εκκλησία που θα δείτε ποτέ!! Η τεχνοτροπία της είναι γνωστή ως σικελικό μπαρόκ. Οι τοίχοι είναι γεμάτοι στολίδια - πίνακες, αγάλματα αγίων και της Παναγίας, αναπαραστάσεις φρούτων και αγρίων ζώων.

Museo Archeologico Regionale
Τα εκθέματα τέχνης και χειροτεχνίας του μουσείου καλύπτουν ολόκληρη σχεδόν την ιστορία του Παλέρμο. Τα πλέον ενδιαφέρονται εκθέματα είναι τα αγάλματα από τη χαμένη πόλη του Σελινούντα. Ωράριο λειτουργίας: Τρ-Σαβ 8.30-13.45, Κυρ 8.30-18.45

Ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα στην Ευρώπη (7730 τμ), ένα νεοκλασικό αριστούργημα που άρχισε ο Giovanni Battista Basile το 1875 και ολοκλήρωσε ο γιος του Ernesto το 1897. 
Ανακαινίστηκε πρόσφατα και είναι ο ναός της λυρικής τέχνης στην πόλη, όπου δίνονται
παραστάσεις όπερας και μπαλέτου.


Αξίζει να σταθείτε...
...στο Cattedrale, το γνωστότερο, ίσως, μνημείο στο Παλέρμο. Αν εντυπωσιάζεστε από τα μεγέθη, σίγουρα το κτίριο αυτό θα σας μαγνητίσει! Αρχικά κατασκευασμένο από τους Σαρακηνούς, το παλάτι αυτό μεγάλωσε υπό την κυριαρχία των Νορμανδών, ενώ η αυλή του φημιζόταν για τον... έμψυχο πλούτο της σε ποιητές και καλλιτέχνες. Η πρόσοψη που θα δείτε σήμερα είναι έργο Ισπανών και ανάγεται στον 17ο αιώνα. Αν, από την άλλη μεριά, εστιάζετε στη λεπτομέριεα, επισκεφθείτε το γειτονικό Pallazzo dei Normanni για να θαυμάσετε από κοντά τα διακοσμητικά μωσαϊκά της Capella Palatina.
...στη συνοικία Capo, μία από τις παλαιότερες συνοικίες της πόλης. Περπατήστε στα στενά λαβυρινθώδη δρομάκια του Capo και προσπαθήστε να βρείτε το δρόμο σας ώς την Piazza del Monte κι από εκεί στην εκκλησία Sant AgostinoTo κτίριο χρονολογείται στον 13ο αιώνα. Αν και θα το βρείτε εντυπωσιακό στο σύνολό του, προσέξτε ιδιαίτερα τα ψηφιδωτά παράθυρα, διακοσμημένα με τριαντάφυλλα.
...στη Via Maqueda. Ο δρόμος αυτός μοιάζει να φιλοξενεί στις άκρες του όλους τους προηγούμενους αιώνες. Αν τον περπατήσετε, θα διαπιστώσετε πως, σταδιακά, η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα του Mεσαίωνα υποχωρεί και οι δρόμοι φαρδαίνουν. Αν φτάσετε ώς το τέρμα της Via Maqueda, θα καταλήξετε στο Teatro Massimo, ένα νεοκλασικό κτίριο του 19ου αιώνα. Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα της Σικελίας. Στο εσωτερικό του φιλοξενούνται ακόμα παραστάσεις κι αν βρεθείτε στο νησί πριν από τον Ιούνιο, αξίζει τον κόπο να ελέγξετε «τι παίζει», αν όχι για το ίδιο το θέαμα, τουλάχιστον για να απολαύσετε μία παράσταση στο κτίριο αυτό.
...στο Quattro Canti, τις τέσσερις γωνίες στην παλιά πόλη του Παλέρμο. Από το σημείο αυτό πιθανότατα θα περάσετε κάμποσες φορές στις βόλτες σας. Ωστόσο, σταθείτε να θαυμάσετε τα αγάλματα των «Σικελών Αφεντάδων» που στολίζουν τις γωνίες του Quattro CantiTο μνημείο είναι αναμφίβολα μπαρόκ αισθητικής. Πρωτοστήθηκε στα 1611 και από την ανέγερσή του μέχρι σήμερα, αποτελεί το ενδεικτικότερο σταυροδρόμι ανάμεσα στην παλιά και τη νέα πόλη. Οι τέσσερις γωνίες, που στολίζονται από αγάλματα βασιλιάδων και αρχόντων του Παλέρμο, αντιπροσωπεύουν τις 4 εποχές του χρόνου.


Κυριακή, 8 Ιουλίου 2018
Νάπολη – Πομπηία – Σαλέρνο (60 χλμ, 1 ώρα)
Νωρίς το πρωί βγαίνουμε απ’ το βαπόρι και βλέπουμε την πρωτεύουσα της Καμπανίας, τη Νάπολη (Napoli), μια πόλη πολύβουη και γεμάτη αντιθέσεις. Ντουόμο, όπερα κλπ κλασσικά. Αναχώρηση για τον αρχαιολογικό χώρο της Πομπηίας (Pompeii), που θάφτηκε από τη λάβα και τη στάχτη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ. Θα δούμε μεταξύ άλλων την Πόρτα Μαρίνα, την αρχαία αγορά, το θέατρο, τους ναούς του Δία και του Απόλλωνα, τα λουτρά, τις πολυτελείς επαύλεις με τις περίφημες τοιχογραφίες (1ος αι. π.Χ.), που μας παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της ζωγραφικής του αρχαίου κόσμου. Το απόγεμα πάμε προς το Σαλέρνο που θα διανυκτερεύσουμε (Apartment in Salerno Parcoviale Antonio Gramsci, 1, 84126 Salerno, 125€ πληρωμή επιτόπου μετρητά, τηλ. +39 347 5781112).

Nάπολη
Η Νάπολη (ιταλικάNapoliαρχαία ελληνικάΝεάπολις) είναι πόλη και σημαντικό λιμάνι της Νότιας Ιταλίας, πρωτεύουσα της περιφέρειας της Καμπανίας και της ομώνυμης επαρχίας. Είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Ιταλίας μετά τη Ρώμη και το Μιλάνο. Το 2012 περίπου 960.000 κάτοικοι ζούσαν μέσα στα διοικητικά όρια του ομώνυμου δήμου. Το συνολικό πολεοδομικό συγκρότημα, με έκταση 1023 τ.χ., έχει πληθυσμό 3,7 εκατομμύρια και είναι η 9η πολυπληθέστερη αστική περιοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή της Νάπολης ζουν μεταξύ 4,1 και 4,9 εκατομμύρια άνθρωποι.
Η Νάπολη είναι μια από τις αρχαιότερες συνεχώς κατοικημένες πόλεις στον κόσμο, από την Εποχή του Ορείχαλκου. Τη 2η χιλιετία π.Χ. στη θέση της ιδρύθηκαν Ελληνικοί οικισμοί, με μια μεγαλύτερη ηπειρωτική αποικία - γνωστή αρχικά ως Παρθενόπη - να αναπτύσσεται γύρω στον ένατο αιώνα π.Χ., στο τέλος της Γεωμετρικής ΕποχήςH πόλη επανιδρύθηκε ως Νεάπολις τον 6ο αιώνα π.Χ. και έγινε το κέντρο της Μεγάλης Ελλάδας, παίζοντας βασικό ρόλο στην ενσωμάτωση του Ελληνικού πολιτισμού στη Ρωμαϊκή κοινωνία και γινόμενη στη συνέχεια πολιτιστικό κέντρο της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Η Νάπολη διατήρησε την επιρροή της μετά την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και μεταξύ 1282 και 1816 ήταν πρωτεύουσα ενός βασιλείου που έφερε το όνομά της -Βασίλειο της Νάπολης. Τότε, σε ένωση με τη Σικελία, έγινε πρωτεύουσα των Δύο Σικελιών, μέχρι την ενοποίηση της Ιταλίας το 1861. Κατά τον Πόλεμο της Νάπολης το 1815 η πόλη προώθησε έντονα την Ιταλική ενοποίηση. Η Νάπολη υπήρξε η πιο βομβαρδισμένη πόλη κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το μεγαλύτερο μέρος του σύγχρονου τομέα της πόλης κατασκευάσθηκε υπό τη φασιστική κυβέρνηση του Μπενίτο Μουσολίνι και κατά την περίοδο της ανοικοδόμησης μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τις τελευταίες δεκαετίες η Νάπολη έχει κατασκευάσει ένα μεγάλο επιχειρηματικό κέντρο, το Τσέντρο Ντιρετσιονάλε, και έχει αναπτύξει προηγμένες μεταφορικές υποδομές, όπως υψηλής ταχύτητας σιδηροδρομική σύνδεση με τη Ρώμη και το Σαλέρνο και εκτεταμένο υπόγειο δίκτυο μετρό, που σχεδιάζεται να καλύψει τελικά το μισό της περιοχής. Η πόλη έχει βιώσει σημαντική οικονομική ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες και τα επίπεδα ανεργίας στην πόλη και την ευρύτερη Καμπανία έχουν μειωθεί από το 1999. Εντούτοις η Νάπολη ακόμη χαρακτηρίζεται από πολιτική και οικονομική διαφθορά και ακμάζουσα μαύρη αγορά, ενώ τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν υψηλά.
Το ιστορικό κέντρο της Νάπολης είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη καλύπτοντας 17 τ.χ. και έχει καταγραφεί από την UNESCO ως Mνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Στην πορεία της μακράς ιστορίας της η Νάπολη υπήρξε πρωτεύουσα δουκάτων, βασιλείων και μιας Αυτοκρατορίας και αδιάλειπτα μεγάλο πολιτιστικό κέντρο με παγκόσμια σφαίρα επιρροής, ιδιαίτερα τις εποχές της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Πολύ κοντά στη Νάπολη βρίσκονται πολλές πολιτιστικά και ιστορικά σημαντικές τοποθεσίες, όπως το Ανάκτορο της Καζέρτας και τα Ρωμαϊκά ερείπια της Πομπηίας και του Ερκουλάνουμ. Γαστρονομικά η πόλη είναι συνώνυμη με την πίτσα, που επινοήθηκε εδώ. Η Ναπολιτάνικη ακόμη μουσική έχει σπουδαία επιρροή, καθώς της αποδίδεται η εφεύρεση της ρομαντικής κιθάρας και του μαντολίνου και σημαντική συμβολή στην όπερα και τη λαϊκή μουσική. Δημοφιλείς χαρακτήρες και ιστορικές μορφές που συμβολίζουν την πόλη είναι ο Ιανουάριος, πολιούχος άγιος της Νάπολης, η κωμική μορφή Πουλτσινέλα και οι Σειρήνες από την Οδύσσεια.
Αρχικά η πόλη, αναπτυσσόταν παραλιακά: ο πρώτος πυρήνας της πόλης βρισκόταν στη νησίδα Μεγαρίδα, εκεί που σήμερα βρίσκεται το Καστέλ ντελ Όβο, όπου Έλληνες αποικιοκράτες έδωσαν το έναυσμα για την ανάπτυξη του εμπορίου [1], το οποίο ως σήμερα χαρακτηρίζει την πόλη. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από πολυάριθμους λόφους, πολλοί εκ των οποίων ξεπερνούν τα 150μ. με τον ψηλότερο να φτάνει τα 452μ. (Λόφος των Καμαλντόλι), όπου αναπτύχθηκαν πολλοί ιστορικοί οικισμοί. Επίσης, στον κόλπο της Νάπολης υπάρχουν πολλά νησιά και σκόπελοι.
Η περιοχή έχει ιδιαίτερα σημαντικό γεωλογικό ενδιαφέρον κυρίως λόγω του ενεργού ηφαιστείου του Βεζούβιου, το οποίο έχει, εξάλλου, προσδώσει και ξεχωριστά φυσικά χαρακτηριστικά, και των Φλεγραίων Πεδίων, μίας ηφαιστειακής καλντέρας ανατολικά της Νάπολη, η οποία σχηματίζει το κόλπο του Ποτσουόλι.

Προϊστορική περίοδος

Η ιστορία της Νάπολης ξεκινά ήδη από την προϊστορική περίοδο, και ειδικότερα στην 3η χιλιετία π.Χ. (χαλκολιθική περίοδος), στην οποία ανάγονται ορισμένοι τάφοι που έχουν ανακαλυφθεί.

Αρχαία χρόνια

Η πόλη ιδρύθηκε πιθανότατα από κατοίκους της Κύμης, αποικίας της ομώνυμης πόλης της Εύβοιας, γύρω στον 9ο και 8ο αι. π.Χ., με το όνομα Παρθενόπη. Η αποικία αυτή ονομάστηκε Παλαιόπολις, όταν, κατά τον 5ο αι. π.Χ., ιδρύθηκε σε μια κοντινή περιοχή η σημερινή Νάπολη (Νεάπολις=Νέα πόλις). Το 326 π.Χ. η πόλη κατακτάται από τους Ρωμαίους, διατηρώντας, ωστόσο, τα ελληνικά στοιχεία του πολιτισμού της και τη γλώσσα της. Κατά τους επόμενους αιώνες, η Νάπολη υπήρξε καταφύγιο πολλών Ρωμαίων αυτοκρατόρων σε διαστήματα εξορίας τους. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αύγουστος θέσπισε στη Νάπολη τους Ιταλικούς Ολυμπιακούς Αγώνες, κατ'αντιστοιχία με τους ελληνικούς Ολυμπιακούς Αγώνες, θεωρώντας τη Νάπολη "ως την πιο ελληνική πόλη της Ιταλίας".

Μεσαίωνας

Το 536, κατακτήθηκε από τους Βυζαντινούς, ενώ στη συνέχεια πολιορκήθηκε και από τους Λογγοβάρδους και τους Σαρακηνούς πειρατές, ενώ στο μεσοδιάστημα ανακηρύχθηκε αυτόνομο Δουκάτο από τους ευγενείς της πόλης. Γύρω στα 990, με απόφαση του Λέοντα Γ' Ίσαυρου και εξαιτίας της Εικονομαχίας, η πόλη υπάχθηκε στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, μετά από ένα διάστημα πνευματικής υπαγωγής της επισκοπής της Κάπουα (στην οποία ανήκε η Νάπολη) στον Πάπα. Το 1137 η πόλη κατελήφθη από τους Νορμανδούς, οπότε και αποτέλεσε μέρος του νεοσύστατου Βασιλείου της Σικελίας, με πρωτεύουσα το Παλέρμο. Μετά την επικράτηση των Σουέβων, οι Ανγιοβίνοι όρισαν τη Νάπολη πρωτεύουσά τους, καθιστώντας την από μια ακόμα ναυτική πόλη της Τυρρηνικής θάλασσας (ΑμάλφιΣορέντο) σε μια από τις ισχυρότερες πόλεις της ιταλικής χερσονήσου.

Σύγχρονα χρόνια

Το 1442, η πόλη πέφτει στα χέρια του Βασιλείου της Αραγωνίας, γνωρίζοντας μεγάλη σταθερότητα και ανάπτυξη, ιδιαίτερα κατά τη βασιλεία του Αλφόνσου Ε΄ της Αραγωνίας. Το 1501, εν μέσω πολλών πολέμων στην Ιταλία, το Βασίλειο της Νάπολης κατακτήθηκε από τους Ισπανούς της Μαδρίτης, στους οποίους και ανήκε για περισσότερους από δύο αιώνες. Τον 17ο αί., ύστερα από μια εξέγερση υποκινούμενη από τον Μασανιέλο, στην πόλη εγκαθιδρύθηκε η δημοκρατία. Το 1707 κατακτήθηκε από τους Αυστριακούς και το 1734 από τον Κάρολο Γ' της Ισπανίας, ιδρύοντας το βασίλειο της Νεάπολης και της Σικελίας. Υπό τη βασιλεία των Βουρβόνων η πόλη εξελίχθηκε σε μια από τις σημαντικότερες πόλεις ολόκληρης της Ευρώπης μαζί με το Παρίσι και το Λονδίνο. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση και τους Ναπολεόντειους πολέμους, στη Νάπολη εγκαθιδρύθηκε η Παρθενόπεια Δημοκρατία από τους Ιακωβίνους και να ακολουθήσει στη συνέχεια η παλινόρθωση των Βουρβόνων. Το 1806 κατακτήθηκε και πάλι από τους Γάλλους υπό τον Ναπολέοντα Α΄ Βοναπάρτη. Το 1815 μετά την ήττα του Ναπολέοντα και με απόφαση του Συνεδρίου της Βιέννης η πόλη επανήλθε στους Βουρβόνους.
Το 1860 το Βασίλειο των δύο Σικελιών κατακτήθηκε από τον Τζουζέπε Γκαριμπάλντι και προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Ιταλίας υπό τον Κάμιλλο Μπέντσο ντε Καβούρ.

Μεταπολεμική περίοδος

Κατά τον Β‘ Παγκόσμιο Πόλεμο, η πόλη γνώρισε μια εφήμερη ανεξαρτησία τεσσάρων ημερών από τους Γερμανούς μετά την επανάσταση της 8ης Σεπτεμβρίου 1943.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, γνώρισε μεγάλη οικιστική ανάπτυξη πέρα από τον χώρο του ιστορικού της κέντρου. Στις 23 Νοεμβρίου 1980, η πόλη συγκλονίστηκε από ένα σεισμό που προκάλεσε σοβαρές ζημιές αλλά και αξιόλογες μεταβολές κατά την ανοικοδόμησή της: οπότε και άρχισε να αναπτύσσεται προς τα νότια και ανατολικά τμήματα ως τους πρόποδες του Βεζούβιου και βόρεια προς την Καζέρτα, παράλληλα προς τη θάλασσα. Από το 1994, οπότε και η Νάπολη φιλοξένησε τη σύνοδο των G-8 είχε ήδη εισέλθει σε μια περίοδο βαθιάς ανοικοδόμησης που άλλαζε ριζικά το προφίλ της.


ΤΙ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΣΤΗ ΝΑΠΟΛΗ

Piazza del Plebiscito
Είναι το κέντρο της μοντέρνας Νάπολης, όπου δεσπόζουν η εκκλησία San Francesco di Paola και το Palazzo Reale με τα βασιλικά διαμερίσματα και το roof garden με την υπέροχη θέα στο λιμάνι. 

Spaccanapoli
Η περιοχή έχει μια σειρά από στενά γραφικά δρομάκια αλλά και την πολυσύχναστη 
Via San Biaggio, η οποία διασχίζει την πόλη και αποτελεί καρδιά του ιστορικού της κέντρου, ενώ διαθέτει ενδιαφέροντα αξιοθέατα, κτίρια και καταστήματα. 

Duomo
Ο γοτθικού ρυθμού καθεδρικός ναός είναι αφιερωμένος στον πολιούχο 
San Gennaro. Στη μία πλευρά του βρίσκεται η πιο παλιά εκκλησία της πόλης, η Basilica Santa Restituta, η οποία χρονολογείται από τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Λέγεται, μάλιστα, ότι οι κολόνες της προέρχονται από τον Ναό του Απόλλωνα, ενώ υπάρχουν εξαιρετικά fresca στο θόλο και αρχαιολογικά ευρήματα από την Αρχαία Ελλάδα μέχρι τον Μεσαίωνα. 

Museo di Capodimonte
Το ανάκτορο του Καρόλου ΙΙΙ έγινε από νωρίς μουσείο, διότι ο βασιλιάς κατείχε πολλά έργα τέχνης και χρειαζόταν ένα χώρο για να τα τοποθετήσει. Αποτελεί το κύριο σημείο έκθεσης και προβολής της ναπολιτάνικης ζωγραφικής και διακοσμητικής τέχνης, με πολλά σημαντικά έργα ζωγραφικής μεταξύ 15ου και 17ου αιώνα και κάποια σημαντικά ρωμαϊκά γλυπτά. Αξιοσημείωτη είναι και η συλλογή Φαρνέζε (http://museodicapodimonte.campaniabeniculturali.it

Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Νάπολης
Ήταν βάση του βασιλικού ιππικού στα τέλη του 16ου αιώνα, φιλοξένησε το Πανεπιστήμιο της Νάπολης, αφού πρώτα ανακαινίστηκε εκ βάθρων, στις αρχές του 17ου αιώνα και σήμερα στεγάζει μία από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές συλλογές παγκοσμίως – συμπεριλαμβανομένων και των θησαυρών από την Πομπηία (
http://museoarcheologiconazionale.campaniabeniculturali.it). 

Teatro San Carlo
Γνωστό για την τέλεια ακουστική του, είναι το καλύτερο μέρος στη Νότια Ιταλία για να ακούσετε όπερα. Άνοιξε για πρώτη φορά τις πύλες του το 1737 και ανακαινίστηκε το 1816, ύστερα από μια πυρκαγιά. 

Παυσίλυπο
Έτσι ονόμασαν οι Αρχαίοι Έλληνες τη χερσόνησο που χωρίζει τη Νάπολη από το Πουτσουόλι, διότι θεωρούσαν ότι η ομορφιά του τοπίου και η μαγευτική θέα προς τη Νάπολη έπαυαν τη λύπη. Μπορείτε να προσεγγίσετε το 
Posillipo, όπως το λένε οι Ιταλοί, είτε με πλοίο (πιο εύκολα και γρήγορα) είτε με αυτοκίνητο ή λεωφορείο της γραμμής.

Mergellina
Στους πρόποδες του λόφου 
Posillipo, ποιητές και λογοτέχνες εκθείαζαν αυτήν την πανέμορφη συνοικία ψαράδων.

Κατακόμβες
Πρόκειται για τις παλιότερες και πιο φημισμένες ιταλικές κατακόμβες, οι οποίες χρονολογούνται από το 2ο μ.Χ. αιώνα. Στους τοίχους τους θα θαυμάσετε υπέροχες παλαιοχριστιανικές τοιχογραφίες. Βέβαια, δεν συνιστώνται αν είστε κλειστοφοβικοί! (
www.catacombedinapoli.it

Castel dellOvo
Είναι το παλιότερο κάστρο της Νάπολης και χρονολογείται από το 12ο αιώνα. Βρίσκεται στο –πρώην νησί και νυν χερσόνησο– 
Megaride και χωρίζει την ακτή μπροστά στο λιμάνι από εκείνη μπροστά στη Riviera di Chiaia, τη λεωφόρο με την καλύτερη θέα (ιδίως το ηλιοβασίλεμα) στον Βεζούβιο. 

Castel SantElmo
Χρονολογείται από το 1275 και βρίσκεται πολύ κοντά στη μονή 
San Martino. Στο ψηλότερο σημείο της πόλης, αξίζει να το επισκεφθείτε (όπως και τη συνοικία Vomero στον ομώνυμο λόφο) για να απολαύσετε την εκπληκτική θέα μέχρι τον Βεζούβιο. Θα σας μεταφέρει εκεί τελεφερίκ από το κέντρο της πόλης. 

Certosa di San Martino
Χρονολογείται από το 1325, οπότε αποτελούσε κατοικία των καρθουσιανών μοναχών, ενώ το 16ο-18ο αιώνα εργάζονταν εδώ μερικοί από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της εποχής. Σήμερα παρουσιάζονται εδώ έργα τέχνης από την Ισπανική περίοδο και την περίοδο της Δυναστείας των Βουρβόνων καθώς κι εκθέματα που συνδέονται με την τέχνη και την ιστορία της πόλης (http://museosanmartino.campaniabeniculturali.it). 

Castel Nuovo
Φιλοξενείται εδώ από τα ’90
s το Δημοτικό Μουσείο με μικρή, αλλά αξιόλογη συλλογή έργων τέχνης. 


Santa Chiara
Χρονολογείται από το 1310 αυτή η εκκλησία/μονή, το 1943 καταστράφηκε από μια πυρκαγιά και δόθηκε κατά τη διαδικασία αποκατάστασης των ζημιών πολύ μεγάλη σημασία στην πιστή απόδοση των παλιών λεπτομερειών. Ο όμορφος περίβολός της αποτελεί meeting point των ντόπιων.

Πόρτα Καπουάνα

Η Πόρτα Καπουάνα, παρά το όνομά της, δεν είναι η αρχαία έξοδος προς το ΄΄ decumanus maximus ΄΄, τον κύριο δρόμο, που κάποτε οδηγούσε από τη Ρωμαϊκή Νάπολη στην Καπύη. Όταν η πόλη επεκτάθηκε προς τα δυτικά το 15ο αιώνα ως τμήμα της κατασκευής των νέων Αραγονέζικων τειχών της πόλης, η αρχική πύλη, που ήταν πλησιέστερα στο ομώνυμο κάστρο, Καστέλ Καπουάνο, ξαναχτίστηκε και μετατοπίστηκε το 1484. Κατόπιν, όταν τα τείχη κατεδαφίστηκαν, η πύλη έμεινε να στέκεται ελεύθερη, έχοντας τον αέρα μιας θριαμβικής αψίδας. Τα θαυμάσια γλυπτά στις επενδύσεις του 1484 αποτελούνται από κλασικής έμπνευσης τρόπαια, ιπτάμενες Νίκες και άλλες θριαμβικές εικονογραφήσεις.
Υπόγεια Νάπολη (Napoli sotterranea), Είσοδος από την πλατεία San Gaetano 68,  +39 081 296944Ερείπια της αρχαίας ελληνικής πόλης κρυμμένα στα υπόγεια της κεντρικής πλατείας του ιστορικού κέντρου.
Άγαλμα της θεότητας του Νείλου
Βοτανικός Κήπος (Orto botanico di Napoli), Via Foria 223 +39 081 253 3937Μέρος του «Πανεπιστημίου - Φρειδερίκος Β΄» αποτελεί και ο Βοτανικός Κήπος της Νάπολης, που δημιουργήθηκε από τον Ιωσήφ Βοναπάρτη το 1807 (ο οποίος χρησιμοποίησε σχέδια του Φερδινάνδου Α') και υλοποιήθηκε από τους αρχιτέκτονες Ντε Φάτσιο και Παολέττι (De Fazio e Paoletti). Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου περιέπεσε σε αποδιοργάνωση αλλά κατά τις δεκαετίες του 1970 και 1980 εμπλουτίστηκε και πάλι. Στα 15 εκτάρια του Κήπου υπάρχουν περίπου 25.000 δείγματα χλωρίδας που καλύπτουν σχεδόν 10.000 είδη φυτών[12], που εκτίθενται είτε σε ανοικτό περιβάλλον είτε σε θερμοκήπια.


ΑΤΟΜΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΑΠΟΛΗ
Οι πρώτες πληροφορίες φίλων για τη Νάπολη ήταν ανησυχητικές και θύμιζαν τηλεοπτικά δελτία των οκτώ: η πόλη είναι γεμάτη συμμορίες από πιτσιρίκια, ή και μεγαλύτερους, που όταν δουν τουρίστα δεν του αφήνουν τίποτα (λεφτά, τσάντες, φωτογραφικές μηχανές και οτιδήποτε άλλο τους γυαλίσει). Ευτυχώς πρόκειται για έναν ακόμη αστικό μύθο – οι Ναπολιτάνοι είναι πάρα πολλοί (η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή της Ιταλίας), αλλά εντυπωσιακά φιλικοί με τους ξένους. Κατά τα άλλα, η πόλη χαρακτηρίζεται από τις διαδοχικές περιόδους (από την αρχαία ελληνική Νεάπολη στη ρωμαϊκή, τη μεσαιωνική, τη σύγχρονη) και περιλαμβάνεται στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Μια παραλιακή διαδρομή από τη Riviera di Chiaia προς το νέο κάστρο (Castel Nuovo) περιλαμβάνει σημαντικά ναπολιτάνικα μνημεία, όπως το βασιλικό Παλάτι (Palazzo Reale), το παλιό Κάστρο με το περίεργο όνομα (Castel del Ovo - Κάστρο του Αυγού), την Piazza del Plebiscito με την κυκλική νεοκλασική Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου. Απαραίτητο το πέρασμα από το Θέατρο San Carlo, το παλιότερο λυρικό θέατρο της Ευρώπης, από το 1737 (ρωτήστε για τις ώρες των ξεναγήσεων στο κτίριο με την εντυπωσιακή αίθουσα και τα εξαώροφα θεωρεία).
Ανηφορίζοντας προς την περιοχή του Αρχαιολογικού Μουσείου, διασχίζουμε το ιστορικό κέντρο με τους πολύ στενούς δρόμους (μη διανοηθείτε να κυκλοφορήσετε με αυτοκίνητο, εκτός εάν έχετε Smart). Το εντυπωσιακό κόκκινο στα κτίρια –αναφορά στο κυρίαρχο χρώμα της γειτονικής Πομπηίας– μπλέκεται με τις απλωμένες μπουγάδες και νομίζεις ότι είναι έργα κάποιων ανώνυμων καλλιτεχνών της arte povera. Μια στάση στην πλατεία Μπελίνι – με τα καταπληκτικά νεανικά καφέ και μπαρ, με υπολείμματα από αρχαία ελληνικά τείχη και κυρίως με ζωντανό αλλά ήρεμο κόσμο. Εκεί κοντά είναι και οι προσβάσεις στα υπόγεια λείψανα της ελληνορωμαϊκής πόλης, με βασική είσοδο από το περιστύλιο της εκκλησίας San Lorenzo Maggiore, αλλά το δυνατό σημείο είναι η είσοδος στο ρωμαϊκό θέατρο από μια καταπακτή κάτω από το συρόμενο κρεβάτι ενός σπιτιού.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο κυριαρχούν τα γλυπτά, τα ψηφιδωτά και οι τοιχογραφίες από την Πομπηία και άλλες πόλεις που καταστράφηκαν από την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ. Εκπληκτικά έργα με αρχιτεκτονικά και σκηνογραφικά σχέδια, με μυθολογικά θέματα και με χρωματολόγιο μοναδικό στην παγκόσμια ζωγραφική. Σε απομονωμένο χώρο του μουσείου τα ερωτικά έργα από την Πομπηία προκαλούν συνωστισμό και εντυπωσιάζουν για την τολμηρότητα, αλλά μερικά και για την καλπάζουσα φαντασία τους.
Στη συνέχεια, και μετά από δέκα λεπτά περπάτημα, θα βρεθείτε οπωσδήποτε στο νέο μουσείο σύγχρονης τέχνης, το Madre, όπου μια ιδιοφυής αρχιτεκτονική παρέμβαση του διάσημου Πορτογάλου Alvaro Siza μετέτρεψε ένα παλιό Palazzo σε μνημείο μοντερνισμού. Μια συλλογή-έκπληξη με Γιάννη Κουνέλη, Mario MerzDan Flavin, το πρώτο έργο του Richard Long και το συγκλονιστικό έργο «Σκοτεινός αδελφός» του Anish Kapoor. Εάν μετά από όλα αυτά αντέχετε ακόμη κι έχετε επιθυμήσει λίγο Ελ Γκρέκο, μπορείτε να ανηφορίσετε  στο λόφο του Capodimonte. Στην ομώνυμη πινακοθήκη υπάρχουν μερικά αριστουργήματα του Caravaggio, του Brueghel, του Ticiano, του Mantegna, δύο έργα του Ελ Γκρέκο από την ιταλική περίοδο και αρκετά ακόμη.


ΠΟΜΠΗΙΑ
Η Πομπηία ήταν πόλη της νότιας Ιταλίας, στην πλευρά της Τυρρηνικής θάλασσας, κοντά στη σημερινή Νάπολη. Χτίστηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. από τους Έλληνες στις ακτές της Καμπανίας στους πρόποδες του Βεζούβιου, κοντά στη Ρώμη. Η Πομπηία έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων και είχε επηρεαστεί πολύ από τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό. Η τοποθεσία της και το κλίμα της ήταν περίφημα, πράγμα που την έκανε το καλύτερο θέρετρο της αρχαίας Ρώμης. Πολλοί πλούσιοι Ρωμαίοι είχαν χτίσει πάνω στους σκεπασμένους με αμπέλια λόφους της, όμορφες εξοχικές επαύλεις, τις οποίες στόλιζαν με διάφορα έργα τέχνης.
Η Πομπηία ήταν πόλη ανθηρή, με πληθυσμό 20.000-30.000 κατοίκους. Το 62 μ.Χ. έγινε ένας σφοδρότατος σεισμός, που συντάραξε την ωραία και πλούσια αυτή πόλη. Αλλά ο σεισμός αυτός δεν ήταν παρά το προμήνυμα για την ολοσχερή καταστροφή της. Πράγματι λίγα χρόνια αργότερα, στις 24 Αυγούστου του 79 μ.Χ., μετά από μια φοβερή έκρηξη του Βεζούβιου, ένα τεράστιο κύμα από στάχτη έθαψε τα πάντα, μέσα σε λίγες ώρες, την εύθυμη, σπάταλη και πανέμορφη ρωμαϊκή πόλη. Στην αρχή σηκώθηκε ένα φοβερό σύννεφο από στάχτη, η οποία σκέπασε την πόλη σε ύψος ενός μέτρου. Μόλις αντιλήφθηκαν οι κάτοικοι της Πομπηίας τη θεομηνία, άρχισαν να τρέπονται σε φυγή, παίρνοντας ο καθένας ό,τι μπορούσε να προφτάσει τις συνταρακτικές εκείνες στιγμές. Πολλοί όμως άλλαξαν γνώμη και ξαναγύριζαν αλλά τους έπιανε παραλυσία από τον πανικό.
Ύστερα από το σύννεφο της στάχτης, κατέκλυσε την πόλη μία αφάνταστη καταιγίδα από ηφαιστειακά αναβλήματα και κίσσηρι (ελαφρόπετρα), που την σκέπασαν σε ύψος 3 και περισσότερα μέτρα, πάνω δε σ' αυτές επικάθησε νέο στρώμα από στάχτη και πέτρες, ώστε η σημερινή επίχωση φτάνει τα 6-7 μέτρα. Υπολογίζεται ότι περισσότερα από 2.000 άτομα τάφηκαν ζωντανά και πέθαναν έτσι από ασφυξία.
Η παλαιά πόλη είχε ξεχαστεί και κανείς δεν ήξερε την ύπαρξή της. Πρώτη ανακάλυψη τμήματος της Πομπηίας έγινε το 1592, τυχαία, κατά τις εργασίες για την κατασκευή του υπόγειου υδραγωγείου της πόλης Τόρε Ανουντσιάτα που βρίσκεται εκεί κοντά. Τότε βρέθηκαν πολλά σημαντικά αντικείμενα, που μαζί με όσα ανακάλυψαν σε κατοπινές ανασκαφές αποτελούν σήμερα έναν πραγματικό θησαυρό τέχνης. Οι ανασκαφές έφεραν την Πομπηία ζωντανή στα μάτια μας, αποκαλύπτοντας πολλές λεπτομέρειες της καθημερινότητας των κατοίκων της. Διασώθηκαν, προστατευμένες απ' τη φθορά του χρόνου, όλες οι πλούσιες επαύλεις, με τις πολυάριθμες τοιχογραφίες τους, η αγορά, οι πολυάριθμοι ναοί, το μικρό και το μεγάλο θέατρο, οι αψίδες, οι κρήνες, τα καταστήματα, τα ιδιωτικά σπίτια. Διασώθηκαν και λεπτομέρειες που μας δείχνουν τον ξαφνικό θάνατο της πόλης, από την καθημερινή ζωή που διακόπηκε απότομα. Άνθρωποι που έτρωγαν ξαπλωμένοι στα ανάκλιντρα, άνθρωποι που πνίγηκαν απ' τις αναθυμιάσεις προσπαθώντας να ξεφύγουν απ' το φριχτό θάνατο. Στα τραπέζια των πανδοχείων βρέθηκαν παρατημένα τα κύπελλα και τα πιάτα, σ' ένα δωμάτιο βρέθηκαν τα σώματα επτά παιδιών που ο θάνατος τα είχε προλάβει ενώ έπαιζαν.
Ασύγκριτα μεγάλη είναι η αξία των ερειπίων της Πομπηίας, γιατί μας έδωσε μια ιδέα ρωμαϊκής πόλης στο σύνολό της, μέσα στην άνθηση της ακμής και του πλούτου της. Οι ανακαλύψεις αυτές τράβηξαν το παγκόσμιο ενδιαφέρον, Ποιητές, πεζογράφοι, καλλιτέχνες και γενικά ολόκληρος ο διανοούμενος κόσμος στράφηκε προς την Πομπηία. Ο Φρίντριχ Σίλερ αφιέρωσε ωραιότατα ποιήματα στη νεκρή πολιτεία, ο δε Έντουαρντ Μπούλβερ-Λύττον εμπνεύστηκε το μυθιστόρημα Οι Τελευταίες Ημέρες της Πομπηίας.


Ας επισκεφθούμε την Πομπηία!

Ο Βεζούβιος είναι ένα βουνό-ηφαίστειο στις δυτικές ακτές της Ιταλίας και σε απόσταση 12 χλμ. από τη Νάπολη. Στους πρόποδες του βουνού, στις ακτές της Καμπανίας, κοντά στην σημερινή Νάπολη, κτίστηκε από τους Έλληνες τον 5ο αιώνα η Πομπηία.
Ο Βεζούβιος είναι ένα βουνό-ηφαίστειο στις δυτικές ακτές της Ιταλίας και σε απόσταση 12 χλμ. από τη Νάπολη. Στους πρόποδες του βουνού, στις ακτές της Καμπανίας, κοντά στην σημερινή Νάπολη, κτίστηκε από τους Έλληνες τον 5ο αιώνα η Πομπηία.

Η Πομπηία ήταν μία όμορφη και πλούσια αστική πόλη, προς την πλευρά της Τυρρηνικής θάλασσας. Ο πληθυσμός της έφτανε τους 20 με 30 χιλιάδες κατοίκους. Η τοποθεσία της και το κλίμα της ήταν περίφημα, πράγμα που την έκανε το καλύτερο θέρετρο της αρχαίας Ρώμης. Πολλοί πλούσιοι Ρωμαίοι είχαν χτίσει πάνω στους σκεπασμένους με αμπέλια λόφους της, όμορφες εξοχικές επαύλεις, τις οποίες στόλιζαν με διάφορα έργα τέχνης.
 to-periodiko-mas.blogspot.gr/

Μέχρι την έκρηξη του 79 μ.Χ. θεωρούσαν τον Βεζούβιο ένα απλό βουνό. Ο Στράβωνας λέει ότι ήταν ένα απλό όμορφο βουνό, σκεπασμένο με ωραίους αγρούς, εκτός από την κορυφή του που ήταν επίπεδη, μαύρη και σκεπασμένη εδώ και κει και γι' αυτό είχαν βγάλει το συμπέρασμα πως το βουνό είχε πάρει κάποτε φωτιά και είχε καεί, αλλά η φωτιά έσβησε, επειδή έλειπε το καύσιμο υλικό .

Πριν την έκρηξη ο Βεζούβιος απέφερε πολλά χρήματα στην Πομπηία λόγω του εύφορου εδάφους γύρω του. Όμως, αν και το έδαφός του έμοιαζε με παράδεισο, στην πραγματικότητα ήταν ένας εφιάλτης διότι ήταν ένα ενεργό ηφαίστειο, μόνο που οι κάτοικοι δεν το ήξεραν, αφού βρισκόταν σε "ύπνωση".

Η πρώτη έκρηξη του Βεζούβιου, σύμφωνα με τους ιστορικούς, που κατάστρεψε ολοκληρωτικά και εξαφάνισε μέσα στις λάβες της τρεις μεγάλες πόλεις, την Πομπηία, το Ηράκλειο και τις Σταβίες, έγινε το 79 μ.Χ.

Το 63 μ.Χ., δηλαδή δεκάξι χρόνια πριν τη μοιραία έκρηξη, είχε σημειωθεί ένας τρομερός σεισμός που ισοπέδωσε πολλούς οικισμούς, προειδοποιώντας για την έκρηξη του ηφαιστείου. Η ιστορική έκρηξη σημειώθηκε στις 24 Αυγούστου του 79 μ.Χ., αποδεικνύοντας ότι ο Βεζούβιος κάθε άλλο παρά ανενεργός ήταν.

Εκείνο το πρωινό η έκρηξη του ηφαιστείου ήταν τόσο δυνατή, που απελευθερώθηκαν από τον κρατήρα αέρια, ελαφρόπετρα και άλλα θραύσματα, κρύβοντας τον ήλιο περίπου για δύο μέρες.
Στην αρχή της έκρηξης ακούστηκε μια δυνατή βοή και έγινε ένας δυνατός σεισμός. Αμέσως μετά σηκώθηκε ένα φοβερό σύννεφο στάχτης, το οποίο σκέπασε την πόλη σε ύψος ενός μέτρου.

Μόλις αντιλήφθηκαν οι κάτοικοι την έκρηξη, άρχισαν να τρέχουν πανικόβλητοι. Μερικοί πρόλαβαν και έφτασαν στα καράβια, αλλά ο Βεζούβιος είχε ήδη δημιουργήσει παλιρροϊκά κύματα.

Μετά από το σύννεφο της στάχτης άρχισαν να πέφτουν πάνω στην πόλη ηφαιστειακά πετρώματα που την σκέπασαν σε ύψος περισσότερο από τρία μέτρα. Στην συνέχεια, πάνω από αυτά έπεσε νέο στρώμα από στάχτη και πέτρες. Η λάβα, η στάχτη και η φωτιά κατέστρεψαν τα πάντα μέσα σε λίγες ώρες.Οι 2.000 κάτοικοι, που δεν πρόλαβαν να απομακρυνθούν, έπαθαν ασφυξία από τα αέρια, ενώ μέχρι το βράδυ η τραγωδία είχε ολοκληρωθεί με την κατάρρευση των εσωτερικών τοιχωμάτων τού ηφαιστείου, απ’ όπου ξεχύθηκε η ηφαιστειακή λάβα που «καταβρόχθισε» ό,τι υπήρχε στο πέρασμά της.
 Όσοι δεν είχαν προλάβει να φύγουν, κρύφτηκαν στα σπίτια τους. Όμως κάηκαν όλοι, διότι η θερμοκρασία είχε φτάσει τους 250 βαθμούς Κελσίου. 

Ολόκληρη η πανέμορφη ρωμαϊκή πόλη, με τις επαύλεις και τα πολύτιμα έργα τέχνης που τις στόλιζαν, την αγορά, τους πολυάριθμους ναούς, το μικρό και το μεγάλο θέατρο, τις αψίδες, τις κρήνες και τα καταστήματα, θάφτηκε για πάντα από 20-30 μέτρα στάχτης, λάβας και ελαφρόπετρας.

Έτσι η Πομπηία ξεχάστηκε από τους ανθρώπους, και τους επόμενους αιώνες κανείς δεν ήξερε για την ύπαρξή της. Το 1592 όμως, τμήμα της αρχαίας πόλης ανακαλύφτηκε τυχαία όταν γίνονταν εργασίες για να κατασκευαστεί το υπόγειο υδραγωγείο της πόλης Τόρε Ανουντσιάτα που βρίσκεται εκεί κοντά.

Η αξία των ερειπίων της Πομπηίας
 είναι ασύγκριτα μεγάλη, γιατί μας έδωσε μια ιδέα ρωμαϊκής πόλης. Οι ανακαλύψεις αυτές τράβηξαν το παγκόσμιο ενδιαφέρον, Ποιητές, πεζογράφοι, καλλιτέχνες και γενικά ολόκληρος ο κόσμος στράφηκε προς την Πομπηία.

Άλλες μεγάλες εκρήξεις του Βεζούβιου έγιναν το 1794, το 1872 και το 1906, που προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές και θανάτους πολλών ανθρώπων σε άλλες πόλεις.
Τη μορφή και τη διαμόρφωση που έχει σήμερα ο Βεζούβιος την πήρε μετά από την έκρηξη του 79 μ.Χ. Έχει τρεις κορυφές: Την Σόμμα (βόρεια), τον καθαυτό Βεζούβιο (νότια) και το Οτταγιάνο ανάμεσα.
  Σήμερα, ο καθαυτό Βεζούβιος έχει περιφέρεια βάσης 45 χιλιόμετρα και η διάμετρος του κρατήρα του είναι 570 μέτρα περίπου. Έχει ύψος περίπου 1.800 μέτρα.

Η περιοχή γύρω από τον Βεζούβιο, σήμερα, είναι πυκνοκατοικημένη, διότι το ηφαιστειογενές έδαφος του βουνού είναι εξαιρετικά εύφορο.
 Οι πλαγιές του βουνού είναι κατάφυτες από κήπους και αγρούς. Το θαυμάσιο κρασί που παράγεται εκεί, το "Λάκριμα Κρίστι" (Δάκρυα του Χριστού), είναι περιζήτητο

 

ΑΝΙMΑΤΙΟΝ – VIDEO:

https://www.youtube.com/watch?time_continue=458&v=dY_3ggKg0Bc
https://www.youtube.com/watch?v=kDB1fWOwM3M
https://www.dailymotion.com/video/x147erh
https://www.youtube.com/watch?v=ar6P2oXblt4


Εικόνες που στοιχειώνουν: Πώς η Πομπηία παρέμεινε ανέπαφη χιλιάδες χρόνια μετά την καταστροφή της


Η ιστορία πίσω από αυτή την εικόνα είναι τρομακτική. Όπως και η στάση του σώματος του παιδιού για το οποίο ο χρόνος φαίνεται ότι πέτρωσε κυριολεκτικά σε μία μόνο στιγμή.
Φοβισμένο, στέκεται πάνω στη μητέρα του, 1900 σχεδόν χρόνια πριν, το βράδυ της 14ης Αυγούστου του 79 μ.Χ., όταν ο Βεζούβιος εξερράγη και έθαψε κάτω από μέτρα λάβας, καυτής λάσπης και στάχτης,όχι μόνο αυτό, αλλά ολόκληρη την Πομπηία.
Το παιδί, υπολογίζεται ότι ήταν μόλις τεσσάρων ετών. Δίπλα του βρέθηκε ένα ακόμα, μικρότερης ηλικίας, και δύο σώματα ενηλίκων για τα οποία οι ειδικοί εικάζουν ότι ανήκουν στους γονείς τους. Τα τέσσερα σώματα μαζί με κάποιες δεκάδες ακόμα ετοιμάζονται στον Αρχαιολογικό χώρο της Πομπηίας για την επικείμενη έκθεση Πομπηία και Ευρώπη.
Οι στάσεις όλων τους αποκαλύπτουν πόσο τραγικός ήταν ο θάνατός τους. Κάποιοι εγκλωβίστηκαν, σε κτίρια, ενώ άλλοι σκοτώθηκαν όσο έψαχναν καταφύγιο για τις οικογένειές τους. Όλοι τους όμως  θάφτηκαν κάτω από μία τέφρα. Όσο περνούσε ο χρόνος, αυτή σκλήραινε γύρω τους σχηματίζοντας ένα πορώδες κέλυφος. Όλοι οι σκελετοί έμειναν ανέπαφοι, «εγκλωβισμένοι» στη στάση που είχαν τη μοιραία στιγμή.
Ανέπαφη αποτυπώθηκε και η πολεοδομική και αρχιτεκτονική ταυτότητα της πόλης, προσφέροντας έτσι στους επιστήμονες μερικά από τα σημαντικότερα ευρήματα της ρωμαϊκής περιόδου.
Οι αναφορές λένε ότι η Πομπηία ανακαλύφθηκε εκατοντάδες χρόνια μετά, το 1748. Κάτω από ένα στρώμα συντριμμιών, βρέθηκαν σχεδόν ανέπαφα κτίρια, τεχνουργήματα, και σκελετοί. Όλος ο οικισμός ήταν άριστα διατηρημένος και οι ανασκαφείς εξεπλάγησαν σε τέτοιο σημείο που θέλησαν να βρουν έναν τρόπο για να καταφέρουν να «παγώσουν» τον χρόνο οριστικά γύρω του.
Για να διατηρήσουν τη στάση των θυμάτων, έχυσαν γύψο γύρω και μέσα από τα σώματά τους και μόνο μετά το πέρασμα κάποιων ημερών προχώρησαν στη μετακίνησή τους. Μπορεί να ακούγεται απλή διαδικασία, είναι όμως ιδιαίτερα δύσκολη καθώς ο γύψος πρέπει να είναι αρκετά λεπτός ώστε να είναι ορατές οι λεπτομέρειες και αρκετά συμπαγής ώστε να μπορεί να συγκρατήσει τα λείψανα. Έτσι, οι επιστήμονες αναζητούν νέους τρόπους για να καταφέρουν να διατηρήσουν ανέπαφη τη νεκρόπολη της Καμπανίας.
Σήμερα, η Πομπηία έχει ενταχθεί στη λίστα των Μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO και δέχεται 25.000.000 επισκέπτες κάθε χρόνο.




ΠΟΜΠΗΙΑ: ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
Η επίσκεψη στην Πομπηία καλύτερα να γίνει με τρένο, στη διαδρομή θα δείτε την άλλη Νάπολη, μερικά από τα απίστευτα προάστια που έχουν δημιουργηθεί εδώ, όπως και γύρω από τις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις. Πλησιάζοντας σε αγριεύει λίγο η σκέψη ότι η πόλη και οι 25.000 κάτοικοί της θάφτηκαν κάτω από τη στάχτη μετά την έκρηξη του Βεζούβιου, κι όλο και ρίχνεις ματιές προς το βουνό μην κάνει καμιά πλάκα. Όταν όμως μπεις στον αρχαιολογικό χώρο, σοκ και δέος: βρίσκεσαι μπροστά στη μοναδική πόλη στον κόσμο που έχει μείνει αμετάβλητη από τη ρωμαϊκή εποχή, και μάλιστα όχι μόνο τα μεγάλα δημόσια κτίρια αλλά και οι δρόμοι, οι κατοικίες, τα μαγαζιά μέχρι και τα μπουρδέλα (Lupanares, για τους γνωρίζοντες). Από τα μεγάλα κτίρια ξεχωρίζουν το Θέατρο και το Ωδείο, του 2ου και 1ου αιώνα π.Χ. αντίστοιχα, με εξαιρετική ακουστική κι ένα εντυπωσιακό περιστύλιο που λειτουργούσε ως φουαγιέ αλλά, όταν τα θεάματα αγρίεψαν, μετατράπηκε σε αποδυτήρια των μονομάχων. Αυτό όμως που χαρακτηρίζει την Πομπηία είναι οι σωζόμενες κατοικίες, όπου κυριαρχούν τα υπολείμματα συγκλονιστικών τοιχογραφιών και τα ιδιοφυή αρχαιοελληνικού τύπου περιστύλια. Θα πρέπει οπωσδήποτε να περιλάβετε στη διαδρομή το σπίτι του Φαύνου (το μεγαλύτερο της πόλης), την έπαυλη των Μυστηρίων με τις σωζόμενες τοιχογραφίες πιθανόν μιας μύησης στη λατρεία του Διονύσου, το σπίτι των Vettii (ίσως το πιο όμορφο κτίριο της Πομπηίας) και αρκετά ακόμη που θα έχετε επιλέξει από πριν – το σύνολο είναι τεράστιο και η επίσκεψη χρειάζεται προετοιμασία, για να μη χαθείτε. Επίσης πηγαίντε σε μη τουριστική περίοδο, γιατί αλλιώς τα χιλιάδες γκρουπ τουριστών δημιουργούν συνθήκες πεζόδρομου στο Γκαζοχώρι τα καλοκαιρινά σαββατόβραδα.  




Η ζοφερή πραγματικότητα των οίκων ανοχής της Πομπηίας
Η κοινωνία και το σεξουαλικό εμπόριο
Την σκληρή πραγματικότητα των ανθρώπων που έζησαν και εργάστηκαν μέσα στο πορνεία της Πομπηίας παραθέτει η καθηγήτρια κλασσικών σπουδών του Πανεπιστημίου του Νιουκάστλ Μαργκερίτ Τζόνσον.
Η καθηγήτρια αναφέρει χαρακτηριστικά: Όπως και οι ανήσυχοι άνδρες που ξεκίνησαν τις ανασκαφές στην Πομπηία τον 18ο αιώνα και ανακάλυψαν τόσα πολλά για τους αρχαίους Ιταλούς, που ούτε καν φαντάζονταν - όπως λάμπες σε σχήμα φαλλού - οι ιστορικοί του σεξ συχνά έρχονται αντιμέτωποι με μελέτες από το παρελθόν που αμφισβητούν τη δική τους ηθική.
Όσες δούλευαν στους δρόμους της Πομπηίας και «εξυπηρετούσαν» πελάτες στους οίκους ανοχής, έζησαν πολύ σκληρές ζωές, όμως οι περισσότερες από τις τοιχογραφίες που διασώθηκαν απεικονίζουν τις γυναίκες ως ερωτικές και εξωτικές. Οι τοιχογραφίες από τους οίκους ανοχής και τα κτίρια που λειτουργούσαν ως πορνεία (όπως τα πανδοχεία και οι ταβέρνες) δείχνουν γυναίκες γυμνές, με στιλιζαρισμένα μαλλιά σε ποικίλες σεξουαλικές στάσεις με νεαρούς μαυρισμένους και αθλητικούς άνδρες. Οι μορφές εικονίζονται συνήθως σε κρεβάτια που είναι μερικές φορές διακοσμημένα και φέρουν επάνω σκεπάσματα. Σε κτίρια που αναγνωρίζονται ως οίκοι ανοχής, οι τοιχογραφίες μπορεί να είχαν σκοπό να διεγείρουν τους πελάτες.
Μπορεί επίσης, να λειτουργούσαν ως εικονογραφημένο μενού ή ακόμη και ως εγχειρίδια για τους πιο άπειρους πελάτες. Σε κτίρια που χαρακτηρίστηκαν ως ιδιωτικές κατοικίες, οι σκηνές αυτές ήταν πιθανότατα διακοσμητικές αλλά σχεδιάστηκαν ίσως, ως διεγερτικό.
Σε αντίθεση με αυτές τις εικόνες, οι ίδιοι οι οίκοι ανοχής αποδεικνύουν πως οι γυναίκες εργάζονταν σε κελιά, συνήθως τόσο μεγάλα ώστε να χωρούν ένα στενό κρεβάτι. Η απουσία παραθύρων στα περισσότερα μαρτυρά το σκοτάδι που επικρατούσε σε αυτά τα δωμάτια καθώς και την περιορισμένη ροή αέρα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ανασκαφών, τα κελιά αυτά δεν είχαν πόρτες, κάτι που σημαίνει ότι τα δωμάτια μπορεί να είχαν κουρτίνα.
Επίσης αποκαλύφθηκαν πέτρινα κρεβάτια, καθώς τα ξύλινα που ήταν πιθανό να χρησιμοποιούνταν, καταστράφηκαν από την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ.
Οι συνθήκες στις οποίες εργάζονταν αυτές οι γυναίκες, δεν ενδιέφεραν καθόλου τους ιδιοκτήτες των οίκων ανοχής ή τους πελάτες, καθώς οι περισσότερες εξ αυτών στην αρχαία Ιταλία ήταν σκλάβες. Καθώς η αρχαία στάση απέναντι στους δούλους ήταν στην καλύτερη των περιπτώσεων, αδιάφορη, οι ζωές των γυναικών δεν αποτελούσαν πηγή εμπάθειας σε όσους δεν ανήκαν στην τάξη τους.
Οι εργαζόμενοι του σεξ εκπλήρωναν μια χρηστική λειτουργία και τίποτε άλλο. Περιορισμένες στις εγκαταστάσεις αυτές από άνδρες που τους παρείχαν μόνο τις βασικές ανάγκες, οι γυναίκες ουσιαστικά ήταν αποκομμένες από τον έξω κόσμο. Αυτό τις καθιστούσε ευάλωτες στις ιδιοτροπίες τόσο του ιδιοκτήτη όσο και των πελατών.
Οι γυναίκες που εργάζονταν στους δρόμους της Πομπηίας, συχνά περίμεναν γύρω από τις καμάρες και άλλες τυπικές τοποθεσίες, όπως τα νεκροταφεία και τα δημόσια λουτρά. Στις μεγαλύτερες πόλεις, όπου ο έλεγχος του σεξουαλικού εμπορίου ήταν πιο δύσκολα διαχειρίσιμος, ορισμένες από αυτές τις γυναίκες μπορεί να δούλευαν χωρίς νταβατζήδες, και ήταν κυρίως γυναίκες που μόλις είχαν ελευθερωθεί από τη σκλαβιά αλλά και φτωχές γυναίκες.

Οι ιστορίες των γκράφιτι

Η συντήρηση των τοιχογραφιών στα κτίρια της Πομπηίας παρέχει επίσης στους ιστορικούς λεπτομέρειες σχετικά με το σεξουαλικό εμπόριο. Το μεγαλύτερο μέρος τους είναι εξαιρετικά γραφικό. Σε αυτά τα γκράφιτι περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένες υπηρεσίες και τιμές, εκτιμήσεις πελατών για κάποιες από τις γυναίκες αυτές και τις ικανότητές τους (ή την έλλειψή τους) καθώς και μερικές σεξουαλικές συμβουλές.
Κάποια από τα γκράφιτι μπαίνουν κατευθείαν στο θέμα όπως το «Να βγαίνετε αργά» ή άλλα είναι διαφημίσεις όπως το «Η Εύπλοια ήταν εδώ με δύο χιλιάδες όμορφους άνδρες» ή και τιμοκατάλογο όπως το «η Εύπλοια κάνει στοματικό έρωτα για 5 κέρματα». Συχνά τα ονόματα των σκλάβων και εξ ορισμού, οι εργαζόμενοι του σεξ, είχαν ελληνική προέλευση.
Το όνομα «Εύπλοια» για παράδειγμα, προέρχεται από την ελληνική λέξη που σημαίνει «καλό ταξίδι». Τα ονόματα των εργαζομένων αυτών υποδήλωναν μερικές φορές τα φυσικά χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου ατόμου. Στην περίπτωση αυτή η Εύπλοια υποσχόταν στους πελάτες της ένα καλό ταξίδι. Ένα γκράφιτι αποτελεί επίσης μαρτυρία πως και ορισμένοι άνδρες εργάζονταν ως σεξουαλικοί σκλάβοι στην Πομπηία. Το συγκεκριμένο γκράφιτι παραθέτει ορισμένες υπηρεσίες που προσφέρονταν αλλά και τιμές. Δεδομένου ότι οι ελεύθερες γυναίκες δεν είχαν την άδεια να έχουν σεξουαλική επαφή με οποιονδήποτε άλλο εκτός από το σύζυγό τους, οι πελάτες που είχαν πρόσβαση σε άνδρες σεξουαλικούς εργαζόμενους ήταν σχεδόν αποκλειστικά άνδρες. Σύμφωνα με τα σεξουαλικά ήθη της αρχαίας Ρώμης, επιτρέπονταν οι σεξουαλικές συναντήσεις μεταξύ ανδρών, αν διατηρούσαν ορισμένα πρωτόκολλα (Ένας πολίτης για παράδειγμα δεν μπορούσε να «διατρηθεί»).
Τα ελάχιστα γραπτά λογοτεχνικά αρχεία που υποδηλώνουν πως υπήρξαν γυναίκες πελάτες, είναι αμφισβητήσιμα, καθώς συνήθως γράφονταν για σατιρικούς ή κωμικούς σκοπούς. Παρά ταύτα θα ήταν αφελές να απορρίψουμε περιπτώσεις πλουσίων ελεύθερων εκ γενετής γυναικών που είχαν πρόσβαση σε άντρες εργάτες του σεξ ή οικόσιτους. Παρομοίως θα ήταν αφελές να υποθέσουμε πως άντρες έψαχναν άλλους άντρες με τους οποίους θα εμπλέκονταν σε πράξεις που θεωρούνταν κοινωνικά απαράδεκτες (ειδικά πράξεις όπου ο πολίτης θα ήταν σε υποτακτικούς ρόλους).

Η κοινωνία και το σεξουαλικό εμπόριο

Την εποχή της έκρηξης του Βεζούβιου, η Πομπηία ήταν μια πόλη μέτριας έκτασης, με πληθυσμό περίπου 11.000 κατοίκους, και μια ακμάζουσα κοινότητα με εκλεπτυσμένη αρχιτεκτονική και υποδομή. Η πόλη βρισκόταν στην Καμπανία, περίπου 23 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Νάπολης και κοντά στο λιμάνι του Ποτσουόλι, με έντονο εμπόριο, ανεπτυγμένη οικονομία και πολυπολιτισμική δημογραφία. Η ευημερία της πόλης και η συνεχής παρουσία των εμπόρων εξασφάλιζαν μια ισχυρή αγορά για το σεξ.
Πράγματι, το σεξουαλικό εμπόριο ήταν αναπόσπαστο στοιχείο για την επιτυχή λειτουργία της κοινωνίας, ιδιαίτερα για τους γάμους. Τα στρώματα λάβας «παγίδεψαν» πολλές ιστορίες αυτού του είδους. Αυτοί οι άνθρωποι «ψιθυρίζουν» σε εμάς και οι ιστορίες τους είναι και χαρούμενες και λυπητερές. Κάποιες φορές οι ιστορίες τους είναι σοκαριστικές και σπαραξικάρδιες αλλά όπως οι ζωές των εργατών του σεξ αξίζει να μείνουν στην μνήμη.


ΓΙΑΤΙ ΖΩΓΡΑΦΙΖΑΝ ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ ΤΩΝ LUPANARES
 Η πόλη βρισκόταν  σε κοντινή απόσταση με το λιμάνι του Ποτσουόλι. Η συνεχής παρουσία των εμπόρων και οι οικονομική ανάπτυξη της πόλης ωφέλησαν το σεξουαλικό εμπόριο το οποίο ήταν αναπόσπαστο στοιχείο για την επιτυχή λειτουργία της κοινωνίας.
Η πορνεία δεν ήταν παράνομη αλλά η μοιχεία ήταν εκτός νόμου, οπότε οι περισσότεροι άντρες έκαναν σεξ επί πληρωμή.
Οι αρχαιολόγοι εντυπωσιάστηκαν από τα ευρήματα στην αρχαία ιταλική πόλη καθώς βρέθηκαν δεκάδες τοιχογραφίες με προκλητικές εικόνες.
Οι τοιχογραφίες που κοσμούσαν τους οίκους ανοχής και άλλα κτίρια που λειτουργούσαν ως πορνεία απεικονίζουν περιποιημένες γυναίκες σε διάφορες σεξουαλικές στάσεις με μαυρισμένους άνδρες πάνω σε κρεβάτια με πλούσια διακόσμηση.

Οι ερευνητές αναζήτησαν τον λόγο που οι τοίχοι ήταν διακοσμημένη με σεξουαλικές σκηνές. Πιθανόν στους οίκους ανοχής λειτουργούσαν ως εικονογραφημένο μενού για τους πελάτες ενώ στις ιδιωτικές κατοικίες σχεδιάστηκαν για να διεγείρουν τους συντρόφους.
Παρά τις εντυπωσιακές εικόνες, η πραγματικότητα στους οίκους ανοχής ήταν διαφορετική.

Οι γυναίκες εργάζονταν σε κελιά, όπου χωρούσε μόνο ένα στενό κρεβάτι και δεν είχε παράθυρα.
Επικρατούσε σκοτάδι, ο αέρας ήταν περιορισμένος και ήταν αποκομμένες από τον έξω κόσμο. Τα δωμάτια δεν είχαν πόρτες, οπότε πιθανολογείται ότι είχαν κουρτίνες .

Οι γυναίκες στους οίκους ανοχής ήταν σκλάβες και τόσο οι πελάτες όσο και οι ιδιοκτήτες δεν ενδιαφέρονταν για τις συνθήκες εργασίας τους.
Μόνο στις μεγαλύτερες πόλεις οι γυναίκες δούλευαν μόνες τους και ήταν κυρίως φτωχές γυναίκες που είχαν ελευθερωθεί από τη σκλαβιά τους.
Οι τοιχογραφίες έδωσαν και άλλες πολύτιμες πληροφορίες στους αρχαιολόγους, όπως οι υπηρεσίες που τους παρείχαν, οι τιμές, οι εκτιμήσεις πελατών  καθώς και μερικές σεξουαλικές συμβουλές.
Αναγράφονται φράσεις όπως;: «Να βγαίνετε αργά» ή άλλα είναι διαφημίσεις όπως το «Η Εύπλοια ήταν εδώ με δύο χιλιάδες όμορφους άνδρες» ή και τιμοκατάλογο όπως το «η Εύπλοια κάνει στοματικό έρωτα για 5 κέρματα».
Πολλές φορές τα ονόματα των σκλάβων και εξ ορισμού, οι εργαζόμενοι του σεξ, είχαν ελληνική προέλευση, π.χ. το όνομα «Εύπλοια» προέρχεται από την ελληνική λέξη που σημαίνει «καλό ταξίδι» και  υποσχόταν στους πελάτες της ένα καλό ταξίδι.
Μια τοιχογραφία μαρτυρά επίσης ότι και οι άντρες εργάζονταν ως σεξουαλικοί σκλάβοι στην Πομπηία. Οι πελάτες που είχαν πρόσβαση σε άνδρες σεξουαλικούς εργαζόμενους ήταν σχεδόν αποκλειστικά άνδρες, καθώς στην αρχαία Ρώμη επιτρέπονταν οι σεξουαλικές συναντήσεις μεταξύ ανδρών, αν διατηρούσαν ορισμένα πρωτόκολλα.


ΣΑΛΕΡΝΟ
Το Σαλέρνο (ιταλικάSalerno ή Salierno) είναι πόλη και δήμος της Ιταλίας, στην περιφέρεια της Καμπανίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Βρίσκεται στο μυχό του ομώνυμου κόλπου της Τυρρηνικής θάλασσας.
Η πόλη είναι κυρίως γνωστή ως το μέρος όπου κατέφυγε ο Ιταλός βασιλιάς το 1944 μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας με τους Συμμάχους κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο Σαλέρνο έγιναν αρκετές επιχειρήσεις των Συμμάχων κατά την εισβολή τους στην Ιταλία ενώ η πόλη βομβαρδίστηκε επανειλημμένα. Υπήρξε και έδρα της προσωρινής "Κυβέρνησης του Νότου" μετά την απελευθέρωσή της από τους Γερμανούς και τους φασίστες του Μουσολίνι.

Ιατρική Σχολή του Σαλέρνο

Το Σαλέρνο είναι περισσότερο γνωστό για τη Μεσαιωνική Ιατρική Σχολή του. Η πόλη, υπό τους Λομβαρδούς δούκες (646–1077) γνώρισε τη λαμπρότερη περίοδο της ιστορίας της. Προϊόν αυτής της ευημερίας, ήταν και η Σκουόλα Μέντικα Σαλερνιτάνα (Ιατρική Σχολή του Σαλέρνο), η πρώτη Ιατρική Πανεπιστημιακή Σχολή στον κόσμο. Η μεσαιωνική αυτή σχολή στην κοσμοπολίτικη παραλιακή νοτιοιταλική πόλη του Σαλέρνο αποτέλεσε εκείνη την εποχή τη σημαντικότερη πηγή ιατρικής γνώσης στη Δυτική Ευρώπη. Αραβικές ιατρικές πραγματείες, τόσο εκείνες που ήταν μεταφράσεις Ελληνικών κειμένων όσο και αυτές που ήταν εξ αρχής γραμμένες στα Αραβικά, είχαν συσσωρευθεί στη βιβλιοθήκη του Μοντεκασίνο, όπου μεταφράστηκαν στα Λατινικά, έτσι, η υφιστάμενη παράδοση του Ιπποκράτη, του Γαληνού και του Διοσκουρίδη συμπληρώθηκε και αναζωογονήθηκε από την Αραβική ιατρική πρακτική, γνωστή από επαφές με τη Σικελία και τη Βόρεια Αφρική. Το αποτέλεσμα αυτής της ιδιαίτερης "μίξης", οι γιατροί του Σαλέρνο, τόσο άντρες όσο και γυναίκες, ήταν ασυναγώνιστοι στον τομέα τους στη μεσαιωνική Δυτική Μεσόγειο. Η σχολή, που βρήκε την αρχική της βάση στο φαρμακείο ενός μοναστηριού ιδρυμένου τον 9ο αιώνα, έφτασε στο αποκορύφωμα της ακμής της μεταξύ του 10ου και του 13ου αιώνα, από τις τελευταίες δεκαετίες της Λομβαρδικής εξουσίας μέχρι την πτώση των Χοενστάουφεν. Η άφιξη το 1077 στο Σαλέρνο του Κωνσταντίνου του Αφρικανού (Τυνήσιου καθηγητή ιατρικής) σημείωσε την αρχή της κλασικής περιόδου του Σαλέρνο. Με την ενθάρρυνση του Αλφάνο Α΄, Αρχιεπισκόπου του Σαλέρνο, και τις μεταφράσεις του Κωνσταντίνου του Αφρικανού, το Σαλέρνο κέρδισε τον τίτλο της "Πόλης του Ιπποκράτη". Άνθρωποι από όλο τον κόσμο συνέρρεαν στη "Σχολή του Σαλέρνο", τόσο οι άρρωστοι, με την ελπίδα της θεραπείας όσο και φοιτητές για να μάθουν την τέχνη της ιατρικής. Η φήμη της διάσχισε τα σύνορα, όπως αποδεικνύεται από τα Σαλερνιτάνικα χειρόγραφα που σώζονται σε πολλές Ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες και από ιστορικές μαρτυρίες. Ο συγγραφέας του δωδέκατου ή δέκατου τρίτου αιώνα του ποιήματος "Regimen sanitatis Salernitanum" (Ο Κανόνας Υγείας του Σαλέρνο) έδωσε Σαλερνιτάνικη προέλευση στο ποίημά του για να διαφημίσει το έργο του και να του προσδώσει κύρος. Η σχολή διατήρησε το δρόμο της Ελληνικής-Λατινικής ιατρικής παράδοσης, συγχωνεύοντάς την με τις Αραβικές και Εβραϊκές ιατρικές παραδόσεις. Η σύγκλιση διαφορετικών πολιτισμών οδήγησε στη σύνθεση και τη σύγκριση διαφορετικών ιατρικών γνώσεων, όπως μαρτυρεί ένας θρύλος που αποδίδει την ίδρυση της σχολής σε τέσσερις καθηγητές: τον Εβραίο Ελίνο, τον Έλληνα Πόντο, τον Άραβα Αδέλα και το Λατίνο Σαλέρνο. Στη σχολή, πέρα από τη διδασκαλία της ιατρικής (στην οποία συμμετείχαν και γυναίκες, και ως καθηγήτριες και ως φοιτήτριες), γίνονταν μαθήματα φιλοσοφίαςθεολογίας και δικαίου. Η διασημότερη γυναίκα γιατρός και ιατρική συγγραφέας στη σχολή ήταν η Τρότουλα ή Τρότουλα ντε Ρουτζιέρο, που της αποδίδονται αρκετά βιβλία σχετικά με τη γυναικολογία και τα καλλυντικά. Το "De Passionibus Mulierum Curandorum" εκδόθηκε για πρώτη φορά γύρω στα 1100 μ.Χ. και ήταν ένα εξέχον κείμενο μέχρι μια μείζονα αναθεώρησή του από τη Λουίζ Μπουρζουάζ, μια μαμμή της οποίας ο σύζυγος εργαζόταν ως βοηθός του Αμπρόζ Παρέ στις αρχές του 17ου αιώνα. Δεκαεννέα ακόμη χειρόγραφα αποδιδόμενα στην Τρότουλα βρίσκονται σήμερα σε Ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες. Τα βιβλία έκαναν τη σχολή του Σαλέρνο διάσημη. Η δυνατή αρχή έγινε με το "Pantegni", μετάφραση και διασκευή από τον Κωνσταντίνο του "Αλ-μαλάκι" του Αλί ιμπν Αμπάς, δέκα τόμων θεωρητικής και δέκα πρακτικής ιατρικής. Είχε επίσης μεταφράσει μια πραγματεία στην οφθαλμολογία του Χουναίν μπιν Ισάκ και το "Viaticus" του Ιμπν αλ Τζαζάρ. Στη διάρκεια του 13ου αιώνα, η ιατρική σχολή στο Μονπελιέ άρχισε να επισκιάζει τη σχολή του Σαλέρνο.





ΣΑΛΕΡΝΟ

Γιώργος Σεφέρης «Τελευταίος Σταθμός»

Όταν τον Απρίλιο του 1941 οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση κατέφυγε στο Κάιρο. Ο Γ. Σεφέρης, που ήταν διπλωματικός υπάλληλος, την ακολούθησε και από την υπηρεσιακή του θέση (στο Κάιρο και την Πραιτόρια της Ν. Αφρικής) έζησε τις διπλωματικές ζυμώσεις μεταξύ των Ελλήνων πολιτικών και των συμμάχων, οι οποίες αφορούσαν το πολιτικό μέλλον της Ελλάδας. Στα ημερολόγιά του, που εκδόθηκαν μετά το θάνατό του με τον τίτλο Μέρες και Πολιτικό Ημερολόγιο, έχει καταγράψει τους πολιτικούς αυτούς αγώνες, τις δολοπλοκίες και τους καιροσκοπισμούς ανθρώπων και υπηρεσιών, σε μια εποχή που η Ελλάδα με την Αντίστασή της συνέχιζε τον αγώνα εναντίον των κατακτητών και υπέφερε τα πάνδεινα (πείνα, εκτελέσεις, βασανιστήρια, πυρπολήσεις κτλ.). Οι εμπειρίες αυτές του Σεφέρη βρίσκουν την ποιητική τους έκφραση στα ποιήματα της συλλογής «Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄». Τελευταίο ποίημα της συλλογής είναι ο Τελευταίος Σταθμός, γραμμένος, σύμφωνα με την ένδειξη του ποιητή, στο λιμάνι Cava dei Tirreni, κοντά στο Σαλέρνο της Ιταλίας, στις 5 Οκτωβρίου 1944. Εκεί έχουν φτάσει από την Αίγυπτο οι ελληνικές διπλωματικές υπηρεσίες και είναι έτοιμες να επιστρέψουν στην Ελλάδα, από την οποία αποχωρούν οι Γερμανοί (από την Αθήνα έφυγαν στις 12 Οκτωβρίου 1944). Το δράμα φαίνεται να τελειώνει, αλλά σε λίγο θ’ αρχίσουν νέες συμφορές: ο εμφύλιος.



Τελευταίος Σταθμός

Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσαν.
Τ’ αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις
όπως το φέρει ο κόπος της τελειωμένης μέρας
και βγάζεις άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες,
πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις.
Τώρα που κάθομαι άνεργος και λογαριάζω
λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη
νησιά, χρώμα θλιμμένης Παναγίας, αργά στη χάση
ή φεγγαρόφωτα σε πολιτείες του βοριά ρίχνοντας κάποτε
σε ταραγμένους δρόμους ποταμούς και μέλη ανθρώπων
βαριά μια νάρκη.
Κι όμως χτες βράδυ εδώ, σε τούτη τη στερνή μας σκάλα
όπου προσμένουμε την ώρα της επιστροφής μας να χαράξει
σαν ένα χρέος παλιό, μονέδα που έμεινε για χρόνια
στην κάσα ενός φιλάργυρου, και τέλος
ήρθε η στιγμή της πληρωμής κι ακούγονται
νομίσματα να πέφτουν πάνω στο τραπέζι
σε τούτο το τυρρηνικό χωριό, πίσω από τη θάλασσα του
Σαλέρνο
πίσω από τα λιμάνια του γυρισμού, στην άκρη
μιας φθινοπωρινής μπόρας το φεγγάρι
ξεπέρασε τα σύννεφα, και γίναν
τα σπίτια στην αντίπερα πλαγιά από σμάλτο.

Σιωπές αγαπημένες της σελήνης.

Είναι κι αυτός ένας ειρμός της σκέψης ένας τρόπος
ν’ αρχίσεις να μιλάς για πράγματα που ομολογείς
δύσκολα, σε ώρες όπου δε βαστάς σε φίλο
που ξέφυγε κρυφά και φέρνει
μαντάτα από το σπίτι κι από τους συντρόφους,
και βιάζεσαι ν’ ανοίξεις την καρδιά σου
μη σε προλάβει η ξενιτιά και τον αλλάξει.
Ερχόμαστε απ’ την Αραπιά, την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη,
            τη Συρία
το κρατίδιο
της Κομμαγηνής, που ‘σβησε σαν το μικρό λυχνάρι
πολλές φορές γυρίζει στο μυαλό μας,
και πολιτείες μεγάλες που έζησαν χιλιάδες χρόνια
κι έπειτα απόμειναν τόπος βοσκής για τις γκαμούζες
χωράφια για ζαχαροκάλαμα και καλαμπόκια.
Ερχόμαστε απ’ την άμμο της έρημος απ’ τις θάλασσες του
            Πρωτέα,
ψυχές μαραγκιασμένες από δημόσιες αμαρτίες,
καθένας κι ένα αξίωμα σαν το πουλί μες στο κλουβί του.
Το βροχερό φθινόπωρο σ’ αυτή τη γούβα
κακοφορμίζει την πληγή του καθενός μας
ή αυτό που θα ‘λεγες αλλιώς, νέμεση μοίρα
ή μονάχα κακές συνήθειες, δόλο και απάτη,
ή ακόμη ιδιοτέλεια να καρπωθείς το αίμα των άλλων.
Εύκολα τρίβεται ο άνθρωπος μες στους πολέμους
ο άνθρωπος είναι μαλακός, ένα δεμάτι χόρτο
χείλια και δάκτυλα που λαχταρούν ένα άσπρο στήθος
μάτια που μισοκλείνουν στο λαμπύρισμα της μέρας
και πόδια που θα τρέχανε, κι ας είναι τόσο κουρασμένα,
στο παραμικρό σφύριγμα του κέρδους.
Ο άνθρωπος είναι μαλακός και διψασμένος σαν το χόρτο,
άπληστος σαν το χόρτο, ρίζες τα νεύρα του κι απλώνουν
σαν έρθει ο θέρος
προτιμούν να σφυρίξουν τα δρεπάνια στ’ άλλο χωράφι
σαν έρθει ο θέρος
άλλοι φωνάζουνε για να ξορκίσουν το δαιμονικό
άλλοι μπερδεύονται μες στ’ αγαθά τους, άλλοι ρητο-
ρεύουν.
Αλλά τα ξόρκια τ’ αγαθά τις ρητορείες,
σαν είναι οι ζωντανοί μακριά, τι θα τα κάνεις;
Μήπως ο άνθρωπος είναι άλλο πράγμα;
Μην είναι αυτό που μεταδίνει τη ζωή;
Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν.

Πάλι τα ίδια και τα ίδια θα μου πεις φίλε.
Όμως τη σκέψη του πρόσφυγα τη σκέψη του αιχμάλωτου
            τη σκέψη
του ανθρώπου σαν κατάντησε κι αυτός πραμάτεια
δοκίμασε να την αλλάξεις, δεν μπορείς.
Ίσως και να ‘θελε να μείνει βασιλιάς ανθρωποφάγων
ξοδεύοντας δυνάμεις που κανείς δεν αγοράζει
να σεργιανά μέσα σε κάμπους αγαπάνθων
ν’ ακούει τα τουμπελέκια κάτω απ’ το δέντρο του μπαμπού,
καθώς χορεύουν οι αυλικοί με τερατώδεις προσωπίδες.
Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε σαν
            το πεύκο, και τον βλέπεις
είτε στο σκοτεινό βαγόνι, χωρίς νερό, σπασμένα τζάμια,
            νύχτες και νύχτες
είτε στο πυρωμένο πλοίο που θα βουλιάξει καθώς το δεί-
            χνουν οι στατιστικές,
ετούτα ρίζωσαν μες στο μυαλό και δεν αλλάζουν
ετούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα
που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες στα παρθένα δάση
κι αυτά καρφώνονται στο χώμα και ξαναφυτρώνουν
ρίχνουν κλωνάρια και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας
λεύγες και λεύγες
ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.
Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ’ ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει
Στάζει τη μέρα στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος.

Να μιλήσω για ήρωες να μιλήσω για ήρωες: ο Μιχάλης
που έφυγε μ’ ανοιχτές πληγές απ’ το νοσοκομείο
ίσως μιλούσε για ήρωες όταν, τη νύχτα εκείνη
που έσερνε το ποδάρι του μες στη συσκοτισμένη πολιτεία,
ούρλιαζε ψηλαφώντας τον πόνο μας «Στα σκοτεινά
πηγαίνουμε στα σκοτεινά προχωρούμε...»
Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά.

Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσουν.

                        Cava dei Tirreni, 5 Οκτωβρίου ’44




Τώρα που κάθομαι άνεργος: όπως στην Εισαγωγή των Απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη: «... εδώ εις Άργος, όπου κάθομαι άνεργος» (Σημ. του ποιητή).
στη χάση: εννοεί του φεγγαριού.
σκάλα: λιμάνι (εννοεί το λιμάνι της Cava dei Tirreni).
μονέδα: νόμισμα. Την ημέρα της επιστροφής την περιμένουν (οι επαναπατριζόμενοι) σαν οφειλόμενο χρέος, σαν ανταμοιβή. Υπαινιγμός για τον καιροσκοπισμό πολλών από αυτούς. Το θέμα επανέρχεται στους στίχους 45 και 51.
Σιωπές αγαπημένες της σελήνης: «Amica silentia lunae». Βιργίλιος (Σημ. του ποιητή).
Αραπιά... Συρία: εννοεί τους Έλληνες που είχαν καταφύγει σ’ αυτές τις χώρες της Μέσης Ανατολής στην Κατοχή.
Κομμαγηνή: αρχαίο κρατίδιο στα ΒΑ της Συρίας με πρωτεύουσα τα Σαμόσατα. Ο ποιητής εκφράζει την ανησυχία του για το μέλλον της Ελλάδας.
γκαμούζα: βουβάλι.
θάλασσες του Πρωτέα: τα παράλια της Αιγύπτου.
κακοφορμίζω: προκαλώ φλεγμονή, ερεθίζω μια πληγή.
δόλο κι απάτη: όπως και στο Μακρυγιάννη, Β΄, σελ. 258 «και τώρα δικαιοσύνη δεν βρίσκομεν από κανέναν όλο δόλο κι απάτη» (Σημ. του ποιητή).
πραμάτεια: εμπόρευμα.
αγάπανθος: φυτό ιθαγενές της Αφρικής, που καλλιεργείται και στην Ελλάδα ως καλλωπιστικό.
τουμπελέκι: είδος τυμπάνου.
μνησιπήμων: αυτός που θυμίζει τις συμφορές, η αλγεινή ανάμνηση των δυστυχιών.
μνησιπήμων πόνος: Αισχ. Αγαμέμνων, στ. 179 «στάζει δ’ ν γ’ πνωι προ καρδίας μνησιπήμων πόνος» (στάζει στον ύπνο, μπρος στην καρδιά, της συμφοράς ο καημός) (Σημ. του ποιητή).
οι ήρωες... στα σκοτεινά: μια πικρή σκέψη του ποιητή καθώς αναλογίζεται τις θυσίες του λαού και το αβέβαιο μέλλον.



Ανάλυση του ποιήματος:

Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσαν.
Τ’ αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις
όπως το φέρει ο κόπος της τελειωμένης μέρας
και βγάζεις άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες,
πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις.

Ο ποιητής με τον εισαγωγικό στίχο του ποιήματος ομολογεί πως ελάχιστες υπήρξαν οι νύχτες με φεγγάρι που του άρεσαν. Τις νύχτες αυτές μπορείς να διαβάσεις καθαρότερα το αλφαβητάρι των αστεριών και να κατανοήσεις με μεγαλύτερη διαύγεια την αλήθεια της ζωής. Ο απολογισμός, δηλαδή, που ακολουθεί το τέλος της ημέρας, ο οποίος καταλήγει κάποτε σε εύκολες αυταπάτες «βγάζεις άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες», τις νύχτες με φεγγάρι οδηγείται καθαρότερα στις δύσκολες διαπιστώσεις και στην πραγματική διάσταση των πραγμάτων.
Η διάθεση του ποιητή είναι να μιλήσει για σκληρές αλήθειες, τις οποίες θα προτιμούσε να μην αποδεχτεί, αλλά του είναι δύσκολο μια τέτοια νύχτα να βγάλει λανθασμένα συμπεράσματα. Βλέπει πολύ καθαρά το νόημα των γεγονότων που έχει βιώσει και δεν μπορεί παρά να συνειδητοποιήσει και να παραδεχτεί την αλήθεια τους, όσο πικρή κι αν είναι για τον ίδιο και για τους υπόλοιπους Έλληνες. 

Τώρα που κάθομαι άνεργος και λογαριάζω
λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη
νησιά, χρώμα θλιμμένης Παναγίας, αργά στη χάση
ή φεγγαρόφωτα σε πολιτείες του βοριά ρίχνοντας κάποτε
σε ταραγμένους δρόμους ποταμούς και μέλη ανθρώπων
βαριά μια νάρκη.

Όσα έχει να πει ο ποιητής λέγονται τόσο δύσκολα, ώστε επιλέγει να επιβραδύνει τη στιγμή της επίπονης ομολογίας τους. Συνεχίζει, επομένως, να αναφέρεται στις νύχτες με φεγγάρι, ξεχωρίζοντας αυτές που κατάφεραν να διατηρηθούν στη μνήμη του.
Όταν ο ποιητής γράφει τους στίχους αυτούς βρίσκεται κοντά στο Σαλέρνο της Ιταλίας και περιμένει μαζί με άλλους Έλληνες διπλωμάτες την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, για να επιστρέψει στην Αθήνα. Θα περάσει έτσι μερικές μέρες αναγκαστικής αδράνειας, κατά τις οποίες θα συνθέσει το πικρό αυτό απολογιστικό ποίημα.
Οι νύχτες με φεγγάρι που έχουν απομείνει στη μνήμη του ποιητή ήταν είτε σ’ ελληνικά νησιά, όπου το φεγγάρι βρισκόταν στη χάση του και προσέδιδε στο τοπίο μια γαλήνια θλίψη, όπως αυτή που διακρίνει κανείς στις εικόνες της Παναγίας, είτε σε χώρες του βορρά όπου το γεμάτο φεγγάρι μετέδιδε με το φως του μια κατευναστική αίσθηση νάρκης (υπνηλίας) σε όλο το ταραγμένο τοπίο και στους ανθρώπους που ήταν γεμάτοι ένταση.

Κι όμως χτες βράδυ εδώ, σε τούτη τη στερνή μας σκάλα
όπου προσμένουμε την ώρα της επιστροφής μας να χαράξει
σαν ένα χρέος παλιό, μονέδα που έμεινε για χρόνια
στην κάσα ενός φιλάργυρου, και τέλος
ήρθε η στιγμή της πληρωμής κι ακούγονται
νομίσματα να πέφτουν πάνω στο τραπέζι
σε τούτο το τυρρηνικό χωριό, πίσω από τη θάλασσα του
Σαλέρνο
πίσω από τα λιμάνια του γυρισμού, στην άκρη
μιας φθινοπωρινής μπόρας το φεγγάρι
ξεπέρασε τα σύννεφα, και γίναν
τα σπίτια στην αντίπερα πλαγιά από σμάλτο.

Αν και είναι λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που του άρεσαν, εντούτοις η χτεσινή νύχτα -επαναφορά στο παρόν- απέκτησε μια μαγευτική ομορφιά καθώς το φεγγάρι πέρασε πάνω απ’ τα σύννεφα που είχαν φέρει τη φθινοπωρινή μπόρα κι έκανε με το φως του τα σπίτια της απέναντι πλαγιάς να γυαλίζουν και να λάμπουν σαν να ήταν φτιαγμένα από σμάλτο. Η ομορφιά της εικόνας που δημιουργεί το φεγγαρόφωτο, βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την αλήθεια των συναισθημάτων εκείνων που έχουν μείνει για χρόνια μακριά από την πατρίδα και ανυπομονούν να επιστρέψουν τώρα που φεύγουν οι Γερμανοί.
Ο Σεφέρης αναφέρεται εδώ σ’ εκείνους τους καιροσκόπους πολιτικούς και διπλωμάτες που παρέμειναν μακριά από την Ελλάδα, όσο κρατούσε ο εφιάλτης της γερμανικής κατοχής, και τώρα είναι έτοιμοι να επιστρέψουν για να εκμεταλλευτούν τη νεοαποκτηθείσα ελευθερία της χώρας.
Οι Έλληνες που είχαν τη δυνατότητα να φύγουν από τη χώρα μόλις έγινε προφανής η ήττα του ελληνικού στρατού, κυρίως πολιτικοί αλλά και άλλοι πλούσιοι πολίτες, νιώθουν πως είναι καιρός να εξαργυρώσουν τη μακρόχρονη αναμονή της επιστροφής. Όπως ένα χρέος που έχει μείνει για καιρό ανεξόφλητο κι έχει αποκτήσει πρόσθετη αξία, όπως ένα νόμισμα που παρέμεινε φυλαγμένο για χρόνια στο σεντούκι κάποιου φιλάργυρου κι ήρθε η ώρα να επιστραφεί, έτσι αντικρίζουν οι Έλληνες που βρίσκονται μακριά τα χρόνια που περίμεναν να αλλάξει η κατάσταση στη χώρα, σαν ένα «χρέος» δηλαδή που τους οφείλεται και πρέπει να εξοφληθεί.
Τώρα που οι Γερμανοί φεύγουν είναι ο κατάλληλος καιρός να επιστρέψουν και να εκμεταλλευτούν με κάθε τρόπο τις νέες καταστάσεις προς όφελός τους, παίρνοντας την εξουσία στα χέρια τους.  Η επιθυμία για την επιστροφή τους δεν έχει να κάνει με την αγάπη για την πατρίδα, αλλά με την προοπτική μεγάλου κέρδους, από την εκμετάλλευση των θυσιών του ελληνικού λαού.

Σιωπές αγαπημένες της σελήνης.

Είναι κι αυτός ένας ειρμός της σκέψης ένας τρόπος
ν’ αρχίσεις να μιλάς για πράγματα που ομολογείς
δύσκολα, σε ώρες όπου δε βαστάς σε φίλο
που ξέφυγε κρυφά και φέρνει
μαντάτα από το σπίτι κι από τους συντρόφους,
και βιάζεσαι ν’ ανοίξεις την καρδιά σου
μη σε προλάβει η ξενιτιά και τον αλλάξει.

Η γαλήνη και η ομορφιά του τοπίου που προκύπτει απ’ το φως του φεγγαριού, μοιάζει με μια ιδανική στιγμή για τον απολογισμό όσων πέρασαν. Με τη σιωπή, την απόλυτη ησυχία της βραδιάς, οι σκέψεις έρχονται πιο εύκολα.
Η προσήλωση του ποιητή στο φεγγάρι υπήρξε η αφορμή για να σκεφτεί πάνω στα δύσκολα θέματα της ελληνικής πραγματικότητας. Υπήρξε ένα πρώτο έναυσμα για να προσεγγίσει τις επίπονες αλήθειες που με δυσκολία μπορεί κάποιος να τις ομολογήσει, αλλά δε βαστά κιόλας να τις κρατά μέσα του. Μια ομολογία λυτρωτική που γίνεται σ’ έναν φίλο που ξέφυγε από τη δυναστευόμενη πατρίδα και φέρνει πολύτιμες ειδήσεις για τ’ αγαπημένα πρόσωπα. Μια ομολογία που γίνεται βιαστικά, προτού προλάβει η ξενιτιά και οι δολοπλοκίες των εκεί Ελλήνων να αλλοιώσουν την αγνότητά του.
Σε αντίθεση με τους Έλληνες που βιώνουν τις συντριπτικές συνθήκες της κατοχής και δεν μπορούν παρά να παλεύουν μέρα με τη μέρα για να επιβιώσουν, οι Έλληνες που βρίσκονται μακριά και είναι ασφαλείς από τους κατακτητές, το μόνο που σκέφτονται είναι πώς θα πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και πώς θα αξιοποιήσουν καλύτερα τον πόνο και την καταστροφή της χώρας τους.
Για τους Έλληνες του εξωτερικού δεν υπάρχει ο φόβος της επιβίωσης, υπάρχουν μόνο οι υπολογισμοί και οι μηχανορραφίες για την επόμενη ημέρα, για τη στιγμή της απελευθέρωσης. Τότε που οι εξαθλιωμένοι Έλληνες θα είναι ευάλωτοι όσο ποτέ και η χειραγώγησή τους θα είναι πιο εύκολη.

Ερχόμαστε απ’ την Αραπιά, την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη,
            τη Συρία
το κρατίδιο
της Κομμαγηνής, που ‘σβησε σαν το μικρό λυχνάρι
πολλές φορές γυρίζει στο μυαλό μας,
και πολιτείες μεγάλες που έζησαν χιλιάδες χρόνια
κι έπειτα απόμειναν τόπος βοσκής για τις γκαμούζες
χωράφια για ζαχαροκάλαμα και καλαμπόκια.

Ο ποιητής αναφέρεται στις χώρες που είχαν καταφύγει τα μέλη της κυβέρνησης, οι διπλωμάτες και άλλοι Έλληνες που είχαν τη δυνατότητα διαφυγής, απ’ την κατακτημένη πατρίδα.
Από αυτές τις χώρες ξεκινούν τώρα όλοι οι αυτοεξόριστοι κι ετοιμάζονται να επιστρέψουν στη ρημαγμένη Ελλάδα. Στη σκέψη τους έρχονται συχνά περιπτώσεις κρατών που καταστράφηκαν τελείως και κατέληξαν να χρησιμεύουν μόνο ως βοσκοτόπια και χώροι καλλιέργειας. Η συσχέτιση αυτών των κρατών με την Ελλάδα, λειτουργεί ως συνειρμός που εκφράζει την ανησυχία των εξόριστων είτε γιατί -λίγοι απ’ αυτούς- διατήρησαν ακέραιο το ενδιαφέρον τους για την πατρίδα είτε γιατί -οι περισσότεροι- φοβούνται πως δε θα μπορέσουν τελικά να ανασυστήσουν το κράτος και θα χάσουν έτσι την ευκαιρία να αποκομίσουν τα κέρδη που πιστεύουν ότι τους αναλογούν.

Ερχόμαστε απ’ την άμμο της έρημος απ’ τις θάλασσες του
            Πρωτέα,
ψυχές μαραγκιασμένες από δημόσιες αμαρτίες,
καθένας κι ένα αξίωμα σαν το πουλί μες στο κλουβί του.

Επιστρέφουν, λοιπόν από την έρημο κι από τη θάλασσα της Αιγύπτου (εκεί είχε εγκατασταθεί η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση). Επιστρέφουν με τις ψυχές τους μαραμένες από τις αμαρτίες που σχετίζονταν με το δημόσιο ρόλο τους. Πολιτικοί που είχαν οικειοποιηθεί χρήματα της χώρας, που είχαν υπονομεύσει ελληνικά συμφέροντα και το κυριότερο είχαν θέσει τις προσωπικές τους επιδιώξεις πάνω απ’ το καλό του τόπου.
Η θέση του Σεφέρη στο διπλωματικό σώμα της χώρας του επέτρεπε να γνωρίζει από πρώτο χέρι τις μικρότητες, τις δολοπλοκίες και την κενότητα των πολιτικών προσώπων της χώρας. Ο ποιητής δεν κατονομάζει φυσικά συγκεκριμένα πρόσωπα, μεταφέρει όμως τη σαφή εικόνα σήψης που κυριαρχούσε στον πολιτικό χώρο του τόπου. Οι πολίτες εμπιστεύονταν τα συμφέροντα της πατρίδας σε ανερμάτιστους ανθρώπους που ενδιαφέρονταν αποκλειστικά και μόνο για τα προσωπικά τους συμφέροντα.
Ο καθένας απ’ αυτούς είχε κι ένα αξίωμα που τον κρατούσε δέσμιο, όπως ένα πουλί φυλακίζεται μέσα στο κλουβί του. Ο ίδιος ο ποιητής, για παράδειγμα, έχοντας μια δημόσια θέση δεν μπορούσε παρά να πράττει σύμφωνα με τις εντολές που του έδιναν. Ανεξάρτητα από τις προσωπικές του πεποιθήσεις κι ανεξάρτητα από την αποστροφή που του προκαλούσε η κυρίαρχη διαφθορά, ήταν αναγκασμένος να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που απέρρεαν από τη θέση του.
Η θέση που είχε κατακτήσει καθένας από αυτούς, αποτελούσε τελικά και το βασικό παράγοντα που ρύθμιζε τις αποφάσεις και τις κινήσεις του. Η εξόριστη κυβέρνηση, άλλωστε, όφειλε να υπακούει στις οδηγίες των συμμάχων και να περιμένει από εκείνους να τους υποδείξουν τις υποχρεώσεις τους. Για τους Έλληνες πολιτικούς, το δίχως άλλο, είναι σύνηθες να κινούνται σαν τις μαριονέτες με βάση τις εντολές που λαμβάνουν από τους παράγοντες ισχυρότερων κρατών.

Το βροχερό φθινόπωρο σ’ αυτή τη γούβα
κακοφορμίζει την πληγή του καθενός μας
ή αυτό που θα ‘λεγες αλλιώς, νέμεση μοίρα
ή μονάχα κακές συνήθειες, δόλο και απάτη,
ή ακόμη ιδιοτέλεια να καρπωθείς το αίμα των άλλων.

Η αναγκαστική αδράνεια των στελεχών της εξόριστης κυβέρνησης επιτείνει τις εσωτερικές αδυναμίες, τα αρνητικά στοιχεία κάθε προσώπου. Έτσι, καθώς παραμένουν ανενεργοί, στο βροχερό τοπίο της ξένης χώρας, οι πληγές τους –τα ελαττώματά τους- γεμίζουν πύον, χειροτερεύουν, σαν να επέρχεται η θεία δίκη, η τιμωρία για την ανήθικη συμπεριφορά τους. Οι άνθρωποι αυτοί που έχουν μάθει να ζουν με δόλους και με την εξαπάτηση των απλών πολιτών, οι άνθρωποι αυτοί που ετοιμάζονται να εκμεταλλευτούν με το χειρότερο τρόπο το αίμα και τις θυσίες των Ελλήνων πατριωτών, όσο περιμένουν να έρθει η ώρα της επιστροφής τόσο περισσότερο σαπίζουν οι ψυχές τους.
Ο ποιητής αισθάνεται αποτροπιασμό για τα σχέδια των εξόριστων πολιτικών να επιστρέψουν στη χώρα και να καρπωθούν τις θυσίες των Ελλήνων που έμειναν πίσω κι έδωσαν και τη ζωή τους για να παλέψουν με τους κατακτητές.
Τα λόγια του Σεφέρη για τους Έλληνες πολιτικούς μοιάζουν σκληρά, αποδίδουν όμως την ολοκληρωτική διαφθορά και τη μικροπρέπεια που τους χαρακτηρίζει. Τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί πιο ποταπό από τη διάθεσή τους να έρθουν και να πάρουν την εξουσία απ’ τα χέρια εκείνων που πολέμησαν με απόλυτη αυτοθυσία για την πατρίδα τους.

Εύκολα τρίβεται ο άνθρωπος μες στους πολέμους
ο άνθρωπος είναι μαλακός, ένα δεμάτι χόρτο
χείλια και δάκτυλα που λαχταρούν ένα άσπρο στήθος
μάτια που μισοκλείνουν στο λαμπύρισμα της μέρας
και πόδια που θα τρέχανε, κι ας είναι τόσο κουρασμένα,
στο παραμικρό σφύριγμα του κέρδους.

Οι άνθρωποι, όπως σχολιάζει ο ποιητής, είναι αδύναμοι από τη φύση τους. Μέσα στις δύσκολες συνθήκες του πολέμου αλλάζουν πολύ εύκολα, αφού δεν έχουν καμία δύναμη χαρακτήρα. Είναι μαλακοί κι εύπλαστοι, σαν ένα δέμα χόρτα, και προσαρμόζονται στις καταστάσεις που επικρατούν, επιδιώκοντας όμως πάντοτε και με κάθε κόστος την προσωπική τους ευχαρίστηση.
Επιθυμούν όλοι την απόλαυση του έρωτα, αγγίζοντας με τα χείλη και τα δάχτυλα ένα άσπρο στήθος, μισοκλείνουν όλοι τα μάτια στο φως της ημέρας, και φυσικά είναι όλοι πρόθυμοι, όσο κουρασμένοι κι αν είναι, να τρέξουν στην παραμικρή υποψία του κέρδους.
Ο Σεφέρης καταγράφει εδώ τα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν την πραγματική φύση των ανθρώπων, όπως αυτή εμφανίζεται όχι στις εύκολες συνθήκες της ειρήνης, αλλά όταν τα πράγματα δυσκολεύουν και δεν υπάρχουν περιθώρια για υποκρισίες. Όσο κι αν οι άνθρωποι υιοθετούν εκλεπτυσμένες συμπεριφορές και παρουσιάζουν τον εαυτό τους καλλιεργημένο και με αρχές, όταν επικρατήσουν οι τραγικές περιστάσεις του πολέμου, αποκαλύπτεται πως όλοι είναι ίδιοι, με τις ίδιες επιθυμίες και τα ίδια ελαττώματα.

Ο άνθρωπος είναι μαλακός και διψασμένος σαν το χόρτο,
άπληστος σαν το χόρτο, ρίζες τα νεύρα του κι απλώνουν
σαν έρθει ο θέρος
προτιμούν να σφυρίξουν τα δρεπάνια στ’ άλλο χωράφι
σαν έρθει ο θέρος
άλλοι φωνάζουνε για να ξορκίσουν το δαιμονικό
άλλοι μπερδεύονται μες στ’ αγαθά τους, άλλοι ρητο-
ρεύουν.

Ο άνθρωπος είναι εύπλαστος και μαλακός σαν το χόρτο, δεν έχει την αναγκαία ηθική δύναμη να διατηρήσει τις αξίες του. Μόλις τα πράγματα δυσκολέψουν λειτουργεί με τα ζωώδη ένστικτα επιβίωσης και κοιτάζει πώς θα κατορθώσει να κρατηθεί στη ζωή. Σαν ένα διψασμένο χόρτο που απλώνει παντού τις ρίζες του για να βρει νερό, έτσι κι άνθρωπος κάνει καθετί για να επιβιώσει, εκδηλώνοντας παράλληλα την άπληστη ανθρώπινη φύση που αναζητά, όχι μόνο τα αναγκαία, αλλά και τα επιπλέον, το κέρδος και την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί τους άλλους.
Είναι, μάλιστα, τόσο αδύναμοι οι άνθρωποι, ώστε όταν έρθει η ώρα του θερισμού, όταν ξεκινήσει ο πόλεμος ή οι δυσκολίες, προτιμούν να δουν τα δρεπάνια στα χωράφια των άλλων. Προτιμούν, δηλαδή, να δουν τους άλλους να θυσιάζονται και να πληρώνουν το τίμημα κι εκείνοι να παραμένουν αμέτοχοι και μακριά από τον κίνδυνο.
Όταν έρθει η ώρα του κινδύνου άλλοι φωνάζουν και καταφεύγουν σε ανούσιους εξορκισμούς προσπαθώντας να διώξουν μακριά το κακό, θυμίζοντας τις πεποιθήσεις των αρχαίων ότι με τις κραυγές και τις θορυβώδεις τελετές μπορούσαν να ξορκίσουν και να απομακρύνουν τους δαίμονες. Άλλοι στρέφουν την προσοχή τους στα πολύτιμα αγαθά τους, δείχνοντας μεγαλύτερο ενδιαφέρον για να σώσουν ό,τι αποτελεί την περιουσία τους. Άλλοι, τέλος, καταφεύγουν σε κενές ρητορείες, μιλώντας για το χρέος προς την πατρίδα, χωρίς να έχουν όμως την απαιτούμενη δύναμη για να στηρίξουν τα λόγια τους με πράξεις.

Αλλά τα ξόρκια τ’ αγαθά τις ρητορείες,
σαν είναι οι ζωντανοί μακριά, τι θα τα κάνεις;
Μήπως ο άνθρωπος είναι άλλο πράγμα;
Μην είναι αυτό που μεταδίνει τη ζωή;
Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν.

Τίποτε από αυτά όμως δεν ωφελεί αν δεν υπάρχουν εκεί ζωντανοί άνθρωποι. Σε τι να χρησιμεύσουν τα ξόρκια, τα υλικά αγαθά και τα μεγάλα λόγια, όταν η επέλαση του κακού έχει διώξει μακριά του ζωντανούς ανθρώπους.
Ο ποιητής πάντως, μη θέλοντας να αδικήσει τους συγκαιρινούς του, αναρωτιέται, μήπως ο άνθρωπος είναι κάτι διαφορετικό απ’ αυτό το αδύναμο ον που τρέμει μπροστά στις δυσκολίες, μήπως είναι αυτός που δημιουργεί τη ζωή.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο καιρός θα δείξει την πραγματική υπόσταση κάθε ανθρώπου, μιας και στη ζωή παίρνουμε τελικά ό,τι δίνουμε. Όποια είναι η προσφορά και η στάση καθενός στις κρίσιμες ώρες, θα είναι ανάλογη και η ανταπόδοση που θα λάβει όταν έρθει ο κατάλληλος καιρός και παύσουν οι δυσκολίες.
Ο ποιητής κατανοεί πως τα λόγια του είναι πολύ πικρά και πως κάποιοι ίσως θεωρήσουν ότι είναι υπερβολικά αυστηρός, γι’ αυτό και επιφυλάσσεται για την επιβεβαίωση των λόγων του, όταν έρθει ο κατάλληλος καιρός, ο «καιρός του θερίζειν».

Πάλι τα ίδια και τα ίδια θα μου πεις φίλε.
Όμως τη σκέψη του πρόσφυγα τη σκέψη του αιχμάλωτου
            τη σκέψη
του ανθρώπου σαν κατάντησε κι αυτός πραμάτεια
δοκίμασε να την αλλάξεις, δεν μπορείς.

Ο Σεφέρης αναγνωρίζει πως οι διαπιστώσεις του για το αδύναμο και το διεφθαρμένο της ανθρώπινης φύσης ακούγονται κάπως κοινότοπες και προλαβαίνει τις πιθανές αντιρρήσεις του φίλου του, που είναι ο αποδέκτης αυτών των λόγων (Πάλι τα ίδια και τα ίδια θα μου πεις φίλε).
Κι όμως, δηλώνει ο ποιητής, όσο κι αν προσπαθήσει κάποιος να αλλάξει τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων που έφυγαν χωρίς να το θέλουν από την πατρίδα τους, τη σκέψη εκείνων που πιάστηκαν αιχμάλωτοι κι εκείνων που ένιωσαν την πλήρη εξαθλίωση, σαν να είναι απλά αντικείμενα, θα διαπιστώσει πως είναι αδύνατο.
Οι άνθρωποι που βιώνουν τις καταστροφικές συνέπειες του πολέμου, επιστρέφουν στον ίδιο βασικό τρόπο σκέψης, στην ανάγκη της επιβίωσης και συνάμα εκείνοι που βρέθηκαν μακριά από την πατρίδα τους στην ανάγκη της επιστροφής στον τόπο του.

Ίσως και να ‘θελε να μείνει βασιλιάς ανθρωποφάγων
ξοδεύοντας δυνάμεις που κανείς δεν αγοράζει
να σεργιανά μέσα σε κάμπους αγαπάνθων
ν’ ακούει τα τουμπελέκια κάτω απ’ το δέντρο του μπαμπού,
καθώς χορεύουν οι αυλικοί με τερατώδεις προσωπίδες.

Θα πρέπει να τονιστεί πως ο Σεφέρης πέρα από τη στηλίτευση της συμπεριφοράς των πολιτικών κι εκείνων που περιμένουν ανυπόμονα να επιστρέψουν στην Ελλάδα για να πάρουν τον έλεγχο της εξουσίας, αναφέρεται και στους ανθρώπους που -όπως ο ίδιος- βρέθηκαν μακριά από την Ελλάδα και επιθυμούν να επιστρέψουν από αγάπη για τον τόπο τους.
Θα μπορούσαν, λοιπόν, οι εξόριστοι να παραμείνουν στη χώρα των απολίτιστων και να αισθάνονται ότι υπερέχουν από τους υπόλοιπους, έχοντας δυνάμεις -κυρίως πνευματικές- τις οποίες όμως δεν τις χρειάζεται κανείς. Θα μπορούσαν να περιφέρονται στους κάμπους με τους αγάπανθους και να βλέπουν τις τελετές των γηγενών, που με τις προσωπίδες τους χορεύουν στο ρυθμό απ’ τα τουμπελέκια, αποδίδοντας φόρο τιμής στον άρχοντά τους. Μα όλα αυτά δεν είναι αρκετά, όλα αυτά δεν έχουν νόημα, τη στιγμή που θα βρίσκονται μακριά απ’ την πατρίδα τους.

Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε σαν
            το πεύκο, και τον βλέπεις
είτε στο σκοτεινό βαγόνι, χωρίς νερό, σπασμένα τζάμια,
            νύχτες και νύχτες
είτε στο πυρωμένο πλοίο που θα βουλιάξει καθώς το δεί-
            χνουν οι στατιστικές,
ετούτα ρίζωσαν μες στο μυαλό και δεν αλλάζουν
ετούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα
που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες στα παρθένα δάση
κι αυτά καρφώνονται στο χώμα και ξαναφυτρώνουν
ρίχνουν κλωνάρια και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας
λεύγες και λεύγες
ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.

Στο μυαλό των εξόριστων -που διατηρούν ακέραιη την αγάπη τους για την πατρίδα- εκείνο που κυριαρχεί είναι ο τόπος τους, που τον χτυπάνε και τον καίνε σαν ένα πεύκο. Την πατρίδα τους βλέπουν όπου κι αν κοιτούν, είτε στα σκοτεινά βαγόνια που με άθλιες συνθήκες μεταφέρονται αιχμάλωτοι Έλληνες σε άλλες χώρες είτε σ’ ένα πλοίο που έχει πυρακτωθεί κι είναι στατιστικώς βέβαιο πως θα βουλιάξει.
Εικόνες συμφοράς, εικόνες που εκφράζουν την έντονη ανησυχία για την πατρίδα, είναι αυτές που έχουν ριζώσει στο μυαλό των προσφύγων και τίποτε δεν μπορεί να τις απομακρύνει. Όπως τα μεγάλα δέντρα στα παρθένα δάση που πολλαπλασιάζονται με το να ρίχνουν τα κλωνάρια τους στη γη, κι από αυτά γεννιούνται νέα δέντρα, καλύπτοντας ολοένα και μεγαλύτερες εκτάσεις, έτσι οι φρικτές αυτές εικόνες, όχι μόνο έχουν ριζώσει, αλλά συνεχίζουν να πολλαπλασιάζονται κυριεύοντας πλήρως τη σκέψη των ανθρώπων που νοσταλγούν την πατρίδα τους και δεν τους επιτρέπουν να ξεχάσουν όλους εκείνους τους φίλους τους που πέθαναν στον αγώνα της αντίστασης κατά των κατακτητών.

Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ’ ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει
Στάζει τη μέρα στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος.

Κι αν σου μιλάω, λέει ο ποιητής στο φίλο του με παραμύθια και παραβολές, με μεταφορές δηλαδή και αναλογίες, είναι γιατί έτσι ακούγονται ευκολότερα όσα φρικτά θέλω να σου πω. Οι εικόνες φρίκης του πολέμου είναι τόσο έντονες και τόσο αποτροπιαστικές, ώστε θα ήταν αδύνατο να διατυπωθούν, χωρίς να προκαλέσουν τη δυσαρέσκεια όποιου ακούει. Ο μεταφορικός λόγος είναι γλυκύτερος από την πραγματική αποτύπωση της συμφοράς που είχε βρει τον ελληνισμό. Άλλωστε, η φρίκη του πολέμου είναι ακόμη ζωντανή και κυρίαρχη -δεν αποτελεί παρελθόν-, βρίσκεται μέσα σε κάθε Έλληνα πατριώτη και μέρα-νύχτα στάζει τις πικρές της αναμνήσεις, αποτελώντας μια διαρκή υπενθύμιση των ακραίων καταστάσεων που αναγκάστηκαν να ζήσουν όσοι γνώρισαν αυτόν τον πόλεμο.

Να μιλήσω για ήρωες να μιλήσω για ήρωες: ο Μιχάλης
που έφυγε μ’ ανοιχτές πληγές απ’ το νοσοκομείο
ίσως μιλούσε για ήρωες όταν, τη νύχτα εκείνη
που έσερνε το ποδάρι του μες στη συσκοτισμένη πολιτεία,
ούρλιαζε ψηλαφώντας τον πόνο μας «Στα σκοτεινά
πηγαίνουμε στα σκοτεινά προχωρούμε...»
Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά.

Κι αν θέλεις να σου μιλήσω για ήρωες, συνεχίζει ο ποιητής, αν θέλεις να ακούσεις για πραγματικούς ήρωας, θα σου μιλήσω για τον Μιχάλη που έφυγε μια νύχτα απ’ το νοσοκομείο, έχοντας ακόμη ανοιχτές της πληγές του, και σέρνοντας το πόδι του ούρλιαζε απ’ τον πόνο. Περπατούσε στην υποχρεωτικά συσκοτισμένη πολιτεία (οι Γερμανοί είχαν επιβάλει να σβήνονται τα φώτα, για να μη βρίσκουν στόχο τα αντίπαλα βομβαρδιστικά) και φώναζε αγγίζοντας τον πόνο μας πως προχωράμε και πηγαίνουμε στα σκοτεινά. Τα λόγια του Μιχάλη εκφράζουν τις σκέψεις όλων των Ελλήνων, καθώς ο αγώνας και όλες τους οι προσπάθειες γίνονταν χωρίς καμία επίγνωση για το τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον. Αγωνίζονταν και πάλευαν κατά των Γερμανών, χωρίς εγγυήσεις και χωρίς φτηνές προσδοκίες κέρδους, όπως έκαναν οι καιροσκόποι πολιτικοί. Οι Έλληνες αγωνίζονταν για την ελευθερία τους, έστω κι αν ο αγώνας τους έμοιαζε καταδικασμένος, έστω κι αν δεν μπορούσαν να ξέρουν τι θα φέρει η επόμενη μέρα, μετά την αδιανόητη καταστροφή που είχε χτυπήσει τη χώρα τους.
Οι ήρωες επομένως προχωρούν στα σκοτεινά, γιατί δεν θυσιάζονται προσδοκώντας το κέρδος και γιατί δεν έχουν ανάγκη από εγγυήσεις για να παλέψουν για την πατρίδα τους. Πολεμούν και πεθαίνουν από αγάπη κι αυτό είναι ένα αίσθημα που μόνο οι γνήσιοι ήρωες μπορούν να γνωρίσουν.

Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσουν.

Το ποίημα κλείνει με σχήμα κύκλου, καθώς έχουμε επαναφορά του αρχικού στίχου. Η αλλαγή στο χρόνο του ρήματος, από τον αόριστο «μ’ αρέσαν», στον ενεστώτα «μ’ αρέσουν», εκφράζει την πεποίθηση του ποιητή πως οι δύσκολες στιγμές των προηγούμενων χρόνων δεν πρόκειται να τερματιστούν εκεί. Ο ποιητής νιώθει πως και στη συνέχεια θα υπάρξουν εξίσου δυσάρεστες στιγμές, γι’ αυτό και επαναδιατυπώνει το στίχο δίνοντάς του πλέον μια διαχρονικότερη διάσταση.


Δευτέρα, 9 Ιουλίου 2018
Σαλέρνο –Αμάλφι – Ποζιτάνο –  Κάπρι (60 χλμ, 2 ώρες *2)
Σήμερα θα κάνουμε με καραβάκι μια μαγευτική κρουαζιέρα στο Τυρρηνικό Πέλαγος. Πρώτη μας επίσκεψη το Αμάλφι (Amalfi), χτισμένο στον μυχό του ομώνυμου κόλπου στην Κοστιέρα Αμαλφιτάνα, μία από τις πλέον συγκλονιστικές ακτές της Ευρώπης. Στην περιπατητική μας περιήγηση θα δούμε τα αρχοντικά σπίτια, τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ανδρέα με βυζαντινά, αραβικά και γοτθικά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Στη συνέχεια, αναχώρηση για το γραφικό Ποζιτάνο (Positano), ένας οικισμός –βεράντα στο απέραντο γαλάζιο, και χρόνος ελεύθερος για να περπατήσουμε στα στενά καλντερίμια του. Στη συνέχεια για το μαγευτικό νησί Κάπρι, που με τις ρωμαϊκές επαύλεις, τα αγάλματα, τα λουτρά, τις εκκλησίες, τις κρεμαστές σκάλες που καταλήγουν στη θάλασσα μέσα σε μια οργιώδη και πολύχρωμη μεσογειακή βλάστηση, θυμίζει σκηνικό άλλης εποχής. Προτεινόμενη μια επίσκεψη στη Γαλάζια Σπηλιά. Να γιορτάσουμε ιδιαίτερα και τα γενέθλια του Γιώργου! Επιστροφή αργά το απόγευμα στο κατάλυμά μας. Διανυκτέρευση.




ΑΜΑΛΦΙ

Το Αμάλφι (ιταλικάAmalfi) είναι πόλη και δήμος της Ιταλίας, στην περιφέρεια της Καμπανίας, στην επαρχία του Σαλέρνο. Βρίσκεται στο μυχό του ομώνυμου κόλπου της Τυρρηνικής θάλασσας. Η "ακτή του Αμάλφι" έχει χαρακτηριστεί από το 1997 από την UNESCO ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Το Αμάλφι αναφέρεται για πρώτη φορά τον 6ο αιώνα ως σημαντική ναυτική δύναμη, γνωστή για το εμπόριο δημητριακώναλατιού, ξυλείας αλλά και το δουλεμπόριο. Σημαντικός εμπορικός εταίρος εκείνη την περίοδο ήταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ιδιαίτερα με το εμπόριο του μεταξιού που μέσω του Αμάλφι έφτανε από την Ανατολή στη Δύση. Οι έμποροι του Αμάλφι, εξάλλου, ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν τον χρυσό για την απόκτηση γης, όταν στην υπόλοιπη Ιταλία ως εκείνη την περίοδο υπήρχε ακόμα η ανταλλαγή ειδών ως μέσο συναλλαγής. Κατά τον 8ο και 9ο αιώνα ουσιαστικά κυριαρχούσε στη Μεσόγειο και στο εμπόριο με τη βυζαντινή αυτοκρατορία, όταν ακόμα η Βενετία έκανε τα πρώτα βήματα ανάπτυξης. Το 848 ο στόλος του Αμάλφι συμμετείχε στην εκστρατεία του Πάπα Λέοντα Δ' εναντίον των Σαρακηνών.
Το 1073 κατελήφθη από τους Νορμανδούς, που είχαν ήδη υπό την κατοχή τους μεγάλο μέρος της νότιας Ιταλίας. Η πόλη περιέπεσε σε παρακμή μετά την κατάληψή της από την Πίζα, ωστόσο παρέμεινε πυκνοκατοικημένη κατά τον 13ο και 14ο αιώνα.
Κατά τον Μεσαίωνα, το Αμάλφι ήταν γνωστό για τις σχολές Νομικής και Μαθηματικών που υπήρχαν. Λέγεται ότι από το Αμάλφι καταγόταν ο Φλάβιο Τζόγια, εφευρέτης της πυξίδας.
Το 1343, μεγάλο μέρος της πόλης καταστράφηκε από τσουνάμι με αποτέλεσμα να περιέλθει οριστικά σε παρακμή.
Στο Αμάλφι δεσπόζει ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Ανδρέα, όπου φυλάσσεται μέρος των λείψανων του σε κρύπτη, τα οποία μεταφέρθηκαν το 1210 από την Κωνσταντινούπολη. Επίσης, φυλάσσεται και μία χρυσή λάρνακα με την κάρα του Αγίου.
Σήμερα το Αμάλφι είναι μία μικρή πόλη που δεσπόζει στον ομώνυμο κόλπο, ο οποίος προστατεύεται ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς από την UNESCO. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους τουριστικούς προορισμούς τόσο της Καμπανίας, όσο και ολόκληρης της Ιταλίας.
Η περιοχή είναι γνωστή για το ονομαστό τοπικό λικέρ από λεμόνι, το "λιμοντσέλο" (limoncello), καθώς επίσης και για το χειροποίητο χαρτί της, που χρησιμοποιείται για προσκλητήρια γάμων, ευχετήριες κάρτες κ.ά.


 ΠΟΖΙΤΑΝΟ


ΖΗΣΑΜΕ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ COSTIERA AMALFITANA!

Eπιβλητικό, άγριο, απρόσιτο και συνάμα θελκτικό, όπως ένας πίνακας ζωγραφικής. Το Ποζιτάνομε τα πολύχρωμα, χτισμένα πάνω στο βράχο σπίτια του, είναι χωρίς αμφιβολία το στολίδι της ιταλικής ακτής του Αμάλφι!
Εικόνες από τα πολύχρωμα σπιτάκια του, που στριμωγμένα στο βράχο μοιάζουν σαν να  κρέμονται πάνω από τη θάλασσα, «ταξιδεύουν» σ’ όλον τον κόσμο συνιστώντας την τέλεια διαφήμιση για μία από τις πιο γραφικές γωνιές της ιταλικής επαρχίας Campania. Σε απόσταση αναπνοής από την ατίθαση Νάπολη και σχεδόν απέναντι από το δημοφιλές Capri, το απόλυτο παραθεριστικό κέντρο της ακτής του Αμάλφι δεν άργησε να κερδίσει πιστούς θαμώνες και να προσελκύσει -από τα τέλη του 19ου αι. ήδη- την παγκόσμια elite αλλά και θιασώτες της dolce vita.
Σήμερα σαν άλλη Σειρήνα «ζαλίζει» με τα χρώματά και μεθάει με τη μυρωδιά από λεμόνι -που είναι διάχυτη παντού- όλους όσοι δεν κατάφεραν να αντισταθούν σε ένα μόνο κοίταγμά του!
 Το τοπίο συγκλονίζει. Απότομα βράχια, γκρεμός και στο βάθος η θάλασσα. Ένας στενός, φιδογυριστός δρόμος, όπου οι Ιταλοί τρέχουν λες και επιδίδονται σε αγώνες ράλι, με οδήγησε στο Positano. Από την ορεινή αυτή διαδρομή έπρεπε να κατηφορίσω προς την ακτή μέσω της Viale Pasitea, να αποχωριστώ το αυτοκίνητό μου σε κάποιο ασφαλές πάρκιγκ και να συνεχίσω με τα πόδια… Άλλωστε, όλο το ιστορικό κέντρο είναι πεζοδρομημένο και η Via dei Mulini αποτελεί την «πύλη» για να εντρυφήσει κανείς στα μυστικά του. Το χαρακτηριστικό σοκάκι, στέκι πλανόδιων καλλιτεχνών και μικροπωλητών, ιδανικό για χάζι, καταλήγει στην Piazza Flavio Gioia, που θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί «μπαλκόνι με θέα»… στη Spiaggia και τη Μarina Grande.
Τα φλας θαμπώνουν! Αυτό, εξάλλου, περιμένουν όλοι οι επισκέπτες. Να μία γνώριμη λήψη! Αν καταφέρετε να πάρετε το βλέμμα από αυτή την ανυπέρβλητη εικόνα που ξεδιπλώνεται μπροστά σας ίσως να καταφέρετε να δείτε ότι εκεί, δίπλα σας, δεσπόζει η Santa Maria Assunta με τον χαρακτηριστικό πολύχρωμο τρούλο, σήμα κατατεθέν του Positano.
Μην βιαστείτε να κατευθυνθείτε στην παραλία. Ας είναι ο τελικός σας προορισμός. Αφήστε για λίγο τα δαιδαλώδη σοκάκια να σας ξελογιάσουν και να σας παρασύρουν σε ένα κυνήγι θησαυρών, χωρίς πυξίδα. Εδώ τον πρώτο λόγο έχει το… shopping. Τα χειροποίητα ρούχα από ντόπιους τεχνίτες σε συνδυασμό με τα φημισμένα σανδάλια που φτιάχνουν μπροστά σας, χαρακτηρίζουν τη λεγόμενη Moda Positano, τάση της δεκαετίας του ’50 που καθιερώθηκε ως σύμβολο ελευθερίας και αντίδρασης στο αυστηρό dress code της εποχής. Αφεθείτε και απλώς ακολουθήστε το «ρεύμα»…
Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη θάλασσα. Η Piaggia Grande είναι αναμφισβήτητα ο απόλυτος πρωταγωνιστής, καθώς μοιάζει να βρίσκεται μέσα στην προστατευτική «αγκαλιά» του Positano. Τα σκούρα, βαθιά νερά δένουν τόσο αρμονικά με την αγριάδα του τοπίου! Η ακτή με την καυτή μαύρη άμμο -που θυμίζει έντονα Σαντορίνη- σφύζει από ζωή ανάγοντας την εύρεση ξαπλώστρας και ομπρέλας σε δύσκολη υπόθεση.  Μετά από ώρα κατάφερα επιτέλους να βρω μία. Όσο για τις μυρωδιές από τα ταβερνάκια με τα φρέσκα θαλασσινά και τα εκλεκτά τοπικά εδέσματα στον παραλιακό πεζόδρομο κατά μήκος της, μου «γαργαλούσαν» τη μύτη.
Την επόμενη μέρα επέλεξα τους γειτονικούς κολπίσκους Fornillo και La Porta. Εξίσου επιβλητικοί -έτσι «κρυμμένοι» όπως είναι μέσα στους βράχους- συγκεντρώνουν αρκετά σκάφη αλλά και λουόμενους που καταφθάνουν κυρίως με το καραβάκι από τη Marina Grande. Νωρίς το απόγευμα βρέθηκα εκεί, σ’ ένα από τα καφέ να απολαμβάνω παγωμένο limoncello (ιταλικό χωνευτικό λικέρ από λεμόνι) και να παρακολουθώ για ώρες τους άρτι αφιχθέντες επισκέπτες, μέχρι που ο ήλιος κρύφτηκε πίσω από τoν επιβλητικό ορεινό όγκο!
Τον επίλογο, όμως, αυτής της μίνι απόδρασης αποφάσισα να τον γράψω στην ταράτσα του ξενοδοχείου Il San Pietro, 1,5 χλμ από το κέντρο. Έχοντας σαν κάδρο μπροστά μου όλο το Positano φωταγωγημένο και με αυτή του την εικόνα να με έχει αφήσει άναυδη, αναρωτιόμουν αν τελικά αυτό που με εξίταρε περισσότερο ήταν το ότι γνώρισα από κοντά αυτό το υπέροχο μέρος ή απλώς ότι είχα τη δυνατότητα να το χαζεύω για ώρες από μακριά… ως κοινός θεατής· όπως ακριβώς θα θαύμαζα μία καρτ ποστάλ που έφτασε ταχυδρομημένη ένα πρωί στο γραμματοκιβώτιό μου…


ΚΑΠΡΙ
Το Κάπρι (ιταλ. Capri) είναι νησί της Ιταλίας με έκταση 10,4 τ.χλμ και πληθυσμό 12.200 κατοίκους. Πρωτεύουσα του νησιού είναι το Κάπρι με πληθυσμό 7.278 κατοίκους..
Χαρακτηριστικά του νησιού είναι η Μαρίνα Πίκολα (μικρό λιμάνι), το Μπελβεντέρε Τραγκάρα (ένας ψηλός χώρος περιπάτου πλαισιωμένος από βίλες), οι ασβεστολιθικοί βράχοι, που λέγονται θαλάσσιες στήλες και προβάλλουν πάνω από τη θάλασσα ( τα Φαραλιόνι), η πόλη του Ανακάπρι, η Γαλάζια Σπηλιά (Γκρότα Ατζούρα) και τα ερείπια των Αυτοκρατορικών Ρωμαϊκών επαύλεων.
Η ετυμολογία του ονόματος Κάπρι είναι ασαφής. Μπορεί να ανάγεται στους Αρχαίους Έλληνες (στα Αρχαία Ελληνικά κάπρος σημαίνει αγριόχοιρος), τους πρώτους αποίκους που αναφέρεται ότι κατοίκησαν το νησί. Μπορεί όμως επίσης να προέρχεται από το Λατινικό capreae (κατσίκες). Έχουν ανακαλυφθεί απολιθώματα αγριόχοιρων, που προσδίδουν αξιοπιστία στην ετυμολογία του «κάπρου», αλλά αφ' ετέρου οι Ρωμαίοι ονόμαζαν το Κάπρι «κατσικονήσι». Τέλος είναι επίσης πιθανό το όνομα να προέρχεται από μια Ετρουσκική λέξη για το «βραχώδες», αν και αμφισβητείται οποιοσδήποτε ιστορικά ρόλος των Ετρούσκων στο νησί.
Το Κάπρι είναι ένας μεγάλος ασβεστολιθικός και ψαμμιτικός βράχος. Οι πλευρές του νησιού είναι κάθετα βράχια και η επιφάνειά του επίσης βραχώδης.
Σύμφωνα με τον Έλληνα γεωγράφο Στράβωνα το Κάπρι ήταν κάποτε τμήμα της ηπειρωτικής Ιταλίας. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί από γεωλογικές έρευνες και αρχαιολογικά ευρήματα. Η πόλη κατοικούνταν ήδη από την αρχαία εποχή. Δείγματα ανθρώπινης εγκατάστασης ανακαλύφθηκαν από τη Ρωμαϊκή εποχή. Σύμφωνα με το Σουετόνιο κατά την εκσκαφή για την θεμελίωση της Βίλας του Οκταβιανού Αυγούστου ανακαλύφθηκαν γιγαντιαία οστά και πέτρινα όπλα. Ο αυτοκράτορας διέταξε να εκτεθούν στους κήπους της κύριας κατοικίας του, του Θαλάσσιου Ανακτόρου. Σύγχρονες ανασκαφές έχουν δείξει ότι η ανθρώπινη παρουσία στο νησί μπορεί να χρονολογηθεί από τη Νεολιθική και την Εποχή του ορείχαλκου.
Ο Αύγουστος ανέπτυξε το Κάπρι. Έχτισε ναούς, επαύλεις, υδραγωγεία και δημιούργησε κήπους για να απολαμβάνει τον ιδιωτικό του παράδεισο. Στην Αινειάδα ο Βιργίλιος αναφέρει ότι το νησί είχε κατοικηθεί από τον Ελληνικό λαό των Τελεβών, που προέρχονταν από τα Νησιά του Ιονίου. Ο Στράβων λέει ότι στην αρχαιότητα στο Κάπρι υπήρχαν δύο πόλεις, που αργότερα περιορίστηκαν σε μία[εκκρεμεί παραπομπή]. Ο Τάκιτος μνημονεύει ότι υπήρχαν δώδεκα Αυτοκρατορικές βίλες στο Κάπρι. Ερείπια μιας στο Τράγκαρα ήταν ακόμη ορατά το 19ο αιώνα. Ο διάδοχος του Αυγούστου Τιβέριος έχτισε στο Κάπρι μια σειρά από βίλες, η διασημότερη από τις οποίες είναι η «Βίλα Γιόβις», μια από τις καλύτερα διατηρημένες Ρωμαϊκές βίλες στην Ιταλία. Το 27 π.Χ. μετακόμισε μόνιμα στο Κάπρι, κυβερνώντας την Αυτοκρατορία από εκεί μέχρι τον θάνατό του το 37 μ.Χ. Το 182 μ.Χ. ο Αυτοκράτορας Κόμμοδος εξόρισε στο Κάπρι την αδελφή του Λούσιλα μαζί με την κόρη της και αργότερα έστειλε έναν εκατόνταρχο και τις εκτέλεσε.
Μετά το τέλος της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το Κάπρι επέστρεψε στο καθεστώς της κτήσης της Νάπολης και υπέφερε από ποικίλες επιθέσεις και καταστροφές από πειρατές. Το 866 ο Αυτοκράτορας Λουδοβίκος Β΄ της Ιταλίας έδωσε το νησί στο Αμάλφι. Το 987 ο Πάπας Ιωάννης ΙΕ΄ έχρισε τον πρώτο επίσκοπο του Κάπρι. Το 1496 ο Φρειδερίκος Δ΄ της Νάπολης καθιέρωσε νομική και διοικητική ισότητα μεταξύ των οικισμών Κάπρι και Ανακάπρι. Οι πειρατικές επιδρομές κορυφώθηκαν κατά τη βασιλεία του Κάρολου Ε΄. Οι περίφημοι Τούρκοι ναύαρχοι Χαιρεντίν Μπαρμπαρόσα και Τουργκούτ Ρείς κατέλαβαν το νησί για την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1535 και το 1553 αντίστοιχα. Ο πρώτος τουρίστας που αναφέρεται ότι επισκέφτηκε το νησί ήταν ο Γάλλος έμπορος αντικών Ζαν Ζακ Μπουσάρ περί τον 17ο αιώνα. Το ημερολόγιό του, που βρέθηκε το 1850, αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών για το νησί.
Γαλλικά στρατεύματα υπό τον Ναπολέοντα κατέλαβαν το Κάπρι τον Ιανουάριο του 1806. Οι Βρετανοί εκδίωξαν τους Γάλλους τον επόμενο Μάιο και το Κάπρι μετατράπηκε σε πανίσχυρη ναυτική βάση («Δεύτερο Γιβραλτάρ»), αλλά το κτιριακό πρόγραμμα προκάλεσε σοβαρές ζημιές στους αρχαιολογικούς χώρους. Οι Γάλλοι ανακατέλαβαν το Κάπρι το 1808 και παρέμειναν εκεί μέχρι το τέλος της Ναπολεόντειας περιόδου (1815), όταν το Κάπρι επεστράφη στο βασιλεύοντα στη Νάπολη Οίκο των Βουρβόνων.
Το β΄ μισό του 19ου αιώνα το Κάπρι έγινε δημοφιλές θέρετρο για Ευρωπαίους καλλιτέχνες, συγγραφείς και άλλες διασημότητες. Όντας καταφύγιο για συγγραφείς και καλλιτέχνες το Κάπρι λειτούργησε σαν ένα ασφαλές μέρος για ξένους ομοφυλόφιλους και λεσβίες να διάγουν μια πιο ελεύθερη ζωή. Ένας μικρός πυρήνας τους προσελκύστηκε να ζήσει εδώ, συμπίπτοντας σε κάποιο βαθμό με τις δημιουργικές κατηγορίες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Το 1908 ο Βλαντιμίρ Ιλίτς Ουλιάνοφ, γνωστός και ως Λένιν, φιλοξενήθηκε από τον Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πέσκοφ, γνωστό και ως Μαξίμ Γκόρκι, Ρώσο, Σοβιετικό, συγγραφέα, στο σπίτι του κοντά στους Κήπους του Αυγούστου. Το 1970 ανεγέρθηκε από το Τζιάκομο Μαντσού ένα μνημείο κατά τον εορτασμό της εκατονταετηρίδας προς τιμή του Λένιν. Ο Γάλλος τραγουδιστής Ερβέ Βιλάρ κυκλοφόρησε το 1965 το τραγούδι Capri cest fini, που έγινε παγκόσμια επιτυχία. Στο νησί έχει βίλα η Μαράια Κάρεϊ.

Ήδη από τα ’50s καθιερώθηκε ως νησί της dolce vita – για να μην πάμε πίσω στις ημέρες που ο Τιβέριος και ο Καλιγούλας διατηρούσαν εδώ τις βίλες των οργίων… Υπήρξε αγαπημένος προορισμός των σταρ, πράγμα που το καθιέρωσε ως κοσμικό νησί par excellence. Η μικρή γοητευτική Piazza Umberto I (Piazzetta για τους ντόπιους) ήταν το σκηνικό για τρελά καλοκαιρινά φλερτ, τα οποία φρόντισαν να απαθανατίσουν οι παπαράτσι. Ηθοποιοί και fashion icons (από την Όντρεϊ Χέμπορν και την Τζάκι Ωνάση μέχρι τη Λιζ Τέιλορ και τον Κερκ Ντάγκλας) περνούσαν τα καλοκαίρια τους εδώ κάνοντας τα κεφάλια να γυρίζουν και καθιερώνοντας ένα στιλ που έμεινε στην ιστορία της μόδας: τα παντελόνια κάπρι, τα χειροποίητα σανδάλια (must αγορά ακόμη και σήμερα), τα σοφιστικέ μαντίλια, τα καπέλα με μεγάλο γείσο και τα τεράστια γυαλιά ηλίου. Μάλιστα, αυτή η ελιτίστικη αίσθηση διατηρείται ακόμη και σήμερα παρά τα πλήθη που κατακλύζουν το νησί πίνοντας aperitivo κάτω από τον Πύργο του Ρολογιού στην Piazetta. Οι δύο βασικοί οικισμοί είναι το Capri και το Anacapri, με τα 800 φοινικικά σκαλοπάτια που συνδέουν το τελευταίο με τη θάλασσα να προσφέρουν θαυμάσιες βίστες. Εδώ θα βρείτε άπειρα αριστοκρατικά ξενοδοχεία, ρεστοράν, wine bars αλλά και lounge bars, με τη νυχτερινή ζωή να είναι έντονη. Ta yachts συρρέουν στη Marina Grande κάθε καλοκαίρι, ενώ μια ξαπλώστρα στην ειδυλλιακή παραλία Marina Picolla είναι… λαχείο: μια σταλιά όλη κι όλη, αλλά το στήσιμό της είναι ο ορισμός του Mediterranean chic. Ξεχωρίζουν επίσης το Lido del Faro στο Anacapri ή η φημισμένη Fontelina, την οποία θα προσεγγίσετε διά θαλάσσης: συμπλέγματα από πισίνες και υποδομή για να περάσετε μια ηλιόλουστη ημέρα δίπλα στο κύμα. Το νησί είναι επίσης η χαρά του περιπατητή, καθώς στις καταπράσινες, απότομες πλαγιές του υπάρχουν πολλά μονοπάτια. Η La Migliera, ένα πανοραμικό μονοπάτι των Ρωμαϊκών χρόνων, είναι η πλέον χαρακτηριστική διαδρομή και συνδέει το Capodimonte με το belvedere της Migliera, όπου θα δείτε και τα αρχαία ερείπια.

Τι να δείτε

La Grotta Azzura
Η εντυπωσιακή Γαλάζια Σπηλιά έχει 50 μ. ύψος και 30 μ. πλάτος και φημίζεται για το βαθυγάλαζο χρώμα των νερών της, το οποίο οφείλεται στις αντανακλάσεις του ήλιου στα τοιχώματά της.


Faraglioni
Αυτοί οι βράχοι στη θάλασσα (λίγο έξω από τη Marina Piccola), το «Ποντικονήσι» του Κάπρι, προσφέρουν το φόντο για την κλασική φωτογραφία-καρτ ποστάλ. Η παραλία Faraglioni θεωρείται μία από τις καλύτερες του νησιού.
 Anacapri Στις πλαγιές του Monte Cappello (στα 500 μ. πάνω από τη θάλασσα), ανάμεσα σε ελιές και αμπέλια, με θαυμάσια θέα στο χωριό Capri. Θα έρθετε για να απολαύσετε τα θαυμάσια lido και να επισκεφθείτε το ξενοδοχείο-θεσμός «Capri Palace Hotel» αλλά και τη Villa San Michele. Αν δεν αντέχετε την ανάβαση, πάρτε το τελεφερίκ από το Anacapri μέχρι το Monte Solaro και σε 12 λεπτά θα έχετε όλο το νησί στα πόδια σας.

Villa San Michele
Χτίστηκε στο 
Anacapri από τον Σουηδό συγγραφέα Άξελ Μούντε στα τέλη του 19ου αιώνα, στο χώρο όπου κάποτε υπήρχε μία από τις βίλες του Τιβέριου. Στοιχεία του ρωμαϊκού κτιρίου ενσωματώθηκαν στο αίθριο και στον υπέροχο κήπο με τη μοναδική θέα. Στο εσωτερικό του θα δείτε παραδοσιακά έπιπλα της περιοχής αλλά και σουηδικά καθώς κι εκατοντάδες αντικείμενα τέχνης από την αρχαιότητα μέχρι τον 20ό αιώνα (www.sanmichele.org). 


Certosa di San Giacomo
Ένα μοναστήρι του 14ου αιώνα κοντά στο χωριό 
Capri. Στεγάζει ένα μουσείο με τα ρωμαϊκά αγάλματα που βρέθηκαν στο βυθό της Γαλάζιας Σπηλιάς το 1964 και μια βιβλιοθήκη, αλλά το πιο πιθανό είναι πως θα έρθετε για να παρακολουθήσετε κάποιο κονσέρτο ή να χαλαρώσετε στους ολάνθιστους Giardini Augusto


Villa Jovis
Η ηλικίας 2.000 ετών βίλα ανακαλύφθηκε μόλις το 18ο αιώνα. Το τεράστιο μουσείο απλώνεται σε μια έκταση 7.000 τ.μ., όπου βρίσκονται και πολλά ρωμαϊκά λουτρά. Η θέα στον κόλπο της Νάπολης είναι εκπληκτική.




Ζήσε τον μύθο σου στο Κάπρι φθηνά


Ποιος είπε ότι ένας κοσμοπολίτικος προορισμός δεν είναι προσιτός; Διακοπές με στυλ και φθηνά αρκεί να ξέρεις πότε. Ας ξεκινήσουμε για  Κάπρι. «Το Κάπρι σε κάνει να ξεχνάς τα πάντα», παρατήρησε ο Λένιν όταν το επισκέφθηκε το 1910 με τον Μαξίμ Γκόρκι, ενώ σε μια από τις σπηλιές του, σύμφωνα με τον Όμηρο κατοικούσαν οι μυθικές Σειρήνες που μάγεψαν και…ξεμυάλισαν τον Οδυσσέα.
Εμπνευσμένο τοπίο, ήπιο κλίμα και φιλελεύθερος τρόπος ζωής.  Ένα μέρος που λάτρεψαν -για περισσότερα από 2000 χρόνια- Ρωμαίοι αυτοκράτορες, πολιτικοί, διάσημοι καλλιτέχνες του Χόλλυγουντ, κροίσοι και διατηρεί εδώ και χρόνια την πρώτη θέση στις προτιμήσεις του διεθνούς jet-set. Ανακαλύψτε μαζί μας το εναλλακτικό Κάπρι  και σίγουρα θα θελήσετε να ακολουθήσετε τα βήματα του πρωταγωνιστή του Σόμερσετ Μωμ  «Στο Λωτοφάγο» που τα εγκαταλείπει όλα για να μείνει μόνιμα στο Κάπρι. 
Αν είστε τυχεροί κάντε μια βουτιά στην ειδυλλιακή παραλία Marina Picolla –«όνομα και πράγμα»- που αν βρεις θέση «παίξε λόττο». Το Κάπρι είναι ένα νησί που δεν φημίζεται για τις παράλιες του. Δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα ξενοδοχεία έχουν πισίνα ενώ υπάρχουν και δημόσιες πισίνες, με είσοδο 10€. Αντίθετα το νησί είναι η χαρά του περιπατητή, με πολλά μονοπάτια στις καταπράσινες και απότομες πλαγιές του και πανέμορφες διαδρομές. 
800 σκαλοπάτια σας χωρίζουν από εκεί που χτυπάει η καρδιά του νησιού, το κέντρο. Από το λιμάνι Grande Marina για την Piazzetta στο Κάπρι μπορείτε να πάρετε το τελεφερίκ για την πόλη ή τα πορτοκαλί μικρά  λεωφορεία με 1,80€ ή 2,00€ αντίστοιχα. 
Στο Ανακάπρι θα πάτε με λεωφορείο. Τα περισσότερα καταλύματα σε Ανακάπρι παρέχουν δωρεάν ή με πολύ λογικές τιμές υπηρεσία μεταφοράς με λεωφορείο για τους πελάτες τους, οπότε ενημερωθείτε κατά την κράτηση.
Υπάρχουν και τα θρυλικά ταξί, καλοδιατηρημένα αυτοκίνητα της δεκαετίας του 1950 που ναι μεν αποπνέουν στυλ αλλά κοστίζουν περίπου 15€ για Κάπρι και 25€ για Ανακάπρι. Τα δρομολόγια των αστικών συγκοινωνιών είναι συχνά και δείτε ανάλογα με τις μετακινήσεις σας αν σας συμφέρει να αγοράσετε για τα μέσα την κάρτα  Unico Capri.
 Το Κάπρι είπαμε είναι η  χαρά του περιπατητή. Αν έχετε όρεξη, να το τολμήσετε. Η θέα μαγεύει σ΄ αυτό το ορεινό νησί στον κόλπο του Σορέντο. Χαθείτε στα σοκάκια του και ζήστε μία μοναδική εμπειρία, περπατήστε ανάμεσα σε κήπους, νεοκλασικά σπίτια και ξενοδοχεία «πνιγμένα» στις μπουκαμβίλιες.
Η  φύση ιδανική για περιπάτους στις καταπράσινες πλαγιές και τα μονοπάτια του όπως αυτό το πανοραμικό των Ρωμαϊκών χρόνων, La Migliera. Μια εκπληκτική διαδρομή, που αξίζει να κάνετε.
Το ομορφότερο σημείο στο Κάπρι είναι 
 το Belvedere Canone, με φοβερή θέα στην Marina Piccola και στους βράχους Faraglioli. Θα πάτε ακολουθώντας την  Via Birago (από την εκκλησία San Stefan) και θα στρίψετε δεξιά στην Via Castello. 
Επισκεφθείτε τους Κήπους του Αυγούστου, λίγα  βήματα μακριά από την κεντρική παραλιακή La Piazzetta στην Via Crupp, -που πήρε το όνομά της από τον Γερμανό ιδιοκτήτη της πολυτελέστατης βίλας στο τέλος του δρόμου (η Via Crupp είναι ο δρόμος που συνδέει το Κάπρι με την Marina Piccola). Τα Λουτρά του Τιβέριου, του Ρωμαίου αυτοκράτορα που διατηρούσε εδώ την εξοχική έπαυλή του.
 Αν αντέχετε αξίζει επίσης να περπατήσετε από το Κάπρι για το  Ανακάπρι (περίπου 40 λεπτά) μέσα σε μία γραφική πανοραμική διαδρομή στις πλαγιές του Monte Cappello, ανάμεσα σε ελιές και αμπέλια και με  μια αξέχαστη θέα του κόλπου της Νάπολης και του επίσης κοσμοπολίτικου Αμάλφι. Από την Piazza Victoria πάρτε το τελεφερίκ για Monte Solaro (7€ εισιτήριο) το ψηλότερο σημείο του νησιού και θαυμάστε την απεριόριστη θέα στο μπλε της Μεσογείου. Δείτε την Villa San Michele που είναι ένα αρχοντικό του 19ου αιώνα που λειτουργεί ως μουσείο (είσοδος 5€). Το  Lido del Faro, παραλία φημισμένη για το ηλιοβασίλεμα.
Πηγαίνετε στην  εντυπωσιακή σπηλιά La Grotta Azzura, (κόστος 15€). Το πιο όμορφο φυσικό τοπίο και το πιο γνωστό αξιοθέατο του Κάπρι. Φημίζεται για το βαθυγάλαζο χρώμα των νερών της, που οφείλεται στις αντανακλάσεις του ήλιου στα τοιχώματά της. Η μικρή είσοδος της «ανοίγει» και «κλείνει» με την παλίρροια. 

Η παραλία Faraglioni (λίγο έξω από τη Marina Piccola),  θεωρείται μία από τις καλύτερες του νησιού και το καλύτερο σκηνικό για μία κλασική φωτογραφία-καρτ ποστάλ με φόντο τους τρεις κατακόρυφους διάσημους βράχους Faraglioni.   


Τρίτη, 10 Ιουλίου 2018
Σαλέρνο – Ματέρα – Μπάρι (270 χλμ, 3,5 ώρες)
Αναχώρηση για τη Ματέρα που απέκτησε διεθνή φήμη από την αρχαία πόλη Σάσση Ματέρα (Sassi di Matera), που σημαίνει «Οι πέτρες – σπηλιές της Ματέρα», με σπίτια-σπηλιές μέσα στα βράχια από την προϊστορική περίοδο. Στην περιήγηση μας θα δούμε το μοναστηριακό συγκρότημα της Παρθένου (Santa Maria de Idris) με τις εκκλησίες του Αγίου Νικολάου (San Nicola dei Greci – Madonna Delle Virtù) και Αγίου Πέτρου (San Pietro Barisano). Το ιστορικό κέντρο της Ματέρα έχει ανακηρυχτεί από την Unesco, Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Μετάβαση στο Μπάρι. Επίσκεψη στο ναό που φυλάσσονται τα λείψανα του Αηνικόλα (Bollettino di San NicolaLargo Abate Elia, 13, 70122 Bari), Απόπλους (SUPERFAST ΙΙ 19.30) για την Ελλάδα.




ΜΑΤΕΡΑ
Αξίζει να επισκεφθεί κανείς το μοναστηριακό συγκρότημα Madonna delle Virtu και San Nicola del Greci, την εκκλησία του San Pietro Caveoso, την εκκλησία Santa Maria DIdris και την εκκλησία Santa Lucia alle Malve. Το Parco della Murgia Materana είναι ένα εθνικό πάρκο με καταπληκτική θέα.
Γνωστή για τις παλαιολιθικές, αλλά και τις νεολιθικές εντυπωσιακές σπηλιές της, η Ματέρα, που βρίσκεται στη μύτη της ιταλικής «μπότας», θα αποτελέσει για το 2019 την πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης, μαζί με το Πλόβντιβ της Βουλγαρίας.
Το χαρακτηριστικό της Ματέρα είναι τα «σάσσι», δηλαδή τα σπίτια – σπηλιές, σκαμμένα μέσα στο βράχο, τα οποία χρονολογούνται από την προϊστορική περίοδο και εικάζεται ότι αποτελούν έναν από τους πρώτους τόπους στον οποίο εγκαταστάθηκαν άνθρωποι στον γεωγραφικό χώρο της Ιταλίας.
Σε ορισμένα στενά δρομάκια της Παλιάς Πόλης, ο περιηγητής περπατά ουσιαστικά στη στέγη του… από κάτω σπιτιού, στοιχείο σχεδόν μοναδικό για πόλη η οποία κατοικείται μέχρι και σήμερα.
Τα πράγματα βέβαια στη Ματέρα δεν έμοιαζαν πάντα… ρομαντικά. Οι δυσκολίες του να ζει κανείς σε μία πόλη στην οποία σπίτια, εκκλησίες, καταστήματα συνδέονται με στενές σειρές σκαλιών είναι προφανείς. Επιπλέον, κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα η Ματέρα μοιραζόταν τη μοίρα της υπανάπτυξης και της φτώχειας της νότιας Ιταλίας, με ανθρώπους να ζουν σε πέτρινα σπίτια ή …σπηλιές του ενός δωματίου, χωρίς θέρμανση ή υδραυλικά συστήματα.
Το 1952 η κυβέρνηση της Ιταλίας νομοθέτησε υποχρεωτικά τη μεταφορά των περισσότερων κατοίκων σε σύγχρονα κτήρια στην κορυφή του λόφου, στη λεγόμενη «Νέα Ματέρα» και ο αρχαίος οικισμός παρήκμασε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80.
Η ανακήρυξή του, ωστόσο, το 1993, σε μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, αναζωογόνησε τον τόπο. Οι άνθρωποι άρχισαν να εκσυγχρονίζουν τα παλιά πέτρινα σπίτια και να τα μετατρέπουν – πολλές φορές – σε πολυτελή ξενοδοχεία.
Οι νωπογραφίες (fresco) στους τοίχους των εκκλησιών της Ματέρα είναι εξαιρετικά ευαίσθητες και την κατάσταση επιτείνουν οι τουρίστες, οι οποίοι τις ακουμπούν, οπότε σε περίπτωση που την επισκεφθείτε, αποφύγετέ τις… στενές επαφές. Κάποιες από αυτές έχουν φθαρεί μάλιστα σε βαθμό εξαφάνισης.
Απαραίτητα για την επίσκεψή σας είναι άνετα παπούτσια κατάλληλα για περπάτημα και κουράγιο για πεζοπορία, αφού οι τέσσερις τροχοί θα μείνουν αναγκαστικά πίσω.

Την αποκαλούν «Καππαδοκία της Ιταλίας» και «Υπόγεια πόλη». Αποτέλεσε σκηνικό γυρισμάτων για τη ταινία «Τα πάθη του Χριστού» του Μελ Γκίμπσον και την ταινία «Κατά Ματθαίον» του Παζολίνι, επειδή μοιάζει με την Ιερουσαλήμ.
Βρίσκεται στη νότια Ιταλία, εκεί που τα αρχαία χρόνια άνθισε ο ελληνικός πολιτισμός. Ονομάζεται Ματέρα. Είναι χτισμένη κοντά στον ποταμό Γκραβίνα, δίπλα σε φαράγγι. Όπως αναφέρεται σε ταξιδιωτικό οδηγό του περασμένου αιώνα, «η Ματέρα είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο που οι κάτοικοι μένουν στα ίδια σπίτια όπου έμεναν οι πρόγονοί τους πριν 9.000 χρόνια». Τα σπίτια είναι σκαμμένα μέσα σε σπήλαια, όπου ζούσαν στο παρελθόν πολυμελείς οικογένειες. Έχουν γκρίζο χρώμα και ενδιάμεσα υπάρχουν κανάλια και δεξαμενές. Η Ματέρα βρίσκεται στην περιοχή Μπαζιλικάτα Τα σπηλαιώδη κτίσματα λειτουργούσαν και ως στάβλοι για τα ζώα.
 Το κέντρο της πόλης ονομάζεται Σάσι που σημαίνει «πέτρες» κι εκεί υπάρχουν τα παλαιότερα κτίσματα. Για το λόγο αυτό, η Ματέρα θεωρείται ένας από τους αρχαιότερους οικισμούς του κόσμου. Οι δρόμοι βρίσκονται στην κορυφή των σπιτιών ενώ σε κάθε γωνιά της πόλης υπάρχουν εκκλησίες. Κάτω από τα τείχη υπάρχουν δύο συνοικίες,: το Σάσο Καβεόζο (Σπηλαιώδης Βράχος) και το Σάσο Μπαριζάνο (Βράχος του Μπάρι)
 Οι πρώτοι άνθρωποι κατοίκησαν την περιοχή την παλαιολιθική εποχή. Ωστόσο, αναπτύχθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. Εκείνα τα χρόνια επεκτάθηκαν τα σύνορα της και οχυρώθηκε το κέντρο της πόλης. Στην πορεία καταλήφθηκε από τους Βυζαντινούς και το 1663 ορίστηκε πρωτεύουσα της επαρχίας Μπαζιλικάτα. Τον 19ο αιώνα άρχισε να παρακμάζει και οι κάτοικοι ζούσαν μέσα στις σπηλιές στα όρια εξαθλίωσης. Μέχρι τον 20ο αιώνα δεν υπήρχε ηλεκτρισμός ούτε αποχετευτικό σύστημα. Σπηλιές του παλιού οικισμού. Η Ματέρα συμπεριλαμβάνεται στα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.

ΕΔΩ και ΕΔΩ μπορείτε να δείτε μια παρουσίαση με φωτογραφίες
https://www.youtube.com/watch?v=mlImXhaQT6o
https://www.youtube.com/watch?v=8JoM6RMkuo8
ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΜΑΤΕΡΑ: ΑΠΟ ΕΘΝΙΚΗ ΝΤΡΟΠΗ ΣΕ ΜΝΗΜΕΙΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
http://travelsbytravelers.com/the-matera-miracle/


Ματέρα: Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2019 

Κείμενο: Ηλιοπούλου Μελίνα
Η Ματέρα είναι από αυτές τις πόλεις του κόσμου, που όταν την επισκεφτείς μένει για πάντα στην καρδιά σου. Η αρχιτεκτονική και η ιστορία της σε παρασύρει χωρίς να το αντιληφθείς σε μια άλλη εποχή. Πρωτόγονη ομορφιά και ακατέργαστη αρχιτεκτονική κόβουν την ανάσα. Η πόλη έχει αλλάξει και αλλάζει καθημερινά-από ξεχασμένη φιγούρα μετατρέπεται σε αρχόντισσα, έτοιμη να δεχτεί τους καλεσμένους με γέλια και φωνές.
Η πόλη έχει δεχτεί πολλές επιρροές, με τους Ρωμαίους να οχυρώνουν την πόλη σε ύψωμα 400 μέτρων και κάτω από τα τείχη δημιουργήθηκαν οι δυο συνοικίες της πόλης, σκαμμένες μέσα στο μαλακό ασβεστώδη βράχο. Σε αυτές τις υπόσκαφες συνοικίες σήμερα η Ματέρα αναγεννιέται, κουβαλώντας μια ιστορία με πολλά πρόσωπα. Την περίοδο της Εικονομαχίας (726-843 μ.Χ.) πολλοί μοναχοί από τη Συρία και την Καππαδοκία βρήκανε καταφύγιο σε αυτές τις σπηλιές ενισχύοντας την ελληνικότητα και τη θρησκευτική ταυτότητα της περιοχής. Aρχές του 19ου αιώνα η Ματέρα βιώνοντας συνθήκες φτώχειας παρουσίαζε εικόνες ντροπής με ανθρώπους και ζώα να συμβιώνουν μέσα σε κάκιστες συνθήκες υγιεινής, με τη χολέρα, τον τύφο και την ελονοσία να αποδεκατίζουν τον πληθυσμό. Το 1952 με πρόγραμμα της ιταλικής κυβέρνησης 15.000 κάτοικοι μεταφέρονται σε νέες συνοικίες με διάρκεια εκκένωσης σχεδόν 15 χρόνια. Τα σπήλαια πέρασαν στο κράτος το οποίο στην πραγματικότητα δεν έκανε τίποτα… από το 1986 οι ιδιώτες πήραν τα ηνία και σήμερα απολαμβάνουμε ένα απίστευτο σύμπλεγμα τρωγλοδυτικής αρχιτεκτονικής. Ανάπτυξη και σεβασμός συνυπάρχουν σε αυτό το αρχιτεκτονικό θαύμα.
Έφτασα στην Ματέρα την ώρα της δύσης, μετά από μια δυνατή βροχή. Το νερό του ποταμού Gravina έρεε μέσα στο φαράγγι. Όλα μοσχομύριζαν, τα πέτρινα καλντερίμια είχαν αποκτήσει μια γλυκιά πορτοκαλί απόχρωση. Οι ήχοι της λειτουργίας ακουγόταν μέσα από την εκκλησία του San Pietro Caveoso. Η γαλήνη απλώνεται παντού και κορυφώνεται στην Cripta del Peccato Originale με μια σειρά μεσαιωνικές τοιχογραφίες που με καθήλωσαν. Άφησα να με σεργιανίσουν οι πέντε αισθήσεις χωρίς ανυπομονησία. Ξαφνικά γεννήθηκε η επιθυμία να τριγυρίσω, να χαθώ, στο φαράγγι, στις σπηλιές, στις εκκλησίες. Εδώ πραγματικά τα μάτια χαίρονται, τα αυτιά αφουγκράζονται, η ψυχή ηρεμεί. Σε αυτό τον τόπο πρέπει να μείνεις ήσυχος, υπομονετικός και να δοθεί χρόνος να δείξει η πόλη τα πρόσωπα της. Υπέροχες εκκλησιές Madonna delle Virtu, San Nicola del Greci, Santa Maria d’ Idris. H νέα γενιά έχει δημιουργήσει υπέροχους χώρους τέχνης, το καταπληκτικό Μusma-Museum of Contemporary Sculpture με καθήλωσε….και μετά αφέθηκα. Βράδιαζε και ο ουρανίσκος μου αναζητούσε τοπικές γεύσεις. Ζουμερά ντοματίνια, mozzarella, υπέροχο λευκό παγωμένο κρασί σε ένα μικρό τραπεζάκι μέσα σε ένα Sassi, ακούγοντας τους όμορφους ήχους ενός σαξόφωνου. Μυστική αναγνώριση της ωριμότητας.. σε έναν τόπο που αναγεννιέται. Πίνοντας μια γουλιά κρασί σε αυτή τη λίγο απόκοσμη γωνιά της ιταλικής μπότας, μου ήρθαν στο μυαλό τα λόγια του Καζαντζάκη: …έτσι δουλεύει η μοίρα, όχι με τις ώρες παρά με τους αιώνες, και δεν μπορούμε να κρίνουμε μήτε την πιο μεγάλη συμφορά ως συμφορά, μήτε την πιο μεγάλη ευτυχία ως ευτυχία, γιατί δεν μπορούμε να μαντέψουμε στα μάκρη του καιρού τις συνέπειες του.

Μια φωτογραφική έκθεση στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών μάς φέρνει κοντά με το απίστευτο θέαμα της Ματέρα


Κοντά στο Μπρίντεζι της νότιας Ιταλίας βρίσκεται η Ματέρα. Η γη των βράχων, όπως την έχουν ονομάσει. Χτισμένη σε άγονους ασβεστολιθικούς σχηματισμούς, στο χείλος ενός φαραγγιού, θεωρείται η σημαντικότερη τρωγλοδυτική εγκατάσταση της Δύσης. Τα ευρήματα της αρχαιολογικής έρευνας οδηγούν στο απώτατο παρελθόν. Τουλάχιστον 400.000 χρόνια πίσω, στην Παλαιολιθική εποχή. Οι πέτρες και οι βράχοι, άλλωστε, αποτελούν δομικό στοιχείο αυτού του ιδιαίτερου οικισμού.
Στα ονομαστά «Sassi» (που σημαίνει βράχοι, πέτρινοι όγκοι), τις ανήλιαγες και σκοτεινές σπηλιές που έγιναν υποτυπώδεις κατοικίες και παχνιά για τα ζώα, στεγαζόταν μέχρι τις αρχές του ’50, ο πάμπτωχος αγροτικός πληθυσμός της πόλης.
Ενας κόσμος αγνοημένος από το κεντρικό κράτος και την υπόλοιπη χώρα, που ζούσε έναν σκληρό, καθυστερημένο και «απομονωμένο πολιτισμό», όπως είχε γράψει ο ιταλός συγγραφέας Κάρλο Λέβι.
Ο τορινέζος αντιφασίστας, συγγραφέας, ζωγράφος και γιατρός (1902-1975), εκτοπισμένος το 1935 στα χωριά της περιοχής, μετέφερε τις εμπειρίες του και κατήγγειλε την κοινωνική κατάσταση της αγροτικής νότιας Ιταλίας, στο μυθιστόρημά του «Ο Χριστός σταμάτησε στο Έμπολι» (που έγινε επίσης ταινία από τον σκηνοθέτη Φραντσέσκο Ρόσι). «Σε αυτές τις σπηλιές», έγραψε αργότερα ο Κάρλο Λέβι, «κρύβεται η πρωτεύουσα των χωρικών, η καρδιά του αρχαιότατου πολιτισμού τους. Εκεί μέσα ζει η ευγενής αθλιότητα, φιλτραρισμένη μέσα από τον αιώνιο χρόνο».
Σήμερα, τα υπόσκαφα σπίτια, μέσα από ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ανακαίνισης, έχουν μεταμορφωθεί σε μοντέρνα «διαμερίσματα», σε επαγγελματικά και καλλιτεχνικά εργαστήρια, καθώς και σε σύγχρονα καταλύματα, διατηρώντας το αυθεντικό αρχιτεκτονικό τους ύφος και τις μνήμες του χρόνου. Χάρη στη λιτή ομορφιά της και την πανάρχαιη ιστορία της, η Ματέρα ανακηρύχθηκε το 1993 Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ. Πριν δύο χρόνια, μάλιστα, ορίσθηκε ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 2019: η πρώτη πόλη της νότιας Ιταλίας που δέχεται αυτό τον τίτλο.
Η πρωτόγονη ομορφιά και η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της Matera αποτυπώνονται μοναδικά σε μια έκθεση της φωτογράφου Τζένης Λυκουρέζου, που παρουσιάζεται αυτή την περίοδο στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών. Η έκθεση, με τίτλο «Matera, η γη των βράχων», αποτελεί μέρος των ταξιδιωτικών περιηγήσεων της φωτογράφου, καθώς και μια προσωπική έρευνα και καταγραφή στοιχείων που χαρακτηρίζουν το σύγχρονο αστικό και πολιτισμικό τοπίο. Η ίδια, έδωσε στο protagon το στίγμα αυτής της έκθεσης, αλλά και των εντυπώσεων που αποκόμισε κοιτάζοντας μέσα (και… έξω) από το φωτογραφικό της φακό.


Πώς «γεννήθηκε» αυτή η φωτογραφική ενότητα;
«Για τη Ματέρα – πριν την επισκεφθώ –  γνώριζα ελάχιστα. Είχα όμως έντονη  επιθυμία να φτάσω σε αυτή τη περιοχή, όπως έτσι, άλλωστε, αισθάνομαι για κάθε  γωνιά της ιταλικής χερσονήσου. Στη Ματέρα λοιπόν, πήγα δύο φορές το 2008 και το χρόνο που είχα τον διέθεσα να περπατώ στα Sassi και να φωτογραφίζω».

Ποιες ήταν οι εντυπώσεις σας, όταν αντικρίσατε για πρώτη φορά αυτό το μοναδικό τοπίο;

«Ξαφνιάστηκα. Για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω τι περίμενα. Δεν είχα δει προηγουμένως ούτε μια φωτογραφία της πόλης, δεν είχα ανατρέξει σε έντυπα ή στο διαδίκτυο για πληροφορίες. Ολα ήσαν καινούργια.  Ίσως και να περίμενα κάτι διαφορετικό. Οι σπηλιές, τα «Sassi», κατοικήθηκαν από την προϊστορική εποχή έως και το 1952 από  πάμφτωχες οικογένειες,  που εξαντλημένες από δεινά και αρρώστιες μεταφέρθηκαν σε νέες συνοικίες με τον Ειδικό Νόμο που υπέγραψε ο πρωθυπουργός Αλσίντε ντε Γκάσπερι. Σκαλισμένες στα απότομα φαράγγια, οι περισσότερες σπηλιές ανακαλύφθηκαν σε ανασκαφές τον 17ο αιώνα, ενώ άλλες, μαζί και εκείνες που έφτιαξαν οι μοναχοί ως εκκλησίες, χρονολογούνται από τον 8ο αιώνα.  Τα σπίτια, οι ατελείωτες σκάλες, μικρές και μεγαλύτερες και ο λαβύρινθος από στενά δρομάκια δημιουργούν κατάπληξη, αλλά και την αίσθηση της δύσκολης διαφυγής. Θα ήθελα όμως να τονίσω την προσωπική μου διαπίστωση, που έχει επιβεβαιωθεί και από τις εντυπώσεις μου από άλλα χωριά του ιταλικού νότου: πόλεις όπως η Μάτερα σε κατακτούν σταδιακά. Δεν διαθέτουν κοσμοπολίτικα θέλγητρα να  σε εντυπωσιάσουν μονομιάς, επί τόπου, ούτε προκαλούν την ονειροπόληση. Όταν απομακρύνεσαι, αντιλαμβάνεσαι αν σε ενδιαφέρουν, αν σου αρέσουν ή αν ακόμα τις αγαπάς. Μου πήρε και λίγο χρόνο να προσαρμοστεί η ματιά μου. Πάντα χρειάζομαι να κάνω πρώτα μια γρήγορη αναγνώριση του τόπου, κρατώντας τη φωτογραφική μηχανή στη τσάντα και κατόπιν αποφασίζω τι θα φωτογραφήσω και από που θα ξεκινήσω».
Σε όλες τις φωτογραφίες απουσιάζουν οι άνθρωποι και η κίνηση. Γιατί αυτή η επιλογή;
«Στα «Sassi» κατοικούν περισσότεροι από οκτακόσιους άνθρωποι, στους δαιδαλώδεις δρόμους κινούνταν λίγοι ντόπιοι και μερικοί τουρίστες. Ομως αυτό που με ενδιέφερε ήταν  το τοπίο. Το συγκεκριμένο μοναδικό τοπίο. Το αστικό περιβάλλον. Η οικιστική μορφή τής πιο ενδιαφέρουσας και ιστορικά της περισσότερο σημαντικής πόλης της Μπαζιλικάτα».
Τελικά, ήταν κάτι εύκολο ή δύσκολο για εσάς να φωτογραφήσετε αυτό το ιδιαίτερο τοπίο;
«Κάθε φωτογραφική δουλειά είναι δύσκολη και απαιτητική. Βασική μου αρχή: πλησιάζω όσο  περισσότερο μπορώ το θέμα μου, εγώ, όχι μέσω του φακού, επιβάλλοντας στο κάδρο τη φυσική οπτική του ματιού.  Αυτό που αναζητούσα στη Ματέρα, ήταν ο εντοπισμός λεπτομερειών και στοιχείων, χαρακτηριστικών της συγκεκριμένης αρχιτεκτονικής διάρθρωσης. Τα περιέλαβα σε κάθετα formats, γιατί αυτό επέβαλε το τοπίο.  Στα γενικότερα πλάνα αποτύπωσα τις γειτονιές, που δείχνουν γερασμένες αλλά παραμένουν ηρωικές.  Δεν ξεχνούσα, τέλος, πως πρόκειται για μια πόλη μνημειακή και ο τρόπος κατασκευής της και η ζωή των ανθρώπων της διατυπώνουν στο διηνεκές συμβολισμούς και μηνύματα, συνεπώς φωτογραφικές εκκεντρικότητες και άλλοι πειραματισμοί δεν έχουν θέση για τέτοιους χώρους».

Τετάρτη, 11 Ιουλίου 2018 Πάτρα – Αθήνα (220 χλμ, 2,5 ώρες)
Άφιξη το μεσημέρι (13.00) στην Πάτρα και το απόγευμα (17.00) στην Αθήνα.



ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Δέκα κορυφαίες στιγμές από το ταξίδι μου στη νότια Ιταλία

maria kofou
Λίγες ημέρες μετά το ταξίδι μου στη Νότια Ιταλία με τρένα και το μυαλό μου είναι ακόμα εκεί. Τόσες διαφορετικές πόλεις και χωριά, τόσα διαφορετικά χρώματα και γεύσεις. Τόσες νέες εικόνες και όμορφες στιγμές που μένουν αποτυπωμένες στο μυαλό και στις φωτογραφίες και που επιστρέφοντας πίσω στην Ελλάδα θα με συντροφεύουν για πολύ καιρό όταν θα κοιτάω το κινητό μου.
Μέσα στις επόμενες εβδομάδες σκοπεύω να ετοιμάσω έναν αναλυτικό οδηγό για την Ακτή Αμάλφι αλλά και για τις περιοχές κοντά στο Bari γιατί ξέρω πως πολλοί από εσάς ενδιαφέρονται να κάνουν ένα παρόμοιο ταξίδι.
Μέχρι τότε όμως σκοπεύω να σας δώσω μια μικρή γεύση και να μοιραστώ μαζί σας τις 10 Wow στιγμές του ταξιδιού μου.
Πάμε;
Sorrento Marina Grande
Οι περισσότεροι τουρίστες γνωρίζουν την Αμάλφι και το Ποζιτάνο αλλά όχι το Σορέντο, την πόλη αυτή που ουσιαστικά είναι η αρχή της Ακτής Αμάλφι.
Έχοντας περπατήσει το κέντρο της μετά από περίπου 15 λεπτά φτάσαμε στο γραφικό λιμανάκι Marina Grande. Λίγο τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος, λίγο το spritz con aperol στο χέρι, λίγο τα χρωματιστά σπιτάκια και τα ψαροκάικα... με έκαναν να αναφωνήσω το πρώτο wow του ταξιδιού.
Capri από ψηλά
Πριν φτάσω στο διάσημο αυτό νησάκι δεν είχα αίσθηση της γεωγραφικής του δομής. Μόνο φτάνοντας εκεί συνειδητοποίησα πως στην ουσία το Κάπρι είναι ένας τεράστιος βράχος με εντυπωσιακά απόκρημνες πλαγιές.
Αφού κάνεις το γύρω του νησιού με καραβάκι μπες σε ιδιωτικό λεωφορείο και δες το νησί με άλλο μάτι. Το δικό μου wow το είπα όταν αντίκρισα το συγκεκριμένο θέαμα από το παράθυρο του λεωφορείου.
Capri από χαμηλά
Όσες φωτογραφίες και να δεις από ένα μέρος τίποτα δε συγκρίνεται με το να το βλέπεις από κοντά με τα ίδια σου τα μάτια.
Η grotta azzurra ήταν για μενα μία από τις πιο δυνατές wow στιγμές του ταξιδιού. Έχοντας κατέβει περίπου 200 σκαλιά και μετά από αναμονή μιας ώρας, μπήκα σχεδόν ξαπλωμένη μέσα σε μία βαρκούλα και βρέθηκα μέσα στη μπλε σπηλιά. Το μοναδικό θέαμα της σπηλιάς με τα μπλε νερά σε συνδυασμό με το τραγούδι του βαρκάρη μου έκλεψαν αμέσως την καρδιά.
Positano
Το Positano ομολογώ πως μου ήταν από τα πρώτα δευτερόλεπτα πολύ οικείο. Ίσως γιατί το έχω δει σε πάρα πολλές φωτογραφίες τα τελευταία χρόνια οπότε πρέπει να πω πως κατεβαίνοντας από το καραβάκι δεν ξετρελάθηκα.
Όταν όμως βρέθηκα στο ύψωμα πάνω από την εκκλησία της Santa Maria Assunta και αντίκρισα την πλαγιά με τα πολύχρωμα σπιτάκια και τη θάλασσα στο βάθος, ένιωσα πραγματικά τυχερή που κατάφερα να δω από κοντά τον συγκεκριμένο χρωματιστό παράδεισο.
Amalfi
Να' μαι στο καραβάκι στις ακτές της Costiera Amalfitana με το στόμα ανοιχτό να χαζεύω την Amalfi.
Το χωριουδάκι Αμάλφι από το οποίο πήρε το όνομά της ολόκληρη η Ακτή, είναι χίλιες φορές πιο εντυπωσιακό από μακριά, όταν φτάνεις στο λιμάνι του παρά όταν το περπατάς.
Matera
Αν υπάρχει ένα μέρος που μου έκλεψε την καρδιά στο συγκεκριμένο ταξίδι, αυτό είναι σίγουρα η Ματέρα.
Από το πρώτο λεπτό που πάτησα το πόδι μου εκεί η ενέργεια και η μοναδικότητα του μέρους αυτού μου έκοψαν σχεδόν την ανάσα και με έκαναν για ακόμη μια φορά να επιβεβαιώσω στον εαυτό μου πως ο κόσμος μας είναι όμορφος και αξίζει να τον ταξιδέψω και να τον ανακαλύψω.
Matera τη νύχτα
Και αν την ημέρα η Ματέρα είναι εντυπωσιακή, πού να δεις τη νύχτα. Νομίζεις πως ονειρεύεσαι.
Bari
Η vecchia Bari δηλαδή το παλιό κέντρο του Bari με ξετρέλανε. Καθώς τα σπιτάκια είναι πολύ στενά ο κόσμος ουσιαστικά περνάει όλη τη μέρα του στο πεζοδρόμιο. Εκεί τρώνε, βλέπουν τηλεόραση, κουτσομπολεύουν και παίζουν χαρτιά.
Και όλα αυτά σε ένα υπέροχο σκηνικό από στοές, πλακόστρωτα δρομάκια και χρωματιστά -από τα απλωμένα ρούχα - μπαλκόνια.
Bari το ξημέρωμα
Τα πιο ωραία χρώματα πριν την ανατολή του ηλίου μπορώ να λέω πλέον με σιγουριά πως τα είδα στο Bari. Τέλος!
Alberobello
Αν θες να νιώσεις σαν ένα... μικρό στρουμφάκι τότε πρέπει να επισκεφθείς το χωριό Alberobello! Δύο ώρες μακριά από το Μπάρι (με τρένο) και θα βρεθείς σε αυτό το τόσο ιδιαίτερο χωριό της Νοτίου Ιταλίας.
Όσες φωτογραφίες και να είχα δει πριν, το θέαμα με άφησε άφωνη.
Αν ακόμα αναρωτιέσαι γιατί συνεχίζω να επιστρέφω τόσο συχνά στην Ιταλία μου, τα παραπάνω μέρη είναι μερικοί από τους λόγους.
Γιατί η Ιταλία έχει τόσα υπέροχα μέρη που αρνούμαι να περιοριστώ μόνο στα πιο προφανή. Έξω από τις πιο διάσημες πόλεις της άλλωστε, κρύβονται τα πιο όμορφα μυστικά της τα οποία μας περιμένουν να τα ανακαλύψουμε!

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2019

Πρόγραμμα Μέρα 1η Κυριακή 30/06, απογεματάκι. Ξεκινάμε από Άγιο Στέφανο(;) για Πειραιά κι από κει για Πάτρα, (230χλμ 2+ ώρες). Φτάνο...